Σάββατο 29 Μαΐου 2010

Το Σύνταγμα της Ελευθερίας - Constitution of Liberty


Γιατί έπρεπε να περιμένουμε 50 χρόνια μέχρι να μεταφραστεί στα ελληνικά το Σύνταγμα της Ελευθερίας; Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους: ο πραγματικός και πολύ ουσιαστικός λόγος που η ελληνική έκδοση του Χάγιεκ έμενε στις ελληνικές καλένδες, είναι το ιδιότυπο εμπάργκο που ισχύει εδώ και καιρό για τη λέξη που αρχίζει από «φ». Σε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής δημόσιας σφαίρας, ο φιλελευθερισμός δεν είναι θέμα συζήτησης. Είναι ανάθεμα.
Από την πλειονότητα των Ελλήνων που μέμφονται το (νέο)φιλελευθερισμό για κάθε δεινό που πλήττει την ανθρωπότητα, ελάχιστοι έχουν διαβάσει κάποιο πρωτογενές έργο της φιλελεύθερης σκέψης
Η ετυμηγορία έχει εδώ και καιρό βγει και δεν επιδέχεται αμφισβήτηση: Είναι μια ιδεολογία απάνθρωπη, μια ιδεολογία που πάνω από τους ανθρώπους και τις ανάγκες τους βάζει την αγορά, μια ιδεολογία που θέλει να εφαρμόσει στην κοινωνία το νόμο της ζούγκλας. Είναι η ιδεολογία της εκμετάλλευσης, της φτώχειας, των πολέμων, της κλιματικής αλλαγής. Είναι η αιτία της πρόσφατης οικονομικής κρίσης. Για κάποιον μπλόγκερ μάλιστα, ο ίδιος ο Χάγιεκ είναι ο ηθικός αυτουργός της δολοφονικής επίθεσης εναντίον της Κωνσταντίνας Κούνεβα. Γιατί; Διότι υποστηρίζει ότι η συμμετοχή σε εργατικά συνδικάτα πρέπει να είναι αυστηρά οικειοθελής! Διότι υπογραμμίζει πως σε ένα κράτος δικαίου νόμος δεν είναι το δίκιο μόνο του εργάτη, ή μόνο του εργοδότη, αλλά οι νόμοι πρέπει να είναι γενικοί και να έχουν καθολική εφαρμογή!
Γιατί να θέλει λοιπόν κανείς να διαβάσει ένα βιβλίο για τον επάρατο φιλελευθερισμό; Για να επικυρώσει τα αδιαμφισβήτητα; Ή για να γίνει βιτριολιστής;
Αυτή η στάση απέναντι στις ιδέες δεν είναι βεβαίως και τόσο καινούρια στην Ελλάδα. Λίγες δεκαετίες πριν, ένας φρόνιμος νέος δεν θα ρίσκαρε να διαβάσει Μαρξ. Άλλωστε κάποιοι άλλοι είχαν εξαγάγει και κωδικοποιήσει για χάρη του τα εγκεκριμένα συμπεράσματά τους για το έργο του, ώστε να μη χρειαστεί ο ίδιος να μολυνθεί από την ανάγνωση ενός τόσο επικίνδυνου και ανατρεπτικού έργου.
Κάτι παρόμοιο ισχύει και σήμερα. Από την πλειονότητα των Ελλήνων που μέμφονται το (νέο)φιλελευθερισμό για κάθε δεινό που πλήττει την ανθρωπότητα, ελάχιστοι έχουν διαβάσει κάποιο πρωτογενές έργο της φιλελεύθερης σκέψης. Και ακόμη λιγότεροι αισθάνονται την ανάγκη στις κριτικές τους κατά του φιλελευθερισμού να διατυπώνουν αντεπιχειρήματα. Και γιατί να το κάνουν άλλωστε; Αρκεί η ταμπέλα. Τα συνθήματα είναι έτοιμα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να αναπαράγει κανείς την κυρίαρχη, δημοφιλή θέση.
Κι έτσι, σε ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού δημόσιου διαλόγου, ο φιλελευθερισμός και ο νεοφιλελευθερισμός, ο συντηρητισμός και ο νεοσυντηρητισμός θεωρούνται ένα και το αυτό. Το ίδιο είναι ο μετριοπαθής Χιουμ και η ακραία Άυν Ραντ, το ίδιο είναι ο ουίγος Μπερκ και ο νεοσυντηρητικός Μπους. Όλοι αυτοί, ανεξαιρέτως, εχθροί των λαών, των κοινωνιών, των ανθρώπων.
Τι διαφορετικό να περιμένει κανείς όταν, μέχρι και λίγα χρόνια πριν, ακόμη και στο σχολικό μάθημα που υποτίθεται πως στοχεύει στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης – την έκθεση ιδεών- η επιτυχία και άρα η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση περνούσε μέσα από την αποστήθιση και την αυτολεξεί αναπαραγωγή των επιχειρημάτων κάποιων άλλων;
Κάπως έτσι όμως η παπαγαλίζουσα Ελλάδα βρίσκεται τις τελευταίες δεκαετίες διαρκώς ελλειμματική στην καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα. Κάπως έτσι φτάσαμε στο παράδοξο σημείο η πανεπιστημιακή κοινότητα – σίγουρα το πιο ηχηρό της κομμάτι – αντί να ζητά η ίδια αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, να τις αρνείται σθεναρά χωρίς καν να εξετάζει το περιεχόμενό τους.
ακριβώς γι’ αυτά, τα πιεστικά ζητούμενα της δικής μας κοινωνίας, μιλά το Σύνταγμα της Ελευθερίας
Κάπως έτσι, όταν ο Jimmy Wales διάβαζε ως φοιτητής ένα κομβικό άρθρο που συνέγραψε ο Χάγιεκ το 1945, το περίφημο «The Use of Knowledge in Society» και εμπνεόταν από αυτό τη δημιουργία της Wikipedia – της επαναστατικότερης ιδέας για τη διάδοση της γνώσης τα τελευταία χρόνια – εμείς εδώ παραμέναμε αμόλυντοι από τις επικίνδυνες αυτές ιδέες.
Η ειρωνεία είναι ότι ακριβώς γι’ αυτά, τα πιεστικά ζητούμενα της δικής μας κοινωνίας, μιλά το Σύνταγμα της Ελευθερίας. Στην αρχή κιόλας του βιβλίου, ο Χάγιεκ υπογραμμίζει πως, αν η ιστορία έχει αναδείξει την ατομική ελευθερία στην κορυφαία κοινωνική αξία, αυτό συνέβη ακριβώς γιατί εντέλει η ελευθερία ταυτίζεται με τη δημιουργική δύναμη της εκάστοτε κοινωνίας. Γι’ αυτό το λόγο είναι στόχος επιθυμητός η εξασφάλιση του μεγαλύτερου δυνατού βαθμού ατομικής ελευθερίας.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1960, όταν το αποτέλεσμα του μεγάλου ανταγωνισμού ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου ήταν ακόμη ανοιχτό. Το 1960 η ιδέα του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας, ενός αποτελεσματικού επιστημονικού προγραμματισμού που θα αντικαθιστούσε την ατελή ελεύθερη αγορά, κέρδιζε πολλούς οπαδούς στη Δύση, κι όχι μόνο ανάμεσα στους σοσιαλιστές. Οι πρόοδοι στην οικονομική επιστήμη, τα πρώτα βήματα της πληροφορικής και της κυβερνητικής, αλλά και οι εντυπωσιακοί ρυθμοί ανάπτυξης της τότε Σοβιετικής Ένωσης, έκαναν πολλούς να βλέπουν με καλό μάτι αυτή την προοπτική.
Ακόμη και εκείνοι που αναγνώριζαν το κοινωνικό κόστος του κεντρικού σχεδιασμού και διαφωνούσαν με την καταπίεση των ατομικών ελευθεριών στα καθεστώτα του τότε υπαρκτού σοσιαλισμού, έβλεπαν εφικτή και επιθυμητή μια σύνδεση των καλύτερων στοιχείων των δύο κόσμων.

Ο Χάγιεκ από πολύ νωρίς υποστήριξε ότι κάτι τέτοιο είναι όχι μόνο αδύνατο, αλλά και ανεπιθύμητο.
Αν παρατηρείται ένας κάποιος, ατελής συντονισμός της ατομικής δράσης, αυτός δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι, αποτέλεσμα κάποιου κεντρικού σχεδιασμού, κάποιου σκόπιμου προγραμματισμού: αντίθετα, οφείλεται σε μηχανισμούς συντονισμού όπως η ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών
Αδύνατο γιατί οι πληροφορίες που χρησιμοποιούντα τα άτομα για το σχεδιασμό της δράσης τους στης κοινωνία, δεν είναι «δεδομένα», με την έννοια των φυσικών επιστημών. Δεν είναι, με άλλα λόγια, σταθερά δεδομένα που μπορούν να συλλεχθούν, και να αναλυθούν από κάποιο άτομο, κάποια ομάδα ατόμων ή κάποιον υπολογιστή. Αντίθετα, είναι σύνολα πρακτικών και κανόνων συμπεριφοράς, υποκειμενικών προτιμήσεων, απόψεων και ιδεών, πολλές φορές αντιφατικών μεταξύ τους. Μάλιστα, μας λέει ο Χάγιεκ, καθένας από μας έχει επίγνωση μόνο ενός μικρού κλάσματος των «δεδομένων» εντός εισαγωγικών που προσδιορίζουν τη δράση του.
Αν παρατηρείται ένας κάποιος, ατελής συντονισμός της ατομικής δράσης, αυτός δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι, αποτέλεσμα κάποιου κεντρικού σχεδιασμού, κάποιου σκόπιμου προγραμματισμού: αντίθετα, οφείλεται σε μηχανισμούς συντονισμού όπως η ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών, οι οποίοι προέκυψαν αυθόρμητα μέσα από την ανθρώπινη διάδραση και κατέδειξαν την αποτελεσματικότητά τους μέσα στους αιώνες. Ένας τέτοιος μηχανισμός, ο κορυφαίος, είναι και η ελευθερία υπό το νόμο.
Η κοινωνία, υπογραμμίζει ο Χάγιεκ, δεν είναι εργοστάσιο. Δεν έχει ένα σαφή και προσδιορισμένο στόχο, ούτε ξεκάθαρα προσδιορισμένες πρώτες ύλες και μέσα παραγωγής, ώστε να μπορούμε να την προγραμματίσουμε. Η σημασία της ελευθερίας έγκειται ακριβώς στην αδυναμία μας να προβλέψουμε τις προκλήσεις του αύριο. Συνεχώς δημιουργούνται νέες συνθήκες, νέες ανάγκες, νέες επιθυμίες. Και η καλύτερη μέθοδος για την αντιμετώπιση αυτών των διαρκώς μεταβαλλόμενων συνθηκών, είναι να δοκιμάζουμε όσο το δυνατόν περισσότερες πιθανές λύσεις και να αφήνουμε ανάμεσα σ’ αυτές να αναδεικνύονται στην πράξη οι καλύτερες.
Θα ήταν τραγικό λάθος να βάλουμε όλα τα αυγά μας στο ίδιο καλάθι. Η ελευθερία εφαρμογής των ατομικών πειραματισμών, μάς εξασφαλίζει ότι, όταν προκύψει η ανάγκη προσαρμογής, πολλές διαφορετικές ιδέες, πολλές διαφορετικές πρακτικές θα ανταγωνιστούν μεταξύ τους ώστε να βρεθεί η καλύτερη ανάμεσά τους. Είναι σίγουρα προτιμότερο στη θέση των ανθρώπων να πεθαίνουν παρωχημένες και αναποτελεσματικές ιδέες και πρακτικές. Κι εδώ έγκειται η σημαντική διαφορά της κοινωνικής εξέλιξης που περιγράφει Χάγιεκ και ο Πόππερ, από το βιολογικό δαρβινισμό.
Η δυνατότητα προσαρμογής μιας κοινωνίας σ’ αυτές τις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες, εξαρτάται κατά τον Χάγιεκ από τέσσερα στοιχεία:
- Πρώτον, την ύπαρξη ενός κοινωνικού, πληροφοριακού περιβάλλοντος: το πλαίσιο των ιδεών, των προτιμήσεων, των κανόνων συμπεριφοράς, των νόμων, των γνώσεων, μέσα στο οποίο ζούμε, το οποίο αξιοποιούμε για τους δικούς μας σκοπούς και το αλλάζουμε με τη δράση μας.

- Δεύτερον, τη δυνατότητα πρόσβασης των ατόμων σ’ αυτό το περιβάλλον. Κι αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο χρειάζεται καθολική παιδεία.
- Τρίτον, την ανθρώπινη δημιουργικότητα. Την ικανότητα των ανθρώπων να δημιουργούν διαρκώς νέους συνδυασμούς από αυτά τα στοιχεία. Και
- Τέταρτον, από ένα πολιτικό σύστημα, μια θεσμική διαρρύθμιση που επιτρέπει και ευνοεί τη δημιουργικότητα αυτή, επιτρέπει και ευνοεί τη δοκιμή στην πράξη όσο το δυνατόν περισσότερων ιδεών, από τις οποίες, μέσα από τον ανταγωνισμό τους θα προκύψουν αυτές που ανταποκρίνονται καλύτερα στην εκάστοτε δεδομένη πρόκληση, ανάγκη ή επιθυμία, τη, εκάστοτε δεδομένη στιγμή. Μια θεσμική διαρρύθμιση που επιτρέπει στα άτομα να επιλέγουν την εναλλακτική που τα ίδια θεωρούν καλύτερη.

Τις αρχές αυτού του πολιτικού συστήματος, αυτής της θεσμικής διαρρύθμισης περιγράφει λοιπόν ο Χάγιεκ στο Σύνταγμα της Ελευθερίας.
Απέναντι στα πολιτικά συστήματα που ευαγγελίζονται το τέλειο, αρκείται σε μια διαρρύθμιση που έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζεται στις αλλαγές. Απέναντι στα πολιτικά προγράμματα που διεκδικούν για τον εαυτό τους την απόλυτη αλήθεια, ο Χάγιεκ περιλαμβάνει και τον εαυτό του ανάμεσα σε εκείνους που αναπόδραστα κάνουν λάθη
Αυτή είναι η κεντρική του θέση. Απέναντι στα πολιτικά συστήματα που ευαγγελίζονται το τέλειο, αρκείται σε μια διαρρύθμιση που έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζεται στις αλλαγές. Απέναντι στα πολιτικά προγράμματα που διεκδικούν για τον εαυτό τους την απόλυτη αλήθεια, ο Χάγιεκ περιλαμβάνει και τον εαυτό του ανάμεσα σε εκείνους που αναπόδραστα κάνουν λάθη: ανάμεσα δηλαδή στους ανθρώπους.

Ανακεφαλαιώνοντας:

- Ο Χάγιεκ δεν βλέπει τον άνθρωπο ως homo economicus, σαν ένα απάνθρωπο πλάσμα που επιδιώκει ορθολογικά τη μεγιστοποίηση της ατομικής του ωφέλειας. Η φιλαλληλία, η αλληλεγγύη, ο ανθρωπισμός είναι ηθικά αισθήματα όχι μόνο επιθυμητά, αλλά και αναγκαία για την επιβίωση μιας κοινωνίας. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να τα νοθεύσουμε μετατρέποντάς τα από ηθικά χρέη, σε τυπικές υποχρεώσεις.
- Δεν είναι κατά του κράτους πρόνοιας, με την έννοια ενός καθολικού δικτύου προστασίας των αδυνάτων. Όμως θέτει αυστηρούς όρους, ώστε η προνοιακή πολιτική να υπηρετεί όντως το στόχο της και μόνο αυτόν.
- Δεν είναι κατά της δημόσιας εκπαίδευσης. Αλλά δεν βλέπει το λόγο να υπάρχει μονοπώλιο στην παροχή της.
- Δεν θα υποστήριζε την εμπλοκή των Κυβερνήσεων στην παροχή χρήματος για την εξυπηρέτηση πολιτικών στόχων, την πρακτική που οδήγησε στη φούσκα των στεγαστικών δανείων και κατ’ επέκταση στην τρέχουσα διεθνή οικονομική κρίση. Και βεβαίως..
- Το Σύνταγμα της Ελευθερίας δεν είναι μια «βίβλος του φιλελευθερισμού», όπως άστοχα χαρακτηρίστηκε σε μια πρόσφατη κριτική. Όπως κάθε ανθρώπινο έργο, έχει ατέλειες και σφάλματα. Για παράδειγμα: Δεν ορίζει με στεγανό τρόπο την αρχή του νόμου, το rule of law. Δεν δίνει ένα απρόσβλητο κριτήριο της θεμιτής δράσης του κράτους.
Και κυρίως, δεν εξηγεί επαρκώς γιατί, αν η ελευθερία προέκυψε μέσα από μια εξελικτική πορεία, δεν πρέπει ομοίως ως σεβάσμια αποτελέσματα εξέλιξης να αντιμετωπίσουμε και τις ιδέες που αντιμάχονται της ελευθερίας όπως την ορίζει ο Χάγιεκ.
εί, σ’ αυτά τα υψώματα, δίνεται σήμερα η μάχη. Το να μένουμε βολικά στα μετόπισθεν, στα συνθήματα και τις περιχαρακώσεις, σίγουρα δεν μας περιποιεί τιμή. Και σίγουρα δεν μας δίνει τη δυνατότητα να συμβάλλουμε στην εξέλιξη των ιδεών, των πρακτικών, της πραγματικότητας.
Ας είναι λοιπόν αυτή η έκδοση, μια συμβολή σε μια χρήσιμη, μια αναγκαία αλλαγή: να αρχίσουμε επιτέλους να διαφωνούμε, αλλά παραγωγικά, βάσει επιχειρημάτων.

Γιώργος Αρχόντας

Κοντά στον ουρανό


Πρόκειται για ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα με ζωηρή πλοκή και έντονο φιλοσοφικό προβληματισμό. Ένα αρχιτέκτονας ο Χάουαρντ Ρόαρκ θέλει να σχεδιάζει μοντέρνα κτήρια αδιαφορώντας για τα γούστα των πελατών και της κοινής γνώμης. Οσοι ξέρουν από αρχιτεκτονική καταλαβαίνουν ότι έχουν να κάνουν με μια ιδιοφυϊα. Αυτός είναι και ο λόγος που θέλει να τον συνθλίψει ο δημοσιογράφος Τουχεϋ, προκειμένου να προωθεί σε καίριες θέσεις μέτριους του οποίους μπορεί να έχει στο χέρι. Μια γυναίκα ερωτεύεται τον Ρόαρκ, αλλά δημόσια επιδεικνύει μίσος εναντίον του για να τον προστατέψει. Στο μυθιστόρημα παρακολουθούμε την άνοδο και την πτώση ενός πανίσχυρου επιχειρηματία και εκδότη μια μαζικής κυκλοφορίας λαϊκής φυλλάδας.
Οι χαρακτήρες του έργου είναι καλά σμιλεμένοι.
Η Ράντ γεννήθηκε έφυγε από τη Σοβιετική Ενωση και έζησε στις ΗΠΑ. Τα έργα της απηχούν τις φιλοσοφικές της απόψεις για το ρόλο του ατόμου στην ζωή και την ιστορία. Πιστεύει ότι κινητήριος μοχλός είναι το άτομο και ότι το κράτος είναι εχθρός της προόδου. Κάποιος πρέπει να δημιουργεί για να υπάρχει αναδιανομή υποστηρίζει.
Από το μυθιστόρημα διαφαίνεται η εξομοίωση και αντιπάθειά της για καθεστώτα που θεοποιούν το κράτος όπως ο φασισμός και τον λαό όπως ο κομμουνισμός.

Μερικά αποσπάσματα που περιέχουν επιγραμματικά τα πιστεύω της συγγραφέως είναι τα παρακάτω:

«…Κήρυξε την ανιδιοτέλεια. Πες στον άνθρωπο ότι πρέπει να ζει για τους άλλους. Πες στους ανθρώπους ότι το ιδανικό είναι ο αλτρουϊσμός. Ούτε ένας δεν έφτασε ποτέ σε αυτόν. Κάθε ενστικτό του επαναστατεί ενάντια σε αυτόν. Αναλογίσου όμως τι πετυχαίνεις. Ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι είναι ανίκανος να φτάσει σ’ εκείνο που έχει αποδειχτεί σαν ύψιστη αρετή, και έτσι αποκτάει μια αίσθηση ενοχής και αμαρτίας, συνειδητοποιεί την ίδια την αναξιότητά του. Αφού το ανώτερο ιδανικό είναι άπιαστο γι’ αυτόν παραιτείται τελικά απ’ όλα τα ιδανικά, από κάθε φιλοδοξία και από κάθε αίσθηση προσωπικής αξίας. Νιώθει τον εαυτό του υποχρεωμένο να κηρύττει ό, τι δεν μπορεί να πράξει. Αλλά δεν μπορεί να είναι κατά το ήμισυ καλός ή περίπου έντιμος. Είναι μεγάλη η μάχη που πρέπει να δώσει κανείς για να διαφυλάξει την ακεραιότητά του. Γιατί λοιπόν να διαφυλάξει αυτό που ξέρει ότι είναι διαβρωμένο; Η ψυχή του εγκαταλείπει τον αυτοσεβασμό. Το έχεις στο χέρι. Θα υπακούσει. Θα υπακούσει πρόθυμα επειδή δεν μπορεί να εμπιστευτεί τον εαυτό του. …

Κάθε σύστημα ηθικής που κύρηττε τη θυσία αναπτύχθηκε σε μεγάλη δύναμη και κυβέρνησε εκατομμύρια ανθρώπους. Κι όμως το τέστ είναι παρά πολύ απλό: δεν έχεις παρά ν’ ακούσεις ένα προφήτη κι αν μιλήσει για θυσία, βάλτο στα πόδια σαν να σε κυνηγάει η πανούκλα. Είναι λογικό ότι, όπου υπάρχει θυσία, υπάρχει και κάποιος που μαζεύει τα αφιερώματα της θυσίας. Οπου υπάρχει προσφορά υπηρεσίας, υπάρχει και κάποιος που υπηρετείται….


…Έναν κόσμο όπου η σκέψη του κάθε ανθρώπου δεν είναι δική του αλλά η προσπάθεια να μαντέψει τη σκέψη στον εγκέφαλο του γείτονά του, που δεν έχει δική του σκέψη, αλλά προσπαθεί να μαντέψει τη σκέψη του επόμενου γείτονα που κι αυτός δεν έχει δική του σκέψη και πάει λέγοντας, Πήτερ σε όλη τη υδρόγειο. Αφού όλοι πρέπει να συμφωνούν με όλους…

Μια χώρα έχει ενστερνιστεί τη θεωρία ότι ο άνθρωπος δεν έχει δικαιώματα, ότι το συλλογικό είναι το παν. Το άτομο θεωρείται πληγή, η μάζα Θεός. Το μόνο κίνητρο και η μόνη αρετή που επιτρέπονται είναι να υπηρετούν όλοι το προλεταριάτο. Αυτή είναι η μια εκδοχή. Και μια δεύτερη: Μια άλλη χώρα έχει ενστερνιστεί τη θεωρία ότι ο άνθρωπος δεν έχει δικαιώματα, ότι το κράτος είναι το παν. Το άτομο θεωρείται πληγή, η φυλή Θεός. Το μόνο κίνητρο και η μόνη αρετή που επιτρέπονται είναι να υπηρετούν όλοι μαζί τη φυλή….»