Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Η δική μας ανίερη συμμαχία

Του Δημοσθένη Κούρτοβικ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012
Μια από τις εθιμικές ανοησίες που κυκλοφορούν ακόμα και σήμερα, αντλώντας την πειστικότητά τους από τη δύναμη της αδράνειας που έχουν τα κλισέ, είναι ότι η πολιτική τάξη μας αντιστέκεται στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από τον φόβο του πολιτικού κόστους. Ποιου πολιτικού κόστους τώρα πια; Τα κόμματα της εξουσίας έχουν καταρρεύσει ακριβώς λόγω των «εναλλακτικών μέτρων» που υιοθετούν για ν' αποφύγουν τις μεταρρυθμίσεις. Και ξέρουν πολύ καλά ότι η ελεύθερη πτώση τους θα συνεχιστεί ώς την εξαέρωσή τους όσο παίρνουν τέτοια μέτρα. Οπότε;
   Ο Πολ Κρούγκμαν, που μας αρέσει να τον επικαλούμαστε για τη σφοδρή κριτική του στις ευρωπαϊκές πολιτικές λιτότητας, έχει δηλώσει επανειλημμένα κι εμφαντικά κάτι που προτιμούμε ν' αντιπαρερχόμαστε: ότι η Ελλάδα αποτελεί ειδική περίπτωση. Κι εξηγεί ότι ενώ στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που παραπαίουν κάτω από το βάρος του χρέους και των ελλειμμάτων τους το πρόβλημα είναι οικονομικό, στην Ελλάδα είναι καθαρά πολιτικό.
   Ενας οικονομολόγος και στοχαστής του αναστήματος του Κρούγκμαν δεν μπορεί να εννοεί απλώς ότι η Ελλάδα βουλιάζει εξαιτίας της «αφροσύνης» των πολιτικών ταγών της. Εννοιες όπως αφροσύνη, επιπολαιότητα, ελαφρότητα κ.λπ. μπορεί να είναι γλαφυρές περιγραφές για πολλά πράγματα, από μια ατομική συμπεριφορά ώς ένα ορισμένο πολιτισμικό κλίμα, αλλά ποτέ δεν συνιστούν σοβαρή ερμηνεία πολιτικών και κοινωνικών φαινομένων.
  
Στην πραγματικότητα, ο μύθος και το άλλοθι του πολιτικού κόστους ήταν ένα φτενό παραπέτασμα, που κατέπεσε με την κρίση, αφήνοντας να φανεί πεντακάθαρα αυτό που βρισκόταν πίσω του: ένα σύστημα που εφαρμόζει τη στυγνότερη ταξική πολιτική σ' ευρωπαϊκή χώρα. Η περιπέτεια της λίστας Λαγκάρντ δεν μας έμαθε κάτι που αγνοούσαμε. Hταν απλώς μια εκκωφαντική επιβεβαίωση του γεγονότος ότι το πολιτικό μας σύστημα, ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο του ξαφνικού θανάτου του, προτιμά να μετακυλίει στις πλάτες εκείνων των οποίων υποτίθεται ότι υπολογίζει την ψήφο τα βάρη εκείνων των οποίων πράγματι υπολογίζει το χρήμα. Μας υπενθύμισε επίσης η λίστα Λαγκάρντ ότι οι σχετικά ισορροπημένες ταξικές δημοκρατίες (από την εποχή του Κλεισθένη όλες οι δημοκρατίες ταξικές είναι, δεν χωρούν εδώ ψευδαισθήσεις) αυτοπροστατεύονται, με θεσμικά όργανα που επεμβαίνουν δυναμικά και, στην ανάγκη, παράτυπα για να περιορίσουν εκείνες τις αμετροέπειες και αθεμιτουργίες των ελίτ που απειλούν το σύστημα. Ενώ στη δική μας, βάρβαρα ταξική δημοκρατία υπάρχουν νόμοι που φτιάχτηκαν για να ξεπλένουν προκλητικές ανομίες της άρχουσας τάξης, πολιτικοί ιθύνοντες που δεν διστάζουν να βιάσουν το δημόσιο συμφέρον και να εξαθλιώσουν ολόκληρα κοινωνικά στρώματα για να ταΐσουν την απληστία των χορηγών και πατρόνων τους. Αν έτσι συντριβεί η πολιτική καριέρα τους, το κόμμα τους, το ίδιο το πολιτειακό καθεστώς, μικρό το κακό γι' αυτούς. Θα συνεχίσουν μια χαρά τη ζωή τους με καλοπληρωμένες διαλέξεις σε ινστιτούτα του εξωτερικού ή ιδιωτεύοντας πολυτελώς, χάρη στις «οικονομίες» τους από τον πολιτικό τους μόχθο.

Eχω ταξιδέψει σε όλη σχεδόν την Ευρώπη. Πουθενά αλλού δεν έχω δει τόσο κραυγαλέες κοινωνικές ανισότητες. Πουθενά αλλού δεν έχω δει την ολιγαρχία του πλούτου να επιδεικνύει αυτό τον πλούτο τόσο βάναυσα, τόσο αναίσχυντα (και κακόγουστα), με τρόπο που ασελγεί από κάθε άποψη πάνω στον περιβάλλοντα χώρο. Αν υπάρχει άλλη τόσο ακραία περίπτωση, φαντάζομαι ότι θα τη συναντήσει κανείς μόνο στη μετασοβιετική Ρωσία, όπου δεν έχω πάει. Τέτοιες ανισότητες δεν μπορεί να δημιουργήθηκαν απλώς από αδράνειες, παραλείψεις, αποτιτανώσεις του συστήματος. Χρειαζόταν γι' αυτές η συνειδητή συνέργεια της ιθύνουσας πολιτικής ελίτ.
Η οποία άλλωστε ταυτίζεται κοινωνικά ολοένα περισσότερο με την άλλη ελίτ, αυτή του χρήματος. Ο όρος «διαπλοκή» είναι υπερβολικά χλομός ή έχει γίνει ξεπερασμένος. Εδώ μιλάμε για κανονική σύντηξη. Τρανταχτή απόδειξη τα βιογραφικά όλων των πρωθυπουργών μας από το 1990 και δώθε. Δείχνουν ανθρώπους «από τζάκι», ανθρώπους που μεγάλωσαν με όλες τις ανέσεις και οι περισσότεροι δεν έχουν δουλέψει ούτε μια μέρα στη ζωή τους. Η όποια κοινωνική ευαισθησία τέτοιων πολιτικών πηγάζει, στην καλύτερη περίπτωση, από ιδέες, όχι από βιώματα. Eτσι κι αλλιώς, για να το πάμε πιο πέρα, σε καμιά σελίδα της νεότερης ελληνικής Ιστορίας δεν θα βρούμε πολιτικούς ηγέτες με την ταπεινή καταγωγή της «άκαρδης» Μάργκαρετ Θάτσερ, για παράδειγμα, ή της ακόμα πιο «άκαρδης» Aνγκελα Μέρκελ, αν και θα βρούμε αληθινά άκαρδους έλληνες ομολόγους τους. Ο κοτζαμπασισμός σ' εμάς αποδείχτηκε ανθεκτικότερος απ' ό,τι στη χώρα που μας κληροδότησε τη λέξη και τον θεσμό.

Μιλάμε συχνά για το στρατιωτικο-βιομηχανικό κατεστημένο των ΗΠΑ. Απεχθής συμμαχία, φονική για πλήθος λαών, αλλά πάντως παραγωγική για την εθνική οικονομία. Εμείς εδώ έχουμε ένα πολιτικο-επιχειρηματικό κατεστημένο το οποίο δεν είναι μόνον απεχθές αλλά και αντιπαραγωγικό, που σημαίνει μακροπρόθεσμα φονικό για τον ίδιο τον λαό του (και η «μακρά προθεσμία» έχει ήδη εκπνεύσει). Μια κρατικοδίαιτη επιχειρηματική ελίτ και μια πειθήνια σ' αυτή πολιτική ελίτ συνεργάζονται μέχρις αβύσσου για να συντηρήσει η καθεμιά τον παρασιτισμό της άλλης.    
    Το πώς η Ελλάδα θα μπορούσε ν' απαλλαγεί απ' αυτό το κατεστημένο χωρίς να θυσιάσει τις δημοκρατικές ελευθερίες της είναι ένας γρίφος που αμφιβάλλω αν μπορεί να λυθεί από ανθρώπινο σχέδιο. Μόνο στη δολιότητα της Ιστορίας μπορούμε να ελπίζουμε. Που σ' εμάς, βέβαια, μεταφράζεται συχνά με τον εθνομεταφυσικό όρο «ο θεός της Ελλάδας».

Δεν υπάρχουν σχόλια: