Ποιοί (τελικά) χαϊδεύουν τα αυτιά (της ηγεσίας) του ΚΚΕ;
από ΕΠΟΧΗ (αναδημοσίευση) απο Indymedia Athens
Ένα κείμενο που παρουσιάζει πολύ ενδιαφέρον αφού ο Τ.Μ. ήταν και υποψήφιος με το "Κ"ΚΕ το 2004 ως μέλος της Κομ. Ανανέωσης τότε.
Του
Τάκη Μαστρογιαννόπουλου
Πρόκειται περί κατάντιας. Η Αλ. Παπαρήγα, ο Δ. Γόντικας, ο Μ. Μαΐλης και μαζί με αυτούς σύσσωμη η ηγεσία του ΚΚΕ, αφού πρώτα εκτέλεσαν για μια ακόμα φορά τον Νικολάϊ Μπουχάριν και την συντριπτική πλειοψηφία της ηγεσίας του κόμματος των μπολσεβίκων την περίοδο της οκτωβριανής επανάστασης, με το περιβόητο κείμενο που φέρει τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής για το σοσιαλισμό», ένα ντοκουμέντο-αποθέωση του απεχθούς σταλινικού φαινομένου, στη συνέχεια πρωτοστάτησαν, με αφορμή την μεγαλειώδη έκρηξη της νεολαίας, στην πιο αποκρουστική επίθεση των τελευταίων χρόνων ενάντια σε άλλη δύναμη της αριστεράς με τις θλιβερές δηλώσεις της Αλ. Παπαρήγας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «χαϊδεύει τα αυτιά των κουκουλοφόρων».
Το γεγονός ότι οι επαίσχυντες αυτές δηλώσεις έγιναν, όχι σε κάποια κομματική εκδήλωση, αλλά αντίθετα στο προαύλιο του μεγάρου Μαξίμου, μετά τη συνάντηση με τον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, οδηγεί ακόμα και τον πιο καλόπιστο αγωνιστή να συμπεράνει ότι οι δηλώσεις αυτές ήταν προϊόν, αν όχι συνδιαλλαγής, τουλάχιστον πλήρους συμφωνίας του πρωθυπουργού με τη γραμματέα και συνολικά με την ηγεσία του ΚΚΕ στην αντιμετώπιση της κρίσης και της εξέγερσης της νεολαίας. Δεν είναι τυχαίο ότι χωρίς χρονοτριβή σχηματίστηκε ένα «λαϊκό μέτωπο» της συμφοράς, από τον Καρατζαφέρη και σύσσωμο τον εσμό του ΛΑΟΣ μέχρι τον σκληρό πυρήνα του κυβερνώντος κόμματος με επικεφαλής τον Πολύδωρα, αλλά και από τον μονίμως ασχημονούντα Θ. Πάγκαλο του ΠΑΣΟΚ – ο οποίος δεν ντράπηκε να υποστηρίξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καθοδηγεί την «πολιτική αλητεία» - μέχρι τη Λ. Κανέλλη η οποία και ανέλαβε να «εκλαϊκεύσει», με τα πιο κατάπτυστα επιχειρήματα, τη γραμμή του ΚΚΕ στον ηλεκτρονικό τύπο.
Τα μεγάλα κανάλια της τηλεόρασης, το συγκρότημα Λαμπράκη και τα ορφανά του Σημίτη στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, στην ουσία το σύνολο του αστικού κατεστημένου, όχι μόνο κατηγόρησαν, σε όλους του τόνους και με τα πιο αντιδραστικά και χυδαία επιχειρήματα, τον ΣΥΡΙΖΑ, από τον οποίο ζητούσαν συνεχώς δηλώσεις νομιμοφροσύνης, αλλά και χάιδεψαν τα αυτιά της ηγεσίας του ΚΚΕ για τη στάση της στα γεγονότα. Δεν δίστασαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, να χαρακτηρίσουν το ΚΚΕ ως το κόμμα της «ευθύνης» και της «σοβαρότητας». Η «Αυριανή», μάλιστα, έφθασε στο σημείο να υποστηρίξει ότι, λόγω της αδυναμίας της αστυνομίας, το ΚΚΕ πρέπει να αναλάβει την τήρηση της τάξης (!). Ο Β. Καρδάσης σε ένα σημείωμα του στην «Ελευθεροτυπία» (24/12/08) εύστοχα υποστήριξε ότι το αστικό κατεστημένο και οι αμύντορες του «…Δρώντας ως συγχορδία κουκουλοφόρων της Κατοχής δείχνουν με το δάκτυλο τον ένοχο, για να τον οδηγήσουν στην κρεμάλα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο απείθαρχος, ο ατίθασος, ο άσωτος, ο καπετάν-φασαρίας. Το ΚΚΕ, το καλό παιδί, που κοιτάει τη δουλεία του, κάθεται στη γωνία και δεν πειράζει κανέναν».
Το ΚΚΕ, βαθιά συντηρητική δύναμη
Η ηγεσία του ΚΚΕ, παρά το γεγονός ότι μέχρι τότε έκλεινε σε όλες τις πτώσεις τις λέξεις «ανατροπή», «ανυπακοή» και ότι άλλο «ανατρεπτικό» υπάρχει στο λεξιλόγιο, τελικά όχι μόνο τρομοκρατήθηκε από την αιφνιδιαστική έκρηξη της νεολαίας, αυτή που σωστά το σύνολο των διεθνών Μέσων Ενημέρωσης χαρακτήρισε ως εξέγερση – το γεγονός ότι παιδιά 15 χρονών πετούσαν πέτρες σε αστυνομικά τμήματα αποτελεί μόνο μια ένδειξη του βάθους της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης – αλλά και πρωτοστάτησε, ως γνήσιο κόμμα του «νόμου και της τάξης», στο να συγκροτηθεί το μέτωπο των «νοικοκυραίων», ενισχύοντας τα συντηρητικά ανακλαστικά της ελληνικής κοινωνίας, κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον υποκινητή για όλα τα «έκτροπα» που εμφανίσθηκαν κατά τη διάρκεια των γεγονότων. Ακόμα και σοβαροί δημοσιογράφοι του αστικού τύπου έμειναν άναυδοι από αυτή τη στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ. Ο Α. Καρακούσης, σε ένα άρθρο του στο «Βήμα», δεν δίστασε να υποστηρίξει ότι «Από κει και πέρα η κυρία Παπαρήγα επιβεβαίωσε ότι το ΚΚΕ αποτελεί την πιο συντηρητική δύναμη της χώρας, ότι εξελίσσεται από κόμμα των επαναστατημένων εργατών σε κόμμα των φοβισμένων μικροαστών που θέλουν ασφάλεια και τάξη…Δεν το καταλαβαίνουν, αλλά οι ορθόδοξοι κομμουνιστές παίζουν τελευταίως στο γήπεδο του κ. Καρατζαφέρη. Με τη διαφορά ότι εκείνος δεν έχει αναστολές να ζητήσει ακόμη και τη σύσταση ειδικών δικαστηρίων για τους νέους που πετάνε πέτρες».
Τις πρώτες δεκαετίες της μεταπολίτευσης η ηγεσία του ΚΚΕ με «επαναστατική» φρασεολογία αντιμετώπιζε το τότε ΚΚΕ-εσωτερικού ως «δεξιά αναθεωρητική ομάδα». Τα γεγονότα είναι γνωστά. Οι «αδιάλλακτοι» της ηγεσίας του ΚΚΕ, η Αλ. Παπαρήγα, ο Δ. Γόντικας, ο Μ. Μαΐλης κλπ όχι μόνον υποστήριξαν σε όλους του τόνους την λεγόμενη «περεστρόϊκα» του Γκορμπατσώφ – αυτή με την οποία, σύμφωνα με τους ίδιους σήμερα, «…το σύστημα των Σοβιέτ εκφυλίστηκε σε αστικό όργανο» - αλλά, και το χειρότερο, σήκωσαν το χέρι του και υπερψήφισαν το έκτρωμα που αποκλήθηκε κυβέρνηση Τζανετάκη. Ο Χ. Φλωράκης υπήρξε σαφής. Το ΚΚΕ συμμετείχε στην κυβέρνηση Τζανετάκη γιατί αυτή «…αποτέλεσε την ασφαλιστική βαλβίδα που εκτόνωσε ακίνδυνα την βαθιά πολιτική κρίση».
Για να είμαστε, βέβαια, δίκαιοι με τη ιστορία την περίοδο που ακολούθησε την πτώση του τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού το ΚΚΕ δεν υπέκυψε στην ιδεολογία του συρμού: στην αποδοχή του νεοφιλελευθερισμού, της «Pax Americana» και της «νέας τάξης πραγμάτων», στην αστική διαχείριση και τις κεντροαριστερές κυβερνήσεις της λεγόμενης «πληθυντικής αριστεράς». Στην προσπάθεια του, όμως να θέσει διαχωριστικές γραμμές με τις δεξιές πολιτικές και να βρει στο παρελθόν την κόκκινη κλωστή της παράδοσης η ηγεσία του ΚΚΕ επέστρεψε όχι στις καλύτερες παραδόσεις του Λένιν, αλλά στις χειρότερες του Στάλιν.
Απειλή ο ΣΥΡΙΖΑ
Αποκορύφωμα αυτής της ιδεολογικής αναζήτησης είναι η οριστική κατάληξη στο σταλινισμό και η υιοθέτηση των «Θέσεων» για το σοσιαλισμό.
Από μια πρώτη ματιά τα δύο γεγονότα, η δημοσίευση των θέσεων για το «σοσιαλισμό που γνωρίσαμε» και η επίθεση ενάντια στο ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουν σχέση μεταξύ τους. Στην πραγματικότητα τα δύο αυτά ζητήματα έχουν άμεση αλληλεξάρτηση. Στη βάση τους βρίσκεται η παραδοσιακή «ορθόδοξη» αντίληψη για το κόμμα, τις συμμαχίες, το κράτος, τη μετάβαση στο σοσιαλισμό, κλπ. δηλαδή το σύνολο των αντιλήψεων που χαρακτηρίζει το σταλινισμό ο οποίος βρίσκεται στον αντίποδα του κριτικού, του επαναστατικού μαρξισμού.
Η απειλή που αντιπροσωπεύει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ για το μονοπώλιο του ΚΚΕ στο χώρο της αριστεράς – μια αμφισβήτηση εξ αριστερών στα πρόσφατα γεγονότα και όχι μόνον - έχει συντελέσει ώστε η ηγεσία του ΚΚΕ να χάσει κάθε μέτρο και κάθε όριο στην αντιμετώπιση και την κριτική του. Η αμετροέπεια και ο χύδην λαϊκισμός έχει αντικαταστήσει την παραδοσιακή μαρξιστική κριτική. Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυθαίρετα τον αποκαλεί, είναι σύμφωνα με την Α. Παπαρήγα κόμμα «κουραμπιές», για τον «Τηλέπαθο» του «Ριζοσπάστη» «λούστρος του καπιταλισμού», ενώ η Λ. Κανέλλη δεν ντράπηκε να τον παρομοιάσει με τα «καινούργιας τεχνολογίας υβριδικά οχήματα» τα οποία «ευνοούν το καπιταλιστικό περιβάλλον. Καθαρίζουν τα κέρδη».
Η μυωπική πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ, η οποία έχει αναγορεύσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον κύριο εχθρό, σε μια ιδιόμορφη αντιστροφή της κλίμακας των διαφορών της με τα άλλα κόμματα, έχει ως αποτέλεσμα να υποτιμά τη συνολική άνοδο της αριστεράς – την έννοια της οποίας έφθασε στο σημείο να αμφισβητεί - και να υπερτιμά, ως εκ τούτου, τις δυνατότητες και τις προοπτικές του αστικού δικομματισμού ειρωνευόμενη, μάλιστα, όποιον αναφέρεται στη βαθιά κρίση του. Πρόκειται για μια αδιέξοδη πολιτική.
Κάθε μέλος του ΚΚΕ, κάθε μέλος της ΚΝΕ, κάθε τίμιος αγωνιστής που με έκπληξη βλέπει το κόμμα του να δέχεται τα εύσημα του αστικού κατεστημένου για τη στάση του στα πρόσφατα γεγονότα, θα πρέπει να αντιδράσει και να δώσει τη μάχη για την αλλαγή αυτής της καταστροφικής πολιτικής. Σήμερα, αύριο θα είναι αργά.
Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009
Χάνα ΄Αρεντ
Φιλόσοφος, συγγραφέας (1906-1975)
Η Γιοχάνα Αρεντ, μοναχοκόρη του Πολ και της Μάρθα Αρεντ, εύπορων Γερμανοεβραίων, γεννήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1906 στο Ανόβερο της Γερμανίας και μεγάλωσε στο Κόνιγκσμπεργκ. Σε ηλικία επτά ετών έχασε τον πατέρα της από πάρεση (επιπλοκή της σύφιλης), ενώ το 1920 η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε και η 14χρονη Χάνα απέκτησε δύο ετεροθαλείς αδελφές, την Εύα και την Κλάρα, από προηγούμενο γάμο του πατριού της.
Στα 16 της επιδόθηκε στη μελέτη των έργων του Καντ, του Γκαίτε και του Κίρκενγκαρντ και μετά την αποφοίτησή της από το γυμνάσιο του Κόνιγκσμπεργκ, η Αρεντ άρχισε σπουδές θεολογίας και φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ. Εκεί γνώρισε τον φιλόσοφο Μάρτιν Χάιντεγκερ, παντρεμένο, πατέρα δύο παιδιών και κατά 17 έτη μεγαλύτερό της, με τον οποίο είχαν ένα σύντομο ειδύλλιο (αργότερα ο Χάιντεγκερ ασπάστηκε τον ναζισμό και συνεργάστηκε με το φασιστικό καθεστώς). Λίγο αργότερα η Αρεντ μετακόμισε για σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, στο πλάι του ψυχιάτρου και φιλοσόφου Καρλ Τζάσπερς, ο οποίος έγινε φίλος και μέντοράς της.
Το 1929 η Αρεντ παντρεύτηκε τον εβραίο φιλόσοφο Γκύντερ Στερν, ολοκλήρωσε τη διδακτορική διατριβή της με θέμα την ιδέα της αγάπης στη σκέψη του Αγίου Αυγουστίνου και μετακόμισε στο Βερολίνο. Η άνοδος των Εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία και η κορύφωση του αισθήματος του αντισημιτισμού στη Γερμανία την έστρεψαν στον πολιτικό ακτιβισμό και από τότε και στο εξής η σκέψη της επικεντρώθηκε στη μελέτη της ανόδου των ολοκληρωτικών καθεστώτων του 20ού αιώνα (από τον σταλινισμό ως τον ναζισμό) και στον εντοπισμό ομοιοτήτων μεταξύ τους.
Ως μέλος του Γερμανικού Σιωνιστικού Οργανισμού η Αρεντ βοήθησε να αποκαλυφθούν οι δοκιμασίες των Εβραίων από το ναζιστικό καθεστώς, ενώ το 1933 συνελήφθη από την Γκεστάπο στην προσπάθειά της να συλλέξει στοιχεία που αποδείκνυαν την αντισημιτική προπαγάνδα του γερμανικού κράτους. Μετά την απελευθέρωσή της απέδρασε και βρήκε καταφύγιο στο Παρίσι, όπου εργάστηκε για τη σωτηρία των εβραιόπουλων από το Γ´ Ράιχ και την ασφαλή μεταφορά τους στην Παλαιστίνη.
Στο Παρίσι η Χάνα Αρεντ, αφού εξασφάλισε διαζύγιο (το 1937) από τον πρώτο της σύζυγο, παντρεύτηκε το 1940 τον επίσης διαζευγμένο, μαρξιστή Χάινριχ Μπλίχερ. Οταν λίγο αργότερα η Βέρμαχτ εισέβαλε στη Γαλλία, η Αρεντ βρέθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην πόλη Γκουρς, από όπου απέδρασε, και το 1941, μαζί με τον σύζυγό της, κατάφεραν να φτάσουν στις ΗΠΑ, για να ακολουθήσει μήνες μετά η μητέρα τής Αρεντ.
Στη διάρκεια της παραμονής της στη Νέα Υόρκη η Χάνα Αρεντ εμπνεύστηκε και συνέγραψε το «Ολοκληρωτικό σύστημα», μπεστ σέλερ την εποχή του Μεσοπολέμου, το οποίο εκδόθηκε το 1951, το ίδιο έτος που της δόθηκε η αμερικανική υπηκοότητα. Την ίδια περίοδο έγραφε τακτικά στη γερμανόφωνη εφημερίδα Aufblau, ενώ συντόνιζε και την έρευνα στην Επιτροπή για την Εβραϊκή Πολιτιστική Αποκατάσταση από το 1949 ως το 1952.
Μεσούντος του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου η Χάνα Αρεντ ανέλαβε δράση σε αρκετούς εβραϊκούς οργανισμούς και παράλληλα αρθρογραφούσε συχνά σε εβραϊκά έντυπα, όπου, μεταξύ άλλων, εκφράστηκε υπέρ μιας ειρηνικής συμβίωσης Αράβων και Εβραίων σε ένα μεταπολεμικό παλαιστινιακό κράτος, ενώ διετέλεσε και επιμελήτρια έκδοσης στον εκδοτικό οίκο Schoken Books από το 1946 ως το 1948. Ακολούθησαν τα βιβλία «Η ανθρώπινη κατάσταση» (1958), «Μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος» (1961), το «Ανθρωποι σε ζοφερούς καιρούς» (1968) και το «Περί βίας» (1970), καθώς και άρθρα στο «New York Review of Books» τις δεκαετίες 1960 και 1970, όπου άσκησε σκληρή κριτική στην επέμβαση των ΗΠΑ στο Βιετνάμ.
Κορυφαία στιγμή στην καριέρα της αποτέλεσε η έκδοση του βιβλίου «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ: η κοινοτοπία του κακού» το 1963, με θέμα τη δίκη του λοχαγού των Ες-Ες στο Ισραήλ, την οποία κάλυψε η Αρεντ ως ανταποκρίτρια του περιοδικού «The New Yorker». Στη διάρκεια επίσκεψής της για διαλέξεις στο Αμπερντίν της Σκωτίας το διάστημα 1973-74 υπέστη ανακοπή καρδιάς, από την οποία προσωρινά ανέρρωσε. Η καρδιά της την πρόδωσε τελικά στις 4 Δεκεμβρίου 1975 στο διαμέρισμά της στη Νέα Υόρκη, αφήνοντας ανολοκλήρωτη την τριλογία της με γενικό τίτλο «The life of the mind» (οι δύο πρώτοι τόμοι εκδόθηκαν το 1978). Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έλαβε θέση καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον το 1959, ενώ είχε διδάξει και στα πανεπιστήμια του Σικάγου, του Μπέρκλεϊ, της Κολούμπια και στη New School for Social Science της Νέας Υόρκης.
Η Γιοχάνα Αρεντ, μοναχοκόρη του Πολ και της Μάρθα Αρεντ, εύπορων Γερμανοεβραίων, γεννήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1906 στο Ανόβερο της Γερμανίας και μεγάλωσε στο Κόνιγκσμπεργκ. Σε ηλικία επτά ετών έχασε τον πατέρα της από πάρεση (επιπλοκή της σύφιλης), ενώ το 1920 η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε και η 14χρονη Χάνα απέκτησε δύο ετεροθαλείς αδελφές, την Εύα και την Κλάρα, από προηγούμενο γάμο του πατριού της.
Στα 16 της επιδόθηκε στη μελέτη των έργων του Καντ, του Γκαίτε και του Κίρκενγκαρντ και μετά την αποφοίτησή της από το γυμνάσιο του Κόνιγκσμπεργκ, η Αρεντ άρχισε σπουδές θεολογίας και φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ. Εκεί γνώρισε τον φιλόσοφο Μάρτιν Χάιντεγκερ, παντρεμένο, πατέρα δύο παιδιών και κατά 17 έτη μεγαλύτερό της, με τον οποίο είχαν ένα σύντομο ειδύλλιο (αργότερα ο Χάιντεγκερ ασπάστηκε τον ναζισμό και συνεργάστηκε με το φασιστικό καθεστώς). Λίγο αργότερα η Αρεντ μετακόμισε για σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, στο πλάι του ψυχιάτρου και φιλοσόφου Καρλ Τζάσπερς, ο οποίος έγινε φίλος και μέντοράς της.
Το 1929 η Αρεντ παντρεύτηκε τον εβραίο φιλόσοφο Γκύντερ Στερν, ολοκλήρωσε τη διδακτορική διατριβή της με θέμα την ιδέα της αγάπης στη σκέψη του Αγίου Αυγουστίνου και μετακόμισε στο Βερολίνο. Η άνοδος των Εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία και η κορύφωση του αισθήματος του αντισημιτισμού στη Γερμανία την έστρεψαν στον πολιτικό ακτιβισμό και από τότε και στο εξής η σκέψη της επικεντρώθηκε στη μελέτη της ανόδου των ολοκληρωτικών καθεστώτων του 20ού αιώνα (από τον σταλινισμό ως τον ναζισμό) και στον εντοπισμό ομοιοτήτων μεταξύ τους.
Ως μέλος του Γερμανικού Σιωνιστικού Οργανισμού η Αρεντ βοήθησε να αποκαλυφθούν οι δοκιμασίες των Εβραίων από το ναζιστικό καθεστώς, ενώ το 1933 συνελήφθη από την Γκεστάπο στην προσπάθειά της να συλλέξει στοιχεία που αποδείκνυαν την αντισημιτική προπαγάνδα του γερμανικού κράτους. Μετά την απελευθέρωσή της απέδρασε και βρήκε καταφύγιο στο Παρίσι, όπου εργάστηκε για τη σωτηρία των εβραιόπουλων από το Γ´ Ράιχ και την ασφαλή μεταφορά τους στην Παλαιστίνη.
Στο Παρίσι η Χάνα Αρεντ, αφού εξασφάλισε διαζύγιο (το 1937) από τον πρώτο της σύζυγο, παντρεύτηκε το 1940 τον επίσης διαζευγμένο, μαρξιστή Χάινριχ Μπλίχερ. Οταν λίγο αργότερα η Βέρμαχτ εισέβαλε στη Γαλλία, η Αρεντ βρέθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην πόλη Γκουρς, από όπου απέδρασε, και το 1941, μαζί με τον σύζυγό της, κατάφεραν να φτάσουν στις ΗΠΑ, για να ακολουθήσει μήνες μετά η μητέρα τής Αρεντ.
Στη διάρκεια της παραμονής της στη Νέα Υόρκη η Χάνα Αρεντ εμπνεύστηκε και συνέγραψε το «Ολοκληρωτικό σύστημα», μπεστ σέλερ την εποχή του Μεσοπολέμου, το οποίο εκδόθηκε το 1951, το ίδιο έτος που της δόθηκε η αμερικανική υπηκοότητα. Την ίδια περίοδο έγραφε τακτικά στη γερμανόφωνη εφημερίδα Aufblau, ενώ συντόνιζε και την έρευνα στην Επιτροπή για την Εβραϊκή Πολιτιστική Αποκατάσταση από το 1949 ως το 1952.
Μεσούντος του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου η Χάνα Αρεντ ανέλαβε δράση σε αρκετούς εβραϊκούς οργανισμούς και παράλληλα αρθρογραφούσε συχνά σε εβραϊκά έντυπα, όπου, μεταξύ άλλων, εκφράστηκε υπέρ μιας ειρηνικής συμβίωσης Αράβων και Εβραίων σε ένα μεταπολεμικό παλαιστινιακό κράτος, ενώ διετέλεσε και επιμελήτρια έκδοσης στον εκδοτικό οίκο Schoken Books από το 1946 ως το 1948. Ακολούθησαν τα βιβλία «Η ανθρώπινη κατάσταση» (1958), «Μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος» (1961), το «Ανθρωποι σε ζοφερούς καιρούς» (1968) και το «Περί βίας» (1970), καθώς και άρθρα στο «New York Review of Books» τις δεκαετίες 1960 και 1970, όπου άσκησε σκληρή κριτική στην επέμβαση των ΗΠΑ στο Βιετνάμ.
Κορυφαία στιγμή στην καριέρα της αποτέλεσε η έκδοση του βιβλίου «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ: η κοινοτοπία του κακού» το 1963, με θέμα τη δίκη του λοχαγού των Ες-Ες στο Ισραήλ, την οποία κάλυψε η Αρεντ ως ανταποκρίτρια του περιοδικού «The New Yorker». Στη διάρκεια επίσκεψής της για διαλέξεις στο Αμπερντίν της Σκωτίας το διάστημα 1973-74 υπέστη ανακοπή καρδιάς, από την οποία προσωρινά ανέρρωσε. Η καρδιά της την πρόδωσε τελικά στις 4 Δεκεμβρίου 1975 στο διαμέρισμά της στη Νέα Υόρκη, αφήνοντας ανολοκλήρωτη την τριλογία της με γενικό τίτλο «The life of the mind» (οι δύο πρώτοι τόμοι εκδόθηκαν το 1978). Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έλαβε θέση καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον το 1959, ενώ είχε διδάξει και στα πανεπιστήμια του Σικάγου, του Μπέρκλεϊ, της Κολούμπια και στη New School for Social Science της Νέας Υόρκης.
Σολτζενίτσιν: Ο άνθρωπος και ο Μηχανισμός
7 Αυγούστου 2008, 00:12
Κλεάνθης Γρίβας
«Ο ρεαλισμός που εννοώ μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και σε πείσμα των ιδεών του συγγραφέα. Επιτρέψτε μου ένα παράδειγμα: Ο Μπαλζάκ που τον θεωρώ δάσκαλο του ρεαλισμού... απ' αυτόν πληροφορήθηκα πολύ περισσότερα απ' όσα θα μπορούσαν να μου πουν οι ιστορικοί, οι οικονομολόγοι και οι επαγγελματίες στατιστικοί της εποχής. Βέβαια ο Μπαλζάκ από πολιτική άποψη ήταν ένας νομιμόφρων.»
Fr. Engels
Δύο χρόνια μετά το «αποσταλινοποιητικό» 20ο Συνέδριο του ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος, το οποίο εν μια νυκτί μεταμόρφωσε τους ανά τον κόσμο παλαιο-σταλινικούς σε νεο-σταλινικούς, με πρωτοβουλία του Νικήτα Χρουτσόφ δόθηκε στη δημοσιότητα ένα βιβλίο του Αλεξάντερ Σολτζενίτσιν, μαθηματικού, πρώην εφέδρου αξιωματικού του ρωσικού στρατού στη διάρκεια της δεύτερης παγκόσμιας ανθρωποσφαγής και κρατούμενου στα ρωσικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στα μεταπολεμικά χρόνια.
Αλεξάντερ Σολτζενίτσιν, Μιά μέρα από τη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς. Μια από τις χιλιάδες μέρες των εκατομμυρίων Ιβάν-θυμάτων της πιο αδυσώπητης έκφρασης του σύγχρονου ολοκληρωτισμού και ταυτόχρονα ένα πολιτικό χαρτί στα χέρια του Νικήτα Χρουτσόφ και της ηγετικής γραφειοκρατικής ομάδας που ανέλαβε τη διαχείριση του μηχανισμού της εξουσίας μετά τον θάνατο του δεύτερου πρωθιερέα της Στάλιν (κατά κόσμον, Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Τσουχατσβίλι), έμελλε να ξεφύγει από τον έλεγχό τους και να μεταβληθεί σε χιονοστιβάδα ικανή, σε μια προοπτική, να απειλήσει το μηχανισμό και τη λογική της εξουσίας.
Μέσα από τις σελίδες του Ιβάν Ντενίσοβιτς ανακάλυπταν τον εαυτό τους και την εποχή τους εκατομμύρια άνθρωποι που βίωσαν στο πετσί τους την τρομακτική και τρομοκρατική εμπειρία της σταθεροποίησης του μπολσεβικισμού η οποία, μέσα από μια γιγάντια επιχείρηση φενακισμού, προβλήθηκε σε όλο τον κόσμο ως «οικοδόμηση του σοσιαλισμού». Και γρήγορα ο Ιβάν Ντενίσοβιτς πήρε διαστάσεις παγκόσμιου συμβόλου προκαλώντας μια ρωγμή στο μπετόν του ψεύδους της εξουσίας.
Ακολούθησε μια συλλογή διηγημάτων, τα μυθιστορηματικά Πρώτος Κύκλος, Θάλαμος Καρκινοπαθών, Αύγουστος 1914, κι αμέσως μετά ένα βιβλίο-σοκ: το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ.
Τα εκατομμύρια αντίτυπα που διατέθηκαν στις πρώτες βδομάδες της κυκλοφορίας του, το συνειδησιακό σοκ που προκάλεσε στην εν υπνώσει παγκόσμια αριστερά και οι ζυμώσεις που πυροδότησε σε διεθνή κλίμακα, ανάγκασαν τη ρωσική γραφειοκρατία να αντιδράσει με το γνωστό σπασμωδικό τρόπο της εξουσίας που νοιώθει πως απειλείται. Με απόφαση του Ανωτάτου «Σοβιέτ», ο Σολτζενίτσιν συλλαμβάνεται και εκδιώκεται βίαια από τη χώρα του, πράγμα που θα πυροδοτήσει σ' όλο τον κόσμο μια σωρεία αντιδράσεων ενεργητικής συμπαράστασης στον συγγραφέα απέναντι στις οποίες η μπολσεβίκικη εξουσία αντιδρά με το γνωστό, δοκιμασμένο και αποτελεσματικό τρόπο:
α) Στο εσωτερικό της Ρωσίας όπου ο Μηχανισμός της εξουσίας ασκεί απόλυτο έλεγχο, εξαπολύεται μια χωρίς αντίλογο λασπολογική εκστρατεία σύμφωνα με όλους τους κανόνες της τέχνης του «κυνηγιού των μαγισσών», ενώ
β) Στο εξωτερικό, μεθοδεύεται η «γνωστή» κινητοποίηση των «διανοουμένων» που ελέγχονται ή επηρεάζονται από τα κατά τόπους κομμουνιστικά κόμματα τα οποία λειτουργούν ως εργαλεία της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.
Έτσι, παράλληλα με την εκστρατεία υπέρ του Σολτζενίτσιν, θα αναπτυχθεί και μια εκστρατεία κατά του συγγραφέα η οποία αυτοεξαντλείται σε ύβρεις του γνωστού παλαιο- και νεο-σταλινικού τύπου (άπατρις, προδότης, πράκτορας, αντικομμουνιστής και οι λοιπές κοινότυπες παρεμφερείς αθλιότητες της κομμουνιστικής ξύλινης γλώσσας), οι οποίες αποτελούν τον πασίγνωστο πρόλογο του «σταύρωσον αυτόν» στο πλαίσιο ενός συστήματος που διακηρύσσει προπαγανδιστικά ότι «μέγιστο κεφάλαιό του αποτελεί ο άνθρωπος» (Στάλιν)[1] και ότι πραγματώνει τη ρήση του Ένγκελς διασφαλίζοντας τις συνθήκες εκείνες στις οποίες είναι δυνατή «η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του καθενός σαν προϋπόθεση της ελεύθερης ανάπτυξης όλων».
1. Ο άνθρωπος και ο μηχανισμός
Ποιος είναι ο κοινωνικός ρόλος του συγγραφέα; Είναι ένα προωθημένο τμήμα της κριτικής συνείδησης; Η λειτουργία του συνίσταται σε μια χωρίς όρους κατάφαση στην εξουσία ή στην ασυμβίβαστη κριτική της; Υπάρχει και δρα ως ανιχνευτής στην υπηρεσία της κοινωνίας ή ως υπάλληλος (του κόμματος ή του κράτους) στην υπηρεσία της εξουσίας;
Ερωτήματα αυτού του είδους μπορεί να απασχολούν κάθε ανεξάρτητη σκέψη που διαμορφώνεται μέσα από μια διαδικασία ρήξης με το παρόν και τον οραματισμό ενός άλλου μέλλοντος. Αλλά δεν μπορούν όμως να απασχολούν κανένα «οργανικό διανοούμενο» (κατά τον Γκράμσι) ή κομισάριο-«διανοούμενο» που η υπαλληλική συνείδησή του διαμορφώνεται σύμφωνα με τα συμφέροντα και τις επιταγές του «μείζονος εργοδότη» του.
Οι Ρώσοι διαφωνούντες, αρνήθηκαν το αδιέξοδο ολοκληρωτικό παρόν της ρωσικής κοινωνίας που βίωναν και το δυσοίωνο μέλλον που αυτό εγκυμονούσε, διεκδίκησαν το δικαίωμά τους να θέτουν επί τάπητος αυτά τα προβλήματα και να απαντούν σ' αυτά μέσα από το έργο τους και την προσωπική τους στάση, καταβάλλοντας το υψηλό προσωπικό αντίτιμο που συνεπάγεται μια τέτοια διεκδίκηση στο πλαίσιο ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος.
Ανάμεσα σ' αυτούς και ο Σολτζενίτσιν, ο οποίος (συμφωνώντας με τους άλλους διαφωνούντες στην άρνηση του αδιέξοδου τρομοκρατικού παρόντος και διαφοροποιούμενος με πολλούς απ' αυτούς σε ό,τι αφορά τις επιλογές και τους οραματισμούς του μέλλοντος) πλήρωσε ακριβά την εμμονή του σε μια ηθική στάση που δεν του επέτρεπε να συμπαραταχθεί με τον δήμιο, αποδεικνύοντας έτσι ότι δεν έχει τίποτα το κοινό με τους ειδικούς του τίποτα «διανοούμενους» απολογητές της εξουσίας.
Στα χρόνια που ακολούθησαν το μπολσεβίκικο πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 1917, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσίας επέβαλε την παρουσία του στη σκηνή της παγκόσμιας ιστορίας, συνθέτοντας το πανόραμα των «απελευθερωτικών κατακτήσεων» ενός καθεστώτος που έθεσε τη ρωσική κοινωνία σε μια κατάσταση διαρκούς τρομοκρατίας:
● Με τις αιματηρές «εποποιίες» της βίαιης καταστολής εκατοντάδων επαναστατικών κινημάτων του τύπου της Κροστάνδης τα οποία στόχευαν στην ανατροπή της μπολσεβίκικης μονοκομματικής δικτατορίας και την υπεράσπιση της εξουσίας των εργατικών συμβουλίων.
● Με την ατομική και μαζική Τρομοκρατία της περιόδου 1920-1940 που σφραγίστηκε από τις σκηνοθετημένες δίκες, τις εκκαθαρίσεις «λογαριασμών» στο εσωτερικό του κομμουνιστικού κόμματος.
● Με τις μαζικές εκκαθαρίσεις ολόκληρων κοινωνικών και πληθυσμιακών κατηγοριών και τα απειράριθμα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και θανάτου,
● Με τις βίαιες στρατιωτικές εισβολές στις αποικιοκρατούμενες χώρες (Ουγγαρία 1956, Τσεχοσλοβακία 1968).
Στ' όνομα αυτών ακριβώς των αμετάκλητα και αναίτια χαμένων υπάρξεων που προσφέρθηκαν βορά στις τελετουργικές μαζικές ανθρωποθυσίες της γραφειοκρατικής εξουσίας, ο Σολτζενίτσιν έριξε το βάρος της προσωπικής του μαρτυρίας στη ζυγαριά της ιστορικής κρίσης για την εποχή του, συμπαρατασσόμενος με την ελαχιστότατη μειοψηφία των ελευθερόφρονων ανθρώπων που υπερασπίζονται τη ζωή ως ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο φαινόμενο το οποίο, ως τέτοιο, συνιστά απαραβίαστο δικαίωμα που δεν μπορεί να εξαρτάται από όποιες εξουσιαστικές σκοπιμότητες.
2. Βίβλος καθολικής ενοχής
To «Μιά μέρα από τη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς» αποτελεί μια χαμηλόφωνη συγκλονιστική προσωπική μαρτυρία και ταυτόχρονα μια καταγγελία των στρατοπέδων θανάτου, η οποία δεν περιορίζεται σε τόπο και χρόνο. Ενώ, το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» αποτελεί την πρώτη υπεύθυνη εκ των έσω καταγραφή (που επιχειρήθηκε από τον εκτός της εξουσίας χώρο) της ανείπωτης ιστορικής διαδρομής που ακολούθησε η ανάπτυξη και η επιβολή της ολοκληρωτικής γραφειοκρατικής εξουσίας σε όλη την έκταση της Ρωσίας.
Μέσα από τις σελίδες του «Γκουλάγκ»,[2] όπως ετικετάρεται ο απέραντος και πολυεπίπεδος μηχανισμός συμμόρφωσης, καταναγκασμού και τιμωρίας, χιλιάδες αφανισμένες ζωές καταθέτουν ήρεμα και χαμηλόφωνα σα να προσεύχονται στο δικαστήριο της ιστορίας και της συνείδησής μας που βρίσκεται σχεδόν μόνιμα σε κατάσταση ιδεολογικής ύπνωσης.
Μια ατέλειωτη σειρά κονιορτοποιημένων οραμάτων που συνθέτουν την τραγική εικόνα της βίαιης διάψευσης των ελπίδων ενός λαού (και ολόκληρης της ανθρωπότητας) που με την Επανάστασή του Φεβρουαρίου του 1917 άνοιξε ένα παράθυρο στο μέλλον, για να διαπιστώσει με το πραξικόπημα του Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου ότι το έφραζε ο σκοτεινός και αμετακίνητος όγκος ενός ανελέητου γραφειοκρατικού μηχανισμού που είχε την ιστορικά πρωτόφαντη δυνατότητα να διαγράφει το παρελθόν, να συγκροτεί το παρόν και να εγκλωβίζει το μέλλον σύμφωνα με τα εκάστοτε συμφέροντά του.
Με σημείο εκκίνησης την περίοδο της βασιλείας των Λένιν και Τρότσκι, οι εκκαθαρίσεις ολόκληρων χωριών, οι μαζικές εκτελέσεις για «παραδειγματισμό», οι φρικαλέοι διαγωνισμοί για την επινόηση «καλύτερων μεθόδων» ανακάλυψης και εξόντωσης των διαφωνούντων, τα ανελέητα ανθρωποκυνηγητά, οι μαζικές συλλήψεις και εκτοπίσεις χωρίς την παραμικρή κατηγορία και η αναγωγή της αλληλοκατάδοσης σε κύριο μέσο της βιολογικής επιβίωσης, προδιέγραφαν τη μεταγενέστερη ναζιστική λαίλαπα και αντικαθιστούσαν την ελπιδοφόρα διάζευξη «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» με την ελπιδοκτόνα εξίσωση «μπολσεβικισμός ίσον βαρβαρότητα».
Το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» είναι η βίβλος της καθολικής ενοχής της κοινωνίας απέναντι στην εξουσία.
▪ Είσαι ένοχος γιατί ρωτάς τι και πόσο πρέπει να παράγεις ή γιατί αποφεύγεις να το ρωτήσεις.
▪ Είσαι ένοχος γιατί ζητάς πιο ανθρώπινες συνθήκες ζωής ή πιο αξιοπρεπή μεταχείριση.
▪ Είσαι ένοχος όταν θέλεις να μάθεις γιατί σε συλλαμβάνουν, γιατί σε κατηγορούν, γιατί σ' εξορίζουν ή γιατί σε εκτελούν.
▪ Είσαι ένοχος γιατί δεν ξέρεις πού είναι ο ένοικος του διπλανού σου διαμερίσματος όταν έρχονται να τον συλλάβουν και γιατί ξέρεις πού είναι όταν τον έχουν συλλάβει, φυλακίσει, βασανίσει, εξορίσει ή δολοφονήσει.
▪ Είσαι ένοχος όταν λες ότι πεινάς (αντικαθεστωτική προπαγάνδα) και όταν δεν λες ότι πεινάς (κάτι ετοιμάζεις σιωπηλά).
▪ Είσαι ένοχος όταν ζητάς να πληροφορηθείς τα δικαιώματά σου, όπως καθορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία (κάτι έκανες ή κάτι πρόκειται να κάνεις).
▪ Είσαι ένοχος γιατί «είσαι» και γιατί «δεν είσαι». Γιατί «σκέφτεσαι» και γιατί «δεν σκέφτεσαι». Γιατί «κάνεις» και γιατί «δεν κάνεις». Γιατί «εκφράζεσαι» και γιατί «δεν εκφράζεσαι». Γιατί «θέλεις» και γιατί «δεν θέλεις». Και, τελικά, είσαι ένοχος γιατί ζεις.
▪ Όμως πάνω απ' όλα, είσαι ένοχος γιατί δεν κατάλαβες εγκαίρως ότι «κανένας δεν αρπάζει στα χέρια του την εξουσία για να την αφήσει μετά. Η εξουσία δεν είναι μέσο, είναι σκοπός. Δεν γίνεται μια δικτατορία για να διαφυλαχτεί μια επανάσταση, αλλά γίνεται μια επανάσταση για να δημιουργηθεί μια δικτατορία. Το αντικείμενο του διωγμού είναι ο διωγμός, το αντικείμενο των βασανιστηρίων είναι τα βασανιστήρια, το αντικείμενο της εξουσίας είναι η εξουσία».[3]
Η αδύναμη και γυμνή αλλά ευπρόσωπη και επώνυμη ατομική ύπαρξη (φορέας της εμπειρίας και των επιλογών της) αντιμέτωπη με τον παντοδύναμο και απρόσωπο καταπιεστικό μηχανισμό, αυτοδιορισμένο κάτοχο, μονοπωλητή και διαχειριστή κάποιων μεταφυσικών και απεριόριστα εύπλαστων «νόμων της ιστορίας» που δικαιώνουν τα εγκλήματά του. «Στον καιρό των ιδεολογιών πρέπει να ρυθμίσουμε τη δράση μας σύμφωνα με το έγκλημα... η ιδεολογία αρνιέται τους άλλους, οι άλλοι είναι μόνο υποκριτές. Και τότε σκοτώνουν. Κάθε αυγή χρυσοστολισμένοι δολοφόνοι γλιστράνε μέσα σ' ένα κελί. Το έγκλημα είναι το κύριο πρόβλημα». (Όργουελ)[4]
Η ατομική ύπαρξη και ο μηχανισμός. Η πιο αποφασιστική σύγκρουση της ιστορίας του είδους, από την οποία θα κριθεί το παν: Η εφιαλτική κοινωνία του Όργουελ από τη μια μεριά και το όραμα μιας αυτόνομης και διαρκώς αυτοπροσδιοριζόμενης κοινωνίας από την άλλη.
▪ Η πρώτη, στις γενικές της γραμμές, έχει ήδη οικοδομηθεί: «Αν θέλεις να έχεις μια εικόνα του μελλοντικού κόσμου, φαντάσου μια μπότα να πατάει ένα ανθρώπινο πρόσωπο, για πάντα».[5]
▪ Η δεύτερη αποτελεί ένα αχνοσχηματισμένο όνειρο και ταυτόχρονα ένα επιτακτικό πολιτικό καθήκον που η πραγμάτωσή του συνιστά θεμελιώδη προϋπόθεση της επιβίωσης του ανθρώπου και, ως τέτοιο, πρέπει να διεκδικηθεί ενάντια στα συμφέροντα της εξουσίας.
Στη σύγκρουση αυτή, ο Σολτζενίτσιν (ανεξάρτητα απ' το αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με τις πολιτικές του επιλογές, που άλλωστε αποτελούν αναφαίρετο δικαίωμά του) τοποθετήθηκε με το έργο του και με την προσωπική του στάση, στο πλευρό του ανθρώπου και εναντίον του μηχανισμού. Και πλήρωσε το βαρύ προσωπικό τίμημα που συνεπάγεται μια τέτοια τοποθέτηση, για ν' αποδειχθεί γι' άλλη μια φορά ότι ο ρεαλισμός «μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και σε πείσμα των ιδεών του συγγραφέα». (Ένγκελς)[6]
Γιατί, σε πείσμα ίσως των πολιτικών ιδεών του Σολτζενίτσιν, το έργο του αποτελεί μια πολύτιμη συμβολή στην ενίσχυση του Μεγάλου Ίσως... «Ίσως να μπορεί ακόμη να αποφευχθεί η καταστροφή. Το Ίσως αυτό αποτελούν όλοι εκείνοι που αντιστέκονται στο Μηχανισμό. Δεν υπάρχει καμιά μοίρα. Υπάρχει μόνο δυνατότητα εκλογής : ή το ένα ή το άλλο. Το Μεγάλο Ίσως».[7]
3. Εναντίον του μηχανισμού
Οι πρώτες αντιδράσεις στην υπόθεση Σολτζενίτσιν (ή ορθότερα, στην υπόθεση «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ») εκδηλώθηκαν από εκείνους που, λόγω των πολιτικών ή των πολιτιστικών τους δεσμεύσεων, δεν ήταν εύκολο να μη δημοσιοποιήσουν τις ανησυχίες τους.
Από την εποχή του «Ιβάν Ντενίσοβιτς» η Έλσα Τριολέ, ηγετικό στέλεχος του Κ.Κ. Γαλλίας και σύζυγος του γνωστού κομμουνιστή λογοτέχνη Λουί Αραγκόν, αποδύεται σε μια έντονη δραστηριότητα για την προβολή του έργου του Σολτζενίτσιν στο γαλλόφωνο κόσμο, συμμετέχοντας ενεργά σε όλες τις φάσεις της διαδικασίας για την έκδοση της γαλλικής μετάφρασης του «Ιβάν» (σύμφωνα με τη μαρτυρία του κομμουνιστή ηγέτη Πιέρ Ντε, μέλους του πολιτικού γραφείου του ΚΚΓ). Παρεμφερής είναι και η στάση του Λουί Αραγκόν. «Είναι μεγάλος συγγραφέας» αποφαίνονται κι οι δύο.
Ο Ερνστ Φίσερ διακηρύσσει ότι ο Σολτζενίτσιν αποτελεί διακεκριμένο στοιχείο «του μεγάλου Ίσως, του Ίσως της ελπίδας», ενώ ο Ροζέ Γκαροντί, τότε διαπιστευμένος «φιλόσοφος» του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, θα εξάρει το ταλέντο, το θάρρος και το ψυχικό σθένος του συγγραφέα του «Ιβάν» σε κάθε αναφορά του στο σταλινικό ολοκληρωτισμό στο χώρο της κουλτούρας.[8]
Το παράδειγμα των Τριολέ, Αραγκόν, Φίσερ και Γκαροντί θα ακολουθήσουν οι πιο γνωστοί κομμουνιστές διανοούμενοι του δυτικού κόσμου, με κορυφαίο ανάμεσά τους τον Γκεόργκ Λούκατς που θα χαρακτηρίσει τον Σολτζενίτσιν «απευθείας κληρονόμο της μεγάλης λογοτεχνίας του Τολστόι και του Ντοστογιέβσκι», ως συμπέρασμα μιας πολυσέλιδης ανάλυσης που αφιερώνει στο έργο του.[9]
Μετά απ' αυτά είναι μάλλον περιττή κάθε αναφορά στη γνωστή κινητοποίηση των μη-μαρξιστών διανοουμένων της δύσης (που έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη σωτηρία του Σολτζενίτσιν) η οποία ήταν δεδομένη. Έχει όμως ιδιαίτερη σημασία η αναφορά στην αντίδραση των ανθρώπων που ζουν τη δική τους εσωτερική εξορία «εντός των τειχών» του Μηχανισμού και βρίσκονται στο απόλυτο έλεός του:
«Τοποθετούμαστε ολόπλευρα στο πλευρό του Σολτζενίτσιν και ζητάμε να σχηματισθεί Διεθνής Εξεταστική Επιτροπή για να διερευνηθούν τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στη χώρα μας σε βάρος του λαού, απ' το 1917 μέχρι σήμερα», αναφέρεται σε δήλωση Ρώσων διανοουμένων που ανακοινώθηκε τηλεφωνικά από τον Αντρέι Ζαχάροφ σε δημοσιογράφους της σουηδικής τηλεόρασης, την επομένη της απέλασης του Σολτζενίτσιν από την πατρίδα του.
Κι όλα αυτά για ένα «μετριότατο τρίτης κατηγορίας συγγραφέα», όπως χαρακτηρίζεται ο Σολτζενίτσιν από την κουστωδία των ατάλαντων σταλινικών «διανοουμένων» που κατασκευάζονται σωρηδόν από τον κομματικό μηχανισμό, για να καλύψουν τις λειτουργικές του ανάγκες. Όμως ατυχώς για όλους αυτούς, έχει προηγηθεί κάποιος επίσης «μετριότατος τρίτης κατηγορίας» στοχαστής σαν τον Γκεόργκ Λούκατς που με την πολυσέλιδη μελέτη του για τον συγγραφέα του «Ιβάν» οδηγήθηκε στο (δύσκολα αντικρούσιμο) συμπέρασμα ότι «η κρίση των αντιπάλων του Σολτζενίτσιν έχει δυσφημιστικό χαρακτήρα».[10]
Ο χώρος των «αντίπαλων του Σολτζενίτσιν», όπου συνωστίζονται οι κάθε είδους απολογητές των «χρυσοστολισμένων δολοφόνων που γλιστράνε κάθε αυγή σ' ένα κελί»,[11] συγκροτείται από ένα ετερόκλιτο πλήθος «διανοουμένων» που είτε κατασκευάζονται και επιβάλλονται ως τέτοιοι από τον μηχανισμό της εξουσίας με τον οποίο συνδέονται με μια τυπικά υπαλληλική σχέση, είτε κινούνται με βάση τις συναισθηματικές εμπλοκές τους με τον μύθο των «τεσσάρων λέξεων που περιέχουν τέσσερα ψέματα : Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών».[12]
Δύο ευάριθμες κατηγορίες ανθρώπων που, συνασπισμένοι σε ένα θλιβερό σύνολο, αυτοκαταναλώνονται σε μια λασπολογία, γνωρίζοντας οι μεν και επιμένοντας να αγνοούν οι δε ότι κάθε τέτοια λασπολογική εκστρατεία εξαργυρώνεται στην πράξη με την ηθική σπίλωση, το διανοητικό θάνατο ή τη φυσική εξόντωση εκείνων στους οποίους αναφέρεται όντας ένοχοι γιατί επιμένουν να μην σκέφτονται σύμφωνα με τις επιταγές της εξουσίας.
Ποια θα’ ταν η θέση του Σολτζενίτσιν (και κάθε διαφωνούντος) αν δέχονταν να παίξει το ρόλο του «συγγραφέα»-κομματικού υπάλληλου που γράφει σύμφωνα με «το πνεύμα και τις αποφάσεις» του εκάστοτε κομματικού συνεδρίου; Σίγουρα θα ανακηρυσσόταν «μεγαλύτερος του Έρεμπουργκ και του Σολόχοφ και ισάξιος του Γκόργκι», όπως η ατέλειωτη σειρά των Οστρόφσκι, Φαντέγιεφ, Τριχόνοφ, Αξάεφ, Πολεβόι και των άλλων ασήμαντων εκφραστών του ζντανοφισμού στο χώρο της λογοτεχνίας.
Το έργο του Σολτζενίτσιν, επειδή ακριβώς είναι προϊόν μιας γνήσιας προσωπικής αγωνίας για την μοίρα της ανθρώπινης ύπαρξης εκτός και εναντίον των επιταγών της εξουσίας, πέρα από τη συμβολή του στη διερεύνηση της ιστορικής αλήθειας ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, αποτελεί και μια ιδιαίτερα πολύτιμη συνεισφορά στον αγώνα όλων εκείνων που εξακολουθούν να προβάλλουν κάποια αντίσταση στη «Μεγάλη Νύχτα» της ολοκληρωτικής κυριαρχίας του Μηχανισμού και να πυροδοτούν το «μεγάλο Ίσως, το Ίσως της ελπίδας» ότι είναι πιθανόν στην κρίσιμη στιγμή «να προτιμήσουμε να ακούσουμε τη συμβουλή του διανοούμενου και όχι τη μπουρδολογία του δαιμονισμένου» της εξουσίας.[13]
[1] Ι.Β. Στάλιν, Ζητήματα Λενινισμού (εκδ. Κεντρ. Επιτροπής του ΚΚΕ, 1950).
[2] GULAG: Αρχικά της «Κεντρικής Διεύθυνσης Στρατοπέδων» που έλεγχε το δίκτυο των στρατοπέδων καταναγκαστικής εργασίας και θανάτου σε όλη την έκταση της ΕΣΣΔ.
[3] Τζ. Οργουελ, 1984 (Διεθνή Βιβλία, Αθήνα,1970).
[4] Αλ. Καμύ, Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος (Μπουκουμάνης, Αθήνα, 1971).
[5] Τζ. Όργουελ, ο.π.
[6] Φρ. Ενγκελς, «Γράμματα στη Μ. Χάρκνες», Απρίλιος 1888.
[7] Eρνστ Φίσερ, Τέχνη και Ανθρωπισμός (Ηριδανός, Αθήνα. χχ)
[8] (Γκ. Λούκατς, Σολτζενίτσιν, Χάινε, Πρωτοποριακοί (Διογένης, Αθήνα, 1971).
[9] Γκ. Λούκατς, Σολτζενίτσιν, Χάινε, Πρωτοποριακοί (Διογένης, Αθήνα, 1971).
[10] Γκ. Λούκατς, ο.π.
[11] Αλ. Καμύ, ο.π.
[12] Κ. Καστοριάδης
[13] Ε. Φίσερ, ο.π.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ απο το zougla.gr
NOAHM CHOMSKY για τη Γάζα
Νόαμ Τσόμσκι συζητά με το σκηνοθέτη Σαμίρ Ντοσάνι για την παραβίαση των διεθνών συνθηκών από το Ισραήλ, αλλά και τη συνεχιζόμενη στήριξη από τις ΗΠΑ, μία χώρα που «ο νόμος δεν την αγγίζει, γι’ αυτό και δεν συζητάται ποτέ».
Ντοσάνι: Η ισραηλινή κυβέρνηση και πολλοί Ισραηλινοί και Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η τωρινή επίθεση στη Γάζα γίνεται για να μπει ένα τέλος στη ρίψη των πυραύλων Qassam από τη Γάζα στο Ισραήλ. Αλλά πολλοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι αν αυτή ήταν η πραγματικότητα, το Ισραήλ θα είχε εντατικοποιήσει τις προσπάθειές του να ανανεώσει τη συμφωνία της κατάπαυσης του πυρός που έληξε το Δεκέμβρη. Κατά τη γνώμη σας, ποια είναι τα πραγματικά κίνητρα πίσω από την τωρινή δράση των Ισραηλινών;
Τσόμσκι: Υπάρχει ένα θέμα που πηγαίνει πολύ πίσω στις καταγωγές του Σιωνισμού. Ένα πολύ λογικό θέμα: «Ας καθυστερήσουμε τις διαπραγματεύσεις και τη διπλωματία όσο το δυνατόν περισσότερο και στο μεταξύ ας θεμελιώσουμε τις δυνάμεις μας στο έδαφος». Επομένως, το Ισραήλ θα δημιουργήσει τη βάση για αυτά που θα επικυρωθούν σε μια μελλοντική συμφωνία. Στο μεταξύ, όσο περισσότερο δημιουργεί, όσο περισσότερο κατασκευάζει, τόσο καλύτερη θα είναι η συμφωνία για τους σκοπούς του, που είναι η οικειοποίηση οποιουδήποτε πράγματος έχει αξία στην πρώην Παλαιστίνη αλλά και η υποβάθμιση του εναπομείναντα παλαιστινιακού πληθυσμού.
Νομίζω ότι ένας από τους λόγους υποστήριξης αυτού του πράγματος στις ΗΠΑ είναι ότι ταιριάζει πολύ με την αμερικανική ιστορία. Πως εγκαθιδρύθηκαν οι ΗΠΑ; Τα θέματα είναι παρόμοια.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα αυτού του μοτίβου στην ιστορία του Ισραήλ, και η τωρινή κατάσταση είναι άλλο ένα παράδειγμα. Έχουν ένα πολύ σαφές πρόγραμμα. Γεράκια όπως ο Αριέλ Σαρόν κατάλαβαν ότι είναι τρέλα να κρατάς 8000 εποίκους χρησιμοποιώντας το ένα τρίτο της γης και πολλές από τις σπάνιες προμήθειες της Γάζας, προστατευόμενες από ένα μεγάλο μέρος του ισραηλινού στρατού, ενώ η υπόλοιπη κοινωνία γύρω τους απλά σαπίζει. Επομένως, είναι καλύτερο να τους διώξεις και να τους στείλεις στη Δυτική Όχθη. Αυτό είναι το μέρος για το οποίο νοιάζονται πραγματικά και θέλουν.
Αυτό που ονομάστηκε «αποδέσμευση» το Σεπτέμβριο του 2005 ήταν στην πραγματικότητα μια μεταφορά. Ήταν απολύτως έντιμοι και ανοιχτοί με αυτό. Στην πράξη, διεύρυναν τα προγράμματα δημιουργίας κτιρίων στη Δυτική Όχθη, την ίδια στιγμή που απέσυραν μερικές χιλιάδες ανθρώπους από τη Γάζα. Έτσι, η Γάζα μετατράπηκε σε ένα κελί, σε μια φυλακή βασικά, με το Ισραήλ να της επιτίθεται κατά βούληση, και στο μεταξύ στη Δυτική Όχθη «θα πάρουμε αυτό που θέλουμε». Δεν ήταν μυστικό.
Ο Εχούντ Ολμέρτ ήταν στις ΗΠΑ το Μάιο του 2006, μερικούς μήνες μετά την απόσυρση. Ανακοίνωσε απλώς σε μια κοινή συνεδρία του Κογκρέσου, μέσα σε ζωηρά χειροκροτήματα, ότι το ιστορικό δικαίωμα των Εβραίων σε ολόκληρη τη γη του Ισραήλ είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Ανακοίνωσε αυτό που αποκάλεσε «πρόγραμμα σύγκλισης», που είναι απλά μια εκδοχή του κλασικού προγράμματος και έχει τις ρίζες του στο σχέδιο Allon, του 1967. Το Ισραήλ ουσιαστικά θα προσαρτούσε πολύτιμη γη και πηγές κοντά στην πράσινη γραμμή (με βάση τα σύνορα το 1967). Η γη αυτή βρίσκεται τώρα πίσω από τον τοίχο που έχτισε το Ισραήλ στη Δυτική Όχθη, που είναι τοίχος προσάρτησης. Αποτελείται από την καλλιεργήσιμη γη, τις κύριες πηγές νερού, τα ευχάριστα προάστια περιμετρικά της Ιερουσαλήμ και του Τελ Αβίβ, τους λόφους και πάει λέγοντας.
Θα καταλάβουν την κοιλάδα της Ιορδανίας, που είναι περίπου το ένα τρίτο της Δυτικής Όχθης, όπου εγκαθίστανται από το τέλος του ’60. Μετά θα σχεδιάσουν μερικές λεωφόρους σε όλη την επικράτεια – υπάρχει μία στα ανατολικά της Ιερουσαλήμ προς την πόλη Ma'aleh Adumim, η οποία κατασκευάστηκε το 1990. Ουσιαστικά κατασκευάστηκε για να χωρίσει τη Δυτική Όχθη και υπάρχουν κι άλλες δύο στο βορρά που περιλαμβάνουν τις Ariel και Kedumim και άλλες πόλεις που χωρίζουν ότι έχει απομείνει. Θα στήσουν σημεία ελέγχου και κάθε είδους μέσα παρενόχλησης στις άλλες περιοχές και ο πληθυσμός που θα απομείνει ουσιαστικά δεν θα μπορεί να ζήσει μια έντιμη ζωή και αν θέλουν να φύγουν ακόμα καλύτερα. Αλλιώς θα αποτελούν γραφικές εικόνες για τους τουρίστες -ξέρεις κάποιος που οδηγεί κατσίκες ψηλά στο λόφο- και στο μεταξύ οι Ισραηλινοί, συμπεριλαμβανομένων των εποίκων, θα οδηγούν γύρω από τις «ισραηλινές μόνο» λεωφόρους. Οι Παλαιστίνιοι μπορούν να ζήσουν με μικρούς κακοφτιαγμένους δρόμους. Αυτός είναι ο στόχος. Και είναι κατηγορηματικός. Δεν μπορείς να τους κατηγορήσεις για απάτη, επειδή είναι κατηγορηματικός. Και επικροτείται εδώ πέρα.
Ντοσάνι: Ως προς την υποστήριξη των ΗΠΑ, την περασμένη εβδομάδα το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε μια απόφαση ζητώντας κατάπαυση του πυρός. Αποτελεί αυτό αλλαγή, ιδίως εξαιτίας του γεγονότος ότι οι ΗΠΑ δεν άσκησαν βέτο στην απόφαση, μάλλον απείχαν, επιτρέποντας να περάσει;
Τσόμσκι: Αμέσως μετά τον πόλεμο του 1967, το Συμβούλιο Ασφαλείας είχε λάβει σημαντικές αποφάσεις, καταδικάζοντας την κίνηση του Ισραήλ να επεκταθεί και να καταλάβει την Ιερουσαλήμ. Το Ισραήλ απλά τους αγνόησε. Επειδή οι ΗΠΑ τους συμπαραστάθηκαν και τους επέτρεψαν να τις παραβιάζουν. Υπάρχει ολόκληρη σειρά αποφάσεων από τότε μέχρι σήμερα, που καταδικάζουν τις διευθετήσεις, τις οποίες όπως γνώριζε το Ισραήλ και όπως συμφώνησαν όλοι, αποτελούσαν παραβίαση της συνθήκης της Γενεύης. Οι ΗΠΑ είτε ασκούν βέτο στις αποφάσεις είτε μερικές φορές τις ψηφίζουν, αλλά με νόημα, λέγοντας «προχώρα, ούτως ή άλλως θα σε πληρώσουμε και θα σου δώσουμε στρατιωτική στήριξη». Είναι επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Κατά τη διάρκεια των χρόνων του Όσλο, για παράδειγμα, η κατασκευαστική κίνηση αυξανόταν σταθερά, κατά παράβαση αυτού που η συμφωνία του Όσλο υποτίθεται ότι πρέσβευε. Η κορυφαία χρονιά σε αυτό το ζήτημα ήταν ο τελευταίος χρόνος του Κλίντον, το 2000. Και συνέχισε ξανά μετά. Είναι ανοιχτό και κατηγορηματικό.
Για να επιστρέψουμε στο ερώτημα των κινήτρων, έχουν επαρκή στρατιωτικό έλεγχο στη Δυτική Όχθη για να τρομοκρατούν τον πληθυσμό και να τον αναγκάζουν σε παθητικότητα. Τώρα ο έλεγχος έχει ενισχυθεί από τις δυνάμεις που oι ΗΠΑ, η Ιορδανία και η Αίγυπτος έχουν εκπαιδεύσει προκειμένου να καθυποτάξουν τον πληθυσμό. Στην πράξη, αν κοιτάξεις τον Tύπο τις τελευταίες δύο εβδομάδες, εάν υπάρχει διαμαρτυρία στη Δυτική Όχθη που υποστηρίζει τη Γάζα, οι δυνάμεις ασφαλείας της Φατάχ την συρρικνώνουν. Γι’αυτό είναι εκεί. Η Φατάχ λειτουργεί πάνω-κάτω ως αστυνομική δύναμη του Ισραήλ στη Δυτική Όχθη. Αλλά η Δυτική Όχθη είναι μόνο μέρος της κατεχόμενης παλαιστινιακής επικράτειας. Το άλλο μέρος είναι η Γάζα και κανείς δεν αμφισβητεί ότι σχηματίζουν μία ενότητα. Υπάρχει ακόμα αντίσταση στη Γάζα, με τους πυραύλους. Θέλουν να εκριζώσουν και αυτούς, μετά δεν θα υπάρχει καθόλου αντίσταση και θα μπορούν να συνεχίσουν να κάνουν αυτό που θέλουν να κάνουν χωρίς παρέμβαση, καθυστερώντας στο μεταξύ τη διπλωματία όσο το δυνατόν περισσότερο και «κατασκευάζοντας τα γεγονότα» με τον τρόπο που θέλουν. Και πάλι αυτό πάει πίσω στις καταγωγές του Σιωνισμού. Ποικίλει ασφαλώς ανάλογα με τις καταστάσεις, αλλά η θεμελιώδης πολιτική είναι η ίδια. Εάν θέλεις να καταλάβεις μια χώρα όπου ο πληθυσμός δεν σε θέλει, πώς αλλιώς μπορείς να το κάνεις; Πως κατακτήθηκε αυτή η χώρα;
Ντοσάνι: Aυτό που περιγράφετε είναι μία τραγωδία.
Τσόμσκι: Είναι μία τραγωδία που εκτυλίσσεται εδώ ακριβώς. Ο Τύπος δεν θέλει να μιλήσει γι’ αυτό και ακόμα και οι περισσότεροι ειδήμονες δεν πρόκειται να μιλήσουν. Το θέμα είναι ότι υπάρχει μια πολιτική διευθέτηση στο τραπέζι, στην ατζέντα, για τριάντα χρόνια. Δηλαδή δημιουργία δύο κρατών και ίσως με κάποια αμοιβαία τροποποίηση των συνόρων. Aυτό υπάρχει επίσημα από το 1976, όταν βγήκε ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας που προτάθηκε από τα μεγάλα αραβικά κράτη και υποστηρίχθηκε από τον ΟΠΑ (Οργανισμό για την Παλαιστινιακή Απελευθέρωση), σε μεγάλο βαθμό υπό αυτούς τους όρους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες άσκησαν βέτο και επομένως είναι έξω από αυτή την ιστορία και από τότε συνέχισε η κατάσταση σχεδόν χωρίς αλλαγή.
Υπήρξε μόνο μία σημαντική τροποποίηση. Κατά τον τελευταίο μήνα της θητείας Κλίντον, τον Ιανουάριο του 2001, υπήρχαν διαπραγματεύσεις, τις οποίες οι ΗΠΑ επέτρεψαν χωρίς όμως να συμμετέχουν σε αυτές, μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων, οι οποίοι και ήρθαν πολύ κοντά σε συμφωνία.
Ντοσάνι: Oι διαπραγματεύσεις για την πόλη Τάμπα;
Τσόμσκι: Ναι, οι διαπραγματεύσεις για την Τάμπα. Οι δύο πλευρές ήρθαν πολύ κοντά σε συμφωνία, η οποία όμως ακυρώθηκε από το Ισραήλ. Αλλά αυτή ήταν η μία εβδομάδα σε πάνω από 30 χρόνια, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ εγκατέλειψε την αρνητική θέση. Είναι ένας πραγματικός «φόρος τιμής» για τα μέσα ενημέρωσης και άλλους σχολιαστές το ότι δεν το προβάλουν. Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ είναι μόνοι σε αυτό. Η διεθνής συναίνεση περιλαμβάνει τον καθένα. Περιλαμβάνει τον Αραβικό Σύνδεσμο, που έχει προχωρήσει πέρα από αυτή τη θέση και απηύθυνε έκκληση για την εξομάλυνση των σχέσεων, περιλαμβάνει και τη Χαμάς. Κάθε αναφορά της Χαμάς στις εφημερίδες έχει φράσεις του τύπου «ιρανική υποστήριξη της Χαμάς, η οποία θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ». Προσπαθήστε να βρείτε μια φράση που να λέει ότι «η δημοκρατικά εκλεγμένη Χαμάς ζητεί τη δημιουργία δύο κρατών διευθέτησης». Και αυτό συμβαίνει εδώ και χρόνια. Λοιπόν, ναι. Αυτό είναι ένα καλό σύστημα προπαγάνδας. Ακόμη και στον αμερικανικό Τύπο, έχουν περιστασιακά επιτρέψει αντίθετες προς τη γραμμή της εφημερίδας απόψεις από ηγέτες της Χαμάς, τον Ισμαήλ Χανίγια και άλλους να λένε «ναι, θέλουμε τη διευθέτηση δύο κρατών στα διεθνή σύνορα, όπως και όλοι οι υπόλοιποι».
Ντοσάνι: Πότε υιοθέτησε η Χαμάς αυτή τη θέση;
Τσόμσκι: Αυτή είναι η επίσημη θέση που αποφασίστηκε από τον Χανίγια, τον εκλεγμένο ηγέτη, καθώς και τον Κχαλίντ Μεσάλ, τον πολιτικό αρχηγό που είναι εξόριστος στη Συρία και έχει γράψει ακριβώς το ίδιο πράγμα. Και αναφέρεται ξανά και ξανά. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά η Δύση δεν θέλει να το ακούσει. Και μετά είναι η Χαμάς αυτή που έχει δεσμευτεί να καταστρέψει το Ισραήλ.
Υπό μία έννοια είναι, αλλά αν πάτε σε μία περιοχή ιθαγενών Αμερικανών στις ΗΠΑ είμαι βέβαιος ότι πολλοί θα ήθελαν να δουν την καταστροφή των Ηνωμένων Πολιτειών. Αν πάτε στο Μεξικό και κάνετε μία δημοσκόπηση, είμαι βέβαιος ότι οι κάτοικοι δεν αναγνωρίζουν το δικαίωμα των Ηνωμένων Πολιτειών να οικειοποιούνται το μισό Μεξικό, το οποίο έχουν καταλάβει με πόλεμο. Και αυτό είναι μια πραγματικότητα σε ολόκληρο τον κόσμο. Παρόλα αυτά είναι πρόθυμοι να δεχτούν μια πολιτική διευθέτηση. Το Ισραήλ και οι ΗΠΑ αρνούνται. Είναι οι μοναδικοί που μένουν εκτός. Με την κυριαρχία των ΗΠΑ στον πλανήτη, το ζήτημα έχει μπλοκάρει.
Εδώ τα πράγματα παρουσιάζονται πάντα σαν οι ΗΠΑ να πρέπει να συμμετέχουν πιο πολύ. Σαν να αποτελούν έναν έντιμο μεσάζοντα. Το πρόβλημα του Μπους ήταν ότι παραμέλησε το θέμα. Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι ότι οι ΗΠΑ συμμετέχουν και με το παραπάνω και μπλοκάρουν την πολιτική διευθέτηση, παρέχοντας την υλική, ιδεολογική και διπλωματική στήριξη για τα προγράμματα επέκτασης, που είναι απλώς εγκληματικά προγράμματα. Το διεθνές δικαστήριο ομόφωνα, συμπεριλαμβανομένης και της αμερικανικής δικαιοσύνης, συμφώνησε ότι οποιαδήποτε μετακίνηση πληθυσμού στις κατεχόμενες περιοχές, αποτελεί παραβίαση του θεμελιώδους διεθνούς νόμου, της Συνθήκης της Γενεύης. Και το Ισραήλ συμφωνεί. Στην πράξη, ακόμα και τα δικαστήριά τους συμφωνούν, απλώς κινούνται ύπουλα, χρησιμοποιώντας ποικίλους δόλιους τρόπους. Δεν υπάρχει ερώτημα σχετικά με αυτό. Είναι κατά κάποιο τρόπο αποδεκτό από τις ΗΠΑ ότι είμαστε ένα παράνομο κράτος. Ο νόμος δεν μας αγγίζει. Γι’αυτό και ποτέ δεν συζητείται.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ απο το tvxs.gr
Ντοσάνι: Η ισραηλινή κυβέρνηση και πολλοί Ισραηλινοί και Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η τωρινή επίθεση στη Γάζα γίνεται για να μπει ένα τέλος στη ρίψη των πυραύλων Qassam από τη Γάζα στο Ισραήλ. Αλλά πολλοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι αν αυτή ήταν η πραγματικότητα, το Ισραήλ θα είχε εντατικοποιήσει τις προσπάθειές του να ανανεώσει τη συμφωνία της κατάπαυσης του πυρός που έληξε το Δεκέμβρη. Κατά τη γνώμη σας, ποια είναι τα πραγματικά κίνητρα πίσω από την τωρινή δράση των Ισραηλινών;
Τσόμσκι: Υπάρχει ένα θέμα που πηγαίνει πολύ πίσω στις καταγωγές του Σιωνισμού. Ένα πολύ λογικό θέμα: «Ας καθυστερήσουμε τις διαπραγματεύσεις και τη διπλωματία όσο το δυνατόν περισσότερο και στο μεταξύ ας θεμελιώσουμε τις δυνάμεις μας στο έδαφος». Επομένως, το Ισραήλ θα δημιουργήσει τη βάση για αυτά που θα επικυρωθούν σε μια μελλοντική συμφωνία. Στο μεταξύ, όσο περισσότερο δημιουργεί, όσο περισσότερο κατασκευάζει, τόσο καλύτερη θα είναι η συμφωνία για τους σκοπούς του, που είναι η οικειοποίηση οποιουδήποτε πράγματος έχει αξία στην πρώην Παλαιστίνη αλλά και η υποβάθμιση του εναπομείναντα παλαιστινιακού πληθυσμού.
Νομίζω ότι ένας από τους λόγους υποστήριξης αυτού του πράγματος στις ΗΠΑ είναι ότι ταιριάζει πολύ με την αμερικανική ιστορία. Πως εγκαθιδρύθηκαν οι ΗΠΑ; Τα θέματα είναι παρόμοια.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα αυτού του μοτίβου στην ιστορία του Ισραήλ, και η τωρινή κατάσταση είναι άλλο ένα παράδειγμα. Έχουν ένα πολύ σαφές πρόγραμμα. Γεράκια όπως ο Αριέλ Σαρόν κατάλαβαν ότι είναι τρέλα να κρατάς 8000 εποίκους χρησιμοποιώντας το ένα τρίτο της γης και πολλές από τις σπάνιες προμήθειες της Γάζας, προστατευόμενες από ένα μεγάλο μέρος του ισραηλινού στρατού, ενώ η υπόλοιπη κοινωνία γύρω τους απλά σαπίζει. Επομένως, είναι καλύτερο να τους διώξεις και να τους στείλεις στη Δυτική Όχθη. Αυτό είναι το μέρος για το οποίο νοιάζονται πραγματικά και θέλουν.
Αυτό που ονομάστηκε «αποδέσμευση» το Σεπτέμβριο του 2005 ήταν στην πραγματικότητα μια μεταφορά. Ήταν απολύτως έντιμοι και ανοιχτοί με αυτό. Στην πράξη, διεύρυναν τα προγράμματα δημιουργίας κτιρίων στη Δυτική Όχθη, την ίδια στιγμή που απέσυραν μερικές χιλιάδες ανθρώπους από τη Γάζα. Έτσι, η Γάζα μετατράπηκε σε ένα κελί, σε μια φυλακή βασικά, με το Ισραήλ να της επιτίθεται κατά βούληση, και στο μεταξύ στη Δυτική Όχθη «θα πάρουμε αυτό που θέλουμε». Δεν ήταν μυστικό.
Ο Εχούντ Ολμέρτ ήταν στις ΗΠΑ το Μάιο του 2006, μερικούς μήνες μετά την απόσυρση. Ανακοίνωσε απλώς σε μια κοινή συνεδρία του Κογκρέσου, μέσα σε ζωηρά χειροκροτήματα, ότι το ιστορικό δικαίωμα των Εβραίων σε ολόκληρη τη γη του Ισραήλ είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Ανακοίνωσε αυτό που αποκάλεσε «πρόγραμμα σύγκλισης», που είναι απλά μια εκδοχή του κλασικού προγράμματος και έχει τις ρίζες του στο σχέδιο Allon, του 1967. Το Ισραήλ ουσιαστικά θα προσαρτούσε πολύτιμη γη και πηγές κοντά στην πράσινη γραμμή (με βάση τα σύνορα το 1967). Η γη αυτή βρίσκεται τώρα πίσω από τον τοίχο που έχτισε το Ισραήλ στη Δυτική Όχθη, που είναι τοίχος προσάρτησης. Αποτελείται από την καλλιεργήσιμη γη, τις κύριες πηγές νερού, τα ευχάριστα προάστια περιμετρικά της Ιερουσαλήμ και του Τελ Αβίβ, τους λόφους και πάει λέγοντας.
Θα καταλάβουν την κοιλάδα της Ιορδανίας, που είναι περίπου το ένα τρίτο της Δυτικής Όχθης, όπου εγκαθίστανται από το τέλος του ’60. Μετά θα σχεδιάσουν μερικές λεωφόρους σε όλη την επικράτεια – υπάρχει μία στα ανατολικά της Ιερουσαλήμ προς την πόλη Ma'aleh Adumim, η οποία κατασκευάστηκε το 1990. Ουσιαστικά κατασκευάστηκε για να χωρίσει τη Δυτική Όχθη και υπάρχουν κι άλλες δύο στο βορρά που περιλαμβάνουν τις Ariel και Kedumim και άλλες πόλεις που χωρίζουν ότι έχει απομείνει. Θα στήσουν σημεία ελέγχου και κάθε είδους μέσα παρενόχλησης στις άλλες περιοχές και ο πληθυσμός που θα απομείνει ουσιαστικά δεν θα μπορεί να ζήσει μια έντιμη ζωή και αν θέλουν να φύγουν ακόμα καλύτερα. Αλλιώς θα αποτελούν γραφικές εικόνες για τους τουρίστες -ξέρεις κάποιος που οδηγεί κατσίκες ψηλά στο λόφο- και στο μεταξύ οι Ισραηλινοί, συμπεριλαμβανομένων των εποίκων, θα οδηγούν γύρω από τις «ισραηλινές μόνο» λεωφόρους. Οι Παλαιστίνιοι μπορούν να ζήσουν με μικρούς κακοφτιαγμένους δρόμους. Αυτός είναι ο στόχος. Και είναι κατηγορηματικός. Δεν μπορείς να τους κατηγορήσεις για απάτη, επειδή είναι κατηγορηματικός. Και επικροτείται εδώ πέρα.
Ντοσάνι: Ως προς την υποστήριξη των ΗΠΑ, την περασμένη εβδομάδα το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε μια απόφαση ζητώντας κατάπαυση του πυρός. Αποτελεί αυτό αλλαγή, ιδίως εξαιτίας του γεγονότος ότι οι ΗΠΑ δεν άσκησαν βέτο στην απόφαση, μάλλον απείχαν, επιτρέποντας να περάσει;
Τσόμσκι: Αμέσως μετά τον πόλεμο του 1967, το Συμβούλιο Ασφαλείας είχε λάβει σημαντικές αποφάσεις, καταδικάζοντας την κίνηση του Ισραήλ να επεκταθεί και να καταλάβει την Ιερουσαλήμ. Το Ισραήλ απλά τους αγνόησε. Επειδή οι ΗΠΑ τους συμπαραστάθηκαν και τους επέτρεψαν να τις παραβιάζουν. Υπάρχει ολόκληρη σειρά αποφάσεων από τότε μέχρι σήμερα, που καταδικάζουν τις διευθετήσεις, τις οποίες όπως γνώριζε το Ισραήλ και όπως συμφώνησαν όλοι, αποτελούσαν παραβίαση της συνθήκης της Γενεύης. Οι ΗΠΑ είτε ασκούν βέτο στις αποφάσεις είτε μερικές φορές τις ψηφίζουν, αλλά με νόημα, λέγοντας «προχώρα, ούτως ή άλλως θα σε πληρώσουμε και θα σου δώσουμε στρατιωτική στήριξη». Είναι επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Κατά τη διάρκεια των χρόνων του Όσλο, για παράδειγμα, η κατασκευαστική κίνηση αυξανόταν σταθερά, κατά παράβαση αυτού που η συμφωνία του Όσλο υποτίθεται ότι πρέσβευε. Η κορυφαία χρονιά σε αυτό το ζήτημα ήταν ο τελευταίος χρόνος του Κλίντον, το 2000. Και συνέχισε ξανά μετά. Είναι ανοιχτό και κατηγορηματικό.
Για να επιστρέψουμε στο ερώτημα των κινήτρων, έχουν επαρκή στρατιωτικό έλεγχο στη Δυτική Όχθη για να τρομοκρατούν τον πληθυσμό και να τον αναγκάζουν σε παθητικότητα. Τώρα ο έλεγχος έχει ενισχυθεί από τις δυνάμεις που oι ΗΠΑ, η Ιορδανία και η Αίγυπτος έχουν εκπαιδεύσει προκειμένου να καθυποτάξουν τον πληθυσμό. Στην πράξη, αν κοιτάξεις τον Tύπο τις τελευταίες δύο εβδομάδες, εάν υπάρχει διαμαρτυρία στη Δυτική Όχθη που υποστηρίζει τη Γάζα, οι δυνάμεις ασφαλείας της Φατάχ την συρρικνώνουν. Γι’αυτό είναι εκεί. Η Φατάχ λειτουργεί πάνω-κάτω ως αστυνομική δύναμη του Ισραήλ στη Δυτική Όχθη. Αλλά η Δυτική Όχθη είναι μόνο μέρος της κατεχόμενης παλαιστινιακής επικράτειας. Το άλλο μέρος είναι η Γάζα και κανείς δεν αμφισβητεί ότι σχηματίζουν μία ενότητα. Υπάρχει ακόμα αντίσταση στη Γάζα, με τους πυραύλους. Θέλουν να εκριζώσουν και αυτούς, μετά δεν θα υπάρχει καθόλου αντίσταση και θα μπορούν να συνεχίσουν να κάνουν αυτό που θέλουν να κάνουν χωρίς παρέμβαση, καθυστερώντας στο μεταξύ τη διπλωματία όσο το δυνατόν περισσότερο και «κατασκευάζοντας τα γεγονότα» με τον τρόπο που θέλουν. Και πάλι αυτό πάει πίσω στις καταγωγές του Σιωνισμού. Ποικίλει ασφαλώς ανάλογα με τις καταστάσεις, αλλά η θεμελιώδης πολιτική είναι η ίδια. Εάν θέλεις να καταλάβεις μια χώρα όπου ο πληθυσμός δεν σε θέλει, πώς αλλιώς μπορείς να το κάνεις; Πως κατακτήθηκε αυτή η χώρα;
Ντοσάνι: Aυτό που περιγράφετε είναι μία τραγωδία.
Τσόμσκι: Είναι μία τραγωδία που εκτυλίσσεται εδώ ακριβώς. Ο Τύπος δεν θέλει να μιλήσει γι’ αυτό και ακόμα και οι περισσότεροι ειδήμονες δεν πρόκειται να μιλήσουν. Το θέμα είναι ότι υπάρχει μια πολιτική διευθέτηση στο τραπέζι, στην ατζέντα, για τριάντα χρόνια. Δηλαδή δημιουργία δύο κρατών και ίσως με κάποια αμοιβαία τροποποίηση των συνόρων. Aυτό υπάρχει επίσημα από το 1976, όταν βγήκε ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας που προτάθηκε από τα μεγάλα αραβικά κράτη και υποστηρίχθηκε από τον ΟΠΑ (Οργανισμό για την Παλαιστινιακή Απελευθέρωση), σε μεγάλο βαθμό υπό αυτούς τους όρους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες άσκησαν βέτο και επομένως είναι έξω από αυτή την ιστορία και από τότε συνέχισε η κατάσταση σχεδόν χωρίς αλλαγή.
Υπήρξε μόνο μία σημαντική τροποποίηση. Κατά τον τελευταίο μήνα της θητείας Κλίντον, τον Ιανουάριο του 2001, υπήρχαν διαπραγματεύσεις, τις οποίες οι ΗΠΑ επέτρεψαν χωρίς όμως να συμμετέχουν σε αυτές, μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων, οι οποίοι και ήρθαν πολύ κοντά σε συμφωνία.
Ντοσάνι: Oι διαπραγματεύσεις για την πόλη Τάμπα;
Τσόμσκι: Ναι, οι διαπραγματεύσεις για την Τάμπα. Οι δύο πλευρές ήρθαν πολύ κοντά σε συμφωνία, η οποία όμως ακυρώθηκε από το Ισραήλ. Αλλά αυτή ήταν η μία εβδομάδα σε πάνω από 30 χρόνια, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ εγκατέλειψε την αρνητική θέση. Είναι ένας πραγματικός «φόρος τιμής» για τα μέσα ενημέρωσης και άλλους σχολιαστές το ότι δεν το προβάλουν. Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ είναι μόνοι σε αυτό. Η διεθνής συναίνεση περιλαμβάνει τον καθένα. Περιλαμβάνει τον Αραβικό Σύνδεσμο, που έχει προχωρήσει πέρα από αυτή τη θέση και απηύθυνε έκκληση για την εξομάλυνση των σχέσεων, περιλαμβάνει και τη Χαμάς. Κάθε αναφορά της Χαμάς στις εφημερίδες έχει φράσεις του τύπου «ιρανική υποστήριξη της Χαμάς, η οποία θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ». Προσπαθήστε να βρείτε μια φράση που να λέει ότι «η δημοκρατικά εκλεγμένη Χαμάς ζητεί τη δημιουργία δύο κρατών διευθέτησης». Και αυτό συμβαίνει εδώ και χρόνια. Λοιπόν, ναι. Αυτό είναι ένα καλό σύστημα προπαγάνδας. Ακόμη και στον αμερικανικό Τύπο, έχουν περιστασιακά επιτρέψει αντίθετες προς τη γραμμή της εφημερίδας απόψεις από ηγέτες της Χαμάς, τον Ισμαήλ Χανίγια και άλλους να λένε «ναι, θέλουμε τη διευθέτηση δύο κρατών στα διεθνή σύνορα, όπως και όλοι οι υπόλοιποι».
Ντοσάνι: Πότε υιοθέτησε η Χαμάς αυτή τη θέση;
Τσόμσκι: Αυτή είναι η επίσημη θέση που αποφασίστηκε από τον Χανίγια, τον εκλεγμένο ηγέτη, καθώς και τον Κχαλίντ Μεσάλ, τον πολιτικό αρχηγό που είναι εξόριστος στη Συρία και έχει γράψει ακριβώς το ίδιο πράγμα. Και αναφέρεται ξανά και ξανά. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά η Δύση δεν θέλει να το ακούσει. Και μετά είναι η Χαμάς αυτή που έχει δεσμευτεί να καταστρέψει το Ισραήλ.
Υπό μία έννοια είναι, αλλά αν πάτε σε μία περιοχή ιθαγενών Αμερικανών στις ΗΠΑ είμαι βέβαιος ότι πολλοί θα ήθελαν να δουν την καταστροφή των Ηνωμένων Πολιτειών. Αν πάτε στο Μεξικό και κάνετε μία δημοσκόπηση, είμαι βέβαιος ότι οι κάτοικοι δεν αναγνωρίζουν το δικαίωμα των Ηνωμένων Πολιτειών να οικειοποιούνται το μισό Μεξικό, το οποίο έχουν καταλάβει με πόλεμο. Και αυτό είναι μια πραγματικότητα σε ολόκληρο τον κόσμο. Παρόλα αυτά είναι πρόθυμοι να δεχτούν μια πολιτική διευθέτηση. Το Ισραήλ και οι ΗΠΑ αρνούνται. Είναι οι μοναδικοί που μένουν εκτός. Με την κυριαρχία των ΗΠΑ στον πλανήτη, το ζήτημα έχει μπλοκάρει.
Εδώ τα πράγματα παρουσιάζονται πάντα σαν οι ΗΠΑ να πρέπει να συμμετέχουν πιο πολύ. Σαν να αποτελούν έναν έντιμο μεσάζοντα. Το πρόβλημα του Μπους ήταν ότι παραμέλησε το θέμα. Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι ότι οι ΗΠΑ συμμετέχουν και με το παραπάνω και μπλοκάρουν την πολιτική διευθέτηση, παρέχοντας την υλική, ιδεολογική και διπλωματική στήριξη για τα προγράμματα επέκτασης, που είναι απλώς εγκληματικά προγράμματα. Το διεθνές δικαστήριο ομόφωνα, συμπεριλαμβανομένης και της αμερικανικής δικαιοσύνης, συμφώνησε ότι οποιαδήποτε μετακίνηση πληθυσμού στις κατεχόμενες περιοχές, αποτελεί παραβίαση του θεμελιώδους διεθνούς νόμου, της Συνθήκης της Γενεύης. Και το Ισραήλ συμφωνεί. Στην πράξη, ακόμα και τα δικαστήριά τους συμφωνούν, απλώς κινούνται ύπουλα, χρησιμοποιώντας ποικίλους δόλιους τρόπους. Δεν υπάρχει ερώτημα σχετικά με αυτό. Είναι κατά κάποιο τρόπο αποδεκτό από τις ΗΠΑ ότι είμαστε ένα παράνομο κράτος. Ο νόμος δεν μας αγγίζει. Γι’αυτό και ποτέ δεν συζητείται.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ απο το tvxs.gr
WANDED
Ανώνυμοι μπλόγκερς, αυτοπροσδιοριζόμενοι ως Ισραηλινοί ακτιβιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα, έχουν αναρτήσει μια ιστοσελίδα στην οποία καταγράφουν τα εγκλήματα πολέμου που έχουν διαπραχθεί από τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις.
Κανένας γνωστός οργανισμος για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν έχει παραδεχτεί ότι βρίσκεται πίσω από την ιστοσελίδα, ενώ, οι ιδρυτές της αρνούνται πεισματικά να αποκαλύψουν την ταυτότητα τους.
Η σελίδα (www.wanted.org.il) περιλαμβάνει «εντάλματα συλλήψεως» για τον υπουργό Αμύνης, Εχούντ Μπαράκ, για τον πρωθυπουργό, Εχούντ Ολμέρτ, για την υπουργό Εξωτερικών, Τζίπι Λίβνι, για τον υφυπουργό Άμυνας, Ματάν Βιλνάι, για τον υπουργό Δημοσιας Τάξης, Αβι Ντιχτερ, για τον υπουργό Εθνικών Υποδομών, Μπέντζαμιν Μπεν Ελιέζερ, για τον πρώην αρχηγό της πολεμικής αεροπορίας, Ελιέζερ Σκέντι, για τον επιτελάρχη των ισραηλινών Ενόπλων δυνάμεων, Γκάμπι Ασκενάζι και για πολλούς άλλους. Δίνονται επίσης οδηγίες για το πως μπορεί κανείς να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και πως μπορεί να ενημερώσει τα αρμόδια όργανα για το πότε "οι καταζητούμενοι” είναι εκτός Ισραήλ και είναι εύκολο να «συλληφθούν».
Το ένταλμα σύλληψης για τον Εχούντ Μπαράκ, γράφει «Στις 27 Δεκεμβρίου του 2008, ο ύποπτος διέταξε αεροπορική επίθεση στη Γάζα. Η επίθεση έγινε από εκατοντάδες αεροπλάνα που έριξαν εκατοντάδες βόμβες σε κατοικημένες περιοχές, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 1200 άνθρωποι, να τραυματιστούν άλλοι 5300 και χιλιάδες να τραπούν σε φυγή από τη Γάζα. Στις 10 Δεκεμβρίου έγινε επίσημη καταγγελία στον Εχούντ Μπαράκ για εγκλήματα πολέμου κι εγκληματα κατά της ανθρωπότητας, όσον αφορά την πολιορκία της Γάζας».
Στο μεταξύ, η Επιτροπή Λογοκρισίας του ισραηλινού στρατού θέτει αυστηρούς περιορισμούς, με σκοπό να αποτρέψει τα μέσα από το να προσδιορίσουν την ταυτότητα στρατιωτικών που συμμετείχαν στις εχθροπραξίες στη Γάζα και να διαρρεύσουν πληροφορίες για αυτούς που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για προσφυγές εναντίον τους όσον αφορά την καταστρατήγηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τις τελευταίες μέρες η Επιτροπή Λογοκρισίας απαγόρευσε τη δημοσίευση ονομάτων και φωτογραφιών ανώτερων αξιωματούχων καθώς και κάθε αναφορά που συνδέει κάποιον συγκεκριμένο στρατιωτικό με επίθεση σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή. Το Υπουργείο Αμύνης προβληματίζεται, επίσης, για τις συνεντεύξεις που έχουν δόσει κατά καιρούς στρατιωτικοί και κάνουν λόγο για καταστροφές σε σπίτια και επιθέσεις σε άμαχο πληθυσμό.
Ήδη, κάποιοι από τους οργανισμούς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχουν στοχοποιήσει στρατιωτικούς σε μια προσπάθεια να κινήσουν νομικές διαδικασίες εναντίον τους.
Κανένας γνωστός οργανισμος για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν έχει παραδεχτεί ότι βρίσκεται πίσω από την ιστοσελίδα, ενώ, οι ιδρυτές της αρνούνται πεισματικά να αποκαλύψουν την ταυτότητα τους.
Η σελίδα (www.wanted.org.il) περιλαμβάνει «εντάλματα συλλήψεως» για τον υπουργό Αμύνης, Εχούντ Μπαράκ, για τον πρωθυπουργό, Εχούντ Ολμέρτ, για την υπουργό Εξωτερικών, Τζίπι Λίβνι, για τον υφυπουργό Άμυνας, Ματάν Βιλνάι, για τον υπουργό Δημοσιας Τάξης, Αβι Ντιχτερ, για τον υπουργό Εθνικών Υποδομών, Μπέντζαμιν Μπεν Ελιέζερ, για τον πρώην αρχηγό της πολεμικής αεροπορίας, Ελιέζερ Σκέντι, για τον επιτελάρχη των ισραηλινών Ενόπλων δυνάμεων, Γκάμπι Ασκενάζι και για πολλούς άλλους. Δίνονται επίσης οδηγίες για το πως μπορεί κανείς να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και πως μπορεί να ενημερώσει τα αρμόδια όργανα για το πότε "οι καταζητούμενοι” είναι εκτός Ισραήλ και είναι εύκολο να «συλληφθούν».
Το ένταλμα σύλληψης για τον Εχούντ Μπαράκ, γράφει «Στις 27 Δεκεμβρίου του 2008, ο ύποπτος διέταξε αεροπορική επίθεση στη Γάζα. Η επίθεση έγινε από εκατοντάδες αεροπλάνα που έριξαν εκατοντάδες βόμβες σε κατοικημένες περιοχές, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 1200 άνθρωποι, να τραυματιστούν άλλοι 5300 και χιλιάδες να τραπούν σε φυγή από τη Γάζα. Στις 10 Δεκεμβρίου έγινε επίσημη καταγγελία στον Εχούντ Μπαράκ για εγκλήματα πολέμου κι εγκληματα κατά της ανθρωπότητας, όσον αφορά την πολιορκία της Γάζας».
Στο μεταξύ, η Επιτροπή Λογοκρισίας του ισραηλινού στρατού θέτει αυστηρούς περιορισμούς, με σκοπό να αποτρέψει τα μέσα από το να προσδιορίσουν την ταυτότητα στρατιωτικών που συμμετείχαν στις εχθροπραξίες στη Γάζα και να διαρρεύσουν πληροφορίες για αυτούς που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για προσφυγές εναντίον τους όσον αφορά την καταστρατήγηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τις τελευταίες μέρες η Επιτροπή Λογοκρισίας απαγόρευσε τη δημοσίευση ονομάτων και φωτογραφιών ανώτερων αξιωματούχων καθώς και κάθε αναφορά που συνδέει κάποιον συγκεκριμένο στρατιωτικό με επίθεση σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή. Το Υπουργείο Αμύνης προβληματίζεται, επίσης, για τις συνεντεύξεις που έχουν δόσει κατά καιρούς στρατιωτικοί και κάνουν λόγο για καταστροφές σε σπίτια και επιθέσεις σε άμαχο πληθυσμό.
Ήδη, κάποιοι από τους οργανισμούς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχουν στοχοποιήσει στρατιωτικούς σε μια προσπάθεια να κινήσουν νομικές διαδικασίες εναντίον τους.
Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009
Οι δίκαιοι του Ισραήλ
ΤΟΥ ΜΑΡΙΟ ΒΑΡΓΚΑΣ ΛΙΟΣΑ*
Το Ισραήλ είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο στην οποία αισθάνομαι ακόμα αριστερός. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά σε αυτό το ταξίδι (είναι ήδη το πέμπτο, μετά το πρώτο που έκανα το 1974 ή το 1975). Αν κι εδώ αυτό που αξίζει το όνομα της Αριστεράς έχει ήδη περιοριστεί στην ελάχιστη έκφρασή του: λίγες εκατοντάδες «δικαίων», με την έννοια που έδινε σε αυτή τη λέξη ο Αλμπέρ Καμί. Μια χούφτα άνδρες και γυναίκες εξαιρετικής ακεραιότητας και θάρρους, που διεξάγουν μια σχεδόν δονκιχωτική πολιτική, διανοητική και δημοσιογραφική μάχη. Κυρίως μετά το 2000, όταν το μεγαλύτερο τμήμα της ισραηλινής κοινωνίας -μετά την αποτυχία του Καμπ Ντέιβιντ, την έναρξη της δεύτερης Ιντιφάντα και τη διάδοση των τρομοκρατικών επιθέσεων ενάντια στον άμαχο πληθυσμό- καθηλώθηκε σε έναν εθνικιστικό, σοβινιστικό και ξενόφοβο συντηρητισμό με ισχυρά θρησκευτικά γνωρίσματα.
Οι δίκαιοι δεν σκέφτονται όλοι με τον ίδιο τρόπο. Οι διαφορές είναι μεγάλες. Ολοι τους όμως εφαρμόζουν -σύμφωνα με την έκφραση του Μαξ Βέμπερ- την πολιτική της πεποίθησης πρώτα και έπειτα την πολιτική της ευθύνης. Και συγκλίνουν στο να ασκούν σκληρή κριτική στο ισραηλινό κράτος και την ισραηλινή κυβέρνηση, καταγγέλλοντας τις καταχρήσεις και τα εγκλήματα που διαπράττονται ενάντια στους Παλαιστίνιους και υπερασπίζοντας την ειρήνη. Μιαν ειρήνη που κατά την κρίση τους θα γίνει δυνατή μόνον αν το Ισραήλ απαρνηθεί την αποικιοκρατική κατοχή της Δυτικής Οχθης και αναγνωρίσει το δικαίωμα των Παλαιστινίων σε ένα δικό τους ανεξάρτητο κράτος, με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας για συγκυριαρχία της πόλης.
Αλλά η πιο σταθερή δέσμευση των δικαίων είναι ίσως η προσπάθειά τους να ανοίξουν τα μάτια των ομοεθνών τους. Σε ένα σύστημα που τείνει όλο και περισσότερο -περίπου όπως η λευκή μειοψηφία στη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ- να κλείνει τα μάτια μπροστά σε καταστάσεις όπως εκείνες στη Γάζα ή στη Δυτική Οχθη ή μπροστά στις συμπεριφορές των στρατιωτικών και της κυβέρνησης, αυτοί έχουν αναλάβει τον ρόλο εκείνου που «χαλάει τη γιορτή», που διαταράσσει την ηρεμία και την εφησυχασμένη συνείδηση της κομφορμιστικής πλειοψηφίας. Σιωνιστές και αντισιωνιστές, άθεοι και πιστοί, δημοσιογράφοι και επαγγελματίες, κινούνται γενικά στο περιθώριο των κομμάτων, ως ανεξάρτητοι ή μέσα σε μικρά ιδρύματα ή μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η μοναδική ανταμοιβή για τις προσπάθειές τους είναι η ηθική ικανοποίηση για το ότι είναι συνεπείς με τις ιδέες τους, η επίγνωση του ότι έχουν εκπληρώσει το χρέος τους.
Εκείνοι που γνώρισα είναι φωτεινά παραδείγματα του εξαιρετικού χαρακτήρα με τον οποίο είναι προικισμένοι οι εκπρόσωποι της ισραηλινής Αριστεράς. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την Αμίρα Χας, την Ισραηλινή δημοσιογράφο που εδώ και χρόνια ζει με τους Παλαιστίνιους που βρίσκονται στη Γάζα και στη Ραμάλα, «για να γνωρίζει τι σημαίνει να ζεις υπό αποικιοκρατική κατοχή». Τα άρθρα της, όπως κι εκείνα του συναδέλφου της Γεδεών Λέβι στη «Haaretz», λένε αυτό που κανείς πλέον δεν τολμά να πει και που η κοινή γνώμη δεν θέλει να γνωρίζει. Ετσι όπως δεν θα ξεχάσω και τον πρώην στρατιώτη Γεχούντα Σαούλ και τους νεαρούς συνεργάτες του, οι οποίοι προτρέπουν τους συστρατιώτες τους να «σπάσουν τη σιωπή και να ομολογήσουν τα φρικτά εγκλήματα που διαπράττονται αναπόφευκτα από έναν στρατό κατοχής». 'Η τον Μέιρ Μαργκαλίτ και τους φίλους του, που με κόπο και με επιμονή ανοικοδομούν πολλές φορές, ενάντια σε κάθε ελπίδα, τα σπίτια των Παλαιστινίων, που τα άρματα μάχης επιστρέφουν για να τα ξαναγκρεμίσουν.
Ο κατάλογος θα ήταν μακρύς και ατελής. Θα ήθελα να σταθώ εδώ στη μορφή του ιστορικού Ιλάν Πάπε, ίσως του πιο αντικομφορμιστή Ισραηλινού, ο οποίος διεξάγει μια ριζοσπαστική μάχη ενάντια στο πολιτικό και ακαδημαϊκό κατεστημένο του Ισραήλ. Γεννημένος στη Χάιφα το 1954, γιος Γερμανοεβραίων, σπούδασε Ιστορία στο εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ κι έπειτα στην Οξφόρδη, όπου έκανε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα τον πόλεμο του 1948, όταν το Ισραήλ έγινε ανεξάρτητο κράτος. Γι' αυτό το θέμα δημοσίευσε διάφορες μελέτες υποστηρίζοντας, σε αντίθεση με την επίσημη εκδοχή του σιωνισμού, ότι εκείνος ο πόλεμος υπήρξε ένα αυθεντικό εγχείρημα εθνοκάθαρσης, με την εκδίωξη της πλειονότητας του παλαιστινιακού πληθυσμού από τα κατεστραμμένα χωριά, για να κερδίσει εδάφη το κράτος του Ισραήλ. Με βάση αυτές τις έρευνες, ο Ιλάν Πάπε έφτασε στην πεποίθηση (που την αντιμάχονται σκληρά στη χώρα του) ότι το Ισραήλ οφείλει να αποδεχθεί την ευθύνη γι' αυτόν τον πληθυσμό, αναγνωρίζοντας το «δικαίωμα επιστροφής» των Παλαιστίνιων προσφύγων ως προϋπόθεση για την ειρήνη. Καθηγητής Μεσανατολικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα, έγινε πρόσφατα πρωταγωνιστής ενός σκανδάλου, επειδή υποστήριξε το μποϊκοτάζ του βρετανικού ακαδημαϊκού κόσμου ενάντια στα Πανεπιστήμια της Χάιφα και του Μπαρ-Ιλάν, εξαιτίας της κακομεταχείρισης και των διακρίσεων των δύο ιδρυμάτων σε βάρος του Τέντι Κατζ, συγγραφέα μιας διατριβής για τη σφαγή, το 1948, των κατοίκων του παλαιστινιακού χωριού Ταντούρα (χωριού που είναι κοντά στη Χάιφα). Αυτό ήταν αρκετό για να τροφοδοτήσει ισχυρές πιέσεις στο Ισραήλ για την αποπομπή του ίδιου του Πάπε από το Πανεπιστήμιο. Αλλά τον Πάπε τον υποστήριξαν τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά ακαδημαϊκά περιβάλλοντα, όπου το κύρος του έχει στέρεες βάσεις. (Σε όποιον επιθυμεί να γνωρίσει τη διανοητική του ποιότητα, συνιστώ το βιβλίο του «Μια ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης».)
Τον φανταζόμουν σαν ένα πρόσωπο γεμάτο ένταση και πάθος. Αντιθέτως, ο Ιλάν Πάπε είναι ένας άνθρωπος εγκάρδιος, γεμάτος ζωτικότητα και με αίσθηση του χιούμορ. Μου γνώρισε το αραβικό τμήμα της Χάιφα ή ό,τι απέμεινε από αυτό· τους τόπους όπου ήταν τα χωριά που καταστράφηκαν και, στο κέντρο της πόλης, τα σπίτια που απαλλοτριώθηκαν από τον Μπεν Γκουριόν στον καιρό του και που ανήκαν στους πιο εύπορους Αραβες, που σήμερα βρίσκονται στην εξορία.
Ο Ιλάν Πάπε και οι συνεργάτες του τα φωτογράφισαν, για να προσπαθήσουν να βρουν τους ιδιοκτήτες ή τους κληρονόμους τους και να αναπλάσουν μια κοινωνία και μιαν εποχή που η επίσημη ιστορία θέλει να εξαλείψει.
Ο Ιλάν Πάπε αγαπάει την πόλη του και τη γνωρίζει σπίτι προς σπίτι. Αλλά η φωνή του σπάει όταν θυμάται ότι, το 1948, μέσα σε λίγες μέρες, εκδιώχτηκαν 75 χιλιάδες Αραβες. Η κριτική του στον σιωνισμό είναι μετωπική: μια χώρα που εφαρμόζει την αρχή του εθνικού και θρησκευτικού αποκλεισμού δεν είναι αληθινά δημοκρατική. Ο Ιλάν Πάπε είναι ένας από τους πιο εύγλωττους υποστηρικτές ενός κράτους, στο οποίο Εβραίοι και Αραβες θα είναι πολίτες με ίσα δικαίωματα και υποχρεώσεις. Ο Ιλάν Πάπε κατοικεί σε απόσταση είκοσι λεπτών από τη Χάιφα, σε ένα προάστιο σκαρφαλωμένο πάνω στον λόφο. Βλέπουμε έναν πελώριο έναστρο ουρανό, σε αυτή τη ζεστή και ξάστερη νύχτα, που δεν θα μπορούσε να είναι πιο μεσογειακή. Εχει δύο μικρά παιδιά και μια γοητευτική σύζυγο. Η συνομιλία μαζί τους με συγκίνησε βαθιά. Ηταν μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις μου στο Ισραήλ, ύστερα από δύο σχιζοφρενικές εβδομάδες, στη διάρκεια των οποίων χρειάστηκε να παλέψω εναντίον των τρομερών εντυπώσεων που μου προκαλεί η κατάσταση αυτής της χώρας. Μιας χώρας που αναπτύχθηκε, πλούτισε, έγινε ισχυρή. Τόσο ισχυρή -εδώ θα ήμουν ευτυχής αν λαθεύω-, ώστε να μπορεί να προχωράει έτσι για πολλά χρόνια, χωρίς να αντιλαμβάνεται την επείγουσα ανάγκη να επιλύσει το παλαιστινιακό πρόβλημα. Ενα πράγμα είναι βέβαιο: όσο οδυνηρές και τρομερές μπορεί να είναι οι τρομοκρατικές επιθέσεις για τα θύματα και τις οικογένειές τους, είναι μόνο μικρές γρατζουνιές πάνω στο δέρμα αυτού του ελέφαντα που είναι σήμερα το Ισραήλ. Επεισόδια που δεν επηρεάζουν την ύπαρξή του, το υψηλό βιοτικό του επίπεδο ούτε καν τη συνείδησή του. Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο. Με μιαν ορισμένη έννοια και διαφορετικά από τους Παλαιστίνιους, για τους οποίους η σύγκρουση είναι ζήτημα επιβίωσης, ζωής και θανάτου, οι Ισραηλινοί τη ζουν ήδη σαν μια περιθωριακή πραγματικότητα, σαν μια ρουτίνα με την οποία ο ισχυρός στρατός τους εξασκείται, εκσυγχρονίζεται και ενισχύεται.
Παρ' όλα αυτά, ο πεσιμισμός μου μού φαίνεται λιγότερο δικαιολογημένος μετά τη συνάντηση με τον Ιλάν και τη σύζυγό του. Και οι δυο τους είναι βέβαιοι ότι, αργά ή γρήγορα, ο άνεμος θα αλλάξει κατεύθυνση. Η πεποίθησή τους είναι τόσο ειλικρινής ώστε μεταδόθηκε και σε μένα. Οι ιστορικές αδικίες καταλήγουν πάντα να αναγνωρίζονται, και μαζί με την καθολική καταδίκη θα έρθει και η οφειλόμενη επανόρθωση. Ποια καλύτερη απόδειξη υπάρχει γι' αυτό από την ίδια την ιστορία του εβραϊκού λαού; Οι τρομερές σφαγές, τα γκέτο, οι πολύχρονες διώξεις κατόρθωσαν μήπως να τον εξολοθρεύσουν; Η αλήθεια θα επιβληθεί και σε αυτή την περίπτωση. Στο Ισραήλ υπάρχουν ακόμα άνθρωποι όπως ο Ιλάν Πάπε. Μας βοηθούν να ελπίζουμε ότι τα πράγματα μπορούν να βαδίσουν προς το καλύτερο. Αλλά, αν αυτό συμβεί, θα είναι ο καρπός της εργασίας αυτών των ηρωικών μυρμηγκιών που είναι οι δίκαιοι του Ισραήλ.
* Το άρθρο αυτό του Περουβιανού συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα δημοσιεύτηκε στην «El Pais» και στη «Republica» στις 18-10-2005.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ-ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
Το Ισραήλ είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο στην οποία αισθάνομαι ακόμα αριστερός. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά σε αυτό το ταξίδι (είναι ήδη το πέμπτο, μετά το πρώτο που έκανα το 1974 ή το 1975). Αν κι εδώ αυτό που αξίζει το όνομα της Αριστεράς έχει ήδη περιοριστεί στην ελάχιστη έκφρασή του: λίγες εκατοντάδες «δικαίων», με την έννοια που έδινε σε αυτή τη λέξη ο Αλμπέρ Καμί. Μια χούφτα άνδρες και γυναίκες εξαιρετικής ακεραιότητας και θάρρους, που διεξάγουν μια σχεδόν δονκιχωτική πολιτική, διανοητική και δημοσιογραφική μάχη. Κυρίως μετά το 2000, όταν το μεγαλύτερο τμήμα της ισραηλινής κοινωνίας -μετά την αποτυχία του Καμπ Ντέιβιντ, την έναρξη της δεύτερης Ιντιφάντα και τη διάδοση των τρομοκρατικών επιθέσεων ενάντια στον άμαχο πληθυσμό- καθηλώθηκε σε έναν εθνικιστικό, σοβινιστικό και ξενόφοβο συντηρητισμό με ισχυρά θρησκευτικά γνωρίσματα.
Οι δίκαιοι δεν σκέφτονται όλοι με τον ίδιο τρόπο. Οι διαφορές είναι μεγάλες. Ολοι τους όμως εφαρμόζουν -σύμφωνα με την έκφραση του Μαξ Βέμπερ- την πολιτική της πεποίθησης πρώτα και έπειτα την πολιτική της ευθύνης. Και συγκλίνουν στο να ασκούν σκληρή κριτική στο ισραηλινό κράτος και την ισραηλινή κυβέρνηση, καταγγέλλοντας τις καταχρήσεις και τα εγκλήματα που διαπράττονται ενάντια στους Παλαιστίνιους και υπερασπίζοντας την ειρήνη. Μιαν ειρήνη που κατά την κρίση τους θα γίνει δυνατή μόνον αν το Ισραήλ απαρνηθεί την αποικιοκρατική κατοχή της Δυτικής Οχθης και αναγνωρίσει το δικαίωμα των Παλαιστινίων σε ένα δικό τους ανεξάρτητο κράτος, με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας για συγκυριαρχία της πόλης.
Αλλά η πιο σταθερή δέσμευση των δικαίων είναι ίσως η προσπάθειά τους να ανοίξουν τα μάτια των ομοεθνών τους. Σε ένα σύστημα που τείνει όλο και περισσότερο -περίπου όπως η λευκή μειοψηφία στη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ- να κλείνει τα μάτια μπροστά σε καταστάσεις όπως εκείνες στη Γάζα ή στη Δυτική Οχθη ή μπροστά στις συμπεριφορές των στρατιωτικών και της κυβέρνησης, αυτοί έχουν αναλάβει τον ρόλο εκείνου που «χαλάει τη γιορτή», που διαταράσσει την ηρεμία και την εφησυχασμένη συνείδηση της κομφορμιστικής πλειοψηφίας. Σιωνιστές και αντισιωνιστές, άθεοι και πιστοί, δημοσιογράφοι και επαγγελματίες, κινούνται γενικά στο περιθώριο των κομμάτων, ως ανεξάρτητοι ή μέσα σε μικρά ιδρύματα ή μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η μοναδική ανταμοιβή για τις προσπάθειές τους είναι η ηθική ικανοποίηση για το ότι είναι συνεπείς με τις ιδέες τους, η επίγνωση του ότι έχουν εκπληρώσει το χρέος τους.
Εκείνοι που γνώρισα είναι φωτεινά παραδείγματα του εξαιρετικού χαρακτήρα με τον οποίο είναι προικισμένοι οι εκπρόσωποι της ισραηλινής Αριστεράς. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την Αμίρα Χας, την Ισραηλινή δημοσιογράφο που εδώ και χρόνια ζει με τους Παλαιστίνιους που βρίσκονται στη Γάζα και στη Ραμάλα, «για να γνωρίζει τι σημαίνει να ζεις υπό αποικιοκρατική κατοχή». Τα άρθρα της, όπως κι εκείνα του συναδέλφου της Γεδεών Λέβι στη «Haaretz», λένε αυτό που κανείς πλέον δεν τολμά να πει και που η κοινή γνώμη δεν θέλει να γνωρίζει. Ετσι όπως δεν θα ξεχάσω και τον πρώην στρατιώτη Γεχούντα Σαούλ και τους νεαρούς συνεργάτες του, οι οποίοι προτρέπουν τους συστρατιώτες τους να «σπάσουν τη σιωπή και να ομολογήσουν τα φρικτά εγκλήματα που διαπράττονται αναπόφευκτα από έναν στρατό κατοχής». 'Η τον Μέιρ Μαργκαλίτ και τους φίλους του, που με κόπο και με επιμονή ανοικοδομούν πολλές φορές, ενάντια σε κάθε ελπίδα, τα σπίτια των Παλαιστινίων, που τα άρματα μάχης επιστρέφουν για να τα ξαναγκρεμίσουν.
Ο κατάλογος θα ήταν μακρύς και ατελής. Θα ήθελα να σταθώ εδώ στη μορφή του ιστορικού Ιλάν Πάπε, ίσως του πιο αντικομφορμιστή Ισραηλινού, ο οποίος διεξάγει μια ριζοσπαστική μάχη ενάντια στο πολιτικό και ακαδημαϊκό κατεστημένο του Ισραήλ. Γεννημένος στη Χάιφα το 1954, γιος Γερμανοεβραίων, σπούδασε Ιστορία στο εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ κι έπειτα στην Οξφόρδη, όπου έκανε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα τον πόλεμο του 1948, όταν το Ισραήλ έγινε ανεξάρτητο κράτος. Γι' αυτό το θέμα δημοσίευσε διάφορες μελέτες υποστηρίζοντας, σε αντίθεση με την επίσημη εκδοχή του σιωνισμού, ότι εκείνος ο πόλεμος υπήρξε ένα αυθεντικό εγχείρημα εθνοκάθαρσης, με την εκδίωξη της πλειονότητας του παλαιστινιακού πληθυσμού από τα κατεστραμμένα χωριά, για να κερδίσει εδάφη το κράτος του Ισραήλ. Με βάση αυτές τις έρευνες, ο Ιλάν Πάπε έφτασε στην πεποίθηση (που την αντιμάχονται σκληρά στη χώρα του) ότι το Ισραήλ οφείλει να αποδεχθεί την ευθύνη γι' αυτόν τον πληθυσμό, αναγνωρίζοντας το «δικαίωμα επιστροφής» των Παλαιστίνιων προσφύγων ως προϋπόθεση για την ειρήνη. Καθηγητής Μεσανατολικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα, έγινε πρόσφατα πρωταγωνιστής ενός σκανδάλου, επειδή υποστήριξε το μποϊκοτάζ του βρετανικού ακαδημαϊκού κόσμου ενάντια στα Πανεπιστήμια της Χάιφα και του Μπαρ-Ιλάν, εξαιτίας της κακομεταχείρισης και των διακρίσεων των δύο ιδρυμάτων σε βάρος του Τέντι Κατζ, συγγραφέα μιας διατριβής για τη σφαγή, το 1948, των κατοίκων του παλαιστινιακού χωριού Ταντούρα (χωριού που είναι κοντά στη Χάιφα). Αυτό ήταν αρκετό για να τροφοδοτήσει ισχυρές πιέσεις στο Ισραήλ για την αποπομπή του ίδιου του Πάπε από το Πανεπιστήμιο. Αλλά τον Πάπε τον υποστήριξαν τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά ακαδημαϊκά περιβάλλοντα, όπου το κύρος του έχει στέρεες βάσεις. (Σε όποιον επιθυμεί να γνωρίσει τη διανοητική του ποιότητα, συνιστώ το βιβλίο του «Μια ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης».)
Τον φανταζόμουν σαν ένα πρόσωπο γεμάτο ένταση και πάθος. Αντιθέτως, ο Ιλάν Πάπε είναι ένας άνθρωπος εγκάρδιος, γεμάτος ζωτικότητα και με αίσθηση του χιούμορ. Μου γνώρισε το αραβικό τμήμα της Χάιφα ή ό,τι απέμεινε από αυτό· τους τόπους όπου ήταν τα χωριά που καταστράφηκαν και, στο κέντρο της πόλης, τα σπίτια που απαλλοτριώθηκαν από τον Μπεν Γκουριόν στον καιρό του και που ανήκαν στους πιο εύπορους Αραβες, που σήμερα βρίσκονται στην εξορία.
Ο Ιλάν Πάπε και οι συνεργάτες του τα φωτογράφισαν, για να προσπαθήσουν να βρουν τους ιδιοκτήτες ή τους κληρονόμους τους και να αναπλάσουν μια κοινωνία και μιαν εποχή που η επίσημη ιστορία θέλει να εξαλείψει.
Ο Ιλάν Πάπε αγαπάει την πόλη του και τη γνωρίζει σπίτι προς σπίτι. Αλλά η φωνή του σπάει όταν θυμάται ότι, το 1948, μέσα σε λίγες μέρες, εκδιώχτηκαν 75 χιλιάδες Αραβες. Η κριτική του στον σιωνισμό είναι μετωπική: μια χώρα που εφαρμόζει την αρχή του εθνικού και θρησκευτικού αποκλεισμού δεν είναι αληθινά δημοκρατική. Ο Ιλάν Πάπε είναι ένας από τους πιο εύγλωττους υποστηρικτές ενός κράτους, στο οποίο Εβραίοι και Αραβες θα είναι πολίτες με ίσα δικαίωματα και υποχρεώσεις. Ο Ιλάν Πάπε κατοικεί σε απόσταση είκοσι λεπτών από τη Χάιφα, σε ένα προάστιο σκαρφαλωμένο πάνω στον λόφο. Βλέπουμε έναν πελώριο έναστρο ουρανό, σε αυτή τη ζεστή και ξάστερη νύχτα, που δεν θα μπορούσε να είναι πιο μεσογειακή. Εχει δύο μικρά παιδιά και μια γοητευτική σύζυγο. Η συνομιλία μαζί τους με συγκίνησε βαθιά. Ηταν μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις μου στο Ισραήλ, ύστερα από δύο σχιζοφρενικές εβδομάδες, στη διάρκεια των οποίων χρειάστηκε να παλέψω εναντίον των τρομερών εντυπώσεων που μου προκαλεί η κατάσταση αυτής της χώρας. Μιας χώρας που αναπτύχθηκε, πλούτισε, έγινε ισχυρή. Τόσο ισχυρή -εδώ θα ήμουν ευτυχής αν λαθεύω-, ώστε να μπορεί να προχωράει έτσι για πολλά χρόνια, χωρίς να αντιλαμβάνεται την επείγουσα ανάγκη να επιλύσει το παλαιστινιακό πρόβλημα. Ενα πράγμα είναι βέβαιο: όσο οδυνηρές και τρομερές μπορεί να είναι οι τρομοκρατικές επιθέσεις για τα θύματα και τις οικογένειές τους, είναι μόνο μικρές γρατζουνιές πάνω στο δέρμα αυτού του ελέφαντα που είναι σήμερα το Ισραήλ. Επεισόδια που δεν επηρεάζουν την ύπαρξή του, το υψηλό βιοτικό του επίπεδο ούτε καν τη συνείδησή του. Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο. Με μιαν ορισμένη έννοια και διαφορετικά από τους Παλαιστίνιους, για τους οποίους η σύγκρουση είναι ζήτημα επιβίωσης, ζωής και θανάτου, οι Ισραηλινοί τη ζουν ήδη σαν μια περιθωριακή πραγματικότητα, σαν μια ρουτίνα με την οποία ο ισχυρός στρατός τους εξασκείται, εκσυγχρονίζεται και ενισχύεται.
Παρ' όλα αυτά, ο πεσιμισμός μου μού φαίνεται λιγότερο δικαιολογημένος μετά τη συνάντηση με τον Ιλάν και τη σύζυγό του. Και οι δυο τους είναι βέβαιοι ότι, αργά ή γρήγορα, ο άνεμος θα αλλάξει κατεύθυνση. Η πεποίθησή τους είναι τόσο ειλικρινής ώστε μεταδόθηκε και σε μένα. Οι ιστορικές αδικίες καταλήγουν πάντα να αναγνωρίζονται, και μαζί με την καθολική καταδίκη θα έρθει και η οφειλόμενη επανόρθωση. Ποια καλύτερη απόδειξη υπάρχει γι' αυτό από την ίδια την ιστορία του εβραϊκού λαού; Οι τρομερές σφαγές, τα γκέτο, οι πολύχρονες διώξεις κατόρθωσαν μήπως να τον εξολοθρεύσουν; Η αλήθεια θα επιβληθεί και σε αυτή την περίπτωση. Στο Ισραήλ υπάρχουν ακόμα άνθρωποι όπως ο Ιλάν Πάπε. Μας βοηθούν να ελπίζουμε ότι τα πράγματα μπορούν να βαδίσουν προς το καλύτερο. Αλλά, αν αυτό συμβεί, θα είναι ο καρπός της εργασίας αυτών των ηρωικών μυρμηγκιών που είναι οι δίκαιοι του Ισραήλ.
* Το άρθρο αυτό του Περουβιανού συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα δημοσιεύτηκε στην «El Pais» και στη «Republica» στις 18-10-2005.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ-ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
Η ιστορία 2 λαών χωρίς παρωπίδες
ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΒΟΥΛΕΛΗ
ILAN ΡΑΡΡΕ
Η ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης
ΜΤΦΡ.: ΜΑΡΙΑ-ΑΡΙΑΔΝΗ ΑΛΑΒΑΝΟΥ
«ΚΕΔΡΟΣ»
Το βιβλίο «Η ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης» του Ιλάν Πάπε είναι ένα επίτευγμα και μία ανεκτίμητη προσφορά, όχι μόνο στην επιστήμη, αλλά και στην πολιτική, και κυρίως στον πολιτισμό. Ο διάσημος Ισραηλινός ιστορικός κατάφερε να γράψει μια ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης που δεν αφορά μόνο τους Παλαιστίνιους ή τους Ισραηλινούς, αλλά και τους δύο αυτούς λαούς, που η μοίρα τους συνδέθηκε τόσο στενά εδώ και αιώνες.
Ο Ιλάν Πάπε δεν παρακολουθεί με παράλληλο τρόπο τις εξελίξεις στις δύο πλευρές, αλλά καταγράφει ταυτόχρονα όσα διαδραματίζονται στην ίδια γη, την Παλαιστίνη, και αφορούν συνολικά τους κατοίκους της, Παλαιστίνιους, Αραβες και Εβραίους, αρχικά, Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς, αργότερα. Η ιστορία του περιλαμβάνει τους πάντες: μουσουλμάνους και Εβραίους, αλλά και χριστιανούς, ντόπιους και ξένους, Αραβες και Ευρωπαίους.
Ο συγγραφέας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα, όπου δίδασκε την «ιστορία της σύγκρουσης στην Παλαιστίνη», ξεκαθαρίζει τα πράγματα από την αρχή: οι φοιτητές του, Παλαιστίνιοι και Εβραίοι, ζητούσαν μια αφήγηση της ιστορίας της χώρας τους που να μην είναι επανάληψη των γνωστών εκδοχών της μιας ή της άλλης πλευράς της σύγκρουσης, μια ιστορία που θα σεβόταν τον «άλλο», αλλά και θα έβλεπε με αισιοδοξία το μέλλον.
Διευκρινίζει ακόμη ότι η οπτική γωνία του είναι ο ανθρωπισμός και όχι ο εθνικισμός, ο εθνοτισμός ή η θρησκεία. Νιώθει επίσης την ανάγκη να τονίσει ότι οι «ήρωες» του βιβλίου αυτού είναι τα θύματα των κάθε είδους καταστροφών και τα απαριθμεί: γυναίκες, παιδιά, χωρικοί, εργάτες, απλοί κάτοικοι των πόλεων, ειρηνόφιλοι, υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα θύματα για τον συγγραφέα είναι και Παλαιστίνιοι και Εβραίοι. Ο Ιλάν Πάπε πιστεύει ότι πρέπει να ξαναγραφτεί ή μάλλον ουσιαστικά να διασωθεί η ιστορία που διαγράφτηκε ή ξεχάστηκε.
Ο συγγραφέας μάς βάζει ξαφνικά στην καρδιά του ζητήματος, όταν λέει ότι κάποιες ηλιόλουστες μέρες που η όμορφη Χάιφα φαίνεται ολόκληρη από εκεί ψηλά όπου βρίσκεται το Πανεπιστήμιο, ζητεί από τους φοιτητές του να συνδυάσουν αυτό που βλέπουν με την ιστορία. Οι Παλαιστίνιοι και οι Εβραίοι φοιτητές του παρουσιάζουν δύο διαμετρικά αντίθετες απόψεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν τις αλληλοσυγκρουόμενες ιστορικές αφηγήσεις που γίνονται αποδεκτές ως αληθινές.
Ο Πάπε μας λέει ότι οφείλουμε να λάβουμε υπόψη αυτές τις αφηγήσεις, αλλά όχι να τις αποδεχθούμε ως «ιστορικά αληθινές», καθώς χρειάζεται μια εναλλακτική αφήγηση που αναγνωρίζει τις ομοιότητες, επικρίνει τις πλαστογραφήσεις και επεκτείνεται σε τομείς που δεν καλύπτονται από τις δύο αφηγήσεις.
Ο συγγραφέας επιχειρεί να ξεπεράσει δύο εμπόδια: πρώτον, να «ανατρέψει» δύο διακριτές παραλλαγές της ιστορίας της χώρας, δηλαδή τις δύο αντιτιθέμενες εθνικές ιστοριογραφίες του Ισραήλ και της Παλαιστίνης και, δεύτερον, να αμφισβητήσει το κυριαρχικό ιστορικό παράδειγμα που αποδέχονται οι ιστοριογράφοι του εκσυγχρονισμού και με βάση το οποίο εντοπίζουν με ακρίβεια την αφετηρία της ιστορίας του σύγχρονου Ισραήλ και της σύγχρονης Παλαιστίνης. Η αμφισβήτηση αυτού του παραδείγματος μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία εναλλακτικών αφετηριακών σημείων για τη δική του εξιστόρηση.
Η θεωρία του εκσυγχρονισμού, λέει ο Πάπε, προϋποθέτει ότι υπάρχει μια ανιχνεύσιμη στιγμή στην Ιστορία, στην περίπτωση της Παλαιστίνης το 1799 -η εισβολή του Ναπολέοντα στην Παλαιστίνη-, όταν οι κοινωνίες παύουν να είναι παραδοσιακές και να ζουν μέσω του παρελθόντος. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η Παλαιστίνη άφησε πίσω της το παρελθόν με τη βοήθεια της Δύσης, ενώ οι ντόπιοι Παλαιστίνιοι δεν αποτελούν έγκυρο αντικείμενο μελέτης για τους ιστορικούς, εκτός αν έχουν εκσυγχρονιστεί.
Επειδή, λοιπόν, οι ελίτ της Παλαιστίνης κατάφεραν να εκσυγχρονιστούν, η αφήγηση του εκσυγχρονισμού της χώρας είναι πιο πολύ μια ιστορία αυτών των ελίτ, παρά του λαού.
Η ισραηλινή ιστοριογραφία προσυπογράφει την εκσυγχρονιστική αφήγηση, εφόσον ο σιωνισμός ήταν ευρωπαϊκό φαινόμενο, και από την άποψη του εκσυγχρονισμού η επιρροή του στην Παλαιστίνη εντάσσεται στη διαδικασία του εκδυτικισμού. Αντίστοιχα, η εθνικιστική παλαιστινιακή εκδοχή, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί εναλλακτική στην ευρωκεντρική άποψη, εντάσσεται και αυτή στην ίδια αφήγηση, αφού η εμφάνιση του εθνικισμού στην Παλαιστίνη είναι αναπόσπαστο τμήμα του εκδυτικισμού.
Ο Πάπε επισημαίνει ότι η εθνική ιστοριογραφική συγγραφή και στις δύο πλευρές προϋποθέτει ότι η ιστορία της χώρας είναι συνώνυμη με την ιστορία του εθνικισμού. Ο εθνικισμός ως έννοια θεωρείται ότι περιλαμβάνει τη ζωή όλων σε μια δεδομένη χώρα. Στην πραγματικότητα όμως είναι η ιστορία των ελαχίστων, όχι των πολλών.
Γι' αυτό επιχειρεί να διατυπώσει μια νέα προσέγγιση χωρίς να αγνοεί τη σημασία της Δύσης, των ελίτ, του εθνικισμού και της σύγκρουσης ή τη σημασία ορισμένων βασικών αλλαγών, που καταγράφονται από τους θεωρητικούς του εκσυγχρονισμού, όπως την εκβιομηχάνιση, την αστικοποίηση, την εκκοσμίκευση κ.τ.λ.
Με τη νέα προσέγγισή του δεν αμφισβητεί όλους αυτούς τους παράγοντες και τις διαδικασίες, απορρίπτει όμως τη λογική με την οποία οι εκσυγχρονιστές κατασκευάζουν τις συνδέσεις μεταξύ τους. Ο Πάπε βλέπει μια κατακερματισμένη διαδικασία μετασχηματισμού, όπου οι τοπικές κοινωνίες κινούνται με εξίσου μεγάλο ζήλο «προς τα πίσω» και «προς τα μπρος», κατά μήκος της διαχωριστικής γραμμής που χάραξε η θεωρία του εκσυγχρονισμού. Η επαφή με τον ισχυρό «άλλο» είναι τόσο αρνητικός όσο και θετικός παράγοντας.
Η προσέγγιση αυτή εισάγει στην ιστορική σκηνή δρώντα υποκείμενα που ήταν τελείως περιθωριοποιημένα από την εκσυγχρονιστική προσέγγιση. Ενα ηγετικό δρων υποκείμενο είναι η κατώτερη κοινωνία, δηλαδή οι ομάδες που συνήθως ζουν έξω από τη σφαίρα της πολιτικής και της εξουσίας.
Ο Ιλάν Πάπε παραχωρεί πολύ περισσότερο χώρο σε αυτό που ονομάζεται «μάζες» στη θεωρία του εκσυγχρονισμού. Δεν τις θεωρεί απλές μάζες ανθρώπων, αλλά ομαδοποιήσεις που έχουν γίνει ύστερα από επιλογή, οι οποίες αλλάζουν κατά βούληση ή αναγκάζονται να το κάνουν. «Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι στενά δεμένοι με τη γη ή με την ιδιοκτησία τους, όχι γιατί αισθάνονται επιτακτική την εθνική ανάγκη να προστατεύσουν την πατρίδα, την οντότητά της, αλλά για πολύ πιο πεζούς και ταυτόχρονα πιο ανθρώπινους λόγους», γράφει.
Ολοι αυτοί ορίζονται με βάση εθνικά, θρησκευτικά ή ταξικά χαρακτηριστικά, αλλά ο συγγραφέας καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στις διακηρύξεις τους και στο πώς κατανοεί ο ίδιος τα στοιχεία που τους ενώνουν.
Ενας δεύτερος δρων είναι το παρελθόν, με τη μορφή της παράδοσης και της θρησκείας, το οποίο ο Πάπε θέλει να παρουσιάσει ξανά και να δείξει ότι ήταν και εξακολουθεί να είναι ζωτικός παράγοντας της ζωής των ανθρώπων τόσο στο Ισραήλ όσο και στην Παλαιστίνη. Το παρελθόν, λέει, δεν είναι πάντα οπισθοδρομικό, όπως το παρόν δεν είναι πάντα προοδευτικό.
Ο συγγραφέας δεν παρουσιάζει το παρελθόν ειδυλλιακά, ούτε περιγράφει το έθνος όπως σε ένα εθνικιστικό χρονικό, σαν κάτι αιώνιο. Γι' αυτό μας υπενθυμίζει ότι το έθνος είναι ανθρώπινη επινόηση που εμφανίστηκε σχετικά πρόσφατα για να υπηρετήσει συγκεκριμένους σκοπούς και ωφέλησε ορισμένους, αλλά κατέστρεψε άλλους. Πάνω από όλα, ουδέποτε ήταν η ουσία της ζωής.
Οι περισσότερες από τις ιστορίες της Παλαιστίνης και του Ισραήλ είναι ιστορίες σύγκρουσης. Ομως η ζωή στην Παλαιστίνη και στο Ισραήλ δεν καθορίζονται μόνο από τη σύγκρουση. Ο Πάπε αναλύει όλες τις φάσεις της σύγκρουσης, αλλά επειδή θέλει να προσφέρει μια ενιαία ιστορία, αρνείται την άποψη ότι η σύγκρουση αποτελεί την ουσία της ζωής στη γη της Παλαιστίνης.
Ενα τελευταίο μεθοδολογικό στοιχείο θεωρεί απαραίτητο να διευκρινίσει ο Πάπε. Στο βιβλίο του, λέει, ο αναγνώστης θα βρει παραδείγματα που αντιστοιχούν περισσότερο στην εθνική παλαιστινιακή αφήγηση και λιγότερο στην ισραηλινή. Αυτό δεν οφείλεται στο ότι ο συγγραφέας είναι Παλαιστίνιος. «Δεν είμαι», τονίζει και διευκρινίζει ότι το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο από κάποιον που υιοθετεί τη συμπάθεια απέναντι στον αποικιοκρατούμενο και όχι στον αποικιοκράτη, που συμπάσχει με τους κατακτημένους και όχι με τους κατακτητές.
Συνεπής στις αρχές του, ξετυλίγει την ιστορία του, δίνοντας έμφαση σε όσα υποσχέθηκε, φωτίζοντας από νέα σκοπιά αρκετά γεγονότα, αλλά κυρίως ανασύροντας πολλά άγνωστα στοιχεία. Ο Πάπε δίνει στον αναγνώστη να καταλάβει πώς ακριβώς ήταν η αγροτική Παλαιστίνη, αλλά και η ζωή στις πόλεις κατά την οθωμανική περίοδο, εξηγεί τον ρόλο τον φυλάρχων, των αστών προυχόντων, των Ευρωπαίων αποικιοκρατών, αλλά και των πρώτων σιωνιστών εποίκων.
Το κεφάλαιο που αφιερώνει στη βρετανική Εντολή αποκαλύπτει την «ανείπωτη ιστορία» της Παλαιστίνης. Εκεί βλέπουμε ότι παρά τις προσπάθειες της σιωνιστικής ηγεσίας να εφαρμόσει πολιτική αποκλειστικής απασχόλησης Εβραίων, ο αριθμός των Παλαιστινίων που απασχολούνταν στην εβραϊκή οικονομία τριπλασιάστηκε.
Εκεί αναλύονται οι διαφορετικές αντιλήψεις της εβραϊκής και της παλαιστινιακής ηγεσίας που οδήγησαν τελικά στην προετοιμασία για την κρίσιμη αναμέτρηση. Ο Πάπε αποδεικνύει με στοιχεία ότι η εβραϊκή κοινότητα ήταν ήδη «κράτος εν κράτει» κατά την περίοδο της βρετανικής Εντολής, πριν αναγνωριστεί επισήμως το 1948.
Ο συγγραφέας, χωρίς να υποτιμά τις μεγάλες συγκρούσεις, όπως την εξέγερση του 1936 ή τον ρόλο της εδραιωμένης πια εβραϊκής ηγεσίας στην Παλαιστίνη, επιμένει στις περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι μπροστά στους κινδύνους ή τις καταστροφές, συνυπήρξαν ή συνεργάστηκαν σε μη εθνικά επίπεδα ταξικής ή επαγγελματικής αλληλεγγύης.
Μας θυμίζει ότι το 1920 Παλαιστίνιοι, Εβραίοι και Αραβες από τη Συρία και την Αίγυπτο ίδρυσαν το πρώτο συνδικάτο στην Παλαιστίνη στα συνεργεία των σιδηροδρόμων, των τηλεγραφείων και των ταχυδρομείων, ενώ ο Εβραίος συνδικαλιστής ηγέτης στη Χάιφα επέπληττε τους Εβραίους εργάτες γιατί «η αποστολή τους δεν είναι να συναδελφωθούν με τους Αραβες εργάτες, αλλά να βοηθήσουν στη θωράκιση του σιωνιστικού σχεδίου για τη χώρα».
Ο Πάπε αποδομεί μεθοδικά όλους τους θεμελιακούς λίθους της ισραηλινής ιστοριογραφίας, αλλά κυρίως την κατεστημένη αντίληψη σε Ευρώπη και ΗΠΑ για την πορεία του Μεσανατολικού. Η εκδίωξη, για παράδειγμα, του παλαιστινιακού πληθυσμού τοποθετείται στις πραγματικές διαστάσεις της: ήδη από τη δεκαετία του '30, οι σιωνιστές ηγέτες τη θεωρούν μία από τις πολλές επιλογές για τη λύση του ζητήματος της συνύπαρξης στην ίδια γη.
Ο συγγραφέας αναλύει διεξοδικά τα σχέδια εθνικής εκκαθάρισης, βασιζόμενος σε εβραϊκά κυρίως ντοκουμέντα. Κορυφαίο παράδειγμα το χωριό Ταντούρα, ένα από τα 370 παλαιστινιακά χωριά που ξεκληρίστηκαν, που αποτέλεσε και θέμα της περίφημης διατριβής του Κατζ, για την οποία ο Πάπε σύρθηκε στα δικαστήρια. Εκεί διακόσιοι άνδρες, ηλικίας 18 έως 30 χρόνων, σφαγιάστηκαν εν ψυχρώ από την ταξιαρχία Αλεξαντρόνι (το μοντέλο της επιχείρησης θα αντιγράψουν σε πολλαπλάσιο βαθμό οι Σέρβοι του Κάρατζιτς στη Σρεμπρένιτσα 45 χρόνια αργότερα).
Εξίσου σημαντική ήταν όμως και η επιχείρηση «μνημοκτονίας» που διεξήχθη τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας του Ισραήλ, όταν μετονομάστηκαν χιλιάδες τόποι, βουνά, κοιλάδες, πηγές και δρόμοι για να μη θυμίζουν τίποτε από το παρελθόν τους.
Ο Πάπε βυθίζει το νυστέρι του βαθιά στην ισραηλινή ιστορία, προσφέροντάς μας διαφωτιστικές σελίδες για τη σκληρή ζωή των 160.000 Παλαιστινίων που έμειναν στο κράτος του Ισραήλ (που φτάνουν σήμερα το 1,3 εκατομύριο) και έζησαν κάτω από καθεστώς στρατιωτικού νόμου επί 18 χρόνια, αλλά και για τον θετικό ρόλο της ισραηλινής Αριστεράς και ιδιαίτερα του Κομμουνιστικού Κόμματος, κυρίως όμως για τους Εβραίους που ζούσαν στις αραβικές χώρες και βρέθηκαν στο Ισραήλ, διωγμένοι ή όχι, και υφίστανται μέχρι σήμερα διακρίσεις ως δεύτερης κατηγορίας πολίτες.
Στο κεφάλαιο για την εξέγερση (Ιντιφάντα) ο Πάπε δίνει μια πολιτική και ταυτόχρονα κοινωνιολογική ερμηνεία για τα αίτιά της και αναλύει διεξοδικά τον ρόλο κάθε παράγοντα στη σύγκρουση - γυναίκες, θρησκεία, πολυπολιτισμικότητα. Χαρακτηριστική είναι η επισήμανσή του για τους «ανατολιστές συμβούλους» της ισραηλινής κυβέρνησης, οι οποίοι στις αρχές της δεκαετίας του '80, όταν σημειώνεται η στροφή προς το Ισλάμ, συνέστησαν να ενισχυθεί το πολιτικό Ισλάμ ως αντιπερισπασμός στην εθνική πολιτική της «Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης»!
Από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια είναι αυτό που αναφέρεται στη μεγάλη συζήτηση που άρχισε στο Ισραήλ στα τέλη της δεκαετίας του '90 για την επανεκτίμηση της ηγεμονικής ιδεολογίας του εβραϊκού κράτους, του σιωνισμού. Αυτό το κίνημα κριτικής, που εκφράστηκε κυρίως στα πανεπιστήμια, στην τέχνη και στα μέσα ενημέρωσης, ο Πάπε το ονομάζει μετα-σιωνισμό και αναλύει το πολιτικό και το ακαδημαϊκό υπόβαθρό του.
Σε αυτό εντάσσεται και ο ίδιος μαζί με τους άλλους «αναθεωρητές» ή «νέους ιστορικούς» που διακρίνονται για την απόρριψη των βασικών υποθέσεων που αποτελούν το υπόστρωμα της συλλογικής μνήμης των Ισραηλινών για τον πόλεμο του 1948 αλλά και για την υπονόμευση των θεμελιακών μύθων του Ισραήλ.
Στο κεφάλαιο με τον εύγλωττο τίτλο «Η πορεία αυτοκτονίας», ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι η διαδικασία του Οσλο είναι άλλο ένα τραγικό κεφάλαιο στην ιστορία της ειρήνευσης και προσπαθεί να ερμηνεύσει τη ροπή προς τον μαρτυρικό θάνατο που υπαγορεύεται από την απελπισία. Εκεί ο Πάπε εκφράζει την απαισιοδοξία του προβλέποντας -και ορθά- ότι ο μετα-σιωνισμός θα αποδειχθεί μια πολύ σύντομη ιστορία και ότι πιθανόν να αντικατασταθεί από μια σκοτεινή περίοδο, στην οποία θα βασιλεύσει ο νεο-σιωνισμός, μια φονταμενταλιστική ασυμβίβαστη εκδοχή του σιωνισμού.
Ενα κεφάλαιο που λείπει και το οποίο θα βοηθούσε στην κατανόηση του ευρύτερου πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το Παλαιστινιακό, είναι οι σχέσεις της εβραϊκής διασποράς, και κυρίως της αμερικανικής, με τις επιλογές των ισραηλινών κυβερνήσεων και η εξέλιξη του παλαιστινιακού κινήματος σε συνάρτηση με τις αλλαγές στον αραβικό κόσμο.
Αλλά, ολοκληρώνοντας το βιβλίο του, δεν παραλείπει να αναδείξει ορισμένα παραδείγματα συνεργασίας Εβραίων και Παλαιστινίων, είτε σε συνεταιρισμούς είτε σε μη κυβερνητικές οργανώσεις είτε σε κοινές διαδηλώσεις. 'Η ακόμη, να θυμίσει τις «νησίδες συνύπαρξης» οι οποίες συνυπάρχουν με την αντίσταση, την απελπισία και τη διαμαρτυρία. Αυτές οι νησίδες, που καλύπτουν όλες τις σφαίρες της ζωής, δεν επιτρέπουν στους ανθρώπους απλώς να δραπετεύουν από μια σκληρή, ρατσιστική και καταπιεστική πραγματικότητα, αλλά προσφέρουν επίσης ένα πρότυπο για το μέλλον.
Η ιστορία της σύχρονης Παλαιστίνης του Πάπε είναι αναντικατάστατο εργαλείο για όποιον θέλει να δει τη μεσανατολική σύγκρουση χωρίς τις παρωπίδες της μανιχαϊκής προσέγγισης και με αυτή την έννοια είναι πρόκληση για όσους ασχολούνται με τη σύγχρονη ελληνική Ιστορία, και ιδιαίτερα με τα κεφάλαια των σχέσεων με Τουρκία και Βαλκάνια...
Η ελληνική μετάφραση του βιβλίου είναι σε γενικές γραμμές καλή, με αρκετές όμως αδυναμίες και ακυρολεξίες. Εκείνο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι σχεδόν όλα τα αραβικά και εβραϊκά ονόματα είναι γραμμένα και κυρίως τονισμένα κατά τρόπο λαθεμένο. Αυτό το ζήτημα αφορά, δυστυχώς, τους περισσότερους Ελληνες εκδότες. Κανείς δεν θα τολμούσε να κυκλοφορήσει μετάφραση, όπου να διαβάζουμε για Σάρκοζι, για Μίτεραν, για Σίρακ ή για Πόμπιντου. Ομως, στο βιβλίο του Πάπε, όλοι σχεδόν οι Αραβες έχουν αποκτήσει τουρκικά ή γαλλικά ονόματα!
Εφόσον αποφασίζεται η έκδοση ενός τόσο σημαντικού βιβλίου, όπως του Πάπε, ήταν τόσο δύσκολο, άραγε, για τη μεταφράστρια ή για τον επιμελητή να ρωτήσουν έναν Παλαιστίνιο ή έναν Ισραηλινό για την ορθή γραφή και προφορά των ονομάτων; Ετσι δεν θα βασάνιζαν τον αναγνώστη με άγνωστες λέξεις, γραμμένες με ακατανόητο τρόπο, όπως a'ayan, δεν θα άλλαζαν το φύλο γυναικών πολιτικών και θα απέκρυπταν την παταγώδη άγνοιά τους για κορυφαίες προσωπικότητες της Μέσης Ανατολής ή για τη μεγαλύτερη τραγουδίστρια του αραβικού κόσμου, την Ουμ Καλσούμ, την οποία μετέτρεψαν σε ...μουσικό είδος.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 18/01/2008
ILAN ΡΑΡΡΕ
Η ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης
ΜΤΦΡ.: ΜΑΡΙΑ-ΑΡΙΑΔΝΗ ΑΛΑΒΑΝΟΥ
«ΚΕΔΡΟΣ»
Το βιβλίο «Η ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης» του Ιλάν Πάπε είναι ένα επίτευγμα και μία ανεκτίμητη προσφορά, όχι μόνο στην επιστήμη, αλλά και στην πολιτική, και κυρίως στον πολιτισμό. Ο διάσημος Ισραηλινός ιστορικός κατάφερε να γράψει μια ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης που δεν αφορά μόνο τους Παλαιστίνιους ή τους Ισραηλινούς, αλλά και τους δύο αυτούς λαούς, που η μοίρα τους συνδέθηκε τόσο στενά εδώ και αιώνες.
Ο Ιλάν Πάπε δεν παρακολουθεί με παράλληλο τρόπο τις εξελίξεις στις δύο πλευρές, αλλά καταγράφει ταυτόχρονα όσα διαδραματίζονται στην ίδια γη, την Παλαιστίνη, και αφορούν συνολικά τους κατοίκους της, Παλαιστίνιους, Αραβες και Εβραίους, αρχικά, Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς, αργότερα. Η ιστορία του περιλαμβάνει τους πάντες: μουσουλμάνους και Εβραίους, αλλά και χριστιανούς, ντόπιους και ξένους, Αραβες και Ευρωπαίους.
Ο συγγραφέας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα, όπου δίδασκε την «ιστορία της σύγκρουσης στην Παλαιστίνη», ξεκαθαρίζει τα πράγματα από την αρχή: οι φοιτητές του, Παλαιστίνιοι και Εβραίοι, ζητούσαν μια αφήγηση της ιστορίας της χώρας τους που να μην είναι επανάληψη των γνωστών εκδοχών της μιας ή της άλλης πλευράς της σύγκρουσης, μια ιστορία που θα σεβόταν τον «άλλο», αλλά και θα έβλεπε με αισιοδοξία το μέλλον.
Διευκρινίζει ακόμη ότι η οπτική γωνία του είναι ο ανθρωπισμός και όχι ο εθνικισμός, ο εθνοτισμός ή η θρησκεία. Νιώθει επίσης την ανάγκη να τονίσει ότι οι «ήρωες» του βιβλίου αυτού είναι τα θύματα των κάθε είδους καταστροφών και τα απαριθμεί: γυναίκες, παιδιά, χωρικοί, εργάτες, απλοί κάτοικοι των πόλεων, ειρηνόφιλοι, υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα θύματα για τον συγγραφέα είναι και Παλαιστίνιοι και Εβραίοι. Ο Ιλάν Πάπε πιστεύει ότι πρέπει να ξαναγραφτεί ή μάλλον ουσιαστικά να διασωθεί η ιστορία που διαγράφτηκε ή ξεχάστηκε.
Ο συγγραφέας μάς βάζει ξαφνικά στην καρδιά του ζητήματος, όταν λέει ότι κάποιες ηλιόλουστες μέρες που η όμορφη Χάιφα φαίνεται ολόκληρη από εκεί ψηλά όπου βρίσκεται το Πανεπιστήμιο, ζητεί από τους φοιτητές του να συνδυάσουν αυτό που βλέπουν με την ιστορία. Οι Παλαιστίνιοι και οι Εβραίοι φοιτητές του παρουσιάζουν δύο διαμετρικά αντίθετες απόψεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν τις αλληλοσυγκρουόμενες ιστορικές αφηγήσεις που γίνονται αποδεκτές ως αληθινές.
Ο Πάπε μας λέει ότι οφείλουμε να λάβουμε υπόψη αυτές τις αφηγήσεις, αλλά όχι να τις αποδεχθούμε ως «ιστορικά αληθινές», καθώς χρειάζεται μια εναλλακτική αφήγηση που αναγνωρίζει τις ομοιότητες, επικρίνει τις πλαστογραφήσεις και επεκτείνεται σε τομείς που δεν καλύπτονται από τις δύο αφηγήσεις.
Ο συγγραφέας επιχειρεί να ξεπεράσει δύο εμπόδια: πρώτον, να «ανατρέψει» δύο διακριτές παραλλαγές της ιστορίας της χώρας, δηλαδή τις δύο αντιτιθέμενες εθνικές ιστοριογραφίες του Ισραήλ και της Παλαιστίνης και, δεύτερον, να αμφισβητήσει το κυριαρχικό ιστορικό παράδειγμα που αποδέχονται οι ιστοριογράφοι του εκσυγχρονισμού και με βάση το οποίο εντοπίζουν με ακρίβεια την αφετηρία της ιστορίας του σύγχρονου Ισραήλ και της σύγχρονης Παλαιστίνης. Η αμφισβήτηση αυτού του παραδείγματος μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία εναλλακτικών αφετηριακών σημείων για τη δική του εξιστόρηση.
Η θεωρία του εκσυγχρονισμού, λέει ο Πάπε, προϋποθέτει ότι υπάρχει μια ανιχνεύσιμη στιγμή στην Ιστορία, στην περίπτωση της Παλαιστίνης το 1799 -η εισβολή του Ναπολέοντα στην Παλαιστίνη-, όταν οι κοινωνίες παύουν να είναι παραδοσιακές και να ζουν μέσω του παρελθόντος. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η Παλαιστίνη άφησε πίσω της το παρελθόν με τη βοήθεια της Δύσης, ενώ οι ντόπιοι Παλαιστίνιοι δεν αποτελούν έγκυρο αντικείμενο μελέτης για τους ιστορικούς, εκτός αν έχουν εκσυγχρονιστεί.
Επειδή, λοιπόν, οι ελίτ της Παλαιστίνης κατάφεραν να εκσυγχρονιστούν, η αφήγηση του εκσυγχρονισμού της χώρας είναι πιο πολύ μια ιστορία αυτών των ελίτ, παρά του λαού.
Η ισραηλινή ιστοριογραφία προσυπογράφει την εκσυγχρονιστική αφήγηση, εφόσον ο σιωνισμός ήταν ευρωπαϊκό φαινόμενο, και από την άποψη του εκσυγχρονισμού η επιρροή του στην Παλαιστίνη εντάσσεται στη διαδικασία του εκδυτικισμού. Αντίστοιχα, η εθνικιστική παλαιστινιακή εκδοχή, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί εναλλακτική στην ευρωκεντρική άποψη, εντάσσεται και αυτή στην ίδια αφήγηση, αφού η εμφάνιση του εθνικισμού στην Παλαιστίνη είναι αναπόσπαστο τμήμα του εκδυτικισμού.
Ο Πάπε επισημαίνει ότι η εθνική ιστοριογραφική συγγραφή και στις δύο πλευρές προϋποθέτει ότι η ιστορία της χώρας είναι συνώνυμη με την ιστορία του εθνικισμού. Ο εθνικισμός ως έννοια θεωρείται ότι περιλαμβάνει τη ζωή όλων σε μια δεδομένη χώρα. Στην πραγματικότητα όμως είναι η ιστορία των ελαχίστων, όχι των πολλών.
Γι' αυτό επιχειρεί να διατυπώσει μια νέα προσέγγιση χωρίς να αγνοεί τη σημασία της Δύσης, των ελίτ, του εθνικισμού και της σύγκρουσης ή τη σημασία ορισμένων βασικών αλλαγών, που καταγράφονται από τους θεωρητικούς του εκσυγχρονισμού, όπως την εκβιομηχάνιση, την αστικοποίηση, την εκκοσμίκευση κ.τ.λ.
Με τη νέα προσέγγισή του δεν αμφισβητεί όλους αυτούς τους παράγοντες και τις διαδικασίες, απορρίπτει όμως τη λογική με την οποία οι εκσυγχρονιστές κατασκευάζουν τις συνδέσεις μεταξύ τους. Ο Πάπε βλέπει μια κατακερματισμένη διαδικασία μετασχηματισμού, όπου οι τοπικές κοινωνίες κινούνται με εξίσου μεγάλο ζήλο «προς τα πίσω» και «προς τα μπρος», κατά μήκος της διαχωριστικής γραμμής που χάραξε η θεωρία του εκσυγχρονισμού. Η επαφή με τον ισχυρό «άλλο» είναι τόσο αρνητικός όσο και θετικός παράγοντας.
Η προσέγγιση αυτή εισάγει στην ιστορική σκηνή δρώντα υποκείμενα που ήταν τελείως περιθωριοποιημένα από την εκσυγχρονιστική προσέγγιση. Ενα ηγετικό δρων υποκείμενο είναι η κατώτερη κοινωνία, δηλαδή οι ομάδες που συνήθως ζουν έξω από τη σφαίρα της πολιτικής και της εξουσίας.
Ο Ιλάν Πάπε παραχωρεί πολύ περισσότερο χώρο σε αυτό που ονομάζεται «μάζες» στη θεωρία του εκσυγχρονισμού. Δεν τις θεωρεί απλές μάζες ανθρώπων, αλλά ομαδοποιήσεις που έχουν γίνει ύστερα από επιλογή, οι οποίες αλλάζουν κατά βούληση ή αναγκάζονται να το κάνουν. «Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι στενά δεμένοι με τη γη ή με την ιδιοκτησία τους, όχι γιατί αισθάνονται επιτακτική την εθνική ανάγκη να προστατεύσουν την πατρίδα, την οντότητά της, αλλά για πολύ πιο πεζούς και ταυτόχρονα πιο ανθρώπινους λόγους», γράφει.
Ολοι αυτοί ορίζονται με βάση εθνικά, θρησκευτικά ή ταξικά χαρακτηριστικά, αλλά ο συγγραφέας καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στις διακηρύξεις τους και στο πώς κατανοεί ο ίδιος τα στοιχεία που τους ενώνουν.
Ενας δεύτερος δρων είναι το παρελθόν, με τη μορφή της παράδοσης και της θρησκείας, το οποίο ο Πάπε θέλει να παρουσιάσει ξανά και να δείξει ότι ήταν και εξακολουθεί να είναι ζωτικός παράγοντας της ζωής των ανθρώπων τόσο στο Ισραήλ όσο και στην Παλαιστίνη. Το παρελθόν, λέει, δεν είναι πάντα οπισθοδρομικό, όπως το παρόν δεν είναι πάντα προοδευτικό.
Ο συγγραφέας δεν παρουσιάζει το παρελθόν ειδυλλιακά, ούτε περιγράφει το έθνος όπως σε ένα εθνικιστικό χρονικό, σαν κάτι αιώνιο. Γι' αυτό μας υπενθυμίζει ότι το έθνος είναι ανθρώπινη επινόηση που εμφανίστηκε σχετικά πρόσφατα για να υπηρετήσει συγκεκριμένους σκοπούς και ωφέλησε ορισμένους, αλλά κατέστρεψε άλλους. Πάνω από όλα, ουδέποτε ήταν η ουσία της ζωής.
Οι περισσότερες από τις ιστορίες της Παλαιστίνης και του Ισραήλ είναι ιστορίες σύγκρουσης. Ομως η ζωή στην Παλαιστίνη και στο Ισραήλ δεν καθορίζονται μόνο από τη σύγκρουση. Ο Πάπε αναλύει όλες τις φάσεις της σύγκρουσης, αλλά επειδή θέλει να προσφέρει μια ενιαία ιστορία, αρνείται την άποψη ότι η σύγκρουση αποτελεί την ουσία της ζωής στη γη της Παλαιστίνης.
Ενα τελευταίο μεθοδολογικό στοιχείο θεωρεί απαραίτητο να διευκρινίσει ο Πάπε. Στο βιβλίο του, λέει, ο αναγνώστης θα βρει παραδείγματα που αντιστοιχούν περισσότερο στην εθνική παλαιστινιακή αφήγηση και λιγότερο στην ισραηλινή. Αυτό δεν οφείλεται στο ότι ο συγγραφέας είναι Παλαιστίνιος. «Δεν είμαι», τονίζει και διευκρινίζει ότι το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο από κάποιον που υιοθετεί τη συμπάθεια απέναντι στον αποικιοκρατούμενο και όχι στον αποικιοκράτη, που συμπάσχει με τους κατακτημένους και όχι με τους κατακτητές.
Συνεπής στις αρχές του, ξετυλίγει την ιστορία του, δίνοντας έμφαση σε όσα υποσχέθηκε, φωτίζοντας από νέα σκοπιά αρκετά γεγονότα, αλλά κυρίως ανασύροντας πολλά άγνωστα στοιχεία. Ο Πάπε δίνει στον αναγνώστη να καταλάβει πώς ακριβώς ήταν η αγροτική Παλαιστίνη, αλλά και η ζωή στις πόλεις κατά την οθωμανική περίοδο, εξηγεί τον ρόλο τον φυλάρχων, των αστών προυχόντων, των Ευρωπαίων αποικιοκρατών, αλλά και των πρώτων σιωνιστών εποίκων.
Το κεφάλαιο που αφιερώνει στη βρετανική Εντολή αποκαλύπτει την «ανείπωτη ιστορία» της Παλαιστίνης. Εκεί βλέπουμε ότι παρά τις προσπάθειες της σιωνιστικής ηγεσίας να εφαρμόσει πολιτική αποκλειστικής απασχόλησης Εβραίων, ο αριθμός των Παλαιστινίων που απασχολούνταν στην εβραϊκή οικονομία τριπλασιάστηκε.
Εκεί αναλύονται οι διαφορετικές αντιλήψεις της εβραϊκής και της παλαιστινιακής ηγεσίας που οδήγησαν τελικά στην προετοιμασία για την κρίσιμη αναμέτρηση. Ο Πάπε αποδεικνύει με στοιχεία ότι η εβραϊκή κοινότητα ήταν ήδη «κράτος εν κράτει» κατά την περίοδο της βρετανικής Εντολής, πριν αναγνωριστεί επισήμως το 1948.
Ο συγγραφέας, χωρίς να υποτιμά τις μεγάλες συγκρούσεις, όπως την εξέγερση του 1936 ή τον ρόλο της εδραιωμένης πια εβραϊκής ηγεσίας στην Παλαιστίνη, επιμένει στις περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι μπροστά στους κινδύνους ή τις καταστροφές, συνυπήρξαν ή συνεργάστηκαν σε μη εθνικά επίπεδα ταξικής ή επαγγελματικής αλληλεγγύης.
Μας θυμίζει ότι το 1920 Παλαιστίνιοι, Εβραίοι και Αραβες από τη Συρία και την Αίγυπτο ίδρυσαν το πρώτο συνδικάτο στην Παλαιστίνη στα συνεργεία των σιδηροδρόμων, των τηλεγραφείων και των ταχυδρομείων, ενώ ο Εβραίος συνδικαλιστής ηγέτης στη Χάιφα επέπληττε τους Εβραίους εργάτες γιατί «η αποστολή τους δεν είναι να συναδελφωθούν με τους Αραβες εργάτες, αλλά να βοηθήσουν στη θωράκιση του σιωνιστικού σχεδίου για τη χώρα».
Ο Πάπε αποδομεί μεθοδικά όλους τους θεμελιακούς λίθους της ισραηλινής ιστοριογραφίας, αλλά κυρίως την κατεστημένη αντίληψη σε Ευρώπη και ΗΠΑ για την πορεία του Μεσανατολικού. Η εκδίωξη, για παράδειγμα, του παλαιστινιακού πληθυσμού τοποθετείται στις πραγματικές διαστάσεις της: ήδη από τη δεκαετία του '30, οι σιωνιστές ηγέτες τη θεωρούν μία από τις πολλές επιλογές για τη λύση του ζητήματος της συνύπαρξης στην ίδια γη.
Ο συγγραφέας αναλύει διεξοδικά τα σχέδια εθνικής εκκαθάρισης, βασιζόμενος σε εβραϊκά κυρίως ντοκουμέντα. Κορυφαίο παράδειγμα το χωριό Ταντούρα, ένα από τα 370 παλαιστινιακά χωριά που ξεκληρίστηκαν, που αποτέλεσε και θέμα της περίφημης διατριβής του Κατζ, για την οποία ο Πάπε σύρθηκε στα δικαστήρια. Εκεί διακόσιοι άνδρες, ηλικίας 18 έως 30 χρόνων, σφαγιάστηκαν εν ψυχρώ από την ταξιαρχία Αλεξαντρόνι (το μοντέλο της επιχείρησης θα αντιγράψουν σε πολλαπλάσιο βαθμό οι Σέρβοι του Κάρατζιτς στη Σρεμπρένιτσα 45 χρόνια αργότερα).
Εξίσου σημαντική ήταν όμως και η επιχείρηση «μνημοκτονίας» που διεξήχθη τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας του Ισραήλ, όταν μετονομάστηκαν χιλιάδες τόποι, βουνά, κοιλάδες, πηγές και δρόμοι για να μη θυμίζουν τίποτε από το παρελθόν τους.
Ο Πάπε βυθίζει το νυστέρι του βαθιά στην ισραηλινή ιστορία, προσφέροντάς μας διαφωτιστικές σελίδες για τη σκληρή ζωή των 160.000 Παλαιστινίων που έμειναν στο κράτος του Ισραήλ (που φτάνουν σήμερα το 1,3 εκατομύριο) και έζησαν κάτω από καθεστώς στρατιωτικού νόμου επί 18 χρόνια, αλλά και για τον θετικό ρόλο της ισραηλινής Αριστεράς και ιδιαίτερα του Κομμουνιστικού Κόμματος, κυρίως όμως για τους Εβραίους που ζούσαν στις αραβικές χώρες και βρέθηκαν στο Ισραήλ, διωγμένοι ή όχι, και υφίστανται μέχρι σήμερα διακρίσεις ως δεύτερης κατηγορίας πολίτες.
Στο κεφάλαιο για την εξέγερση (Ιντιφάντα) ο Πάπε δίνει μια πολιτική και ταυτόχρονα κοινωνιολογική ερμηνεία για τα αίτιά της και αναλύει διεξοδικά τον ρόλο κάθε παράγοντα στη σύγκρουση - γυναίκες, θρησκεία, πολυπολιτισμικότητα. Χαρακτηριστική είναι η επισήμανσή του για τους «ανατολιστές συμβούλους» της ισραηλινής κυβέρνησης, οι οποίοι στις αρχές της δεκαετίας του '80, όταν σημειώνεται η στροφή προς το Ισλάμ, συνέστησαν να ενισχυθεί το πολιτικό Ισλάμ ως αντιπερισπασμός στην εθνική πολιτική της «Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης»!
Από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια είναι αυτό που αναφέρεται στη μεγάλη συζήτηση που άρχισε στο Ισραήλ στα τέλη της δεκαετίας του '90 για την επανεκτίμηση της ηγεμονικής ιδεολογίας του εβραϊκού κράτους, του σιωνισμού. Αυτό το κίνημα κριτικής, που εκφράστηκε κυρίως στα πανεπιστήμια, στην τέχνη και στα μέσα ενημέρωσης, ο Πάπε το ονομάζει μετα-σιωνισμό και αναλύει το πολιτικό και το ακαδημαϊκό υπόβαθρό του.
Σε αυτό εντάσσεται και ο ίδιος μαζί με τους άλλους «αναθεωρητές» ή «νέους ιστορικούς» που διακρίνονται για την απόρριψη των βασικών υποθέσεων που αποτελούν το υπόστρωμα της συλλογικής μνήμης των Ισραηλινών για τον πόλεμο του 1948 αλλά και για την υπονόμευση των θεμελιακών μύθων του Ισραήλ.
Στο κεφάλαιο με τον εύγλωττο τίτλο «Η πορεία αυτοκτονίας», ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι η διαδικασία του Οσλο είναι άλλο ένα τραγικό κεφάλαιο στην ιστορία της ειρήνευσης και προσπαθεί να ερμηνεύσει τη ροπή προς τον μαρτυρικό θάνατο που υπαγορεύεται από την απελπισία. Εκεί ο Πάπε εκφράζει την απαισιοδοξία του προβλέποντας -και ορθά- ότι ο μετα-σιωνισμός θα αποδειχθεί μια πολύ σύντομη ιστορία και ότι πιθανόν να αντικατασταθεί από μια σκοτεινή περίοδο, στην οποία θα βασιλεύσει ο νεο-σιωνισμός, μια φονταμενταλιστική ασυμβίβαστη εκδοχή του σιωνισμού.
Ενα κεφάλαιο που λείπει και το οποίο θα βοηθούσε στην κατανόηση του ευρύτερου πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το Παλαιστινιακό, είναι οι σχέσεις της εβραϊκής διασποράς, και κυρίως της αμερικανικής, με τις επιλογές των ισραηλινών κυβερνήσεων και η εξέλιξη του παλαιστινιακού κινήματος σε συνάρτηση με τις αλλαγές στον αραβικό κόσμο.
Αλλά, ολοκληρώνοντας το βιβλίο του, δεν παραλείπει να αναδείξει ορισμένα παραδείγματα συνεργασίας Εβραίων και Παλαιστινίων, είτε σε συνεταιρισμούς είτε σε μη κυβερνητικές οργανώσεις είτε σε κοινές διαδηλώσεις. 'Η ακόμη, να θυμίσει τις «νησίδες συνύπαρξης» οι οποίες συνυπάρχουν με την αντίσταση, την απελπισία και τη διαμαρτυρία. Αυτές οι νησίδες, που καλύπτουν όλες τις σφαίρες της ζωής, δεν επιτρέπουν στους ανθρώπους απλώς να δραπετεύουν από μια σκληρή, ρατσιστική και καταπιεστική πραγματικότητα, αλλά προσφέρουν επίσης ένα πρότυπο για το μέλλον.
Η ιστορία της σύχρονης Παλαιστίνης του Πάπε είναι αναντικατάστατο εργαλείο για όποιον θέλει να δει τη μεσανατολική σύγκρουση χωρίς τις παρωπίδες της μανιχαϊκής προσέγγισης και με αυτή την έννοια είναι πρόκληση για όσους ασχολούνται με τη σύγχρονη ελληνική Ιστορία, και ιδιαίτερα με τα κεφάλαια των σχέσεων με Τουρκία και Βαλκάνια...
Η ελληνική μετάφραση του βιβλίου είναι σε γενικές γραμμές καλή, με αρκετές όμως αδυναμίες και ακυρολεξίες. Εκείνο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι σχεδόν όλα τα αραβικά και εβραϊκά ονόματα είναι γραμμένα και κυρίως τονισμένα κατά τρόπο λαθεμένο. Αυτό το ζήτημα αφορά, δυστυχώς, τους περισσότερους Ελληνες εκδότες. Κανείς δεν θα τολμούσε να κυκλοφορήσει μετάφραση, όπου να διαβάζουμε για Σάρκοζι, για Μίτεραν, για Σίρακ ή για Πόμπιντου. Ομως, στο βιβλίο του Πάπε, όλοι σχεδόν οι Αραβες έχουν αποκτήσει τουρκικά ή γαλλικά ονόματα!
Εφόσον αποφασίζεται η έκδοση ενός τόσο σημαντικού βιβλίου, όπως του Πάπε, ήταν τόσο δύσκολο, άραγε, για τη μεταφράστρια ή για τον επιμελητή να ρωτήσουν έναν Παλαιστίνιο ή έναν Ισραηλινό για την ορθή γραφή και προφορά των ονομάτων; Ετσι δεν θα βασάνιζαν τον αναγνώστη με άγνωστες λέξεις, γραμμένες με ακατανόητο τρόπο, όπως a'ayan, δεν θα άλλαζαν το φύλο γυναικών πολιτικών και θα απέκρυπταν την παταγώδη άγνοιά τους για κορυφαίες προσωπικότητες της Μέσης Ανατολής ή για τη μεγαλύτερη τραγουδίστρια του αραβικού κόσμου, την Ουμ Καλσούμ, την οποία μετέτρεψαν σε ...μουσικό είδος.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 18/01/2008
Ενας Ισραηλινός αποδομεί τους εθνικούς μύθους
Πώς από «ήρωας» έγινα «προδότης»
ΤΟΥ ΙΛΑΝ ΠΑΠΕ*
Γεννήθηκα στο Ισραήλ και είχα μιαν εκπαίδευση πολύ παραδοσιακή και μια ζωή φυσιολογική, σαν αυτή που ζει κανείς στο Ισραήλ, μέχρις ότου έκανα τη διπλωματική μου εργασία στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, πράγμα που συνέβη πριν από πολλά χρόνια, στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Οπως όλοι οι Ισραηλινοί, γνώριζα πολύ λίγα για την κατάσταση των Παλαιστινίων και είχα συναντήσει πολύ λίγους Παλαιστίνιους.
Ηδη στο Λύκειο, ήμουν ένας μαθητής πολύ παθιασμένος για την Ιστορία και ήξερα ότι θα γίνω ιστορικός.
Ολα όσα μου δίδασκαν στο σχολείο τα αποδεχόμουν και δεν είχα αμφιβολίες ότι αυτό που οι δάσκαλοί μου με δίδασκαν είναι η μοναδική αλήθεια για το παρελθόν.
Από τότε που αποφάσισα να κάνω το διδακτορικό μου έξω από το Ισραήλ, η ζωή μου, η επαγγελματική σίγουρα αλλά και η ιδιωτική και η δημόσια, άλλαξε.
Γιατί, όταν πάει κανείς στο εξωτερικό, αντιλαμβάνεται πράγματα που θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθεί αν παρέμενε στη χώρα του. Κι εγώ επέλεξα ως θέμα της διδακτορικής μου διατριβής το 1948, επειδή, αν και δεν γνώριζα πολλά για το παρελθόν, είχα κατανοήσει ότι εκείνη ήταν μια χρονιά που είχε συμβάλει πολύ στη διάπλασή του. Γνώριζα αρκετά ώστε να κατανοώ ότι ήταν ένας σταθμός της Ιστορίας, επειδή το 1948, από την ισραηλινή σκοπιά, αποτελεί το θαύμα, την καλύτερη χρονιά της εβραϊκής Ιστορίας. Υστερα από δύο χιλιάδες χρόνια εξορίας, οι Εβραίοι επιτέλους ιδρύουν ένα κράτος και κατακτούν την ανεξαρτησία. Και για τους Παλαιστίνιους ήταν ακριβώς το αντίθετο, ήταν η χειρότερη χρονιά της ιστορίας τους και την αποκαλούν Νάκμπα, η καταστροφή, σχεδόν ένα ολοκαύτωμα, το χειρότερο γεγονός που μπορεί να συμβεί σε ένα έθνος. Και το γεγονός ότι η ίδια χρονιά, τα ίδια γεγονότα ερμηνεύτηκαν με τρόπο τόσο διαφορετικό από τα δύο μέρη με προβλημάτιζε πολύ.
Το ότι ζούσα στο εξωτερικό μού επέτρεψε μια μεγαλύτερη ικανότητα κατανόησης και σεβασμού των άλλων απόψεων. Σκέφτηκα ότι μπορούσε ίσως να υπάρχει ένας άλλος τρόπος να ερμηνεύουμε την ιστορία, διαφορετικός από εκείνον που είχα βιώσει εγώ. Οτι δεν υπήρχε μόνον η δική μου πραγματικότητα, ο τρόπος που βλέπουν τα πράγματα οι δικοί μου άνθρωποι, η δική μου χώρα. Αλλά φυσικά αυτό δεν ήταν αρκετό.
Για να επανερμηνεύσουμε την Ιστορία δεν αρκούσε το γεγονός ότι κάποια μέρα κάποιος αφυπνίζεται και λέει: μια στιγμή, υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που ερμηνεύουν την ιστορία διαφορετικά· και αν είσαι ένας αληθινός μελετητής πρέπει να παλέψεις για να σεβαστείς την άποψη του άλλου και όχι μόνο τη δική σου. Υπήρξα και τυχερός εξαιτίας του γεγονότος ότι, όταν αποφάσισα να μελετήσω την άλλη πλευρά, ήταν η χρονιά στην οποία, με βάση την ισραηλινή νομοθεσία, έπαυε το κρατικό μυστικό για τα ντοκουμέντα που αναφέρονταν στην πολιτική σφαίρα, ενώ η πρόσβαση στα στρατιωτικά αρχεία θα επιτρεπόταν ύστερα από 50 χρόνια.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν εγώ άρχιζα στην Οξφόρδη, στην Αγγλία, δημοσιεύτηκε κάμποσο υλικό για το 1948. Κι εγώ άρχισα να αναλύω τα αρχεία στο Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία. Ακόμα και τα Ηνωμένα Εθνη, που είχαν αρχεία μεγάλου ενδιαφέροντος στην Γενεύη και στη Νέα Υόρκη, άνοιξαν τα δικά τους αρχεία. Και αμέσως άρχισα να βλέπω μιαν εικόνα της κατάστασης του 1948, που δεν μου ήταν καθόλου οικεία.
Οι ιστορικοί χρειάζονται μιαν ορισμένη χρονική περίοδο για να αφομοιώσουν το υλικό και να το μετατρέψουν σε άρθρο, σε βιβλίο ή σε διδακτορική διατριβή, όπως στην περίπτωσή μου. Και ύστερα από δύο χρόνια είχα αποκτήσει μια καθαρή εικόνα αυτού που συνέβη το 1948 και αυτή η εικόνα ερχόταν σε δραματική αντίθεση με την εκδοχή που είχα διδαχθεί στην περίοδο της σχολικής μου εκπαίδευσης. Και δεν ήμουν ο μόνος που είχα μια τέτοια εμπειρία. Δύο ή τρεις, ίσως τέσσερις, Ισραηλινοί ιστορικοί μελέτησαν το ίδιο υλικό και έφτασαν στα ίδια συμπεράσματα: ότι ο τρόπος που ερμηνεύαμε το Ισραήλ του 1948 δεν ήταν ορθός και ότι τα ντοκουμέντα έδειχναν μια πραγματικότητα διαφορετική από εκείνη που γνωρίζαμε. Μας αποκάλεσαν «Νέους Ιστορικούς». Τι αντιρρήσεις είχαμε όμως για το 1948;
Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε τον παλιό τρόπο ερμηνείας και τον νέο που ακολούθησε, έτσι ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε.
Σύμφωνα με την παραδοσιακή θεώρηση, το 1948, ύστερα από 30 χρόνια αγγλικής κυριαρχίας στην Παλαιστίνη, το εβραϊκό έθνος του σιωνιστικού κινήματος ήταν έτοιμο να αποδεχθεί μια πρόταση ειρήνης με τον τοπικό παλαιστινιακό πληθυσμό. Και επομένως, όταν τα Ηνωμένα Εθνη προσφέρθηκαν να διαιρέσουν την Παλαιστίνη σε δύο κράτη, το σιωνιστικό κίνημα είπε ναι και οι παλαιστίνιοι και ο αραβικός κόσμος είπαν όχι. Συνεπώς ο αραβικός κόσμος άρχισε έναν πόλεμο για να καταστρέψει το κράτος του Ισραήλ και προέτρεψε τους Παλαιστίνιους να φύγουν για να διευκολύνουν την εισβολή των αραβικών στρατευμάτων.
Οι Εβραίοι ηγέτες ζήτησαν από τους Παλαιστίνιους να μη φύγουν, αλλά εκείνοι έφυγαν. Και ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος δημιουργήθηκε το πρόβλημα των Παλαιστίνιων προσφύγων. Ηταν ένα θαύμα που το Ισραήλ νίκησε στον πόλεμο και έγινε ανεξάρτητο κράτος. Και από τότε οι Παλαιστίνιοι και ο αραβικός κόσμος δεν έπαψαν να θέλουν να καταστρέψουν το εβραϊκό κράτος. Αυτή είναι, λίγο ώς πολύ, η ιστορία με την οποία μεγαλώσαμε. Υπάρχει και ένας άλλος μύθος για την εισβολή του 1948, ότι δηλαδή μια πολύ ισχυρή αραβική στρατιωτική δύναμη εισέβαλε στην Παλαιστίνη και ένας μικρός εβραϊκός στρατός πολέμησε εναντίον της. Ηταν μια μυθολογία του τύπου Δαβίδ και Γολιάθ, όπου οι Εβραίοι ήταν οι Δαβίδ και οι αραβικές στρατιές ο Γολιάθ κι έγινε και πάλι ένα θαύμα, αφού ο Δαβίδ νίκησε τον Γολιάθ.
Αυτή είναι η επίσημη εκδοχή. Αυτά που ανακαλύψαμε αμφισβητούσαν το μεγαλύτερο μέρος του μύθου.
Πρώτα απ' όλα ανακαλύψαμε ότι οι σιωνιστές ηγέτες, η ισραηλινή ηγεσία, αδιαφορώντας για τα ειρηνευτικά σχέδια των Ηνωμένων Εθνών, είχαν σκεφτεί πολύ πριν από το 1948 να εκδιώξουν τους Παλαιστίνιους, να τους κυνηγήσουν. Ετσι οι Παλαιστίνιοι δεν έχασαν τα σπίτια τους εξαιτίας του πολέμου.
Αυτό που συνέβη είναι ότι οι σιωνιστές, οι Εβραίοι, οι Ισραηλινοί, ονομάστε τους όπως θέλετε, σχεδίασαν την εθνική εκκαθάριση της Παλαιστίνης από τον αυτόχθονα πληθυσμό το 1948.
Οφείλω να παραδεχτώ ότι δεν είναι όλοι οι νέοι ιστορικοί σύμφωνοι με την ανάλυσή μου. Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι οι μισοί Παλαιστίνιοι εκδιώχτηκαν και οι άλλοι μισοί έφυγαν με δική τους πρωτοβουλία. Αλλοι θα μπορούσαν να πουν ότι ο πόλεμος υπήρξε η αιτία όλων αυτών. Εγώ έχω στον νου μου μια καθαρή εικόνα της κατάστασης. Φυσικά δεν μπορώ να υποχρεώσω κανέναν να την αποδεχθεί, αλλά είμαι βέβαιος ότι ήδη στη δεκαετία του '30 η ισραηλινή ηγεσία είχε σκεφτεί και είχε προγραμματίσει με τρόπο συστηματικό την εκδίωξη των Παλαιστινίων το '48. Συνοπτικά, η άποψη της παλιάς ισραηλινής ιστορικής σχολής ήταν: το Ισραήλ δεν έχει καμία ευθύνη για τους Παλαιστίνιους που έγιναν πρόσφυγες. Οι Παλαιστίνιοι ευθύνονται γι' αυτό, επειδή δεν αποδέχτηκαν το σχέδιο ειρήνης και υπάκουσαν στην αραβική έκκληση να εγκαταλείψουν τη χώρα. Αυτή ήταν η παλιά εκδοχή. Η δική μου εκδοχή, που τη συμμερίζεται ένας μεγάλος αριθμός ιστορικών, είναι ότι το Ισραήλ είναι ο μόνος υπεύθυνος για το πρόβλημα των προσφύγων, επειδή σχεδίασε την εκδίωξη των Παλαιστινίων από τη γη τους. Ανακαλύψαμε και ένα άλλο γεγονός αναφορικά με την ισορροπία των δυνάμεων που κινητοποίησαν οι αντίπαλοι. Η ιστορία ενός Αραβα Γολιάθ και ενός Εβραίου Δαβίδ δεν αντέχει στην αντιπαραβολή με την πραγματικότητα. Οι Αραβες μιλούν πολύ, συνεχίζουν να το κάνουν και σήμερα, αλλά κάνουν πολύ λίγα όταν πρόκειται για το παλαιστινιακό ζήτημα. Κι έτσι έστειλαν έναν πολύ περιορισμένο αριθμό στρατιωτών στο Ισραήλ. Και ουσιαστικά, για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ο ισραηλινός στρατός ήταν ανώτερος τόσο σε αριθμό στρατιωτών όσο και σε ποιότητα του εξοπλισμού και της εκπαίδευσης.
Τελικά ένας από τους πιο κοινούς ισραηλινούς μύθους για το 1948, και όχι μόνο για το 1948, είναι το ότι όλες τις φορές που το Ισραήλ τείνει το χέρι προς τον αραβικό κόσμο γενικά και προς τους Παλαιστίνιους ιδιαίτερα, για να πετύχει την ειρήνη, είναι ο αραβικός κόσμος και οι Παλαιστίνιοι εκείνοι που υιοθετούν μια σκληρή στάση και απορρίπτουν κάθε πρόταση για ειρήνη.
Νομίζω ότι έχουμε καταδείξει με την εργασία μας, τουλάχιστον για το 1948, ότι από μέρους του κόσμου υπήρξε μια αληθινή πρόταση ειρήνης, δηλαδή μια ιδέα ειρήνης μετά τον πόλεμο, και στην πραγματικότητα οι Παλαιστίνιοι και τα γειτονικά αραβικά κράτη ήταν διατεθειμένοι τουλάχιστον να ανοίξουν ένα παράθυρο για την ειρήνη, αλλά ήταν η ισραηλινή κυβέρνηση αυτή που απέρριψε την προσφορά. (...)
Η αρχή του σιωνιστικού κινήματος γίνεται στην Ευρώπη, στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι πρώτοι Εβραίοι άποικοι θα φτάσουν στην Παλαιστίνη το 1882. Ο κοινός τόπος που επικρατεί στο Ισραήλ λέει ότι αυτοί έφτασαν σε μια γη λίγο ώς πολύ ακατοίκητη και ήταν η εστία του σχεδίου οικοδόμησης ενός έθνους και ότι αυτοί δημιούργησαν μια πατρίδα για τους Εβραίους. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο αυτό δεν άρεσε στους Αραβες, οι οποίοι έτσι συνέχισαν να επιτίθενται στη μικρή εβραϊκή κοινότητα. Η μοίρα του Ισραήλ φαίνεται να είναι το να ζει σε μια περιοχή που κατοικείται από πρόσωπα που δεν μπορούν να το αποδεχτούν. Δεν το αποδέχονται επειδή αυτοί που επιτίθενται στο Ισραήλ είναι μουσουλμάνοι ή Αραβες και επομένως έχουν μια πολιτική κουλτούρα η οποία δεν περιλαμβάνει την ιδέα της ειρηνικής συμβίωσης με έναν γειτονικό λαό. Το Ισραήλ δίνει εξηγήσεις αυτού του τύπου για το γιατί οι Αραβες και οι Παλαιστίνιοι επιμένουν να επιτίθενται στο εβραϊκό κράτος.
Οι νέοι ιστορικοί θεωρούν την έλευση των Εβραίων από την Ευρώπη στον αραβικό κόσμο ως ένα αποικιοκρατικό φαινόμενο. Φυσικά είναι γνωστό το γεγονός ότι οι Εβραίοι καταδιώκονταν στην Ευρώπη και ότι αναζητούσαν ένα ασφαλές καταφύγιο. Αλλά το γεγονός ότι αποφάσισαν πως το μοναδικό ασφαλές καταφύγιο ήταν ένας τόπος που κατοικούνταν ήδη από έναν άλλο πληθυσμό, χαρακτηρίζει το σχέδιό τους με αποικιοκρατικό πνεύμα. Και έτσι οι ιστορικοί μελέτησαν τη γέννηση του σιωνισμού θεωρώντας τον ένα παράδειγμα αποικιοκρατίας.
Οι νέοι ιστορικοί χρησιμοποίησαν και άλλες ερμηνείες για κάθε φλέγον θέμα, όπως, για παράδειγμα, για τον δεσμό που υπάρχει ανάμεσα στο Ολοκαύτωμα και το κράτος του Ισραήλ. Πολύ θαρραλέοι μελετητές κατέδειξαν εκείνο που για μας τώρα είναι ένα γεγονός: το ότι η εβραϊκή ηγεσία στην Παλαιστίνη δεν έκανε όλα όσα θα μπορούσε να είχε κάνει για να σώσει τους Εβραίους στη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, επειδή ενδιαφερόταν περισσότερο για την τύχη των Εβραίων στην ίδια την Παλαιστίνη. Και ακόμα, ότι η μνήμη του Ολοκαυτώματος χειραγωγήθηκε στο Ισραήλ, για να δικαιολογηθούν ορισμένες πολιτικές και ορισμένες στάσεις απέναντι στους Παλαιστίνιους.
Ολο αυτό το έργο επανερμηνείας της ιστορίας του Ισραήλ φτάνει από το 1882 μέχρι τουλάχιστον τη δεκαετία του 1950. Εκατό ή εκατόν είκοσι μελετητές ενεπλάκησαν σε αυτό το εγχείρημα. Φυσικά, στην αρχή, η ισραηλινή κοινή γνώμη δεν αποδέχτηκε αυτά τα νέα αποτελέσματα και εξοργίστηκε πολύ μαζί τους, αλλά εγώ νομίζω ότι ήταν η αφετηρία μιας καλής ευκαιρίας για να αρχίσουμε να επηρεάζουμε την ισραηλινή κοινή γνώμη, ώς το σημείο να αλλάξουμε ορισμένα από τα σχολικά βιβλία. Επειτα ήρθε η δεύτερη Ιντιφάντα και πολλοί άνθρωποι θεώρησαν ότι το Ισραήλ βρισκόταν ξανά σε πόλεμο και όταν είσαι σε πόλεμο δεν μπορείς να ασκείς κριτική στη χώρα σου.
Ιδού λοιπόν πού έχουμε φτάσει τώρα. Πολλοί από εκείνους τους «εναλλακτικούς» μελετητές φίμωσαν το κριτικό τους πνεύμα και πρόσωπα όπως εγώ -μπορώ να μιλάω μόνο για την προσωπική μου εμπειρία- μέσα σε μια νύχτα κατέληξαν να θεωρούνται από ήρωες εχθροί. Δεν είναι μια εύκολη κατάσταση. Στη δεκαετία του '90 το Πανεπιστήμιό μου ήταν πολύ υπερήφανο που εγώ ανήκα στο διδακτικό του προσωπικό. Σε σημείο που το υπουργείο Εξωτερικών έστελνε εκεί πολλά πρόσωπα για να τους δείξει πόσο φιλελεύθερο ήταν αυτό το Πανεπιστήμιο, στο οποίο ανήκε ένα πρόσωπο που ήταν «Νέος Ιστορικός» και που μπορούσε να εκφράζει την κριτική του προσέγγιση. Ετσι το Ισραήλ θεωρούνταν μια ανοιχτή κοινωνία, η μοναδική δημοκρατία που υπήρχε στη Μέση Ανατολή. Μετά το 2000 έγινα ένας εχθρός για το Πανεπιστήμιο. Οχι μόνον το υπουργείο Εξωτερικών έπαψε να στέλνει επισκέπτες, αλλά και το Πανεπιστήμιο προσπάθησε να με στείλει στο εξωτερικό και να μποϊκοτάρει τις επισκέψεις προσώπων, και σχεδόν το κατάφερε το 2002. Θα γινόταν μάλιστα και μια σημαντική δίκη -ευτυχώς η δίκη δεν έγινε-, όπου εγώ θα έπρεπε να υποβληθώ σε όλων των ειδών τις κατηγορίες, που είναι αδιανόητο να μπορούν να υπάρχουν σε μια δημοκρατία: προδοσία εξαιτίας του περιεχομένου των μαθημάτων που έκανα, έλλειψη αφοσίωσης στη χώρα μου και άλλα παρόμοια. Οι θέσεις που εξέφραζα το 2002 ήταν οι ίδιες με εκείνες που εξέφραζα στη δεκαετία του '90. Δεν άλλαξα τις απόψεις μου. Αυτό που είχε αλλάξει ήταν το πολιτικό κλίμα στο Ισραήλ. (...)
* Το κείμενο αυτό του Ισραηλινού Ιλάν Πάπε είναι απόσπασμα μιας διάλεξης που έδωσε στο Τόκιο, τον Μάρτιο του 2007.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
ΤΟΥ ΙΛΑΝ ΠΑΠΕ*
Γεννήθηκα στο Ισραήλ και είχα μιαν εκπαίδευση πολύ παραδοσιακή και μια ζωή φυσιολογική, σαν αυτή που ζει κανείς στο Ισραήλ, μέχρις ότου έκανα τη διπλωματική μου εργασία στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, πράγμα που συνέβη πριν από πολλά χρόνια, στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Οπως όλοι οι Ισραηλινοί, γνώριζα πολύ λίγα για την κατάσταση των Παλαιστινίων και είχα συναντήσει πολύ λίγους Παλαιστίνιους.
Ηδη στο Λύκειο, ήμουν ένας μαθητής πολύ παθιασμένος για την Ιστορία και ήξερα ότι θα γίνω ιστορικός.
Ολα όσα μου δίδασκαν στο σχολείο τα αποδεχόμουν και δεν είχα αμφιβολίες ότι αυτό που οι δάσκαλοί μου με δίδασκαν είναι η μοναδική αλήθεια για το παρελθόν.
Από τότε που αποφάσισα να κάνω το διδακτορικό μου έξω από το Ισραήλ, η ζωή μου, η επαγγελματική σίγουρα αλλά και η ιδιωτική και η δημόσια, άλλαξε.
Γιατί, όταν πάει κανείς στο εξωτερικό, αντιλαμβάνεται πράγματα που θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθεί αν παρέμενε στη χώρα του. Κι εγώ επέλεξα ως θέμα της διδακτορικής μου διατριβής το 1948, επειδή, αν και δεν γνώριζα πολλά για το παρελθόν, είχα κατανοήσει ότι εκείνη ήταν μια χρονιά που είχε συμβάλει πολύ στη διάπλασή του. Γνώριζα αρκετά ώστε να κατανοώ ότι ήταν ένας σταθμός της Ιστορίας, επειδή το 1948, από την ισραηλινή σκοπιά, αποτελεί το θαύμα, την καλύτερη χρονιά της εβραϊκής Ιστορίας. Υστερα από δύο χιλιάδες χρόνια εξορίας, οι Εβραίοι επιτέλους ιδρύουν ένα κράτος και κατακτούν την ανεξαρτησία. Και για τους Παλαιστίνιους ήταν ακριβώς το αντίθετο, ήταν η χειρότερη χρονιά της ιστορίας τους και την αποκαλούν Νάκμπα, η καταστροφή, σχεδόν ένα ολοκαύτωμα, το χειρότερο γεγονός που μπορεί να συμβεί σε ένα έθνος. Και το γεγονός ότι η ίδια χρονιά, τα ίδια γεγονότα ερμηνεύτηκαν με τρόπο τόσο διαφορετικό από τα δύο μέρη με προβλημάτιζε πολύ.
Το ότι ζούσα στο εξωτερικό μού επέτρεψε μια μεγαλύτερη ικανότητα κατανόησης και σεβασμού των άλλων απόψεων. Σκέφτηκα ότι μπορούσε ίσως να υπάρχει ένας άλλος τρόπος να ερμηνεύουμε την ιστορία, διαφορετικός από εκείνον που είχα βιώσει εγώ. Οτι δεν υπήρχε μόνον η δική μου πραγματικότητα, ο τρόπος που βλέπουν τα πράγματα οι δικοί μου άνθρωποι, η δική μου χώρα. Αλλά φυσικά αυτό δεν ήταν αρκετό.
Για να επανερμηνεύσουμε την Ιστορία δεν αρκούσε το γεγονός ότι κάποια μέρα κάποιος αφυπνίζεται και λέει: μια στιγμή, υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που ερμηνεύουν την ιστορία διαφορετικά· και αν είσαι ένας αληθινός μελετητής πρέπει να παλέψεις για να σεβαστείς την άποψη του άλλου και όχι μόνο τη δική σου. Υπήρξα και τυχερός εξαιτίας του γεγονότος ότι, όταν αποφάσισα να μελετήσω την άλλη πλευρά, ήταν η χρονιά στην οποία, με βάση την ισραηλινή νομοθεσία, έπαυε το κρατικό μυστικό για τα ντοκουμέντα που αναφέρονταν στην πολιτική σφαίρα, ενώ η πρόσβαση στα στρατιωτικά αρχεία θα επιτρεπόταν ύστερα από 50 χρόνια.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν εγώ άρχιζα στην Οξφόρδη, στην Αγγλία, δημοσιεύτηκε κάμποσο υλικό για το 1948. Κι εγώ άρχισα να αναλύω τα αρχεία στο Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία. Ακόμα και τα Ηνωμένα Εθνη, που είχαν αρχεία μεγάλου ενδιαφέροντος στην Γενεύη και στη Νέα Υόρκη, άνοιξαν τα δικά τους αρχεία. Και αμέσως άρχισα να βλέπω μιαν εικόνα της κατάστασης του 1948, που δεν μου ήταν καθόλου οικεία.
Οι ιστορικοί χρειάζονται μιαν ορισμένη χρονική περίοδο για να αφομοιώσουν το υλικό και να το μετατρέψουν σε άρθρο, σε βιβλίο ή σε διδακτορική διατριβή, όπως στην περίπτωσή μου. Και ύστερα από δύο χρόνια είχα αποκτήσει μια καθαρή εικόνα αυτού που συνέβη το 1948 και αυτή η εικόνα ερχόταν σε δραματική αντίθεση με την εκδοχή που είχα διδαχθεί στην περίοδο της σχολικής μου εκπαίδευσης. Και δεν ήμουν ο μόνος που είχα μια τέτοια εμπειρία. Δύο ή τρεις, ίσως τέσσερις, Ισραηλινοί ιστορικοί μελέτησαν το ίδιο υλικό και έφτασαν στα ίδια συμπεράσματα: ότι ο τρόπος που ερμηνεύαμε το Ισραήλ του 1948 δεν ήταν ορθός και ότι τα ντοκουμέντα έδειχναν μια πραγματικότητα διαφορετική από εκείνη που γνωρίζαμε. Μας αποκάλεσαν «Νέους Ιστορικούς». Τι αντιρρήσεις είχαμε όμως για το 1948;
Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε τον παλιό τρόπο ερμηνείας και τον νέο που ακολούθησε, έτσι ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε.
Σύμφωνα με την παραδοσιακή θεώρηση, το 1948, ύστερα από 30 χρόνια αγγλικής κυριαρχίας στην Παλαιστίνη, το εβραϊκό έθνος του σιωνιστικού κινήματος ήταν έτοιμο να αποδεχθεί μια πρόταση ειρήνης με τον τοπικό παλαιστινιακό πληθυσμό. Και επομένως, όταν τα Ηνωμένα Εθνη προσφέρθηκαν να διαιρέσουν την Παλαιστίνη σε δύο κράτη, το σιωνιστικό κίνημα είπε ναι και οι παλαιστίνιοι και ο αραβικός κόσμος είπαν όχι. Συνεπώς ο αραβικός κόσμος άρχισε έναν πόλεμο για να καταστρέψει το κράτος του Ισραήλ και προέτρεψε τους Παλαιστίνιους να φύγουν για να διευκολύνουν την εισβολή των αραβικών στρατευμάτων.
Οι Εβραίοι ηγέτες ζήτησαν από τους Παλαιστίνιους να μη φύγουν, αλλά εκείνοι έφυγαν. Και ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος δημιουργήθηκε το πρόβλημα των Παλαιστίνιων προσφύγων. Ηταν ένα θαύμα που το Ισραήλ νίκησε στον πόλεμο και έγινε ανεξάρτητο κράτος. Και από τότε οι Παλαιστίνιοι και ο αραβικός κόσμος δεν έπαψαν να θέλουν να καταστρέψουν το εβραϊκό κράτος. Αυτή είναι, λίγο ώς πολύ, η ιστορία με την οποία μεγαλώσαμε. Υπάρχει και ένας άλλος μύθος για την εισβολή του 1948, ότι δηλαδή μια πολύ ισχυρή αραβική στρατιωτική δύναμη εισέβαλε στην Παλαιστίνη και ένας μικρός εβραϊκός στρατός πολέμησε εναντίον της. Ηταν μια μυθολογία του τύπου Δαβίδ και Γολιάθ, όπου οι Εβραίοι ήταν οι Δαβίδ και οι αραβικές στρατιές ο Γολιάθ κι έγινε και πάλι ένα θαύμα, αφού ο Δαβίδ νίκησε τον Γολιάθ.
Αυτή είναι η επίσημη εκδοχή. Αυτά που ανακαλύψαμε αμφισβητούσαν το μεγαλύτερο μέρος του μύθου.
Πρώτα απ' όλα ανακαλύψαμε ότι οι σιωνιστές ηγέτες, η ισραηλινή ηγεσία, αδιαφορώντας για τα ειρηνευτικά σχέδια των Ηνωμένων Εθνών, είχαν σκεφτεί πολύ πριν από το 1948 να εκδιώξουν τους Παλαιστίνιους, να τους κυνηγήσουν. Ετσι οι Παλαιστίνιοι δεν έχασαν τα σπίτια τους εξαιτίας του πολέμου.
Αυτό που συνέβη είναι ότι οι σιωνιστές, οι Εβραίοι, οι Ισραηλινοί, ονομάστε τους όπως θέλετε, σχεδίασαν την εθνική εκκαθάριση της Παλαιστίνης από τον αυτόχθονα πληθυσμό το 1948.
Οφείλω να παραδεχτώ ότι δεν είναι όλοι οι νέοι ιστορικοί σύμφωνοι με την ανάλυσή μου. Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι οι μισοί Παλαιστίνιοι εκδιώχτηκαν και οι άλλοι μισοί έφυγαν με δική τους πρωτοβουλία. Αλλοι θα μπορούσαν να πουν ότι ο πόλεμος υπήρξε η αιτία όλων αυτών. Εγώ έχω στον νου μου μια καθαρή εικόνα της κατάστασης. Φυσικά δεν μπορώ να υποχρεώσω κανέναν να την αποδεχθεί, αλλά είμαι βέβαιος ότι ήδη στη δεκαετία του '30 η ισραηλινή ηγεσία είχε σκεφτεί και είχε προγραμματίσει με τρόπο συστηματικό την εκδίωξη των Παλαιστινίων το '48. Συνοπτικά, η άποψη της παλιάς ισραηλινής ιστορικής σχολής ήταν: το Ισραήλ δεν έχει καμία ευθύνη για τους Παλαιστίνιους που έγιναν πρόσφυγες. Οι Παλαιστίνιοι ευθύνονται γι' αυτό, επειδή δεν αποδέχτηκαν το σχέδιο ειρήνης και υπάκουσαν στην αραβική έκκληση να εγκαταλείψουν τη χώρα. Αυτή ήταν η παλιά εκδοχή. Η δική μου εκδοχή, που τη συμμερίζεται ένας μεγάλος αριθμός ιστορικών, είναι ότι το Ισραήλ είναι ο μόνος υπεύθυνος για το πρόβλημα των προσφύγων, επειδή σχεδίασε την εκδίωξη των Παλαιστινίων από τη γη τους. Ανακαλύψαμε και ένα άλλο γεγονός αναφορικά με την ισορροπία των δυνάμεων που κινητοποίησαν οι αντίπαλοι. Η ιστορία ενός Αραβα Γολιάθ και ενός Εβραίου Δαβίδ δεν αντέχει στην αντιπαραβολή με την πραγματικότητα. Οι Αραβες μιλούν πολύ, συνεχίζουν να το κάνουν και σήμερα, αλλά κάνουν πολύ λίγα όταν πρόκειται για το παλαιστινιακό ζήτημα. Κι έτσι έστειλαν έναν πολύ περιορισμένο αριθμό στρατιωτών στο Ισραήλ. Και ουσιαστικά, για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ο ισραηλινός στρατός ήταν ανώτερος τόσο σε αριθμό στρατιωτών όσο και σε ποιότητα του εξοπλισμού και της εκπαίδευσης.
Τελικά ένας από τους πιο κοινούς ισραηλινούς μύθους για το 1948, και όχι μόνο για το 1948, είναι το ότι όλες τις φορές που το Ισραήλ τείνει το χέρι προς τον αραβικό κόσμο γενικά και προς τους Παλαιστίνιους ιδιαίτερα, για να πετύχει την ειρήνη, είναι ο αραβικός κόσμος και οι Παλαιστίνιοι εκείνοι που υιοθετούν μια σκληρή στάση και απορρίπτουν κάθε πρόταση για ειρήνη.
Νομίζω ότι έχουμε καταδείξει με την εργασία μας, τουλάχιστον για το 1948, ότι από μέρους του κόσμου υπήρξε μια αληθινή πρόταση ειρήνης, δηλαδή μια ιδέα ειρήνης μετά τον πόλεμο, και στην πραγματικότητα οι Παλαιστίνιοι και τα γειτονικά αραβικά κράτη ήταν διατεθειμένοι τουλάχιστον να ανοίξουν ένα παράθυρο για την ειρήνη, αλλά ήταν η ισραηλινή κυβέρνηση αυτή που απέρριψε την προσφορά. (...)
Η αρχή του σιωνιστικού κινήματος γίνεται στην Ευρώπη, στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι πρώτοι Εβραίοι άποικοι θα φτάσουν στην Παλαιστίνη το 1882. Ο κοινός τόπος που επικρατεί στο Ισραήλ λέει ότι αυτοί έφτασαν σε μια γη λίγο ώς πολύ ακατοίκητη και ήταν η εστία του σχεδίου οικοδόμησης ενός έθνους και ότι αυτοί δημιούργησαν μια πατρίδα για τους Εβραίους. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο αυτό δεν άρεσε στους Αραβες, οι οποίοι έτσι συνέχισαν να επιτίθενται στη μικρή εβραϊκή κοινότητα. Η μοίρα του Ισραήλ φαίνεται να είναι το να ζει σε μια περιοχή που κατοικείται από πρόσωπα που δεν μπορούν να το αποδεχτούν. Δεν το αποδέχονται επειδή αυτοί που επιτίθενται στο Ισραήλ είναι μουσουλμάνοι ή Αραβες και επομένως έχουν μια πολιτική κουλτούρα η οποία δεν περιλαμβάνει την ιδέα της ειρηνικής συμβίωσης με έναν γειτονικό λαό. Το Ισραήλ δίνει εξηγήσεις αυτού του τύπου για το γιατί οι Αραβες και οι Παλαιστίνιοι επιμένουν να επιτίθενται στο εβραϊκό κράτος.
Οι νέοι ιστορικοί θεωρούν την έλευση των Εβραίων από την Ευρώπη στον αραβικό κόσμο ως ένα αποικιοκρατικό φαινόμενο. Φυσικά είναι γνωστό το γεγονός ότι οι Εβραίοι καταδιώκονταν στην Ευρώπη και ότι αναζητούσαν ένα ασφαλές καταφύγιο. Αλλά το γεγονός ότι αποφάσισαν πως το μοναδικό ασφαλές καταφύγιο ήταν ένας τόπος που κατοικούνταν ήδη από έναν άλλο πληθυσμό, χαρακτηρίζει το σχέδιό τους με αποικιοκρατικό πνεύμα. Και έτσι οι ιστορικοί μελέτησαν τη γέννηση του σιωνισμού θεωρώντας τον ένα παράδειγμα αποικιοκρατίας.
Οι νέοι ιστορικοί χρησιμοποίησαν και άλλες ερμηνείες για κάθε φλέγον θέμα, όπως, για παράδειγμα, για τον δεσμό που υπάρχει ανάμεσα στο Ολοκαύτωμα και το κράτος του Ισραήλ. Πολύ θαρραλέοι μελετητές κατέδειξαν εκείνο που για μας τώρα είναι ένα γεγονός: το ότι η εβραϊκή ηγεσία στην Παλαιστίνη δεν έκανε όλα όσα θα μπορούσε να είχε κάνει για να σώσει τους Εβραίους στη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, επειδή ενδιαφερόταν περισσότερο για την τύχη των Εβραίων στην ίδια την Παλαιστίνη. Και ακόμα, ότι η μνήμη του Ολοκαυτώματος χειραγωγήθηκε στο Ισραήλ, για να δικαιολογηθούν ορισμένες πολιτικές και ορισμένες στάσεις απέναντι στους Παλαιστίνιους.
Ολο αυτό το έργο επανερμηνείας της ιστορίας του Ισραήλ φτάνει από το 1882 μέχρι τουλάχιστον τη δεκαετία του 1950. Εκατό ή εκατόν είκοσι μελετητές ενεπλάκησαν σε αυτό το εγχείρημα. Φυσικά, στην αρχή, η ισραηλινή κοινή γνώμη δεν αποδέχτηκε αυτά τα νέα αποτελέσματα και εξοργίστηκε πολύ μαζί τους, αλλά εγώ νομίζω ότι ήταν η αφετηρία μιας καλής ευκαιρίας για να αρχίσουμε να επηρεάζουμε την ισραηλινή κοινή γνώμη, ώς το σημείο να αλλάξουμε ορισμένα από τα σχολικά βιβλία. Επειτα ήρθε η δεύτερη Ιντιφάντα και πολλοί άνθρωποι θεώρησαν ότι το Ισραήλ βρισκόταν ξανά σε πόλεμο και όταν είσαι σε πόλεμο δεν μπορείς να ασκείς κριτική στη χώρα σου.
Ιδού λοιπόν πού έχουμε φτάσει τώρα. Πολλοί από εκείνους τους «εναλλακτικούς» μελετητές φίμωσαν το κριτικό τους πνεύμα και πρόσωπα όπως εγώ -μπορώ να μιλάω μόνο για την προσωπική μου εμπειρία- μέσα σε μια νύχτα κατέληξαν να θεωρούνται από ήρωες εχθροί. Δεν είναι μια εύκολη κατάσταση. Στη δεκαετία του '90 το Πανεπιστήμιό μου ήταν πολύ υπερήφανο που εγώ ανήκα στο διδακτικό του προσωπικό. Σε σημείο που το υπουργείο Εξωτερικών έστελνε εκεί πολλά πρόσωπα για να τους δείξει πόσο φιλελεύθερο ήταν αυτό το Πανεπιστήμιο, στο οποίο ανήκε ένα πρόσωπο που ήταν «Νέος Ιστορικός» και που μπορούσε να εκφράζει την κριτική του προσέγγιση. Ετσι το Ισραήλ θεωρούνταν μια ανοιχτή κοινωνία, η μοναδική δημοκρατία που υπήρχε στη Μέση Ανατολή. Μετά το 2000 έγινα ένας εχθρός για το Πανεπιστήμιο. Οχι μόνον το υπουργείο Εξωτερικών έπαψε να στέλνει επισκέπτες, αλλά και το Πανεπιστήμιο προσπάθησε να με στείλει στο εξωτερικό και να μποϊκοτάρει τις επισκέψεις προσώπων, και σχεδόν το κατάφερε το 2002. Θα γινόταν μάλιστα και μια σημαντική δίκη -ευτυχώς η δίκη δεν έγινε-, όπου εγώ θα έπρεπε να υποβληθώ σε όλων των ειδών τις κατηγορίες, που είναι αδιανόητο να μπορούν να υπάρχουν σε μια δημοκρατία: προδοσία εξαιτίας του περιεχομένου των μαθημάτων που έκανα, έλλειψη αφοσίωσης στη χώρα μου και άλλα παρόμοια. Οι θέσεις που εξέφραζα το 2002 ήταν οι ίδιες με εκείνες που εξέφραζα στη δεκαετία του '90. Δεν άλλαξα τις απόψεις μου. Αυτό που είχε αλλάξει ήταν το πολιτικό κλίμα στο Ισραήλ. (...)
* Το κείμενο αυτό του Ισραηλινού Ιλάν Πάπε είναι απόσπασμα μιας διάλεξης που έδωσε στο Τόκιο, τον Μάρτιο του 2007.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
Η αλήθεια για την Παλαιστίνη
Το βιβλίο “Η ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης”, όπως γράφει ο συγγραφέας του, Ιλάν Παπέ, στην εισαγωγή: “είναι γραμμένο από κάποιον που υιοθετεί τη συμπάθεια έναντι του αποικιοκρατούμενου και όχι του αποικιοκράτη, που συμπάσχει με τους κατακτημένους και όχι με τους κατακτητές, και παίρνει το μέρος των εργατών και όχι των αφεντικών.” Ο Ιλάν Παπέ είναι ισραηλινός ιστορικός που μέχρι το 2007 δίδασκε στο πανεπιστήμιο της Χάιφα. Αναγκάστηκε να φύγει από το Ισραήλ και να διδάσκει πλέον στη Βρετανία, κάτω από την πίεση που δεχόταν για τη φιλοπαλαιστινιακή του στάση. Αναφέρεται συνήθως ως ένας από τους “νέους Ιστορικούς”, όπως αποκαλούν τη γενιά αυτή των ισραηλινών ιστορικών που αξιοποίησαν τη δημοσιοποίηση ως τότε απόρρητων αρχείων από τη δεκαετία το 1980 και μετά και άρχισαν να αρθρώνουν επιστημονικό λόγο που απομακρυνόταν από το σιωνισμό. Ομως ο Ιλάν Παπέ είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Είναι γνήσιος αντισιωνιστής που υποστήριξε την καμπάνια βρετανών πανεπιστημιακών για μποϊκοτάζ σε βάρος των ισραηλινών πανεπιστήμιων και πάνω από όλα είναι από τους λίγους υπερασπιστές του δικαιώματος των παλαιστίνιων προσφύγων να επιστρέψουν στα κλεμμένα εδάφη του 1948.
Το βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κέδρος είναι λοιπόν σημαντικό για δύο λόγους. Πρώτον γιατί αποτελεί την πιο πλήρη ιστορία της Παλαιστίνης που κυκλοφορεί στα ελληνικά. Δεύτερον γιατί είναι μια θεμελίωση της στάσης του Παπέ που έχει μεγάλη αξία ακριβώς γιατί είναι Ισραηλινός. Τα γραπτά του Παπέ έχουν πολύ μεγάλη διαφορά από αυτούς που συνήθως αποκαλούνται “ειρηνιστές Ισραηλινοί”. Δεν ψάχνει να βρει την αλήθεια “κάπου στη μέση”, ούτε ισχυρίζεται ότι θα αφήσει τους εθνικισμούς στην άκρη. Αντίθετα προσπαθεί να ξαναστήσει την ιστορία στα πόδια της μέσα από τα γεγονότα, ερμηνεύοντας ταυτόχρονα και τα γεγονότα και τους εθνικισμούς.
Αυτή η επισήμανση έχει σημασία, γιατί προβάλλεται ως ειρηνιστική στάση αυτή που προτείνει να “αφήσουμε την ιστορία πίσω και να μη μας καθορίζει για το παρόν” και να “βρουμε μια βιώσιμη λύση τώρα”. Η άποψη αυτή καταλήγει να σβήνει όλα τα εγκλήματα του Ισραήλ και να απαιτεί από τους Παλαιστίνιους να συμβιβαστούν. Ο Παπέ κινείται σε διαφορετικό δρόμο και αναδεικνύει δύο παράγοντες που συνήθως λείπουν από την αφήγηση. Ο πρώτος είναι ο σιωνισμός ως αποικιακό σχέδιο. Η ιδεολογία ότι οι Εβραίοι έπρεπε πάση θυσία να αποκτήσουν ένα δικό τους εθνικό κράτος, ξέφυγε από το να είναι ένας “εθνικισμός” και έγινε “αποικιακό σχέδιο” όταν προσδιορίστηκε συγκεκριμένα ότι το κράτος αυτό έπρεπε να ιδρυθεί στην Παλαιστίνη, μια χώρα που ήδη κατοικούνταν.
Κάνοντας αυτή την αναδρομή, ο Παπέ αναδεικνύει σημαντικά στιγμιότυπα. Για παράδειγμα φέρνει στο φως το ρόλο που έπαιζε η Histadrut, η σιωνιστική εργατική συνομοσπονδία, διαλύοντας τις πραγματικές προσπάθειες εργατικής αλληλεγγύης. Στόχος των εβραίων συνδικαλιζόμενων σύμφωνα με την Histadrut: “Δεν είναι να συναδελφωθούν μέσω της αμοιβαίας βοήθειας με τους Αραβες εργάτες, αλλά να βοηθήσουν στη θωράκιση του σιωνιστικού σχεδίου για τη χώρα”.
Το δεύτερο σημείο που αναδεικνύει ο Παπέ είναι η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και ο πόλεμος του 1948. Η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ κατά τον Παπέ ήταν αδιαχώριστη από την εθνοκάθαρση σε βάρος των Παλαιστίνιων: “Από τους 850.000 Παλαιστίνιους που ζούσαν στα εδάφη τα οποία ορίστηκαν από τον ΟΗΕ ως επικράτεια του εβραϊκού κράτους μόνο 160.000 παρέμειναν μέσα ή κοντά στη γη και στις εστίες τους. Αυτοί που παρέμειναν έγιναν η παλαιστινιακή μειονότητα του Ισραήλ. Οι υπόλοιποι εκδιώχθηκαν ή έφυγαν υπό την απειλή της εκδίωξης και λίγες χιλιάδες σφαγιάστηκαν”.
Ο Παπέ εξηγεί ότι αυτός ο σχεδιασμός δεν ήταν ένα “ατύχημα” της λάθος εφαρμογής των συμφωνιών του ΟΗΕ αλλά η κατεύθυνση στην οποία στόχευαν οι σιωνιστές τουλάχιστον από τα τέλη της δεκαετίας του '30. Ηταν το σύνθημα: “Γη, περισσότερη γη!” που σήμαινε αναγκαστικά λιγότεροι Παλαιστίνιοι.
Ομως ο Παπέ τονίζει ότι σημαντικότερο δεν είναι το πραγματικό έγκλημα που συνέβη το 1948, αλλά η αντιμετώπιση του εγκλήματος, η επιλογή από τον ΟΗΕ και όλες τις μεγάλες δυνάμεις να συγχωρέσουν αυτό το έγκλημα. Ο Παπέ αντίθετα θεωρεί ότι αν δεν έχεις μια ξεκάθαρη αντιμετώπιση του μεγάλου εγκλήματος δεν μπορείς να καταλάβεις ούτε τον πόλεμο του 1967, ούτε την αποτυχία του Οσλο το 1993, ούτε τα σημερινά γεγονότα.
Ο Παπέ είναι από τους πιο οξυδερκείς επικριτές της λεγόμενης λύσης των δύο κρατών: “Η τραγωδία της Παλαιστίνης είναι ότι το επόμενο σχέδιο ειρήνης, όποτε εμφανιστεί θα βασίζεται πάλι στην εσφαλμένη υπόθεση ότι ειρήνη σημαίνει απόσυρση των ισραηλινών στα σύνορα του 1967 και ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους δίπλα τους”. Αντίθετα λέει: “Η αναγνώριση της ίδιας της πράξης της αποστέρησης, με την αποδοχή κατ' αρχήν του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων θα μπορούσε να είναι μια κρίσιμη ενέργεια που ανοίγει την πύλη προς μια διέξοδο από τη σύγκρουση”.
Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2009
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
10 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ OHE 1948
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Επειδή η αναγνώριση της αξιοπρέπειας, που είναι σύμφυτη σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας, καθώς και των ίσων και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων τους αποτελεί το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο.
Επειδή η παραγνώριση και η περιφρόνηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου οδήγησαν σε πράξεις βαρβαρότητας, που εξεγείρουν την ανθρώπινη συνείδηση, και η προοπτική ενός κόσμου όπου οι άνθρωποι θα είναι ελεύθεροι να μιλούν και να πιστεύουν, λυτρωμένοι από τον τρόμο και την αθλιότητα, έχει διακηρυχθεί ως η πιο υψηλή επιδίωξη του ανθρώπου.
Επειδή έχει ουσιαστική σημασία να προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα από ένα καθεστώς δικαίου, ώστε ο άνθρωπος να μην αναγκάζεται να προσφεύγει, ως έσχατο καταφύγιο, στην εξέγερση κατά της τυραννίας και της καταπίεσης.
Επειδή έχει ουσιαστική σημασία να ενθαρρύνεται η ανάπτυξη φιλικών σχέσεων ανάμεσα στα έθνη.
Επειδή, με τον καταστατικό Χάρτη, οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών διακήρυξαν και πάλι την πίστη τους στα θεμελιακά δικαιώματα του ανθρώπου, στην αξιοπρέπεια και την αξία της ανθρώπινης προσωπικότητας, στην ισότητα δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών, και διακήρυξαν πως είναι αποφασισμένοι να συντελέσουν στην κοινωνική πρόοδο και να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες ζωής στα πλαίσια μιας ευρύτερης ελευθερίας.
Επειδή τα κράτη μέλη ανέλαβαν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν, σε συνεργασία με τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, τον αποτελεσματικό σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιακών ελευθεριών σε όλο τον κόσμο.
Επειδή η ταυτότητα αντιλήψεων ως προς τα δικαιώματα και τις ελευθερίες αυτές έχει εξαιρετική σημασία για να εκπληρωθεί πέρα ως πέρα αυτή η υποχρέωση.
Η ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
Διακηρύσσει ότι η παρούσα Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποτελεί το κοινό ιδανικό στο οποίο πρέπει να κατατείνουν όλοι οι λαοί και όλα τα έθνη, έτσι ώστε κάθε άτομο και κάθε όργανο της κοινωνίας, με τη Διακήρυξη αυτή διαρκώς στη σκέψη, να καταβάλλει, με τη διδασκαλία και την παιδεία, κάθε προσπάθεια για να αναπτυχθεί ο σεβασμός των δικαιωμάτων και των ελευθεριών αυτών, και να εξασφαλιστεί προοδευτικά, με εσωτερικά και διεθνή μέσα, η παγκόσμια και αποτελεσματική εφαρμογή τους, τόσο ανάμεσα στους λαούς των ίδιων των κρατών μελών όσο και ανάμεσα στους πληθυσμούς χωρών που βρίσκονται στη δικαιοδοσία τους.
ΑΡΘΡΟ 1
‘Ολοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση, και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης.
ΑΡΘΡΟ 2
Κάθε άνθρωπος δικαιούται να επικαλείται όλα τα δικαιώματα και όλες τις ελευθερίες που προκηρύσσει η παρούσα Διακήρυξη, χωρίς καμία απολύτως διάκριση, ειδικότερα ως προς τη φυλή, το χρώμα, το φύλο, τη γλώσσα, τις θρησκείες, τις πολιτικές ή οποιεσδήποτε άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή, την περιουσία, τη γέννηση ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση.
Δεν θα μπορεί ακόμα να γίνεται καμία διάκριση εξαιτίας του πολιτικού, νομικού ή διεθνούς καθεστώτος της χώρας από την οποία προέρχεται κανείς, είτε πρόκειται για χώρα ή εδαφική περιοχή ανεξάρτητη, υπό κηδεμονία ή υπεξουσία, ή που βρίσκεται υπό οποιονδήποτε άλλον περιορισμό κυριαρχίας.
ΑΡΘΡΟ 3
Κάθε άτομο έχει δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την προσωπική του ασφάλεια.
ΑΡΘΡΟ 4
Κανείς δεν επιτρέπεται να ζει υπό καθεστώς δουλείας, ολικής ή μερικής. Η δουλεία και το δουλεμπόριο υπό οποιαδήποτε μορφή απαγορεύονται.
ΑΡΘΡΟ 5
Κανείς δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται σε βασανιστήρια ούτε σε ποινή ή μεταχείριση σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική.
ΑΡΘΡΟ 6
Καθένας, όπου και αν βρίσκεται, έχει δικαίωμα στην αναγνώριση της νομικής του προσωπικότητας.
ΑΡΘΡΟ 7
‘Ολοι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο και έχουν δικαίωμα σε ίση προστασία του νόμου, χωρίς καμία απολύτως διάκριση. ‘Ολοι έχουν δικαίωμα σε ίση προστασία από κάθε διάκριση που θα παραβίαζε την παρούσα Διακήρυξη και από κάθε πρόκληση για μια τέτοια δυσμενή διάκριση.
ΑΡΘΡΟ 8
Καθένας έχει δικαίωμα να ασκεί αποτελεσματικά ένδικα μέσα στα αρμόδια εθνικά δικαστήρια κατά των πράξεων που παραβιάζουν τα θεμελιακά δικαιώματα τα οποία του αναγνωρίζουν το Σύνταγμα και ο νόμος.
ΑΡΘΡΟ 9
Κανείς δεν μπορεί να συλλαμβάνεται, να κρατείται ή να εξορίζεται αυθαίρετα.
ΑΡΘΡΟ 10
Καθένας έχει δικαίωμα, με πλήρη ισότητα, να εκδικάζεται η υπόθεσή του δίκαια και δημόσια, από δικαστήριο ανεξάρτητο και αμερόληπτο, που θα αποφασίσει είτε για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του είτε, σε περίπτωση ποινικής διαδικασίας, για το βάσιμο της κατηγορίας που στρέφεται εναντίον του.
ΑΡΘΡΟ 11
1. Κάθε κατηγορούμενος για ποινικό αδίκημα πρέπει να θεωρείται αθώος, ωσότου διαπιστωθεί η ενοχή του σύμφωνα με τον νόμο, σε ποινική δίκη, κατά την οποία θα του έχουν εξασφαλιστεί όλες οι απαραίτητες για την υπεράσπισή του εγγυήσεις.
2. Κανείς δεν θα καταδικάζεται για πράξεις ή παραλείψεις που, κατά τον χρόνο που τελέστηκαν, δεν συνιστούσαν αξιόποινο αδίκημα κατά το εσωτερικό ή το διεθνές δίκαιο. Επίσης, δεν επιβάλλεται ποινή βαρύτερη από εκείνη που ίσχυε κατά τον χρόνο που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη.
ΑΡΘΡΟ 12
Κανείς δεν επιτρέπεται να υποστεί αυθαίρετες επεμβάσεις στην ιδιωτική του ζωή, την οικογένεια, την κατοικία ή την αλληλογραφία του, ούτε προσβολές της τιμής και της υπόληψης του. Καθένας έχει το δικαίωμα να τον προστατεύουν οι νόμοι από επεμβάσεις και προσβολές αυτού του είδους.
ΑΡΘΡΟ 13
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να κυκλοφορεί ελεύθερα και να εκλέγει τον τόπο της διαμονής του στο εσωτερικό ενός κράτους.
2. Καθένας έχει το δικαίωμα να εγκαταλείπει οποιαδήποτε χώρα, ακόμα και τη δική του, και να επιστρέφει σε αυτήν.
ΑΡΘΡΟ 14
1. Κάθε άτομο που καταδιώκεται έχει το δικαίωμα να ζητά άσυλο και του παρέχεται άσυλο σε άλλες χώρες.
2. Το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί κανείς να το επικαλεστεί, σε περίπτωση δίωξης για πραγματικό αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου ή για ενέργειες αντίθετες προς τους σκοπούς και τις αρχές του ΟΗΕ.
ΑΡΘΡΟ 15
1. Καθένας έχει το δικαίωμα μιας ιθαγένειας.
2. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί αυθαίρετα την ιθαγένειά του ούτε το δικαίωμα να αλλάξει ιθαγένεια.
ΑΡΘΡΟ 16
1. Από τη στιγμή που θα φθάσουν σε ηλικία γάμου, ο άνδρας και η γυναίκα, χωρίς κανένα περιορισμό εξαιτίας της φυλής, της εθνικότητας ή της θρησκείας, έχουν το δικαίωμα να παντρεύονται και να ιδρύουν οικογένεια. Και οι δύο έχουν ίσα δικαιώματα ως προς τον γάμο, κατά τη διάρκεια του γάμου και κατά τη διάλυσή του.
2. Γάμος δεν μπορεί να συναφθεί παρά μόνο με ελεύθερη και πλήρη συναίνεση των μελλονύμφων.
3. Η οικογένεια είναι το φυσικό και το βασικό στοιχείο της κοινωνίας και έχει το δικαίωμα προστασίας από την κοινωνία και το κράτος.
ΑΡΘΡΟ 17
1. Κάθε άτομο, μόνο του ή με άλλους μαζί, έχει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
2. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί αυθαίρετα την ιδιοκτησία του.
ΑΡΘΡΟ 18
Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας. Στο δικαίωμα αυτό περιλαμβάνεται η ελευθερία για την αλλαγή της θρησκείας ή πεποιθήσεων, όπως και η ελευθερία να εκδηλώνει κανείς τη θρησκεία του ή τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, μόνος ή μαζί με άλλους, δημόσια ή ιδιωτικά, με τη διδασκαλία, την άσκηση, τη λατρεία και με την τέλεση θρησκευτικών τελετών.
ΑΡΘΡΟ 19
Καθένας έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης, που σημαίνει το δικαίωμα να μην υφίσταται δυσμενείς συνέπειες για τις γνώμες του, και το δικαίωμα να αναζητεί, να παίρνει και να διαδίδει πληροφορίες και ιδέες, με οποιοδήποτε μέσο έκφρασης, και από όλο τον κόσμο.
ΑΡΘΡΟ 20
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να συνέρχεται και να συνεταιρίζεται ελεύθερα και για ειρηνικούς σκοπούς.
2. Κανείς δεν μπορεί να υποχρεωθεί να συμμετέχει σε ορισμένο σωματείο.
ΑΡΘΡΟ 21
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στη διακυβέρνηση της χώρας του, άμεσα ή έμμεσα, με αντιπροσώπους ελεύθερα εκλεγμένους.
2. Καθένας έχει το δικαίωμα να γίνεται δεκτός, υπό ίσους όρους, στις δημόσιες υπηρεσίες της χώρας του.
3. Η λαϊκή θέληση είναι το θεμέλιο της κρατικής εξουσίας. Η θέληση αυτή πρέπει να εκφράζεται με τίμιες εκλογές, οι οποίες πρέπει να διεξάγονται περιοδικά, με καθολική, ίση και μυστική ψηφοφορία, ή με αντίστοιχη διαδικασία που να εξασφαλίζει την ελευθερία της εκλογής.
ΑΡΘΡΟ 22
Κάθε άτομο, ως μέλος του κοινωνικού συνόλου, έχει δικαίωμα κοινωνικής προστασίας. Η κοινωνία, με την εθνική πρωτοβουλία και τη διεθνή συνεργασία, ανάλογα πάντα με την οργάνωση και τις οικονομικές δυνατότητες κάθε κράτους, έχει χρέος να του εξασφαλίσει την ικανοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων που είναι απαραίτητα για την αξιοπρέπεια και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
ΑΡΘΡΟ 23
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελμά του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες δουλειάς και να προστατεύεται από την ανεργεία.
2. ‘Ολοι, χωρίς καμία διάκριση, έχουν το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
3. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα δίκαιης και ικανοποιητικής αμοιβής, που να εξασφαλίζει σε αυτόν και την οικογένειά του συνθήκες ζωής άξιες στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η αμοιβή της εργασίας, αν υπάρχει, πρέπει να συμπληρώνεται με άλλα μέσα κοινωνικής προστασίας.
4. Καθένας έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την προάσπιση των συμφερόντων του.
ΑΡΘΡΟ 24
Καθένας έχει το δικαίωμα στην ανάπαυση, σε ελεύθερο χρόνο, και ιδιαίτερα, σε λογικό περιορισμό του χρόνου εργασίας και σε περιοδικές άδειες με πλήρεις αποδοχές.
ΑΡΘΡΟ 25
1. Καθένας έχει δικαίωμα σε ένα βιοτικό επίπεδο ικανό να εξασφαλίσει στον ίδιο και στην οικογένεια του υγεία και ευημερία, και ειδικότερα τροφή, ρουχισμό, κατοικία, ιατρική περίθαλψη όπως και τις απαραίτητες κοινωνικές υπηρεσίες. ‘Εχει ακόμα δικαίωμα σε ασφάλιση για την ανεργία, την αρρώστια, την αναπηρία, τη χηρεία, τη γεροντική ηλικία, όπως και για όλες τις άλλες περιπτώσεις που στερείται τα μέσα της συντήρησής του, εξαιτίας περιστάσεων ανεξαρτήτων της θέλησης του.
2. Η μητρότητα και η παιδική ηλικία έχουν δικαίωμα ειδικής μέριμνας και περίθαλψης. ‘Ολα τα παιδιά, ανεξάρτητα αν είναι νόμιμα ή εξώγαμα, απολαμβάνουν την ίδια κοινωνική προστασία.
ΑΡΘΡΟ 26
1. Καθένας έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση. Η εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται δωρεάν, τουλάχιστον στη στοιχειώδη και βασική βαθμίδα της. Η στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να εξασφαλίζεται για όλους. Η πρόσβαση στην ανώτατη παιδεία πρέπει να είναι ανοικτή σε όλους, υπό ίσους όρους, ανάλογα με τις ικανότητες τους.
2. Η εκπαίδευση πρέπει να αποβλέπει στην πλήρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και στην ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιακών ελευθεριών. Πρέπει να προάγει την κατανόηση, την ανεκτικότητα και τη φιλία ανάμεσα σε όλα τα έθνη και σε όλες τις φυλές και τις θρησκευτικές ομάδες, και να ευνοεί την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης.
3. Οι γονείς έχουν, κατά προτεραιότητα, το δικαίωμα να επιλέγουν το είδος της παιδείας που θα δοθεί στα παιδιά τους.
ΑΡΘΡΟ 27
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να συμμετέχει ελεύθερα στην πνευματική ζωή της κοινότητας, να χαίρεται τις καλές τέχνες και να μετέχει στην επιστημονική πρόοδο και στα αγαθά της.
2. Καθένας έχει το δικαίωμα να προστατεύονται τα ηθικά και υλικά συμφέροντά του που απορρέουν από κάθε είδους επιστημονική, λογοτεχνική ή καλλιτεχνική παραγωγή του.
ΑΡΘΡΟ 28
Καθένας έχει το δικαίωμα να επικρατεί μια κοινωνική και διεθνής τάξη, μέσα στην οποία τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που προκηρύσσει η παρούσα Διακήρυξη να μπορούν να πραγματώνονται σε όλη τους την έκταση.
ΑΡΘΡΟ 29
1. Το άτομο έχει καθήκοντα απέναντι στην κοινότητα, μέσα στα πλαίσια της οποίας και μόνο είναι δυνατή η ελεύθερη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
2. Στην άσκηση των δικαιωμάτων του και στην απόλαυση των ελευθεριών του κανείς δεν υπόκειται παρά μόνο στους περιορισμούς που ορίζονται από τους νόμους, με αποκλειστικό σκοπό να εξασφαλίζεται η αναγνώριση και ο σεβασμός των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των άλλων, και να ικανοποιούνται οι δίκαιες απαιτήσεις της ηθικής, της δημόσιας τάξης και του γενικού καλού, σε μια δημοκρατική κοινωνία.
3. Τα δικαιώματα αυτά και οι ελευθερίες δεν μπορούν, σε καμία περίπτωση, να ασκούνται αντίθετα προς τους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.
ΑΡΘΡΟ 30
Καμιά διάταξη της παρούσας Διακήρυξης δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι παρέχει σε ένα κράτος, σε μια ομάδα ή σε ένα άτομο οποιοδήποτε δικαίωμα να επιδίδεται σε ενέργειες ή να εκτελεί πράξεις που αποβλέπουν στην άρνηση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που εξαγγέλλονται σε αυτήν.
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Επειδή η αναγνώριση της αξιοπρέπειας, που είναι σύμφυτη σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας, καθώς και των ίσων και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων τους αποτελεί το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο.
Επειδή η παραγνώριση και η περιφρόνηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου οδήγησαν σε πράξεις βαρβαρότητας, που εξεγείρουν την ανθρώπινη συνείδηση, και η προοπτική ενός κόσμου όπου οι άνθρωποι θα είναι ελεύθεροι να μιλούν και να πιστεύουν, λυτρωμένοι από τον τρόμο και την αθλιότητα, έχει διακηρυχθεί ως η πιο υψηλή επιδίωξη του ανθρώπου.
Επειδή έχει ουσιαστική σημασία να προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα από ένα καθεστώς δικαίου, ώστε ο άνθρωπος να μην αναγκάζεται να προσφεύγει, ως έσχατο καταφύγιο, στην εξέγερση κατά της τυραννίας και της καταπίεσης.
Επειδή έχει ουσιαστική σημασία να ενθαρρύνεται η ανάπτυξη φιλικών σχέσεων ανάμεσα στα έθνη.
Επειδή, με τον καταστατικό Χάρτη, οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών διακήρυξαν και πάλι την πίστη τους στα θεμελιακά δικαιώματα του ανθρώπου, στην αξιοπρέπεια και την αξία της ανθρώπινης προσωπικότητας, στην ισότητα δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών, και διακήρυξαν πως είναι αποφασισμένοι να συντελέσουν στην κοινωνική πρόοδο και να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες ζωής στα πλαίσια μιας ευρύτερης ελευθερίας.
Επειδή τα κράτη μέλη ανέλαβαν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν, σε συνεργασία με τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, τον αποτελεσματικό σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιακών ελευθεριών σε όλο τον κόσμο.
Επειδή η ταυτότητα αντιλήψεων ως προς τα δικαιώματα και τις ελευθερίες αυτές έχει εξαιρετική σημασία για να εκπληρωθεί πέρα ως πέρα αυτή η υποχρέωση.
Η ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
Διακηρύσσει ότι η παρούσα Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποτελεί το κοινό ιδανικό στο οποίο πρέπει να κατατείνουν όλοι οι λαοί και όλα τα έθνη, έτσι ώστε κάθε άτομο και κάθε όργανο της κοινωνίας, με τη Διακήρυξη αυτή διαρκώς στη σκέψη, να καταβάλλει, με τη διδασκαλία και την παιδεία, κάθε προσπάθεια για να αναπτυχθεί ο σεβασμός των δικαιωμάτων και των ελευθεριών αυτών, και να εξασφαλιστεί προοδευτικά, με εσωτερικά και διεθνή μέσα, η παγκόσμια και αποτελεσματική εφαρμογή τους, τόσο ανάμεσα στους λαούς των ίδιων των κρατών μελών όσο και ανάμεσα στους πληθυσμούς χωρών που βρίσκονται στη δικαιοδοσία τους.
ΑΡΘΡΟ 1
‘Ολοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση, και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης.
ΑΡΘΡΟ 2
Κάθε άνθρωπος δικαιούται να επικαλείται όλα τα δικαιώματα και όλες τις ελευθερίες που προκηρύσσει η παρούσα Διακήρυξη, χωρίς καμία απολύτως διάκριση, ειδικότερα ως προς τη φυλή, το χρώμα, το φύλο, τη γλώσσα, τις θρησκείες, τις πολιτικές ή οποιεσδήποτε άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή, την περιουσία, τη γέννηση ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση.
Δεν θα μπορεί ακόμα να γίνεται καμία διάκριση εξαιτίας του πολιτικού, νομικού ή διεθνούς καθεστώτος της χώρας από την οποία προέρχεται κανείς, είτε πρόκειται για χώρα ή εδαφική περιοχή ανεξάρτητη, υπό κηδεμονία ή υπεξουσία, ή που βρίσκεται υπό οποιονδήποτε άλλον περιορισμό κυριαρχίας.
ΑΡΘΡΟ 3
Κάθε άτομο έχει δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την προσωπική του ασφάλεια.
ΑΡΘΡΟ 4
Κανείς δεν επιτρέπεται να ζει υπό καθεστώς δουλείας, ολικής ή μερικής. Η δουλεία και το δουλεμπόριο υπό οποιαδήποτε μορφή απαγορεύονται.
ΑΡΘΡΟ 5
Κανείς δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται σε βασανιστήρια ούτε σε ποινή ή μεταχείριση σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική.
ΑΡΘΡΟ 6
Καθένας, όπου και αν βρίσκεται, έχει δικαίωμα στην αναγνώριση της νομικής του προσωπικότητας.
ΑΡΘΡΟ 7
‘Ολοι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο και έχουν δικαίωμα σε ίση προστασία του νόμου, χωρίς καμία απολύτως διάκριση. ‘Ολοι έχουν δικαίωμα σε ίση προστασία από κάθε διάκριση που θα παραβίαζε την παρούσα Διακήρυξη και από κάθε πρόκληση για μια τέτοια δυσμενή διάκριση.
ΑΡΘΡΟ 8
Καθένας έχει δικαίωμα να ασκεί αποτελεσματικά ένδικα μέσα στα αρμόδια εθνικά δικαστήρια κατά των πράξεων που παραβιάζουν τα θεμελιακά δικαιώματα τα οποία του αναγνωρίζουν το Σύνταγμα και ο νόμος.
ΑΡΘΡΟ 9
Κανείς δεν μπορεί να συλλαμβάνεται, να κρατείται ή να εξορίζεται αυθαίρετα.
ΑΡΘΡΟ 10
Καθένας έχει δικαίωμα, με πλήρη ισότητα, να εκδικάζεται η υπόθεσή του δίκαια και δημόσια, από δικαστήριο ανεξάρτητο και αμερόληπτο, που θα αποφασίσει είτε για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του είτε, σε περίπτωση ποινικής διαδικασίας, για το βάσιμο της κατηγορίας που στρέφεται εναντίον του.
ΑΡΘΡΟ 11
1. Κάθε κατηγορούμενος για ποινικό αδίκημα πρέπει να θεωρείται αθώος, ωσότου διαπιστωθεί η ενοχή του σύμφωνα με τον νόμο, σε ποινική δίκη, κατά την οποία θα του έχουν εξασφαλιστεί όλες οι απαραίτητες για την υπεράσπισή του εγγυήσεις.
2. Κανείς δεν θα καταδικάζεται για πράξεις ή παραλείψεις που, κατά τον χρόνο που τελέστηκαν, δεν συνιστούσαν αξιόποινο αδίκημα κατά το εσωτερικό ή το διεθνές δίκαιο. Επίσης, δεν επιβάλλεται ποινή βαρύτερη από εκείνη που ίσχυε κατά τον χρόνο που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη.
ΑΡΘΡΟ 12
Κανείς δεν επιτρέπεται να υποστεί αυθαίρετες επεμβάσεις στην ιδιωτική του ζωή, την οικογένεια, την κατοικία ή την αλληλογραφία του, ούτε προσβολές της τιμής και της υπόληψης του. Καθένας έχει το δικαίωμα να τον προστατεύουν οι νόμοι από επεμβάσεις και προσβολές αυτού του είδους.
ΑΡΘΡΟ 13
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να κυκλοφορεί ελεύθερα και να εκλέγει τον τόπο της διαμονής του στο εσωτερικό ενός κράτους.
2. Καθένας έχει το δικαίωμα να εγκαταλείπει οποιαδήποτε χώρα, ακόμα και τη δική του, και να επιστρέφει σε αυτήν.
ΑΡΘΡΟ 14
1. Κάθε άτομο που καταδιώκεται έχει το δικαίωμα να ζητά άσυλο και του παρέχεται άσυλο σε άλλες χώρες.
2. Το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί κανείς να το επικαλεστεί, σε περίπτωση δίωξης για πραγματικό αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου ή για ενέργειες αντίθετες προς τους σκοπούς και τις αρχές του ΟΗΕ.
ΑΡΘΡΟ 15
1. Καθένας έχει το δικαίωμα μιας ιθαγένειας.
2. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί αυθαίρετα την ιθαγένειά του ούτε το δικαίωμα να αλλάξει ιθαγένεια.
ΑΡΘΡΟ 16
1. Από τη στιγμή που θα φθάσουν σε ηλικία γάμου, ο άνδρας και η γυναίκα, χωρίς κανένα περιορισμό εξαιτίας της φυλής, της εθνικότητας ή της θρησκείας, έχουν το δικαίωμα να παντρεύονται και να ιδρύουν οικογένεια. Και οι δύο έχουν ίσα δικαιώματα ως προς τον γάμο, κατά τη διάρκεια του γάμου και κατά τη διάλυσή του.
2. Γάμος δεν μπορεί να συναφθεί παρά μόνο με ελεύθερη και πλήρη συναίνεση των μελλονύμφων.
3. Η οικογένεια είναι το φυσικό και το βασικό στοιχείο της κοινωνίας και έχει το δικαίωμα προστασίας από την κοινωνία και το κράτος.
ΑΡΘΡΟ 17
1. Κάθε άτομο, μόνο του ή με άλλους μαζί, έχει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
2. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί αυθαίρετα την ιδιοκτησία του.
ΑΡΘΡΟ 18
Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας. Στο δικαίωμα αυτό περιλαμβάνεται η ελευθερία για την αλλαγή της θρησκείας ή πεποιθήσεων, όπως και η ελευθερία να εκδηλώνει κανείς τη θρησκεία του ή τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, μόνος ή μαζί με άλλους, δημόσια ή ιδιωτικά, με τη διδασκαλία, την άσκηση, τη λατρεία και με την τέλεση θρησκευτικών τελετών.
ΑΡΘΡΟ 19
Καθένας έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης, που σημαίνει το δικαίωμα να μην υφίσταται δυσμενείς συνέπειες για τις γνώμες του, και το δικαίωμα να αναζητεί, να παίρνει και να διαδίδει πληροφορίες και ιδέες, με οποιοδήποτε μέσο έκφρασης, και από όλο τον κόσμο.
ΑΡΘΡΟ 20
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να συνέρχεται και να συνεταιρίζεται ελεύθερα και για ειρηνικούς σκοπούς.
2. Κανείς δεν μπορεί να υποχρεωθεί να συμμετέχει σε ορισμένο σωματείο.
ΑΡΘΡΟ 21
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στη διακυβέρνηση της χώρας του, άμεσα ή έμμεσα, με αντιπροσώπους ελεύθερα εκλεγμένους.
2. Καθένας έχει το δικαίωμα να γίνεται δεκτός, υπό ίσους όρους, στις δημόσιες υπηρεσίες της χώρας του.
3. Η λαϊκή θέληση είναι το θεμέλιο της κρατικής εξουσίας. Η θέληση αυτή πρέπει να εκφράζεται με τίμιες εκλογές, οι οποίες πρέπει να διεξάγονται περιοδικά, με καθολική, ίση και μυστική ψηφοφορία, ή με αντίστοιχη διαδικασία που να εξασφαλίζει την ελευθερία της εκλογής.
ΑΡΘΡΟ 22
Κάθε άτομο, ως μέλος του κοινωνικού συνόλου, έχει δικαίωμα κοινωνικής προστασίας. Η κοινωνία, με την εθνική πρωτοβουλία και τη διεθνή συνεργασία, ανάλογα πάντα με την οργάνωση και τις οικονομικές δυνατότητες κάθε κράτους, έχει χρέος να του εξασφαλίσει την ικανοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων που είναι απαραίτητα για την αξιοπρέπεια και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
ΑΡΘΡΟ 23
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελμά του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες δουλειάς και να προστατεύεται από την ανεργεία.
2. ‘Ολοι, χωρίς καμία διάκριση, έχουν το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
3. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα δίκαιης και ικανοποιητικής αμοιβής, που να εξασφαλίζει σε αυτόν και την οικογένειά του συνθήκες ζωής άξιες στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η αμοιβή της εργασίας, αν υπάρχει, πρέπει να συμπληρώνεται με άλλα μέσα κοινωνικής προστασίας.
4. Καθένας έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την προάσπιση των συμφερόντων του.
ΑΡΘΡΟ 24
Καθένας έχει το δικαίωμα στην ανάπαυση, σε ελεύθερο χρόνο, και ιδιαίτερα, σε λογικό περιορισμό του χρόνου εργασίας και σε περιοδικές άδειες με πλήρεις αποδοχές.
ΑΡΘΡΟ 25
1. Καθένας έχει δικαίωμα σε ένα βιοτικό επίπεδο ικανό να εξασφαλίσει στον ίδιο και στην οικογένεια του υγεία και ευημερία, και ειδικότερα τροφή, ρουχισμό, κατοικία, ιατρική περίθαλψη όπως και τις απαραίτητες κοινωνικές υπηρεσίες. ‘Εχει ακόμα δικαίωμα σε ασφάλιση για την ανεργία, την αρρώστια, την αναπηρία, τη χηρεία, τη γεροντική ηλικία, όπως και για όλες τις άλλες περιπτώσεις που στερείται τα μέσα της συντήρησής του, εξαιτίας περιστάσεων ανεξαρτήτων της θέλησης του.
2. Η μητρότητα και η παιδική ηλικία έχουν δικαίωμα ειδικής μέριμνας και περίθαλψης. ‘Ολα τα παιδιά, ανεξάρτητα αν είναι νόμιμα ή εξώγαμα, απολαμβάνουν την ίδια κοινωνική προστασία.
ΑΡΘΡΟ 26
1. Καθένας έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση. Η εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται δωρεάν, τουλάχιστον στη στοιχειώδη και βασική βαθμίδα της. Η στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να εξασφαλίζεται για όλους. Η πρόσβαση στην ανώτατη παιδεία πρέπει να είναι ανοικτή σε όλους, υπό ίσους όρους, ανάλογα με τις ικανότητες τους.
2. Η εκπαίδευση πρέπει να αποβλέπει στην πλήρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και στην ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιακών ελευθεριών. Πρέπει να προάγει την κατανόηση, την ανεκτικότητα και τη φιλία ανάμεσα σε όλα τα έθνη και σε όλες τις φυλές και τις θρησκευτικές ομάδες, και να ευνοεί την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης.
3. Οι γονείς έχουν, κατά προτεραιότητα, το δικαίωμα να επιλέγουν το είδος της παιδείας που θα δοθεί στα παιδιά τους.
ΑΡΘΡΟ 27
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να συμμετέχει ελεύθερα στην πνευματική ζωή της κοινότητας, να χαίρεται τις καλές τέχνες και να μετέχει στην επιστημονική πρόοδο και στα αγαθά της.
2. Καθένας έχει το δικαίωμα να προστατεύονται τα ηθικά και υλικά συμφέροντά του που απορρέουν από κάθε είδους επιστημονική, λογοτεχνική ή καλλιτεχνική παραγωγή του.
ΑΡΘΡΟ 28
Καθένας έχει το δικαίωμα να επικρατεί μια κοινωνική και διεθνής τάξη, μέσα στην οποία τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που προκηρύσσει η παρούσα Διακήρυξη να μπορούν να πραγματώνονται σε όλη τους την έκταση.
ΑΡΘΡΟ 29
1. Το άτομο έχει καθήκοντα απέναντι στην κοινότητα, μέσα στα πλαίσια της οποίας και μόνο είναι δυνατή η ελεύθερη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
2. Στην άσκηση των δικαιωμάτων του και στην απόλαυση των ελευθεριών του κανείς δεν υπόκειται παρά μόνο στους περιορισμούς που ορίζονται από τους νόμους, με αποκλειστικό σκοπό να εξασφαλίζεται η αναγνώριση και ο σεβασμός των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των άλλων, και να ικανοποιούνται οι δίκαιες απαιτήσεις της ηθικής, της δημόσιας τάξης και του γενικού καλού, σε μια δημοκρατική κοινωνία.
3. Τα δικαιώματα αυτά και οι ελευθερίες δεν μπορούν, σε καμία περίπτωση, να ασκούνται αντίθετα προς τους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.
ΑΡΘΡΟ 30
Καμιά διάταξη της παρούσας Διακήρυξης δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι παρέχει σε ένα κράτος, σε μια ομάδα ή σε ένα άτομο οποιοδήποτε δικαίωμα να επιδίδεται σε ενέργειες ή να εκτελεί πράξεις που αποβλέπουν στην άρνηση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που εξαγγέλλονται σε αυτήν.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)