Κυριακή 11 Ιουλίου 2010

Η κακή συνείδηση ενός αστού

Συμπληρώθηκαν φέτος τριάντα χρόνια από τον θάνατο του Ζαν-Πολ Σαρτρ (1905-1980). Ο θάνατος ενός σπουδαίου στοχαστή δεν τερματίζει τη συζήτηση και την πολεμική για το έργο του. Ενα «κατηγορώ» εναντίον του Σαρτρ, που υπογράφεται από τον περουβιανό λογοτέχνη και συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα,και δημοσιεύθηκε στην ισπανική εφημερίδα «El Pais».
ΜΑΡΙΟ ΒΑΡΓΚΑΣ ΛΙΟΣΑ

Η κακή συνείδηση ενός αστού

Αν εξαιρέσουμε το θέμα της αντίθεσής του στην αποικιοκρατία, στο οποία διατήρησε πάντοτε σταθερή θέση, σε όλα τα πράγματα που υπερασπίστηκε ή που επέκρινε ο Σαρτρ υπήρξε τυφλός, καθυστερημένος και μπερδεμένος. Σε τι του χρησίμευσε η λαμπρή ευφυΐα με την οποία ήταν προικισμένος, όταν, επιστρέφοντας από ένα ταξίδι στην ΕΣΣΔ στα μέσα της δεκαετίας του '50, στη χειρότερη περίοδο σε ότι αφορά τα γκουλάγκ, έφτασε να δηλώνει «Διαπίστωσα ότι στη Σοβιετική Ενωση η ελευθερία κριτικής είναι ολική»; Στην πολεμική του με τον Καμί έκανε κάτι χειρότερο: όχι μόνον αρνήθηκε την ύπαρξη των σταλινικών στρατοπέδων συγκέντρωσης για αληθινούς ή υποτιθέμενους διαφωνούντες, αλλά τα δικαιολόγησε στο όνομα της αταξικής κοινωνίας που οικοδομούνταν. Οι πολεμικές του με παλαιούς φίλους, όπως ο Μορίς Μερλό-Ποντί ή ο Ραϊμόν Αρόν, επειδή δεν δέχθηκαν να τον ακολουθήσουν στον ρόλο του συνοδοιπόρου των κομμουνιστών, που αυτός επέλεξε σε διάφορες περιόδους, είναι η απόδειξη ότι ο στεντόρειος ισχυρισμός του «κάθε αντικομμουνιστής είναι σκυλί» δεν ήταν μια στιγμιαία υπερβολή, αλλά βαθιά πεποίθηση. Φαίνεται απίθανο το ότι κάποιος ο οποίος δικαιολογούσε, στο δοκίμιό του για τον Φραντς Φανόν, την τρομοκρατία ως θεραπεία χάρη στην οποία ο αποικιοκρατούμενος ανακτά κυριαρχία και αξιοπρέπεια και ο οποίος, δηλώνοντας ότι είναι μαοϊκός, κάλυπτε με το κύρος του τη γενοκτονία που συντελούνταν στην Κίνα στη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης, μπορεί να θεωρείται από πολλούς ηθική συνείδηση του καιρού του.

Ο Ραϊμόν Αρόν και ο Σαρτρ υπήρξαν φίλοι και σύντροφοι όταν ήταν νέοι. Μέχρι την έκρηξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου ακολούθησαν την ίδια διαδρομή. Μετά τη ναζιστική εισβολή, ο Αρόν ήταν ένας από τους πρώτους Γάλλους που πήγαν στο Λονδίνο για να ενωθούν με τον στρατηγό Ντε Γκολ, στον οποίο ωστόσο άσκησε αυστηρή κριτική για τις αυταρχικές του τάσεις όταν κυβερνούσε τη Γαλλία. Διαφορετικά από το έργο του Σαρτρ, που γέρασε όπως και οι πολιτικές του απόψεις, το έργο του Αρόν διατηρεί μια ρωμαλέα επικαιρότητα. Γιατί τότε η λάμψη του Σαρτρ συνεχίζει να μένει ανέπαφη και η μορφή του συνετού και πειστικού Αρόν φαίνεται να μην σαγηνεύει σχεδόν κανέναν;

Η εξήγηση σχετίζεται με ένα από τα χαρακτηριστικά που έχει αποκτήσει στις μέρες μας η κουλτούρα, καθώς έχει μολυνθεί από τη θεατρικότητα και έχει γίνει επιπόλαιη εξαιτίας της γειτνίασής της με τη δημοσιότητα και την πληροφόρηση. Ζούμε στον πολιτισμό του θεάματος και οι διανοούμενοι και οι συγγραφείς, που συνήθως θεωρούνται πιο δημοφιλείς, δεν είναι σχεδόν ποτέ εξαιτίας της πρωτοτυπίας των ιδεών και της ομορφιάς των δημιουργημάτων τους. Είναι κυρίως εξαιτίας της θεατρικής τους ικανότητας, του τρόπου με τον οποίο προβάλλουν και διαχειρίζονται τη δημόσια εικόνα τους, εξαιτίας της τάσης τους για επίδειξη, για όλη αυτή την πομπώδη και θορυβώδη διάσταση της δημόσιας ζωής, η οποία σήμερα έχει πάρει τη θέση της εξέγερσης (στην πραγματικότητα πίσω από αυτήν κρύβεται ο πιο απόλυτος κομφορμισμός) και από την οποία όλα τα μέσα μαζικής επικοινωνίας μπορούν να επωφελούνται, μετατρέποντας τους συγγραφείς, όπως και τους καλλιτέχνες και τους τραγουδιστές, σε θέαμα για τις μάζες.

Υπάρχει μια πλευρά της βιογραφίας του Σαρτρ που δεν έχει ποτέ αποσαφηνιστεί εντελώς. Υπήρξε αληθινά αντιστασιακός ενάντια στη ναζιστική κατοχή; Είναι σίγουρο ότι ανήκε σε μιαν από τις πολλές οργανώσεις διανοουμένων της Αντίστασης, αλλά προφανώς αυτή η ένταξη υπήρξε πολύ περισσότερο θεωρητική παρά πρακτική, δεδομένου ότι στη διάρκεια της κατοχής κατείχε πολλές θέσεις: υπήρξε καθηγητής, αντικαθιστώντας μάλιστα σε ένα λύκειο έναν εκπαιδευτικό που εκδιώχθηκε επειδή ήταν εβραίος, έγραψε και δημοσίευσε όλα τα βιβλία του και παρουσίασε τα θεατρικά του έργα, που εγκρίθηκαν από τη γερμανική λογοκρισία. Διαφορετικά από αντιστασιακούς όπως ο Καμί ή ο Μαλρό, που διακινδύνευσαν τη ζωή τους στα χρόνια του πολέμου, δεν φαίνεται ότι ο Σαρτρ διέτρεξε υπερβολικούς κινδύνους εξαιτίας της στράτευσής του. Μήπως ασυνείδητα ήθελε να σβήσει αυτό το άβολο παρελθόν με τις συμπεριφορές, τις όλο και πιο ακραίες, που υιοθέτησε μετά την Απελευθέρωση; Δεν είναι απίθανο. Ενα από τα επαναλαμβανόμενα θέματα της φιλοσοφίας του υπήρξε εκείνο της κακής συνείδησης η οποία, κατά τη γνώμη του, επηρεάζει τη ζωή του αστού, οδηγώντας συνεχώς τα μέλη αυτής της κοινωνικής τάξης να κρύβουν κάτω από ψεύτικες μάσκες την αληθινή τους προσωπικότητα. Ισως αυτό να αληθεύει και στην περίπτωσή του. Ισως ο απείθαρχος αναρχοκομμουνιστής, ο φλογερός «μαοϊκός», να ήταν μόνον ένας απελπισμένος αστός, που ήθελε να πολλαπλασιάζει τις «πόζες» του, έτσι ώστε κανείς να μη θυμηθεί την απάθεια και τη σύνεση που έδειξε απέναντι στους ναζιστές, όταν οι πατάτες ήταν αληθινά καυτές και η απόρριψη του συμβιβασμού δεν ήταν μια ρητορική ταχυδακτυλουργία, αλλά μια επιλογή ζωής ή θανάτου.*