Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Ο επίμονος εισαγγελέας


Οποιος τολμά να ξύσει παλιές πληγές, πρέπει να είναι έτοιμος για τις συνέπειες. Αυτό συμβαίνει με τον διάσημο ισπανό εισαγγελέα Μπαλτάσαρ Γκαρθόν, ο οποίος είχε το «θράσος» να σκαλίσει τα εγκλήματα του φρανκισμού.

Στην ταυρομαχία με το παρελθόν, ο Γκαρθόν είναι ακόμα ζωντανός.
Η ιστορία ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2008: Ο Γκαρθόν, ο οποίος έγινε παγκόσμια γνωστός μετά το ένταλμα σύλληψης κατά του δικτάτορα της Χιλής Αουγκούστο Πινοτσέτ, άρχισε να ερευνά την «εξαφάνιση» χιλιάδων ισπανών πολιτών κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1936 - 1939) και τα πρώτα χρόνια της χούντας του Φράνκο. Ισχυρίστηκε, μάλιστα, ότι ο δικτάτορας επιδόθηκε σε συστηματική εξόντωση των αντιπάλων του, πράξη που συνιστά έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, και διέταξε ν' ανοίξουν δεκάδες ομαδικοί τάφοι εκείνης της εποχής.

Ηταν η πρώτη φορά στην πρόσφατη ιστορία της χώρας που μια δημόσια έρευνα καταπιανόταν με τα εγκλήματα εκείνης της θλιβερής περιόδου, που εξακολουθεί να διχάζει τους Ισπανούς. Μόνο που ο Γκαρθόν υπέπεσε σε ένα σφάλμα: κλόνισε την αμνηστία που επιβλήθηκε μετά το θάνατο του δικτάτορα -στην οποία συμφώνησαν όλα τα κόμματα- και πρόταξε την ιστορική μνήμη έναντι της αμνησίας.

Ηταν επόμενο, λοιπόν, να υπάρξουν αντιδράσεις: Η Γενική Εισαγγελία απαίτησε την παύση των ερευνών με το επιχείρημα ότι τα εγκλήματα εκείνης της περιόδου καλύπτονται από το νόμο περί αμνηστίας του 1977, επομένως ο Γκαρθόν δρούσε εκτός νομικού πλαισίου. Εκείνος, τότε, αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει, παραχωρώντας την υπόθεση σε κατά τόπους δικαστήρια.

Τα άλλα «καθαρά χέρια»

Φαίνεται, όμως, ότι έπρεπε να τιμωρηθεί κι άλλο. Ενα αμφιλέγόμενο συνδικάτο δικαστών με την επωνυμία «Manos Limpias» («Καθαρά χέρια»), το οποίο μερίδα του ισπανικού τύπου χαρακτηρίζει ακροδεξιό, ζήτησε την τιμωρία του Γκαρθόν για υπέρβαση καθήκοντος στη συγκεκριμένη υπόθεση και το Ανώτατο Δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή τους.

Εξαιρετικά φειδωλός στις δηλώσεις του, ο Γκαρθόν δείχνει να μη φοβάται τη θύελλα που έχει ξεσπάσει. Οσο για την έρευνά του σχετικά με τα θύματα του εμφυλίου, έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς: Αύριο, το δικαστήριο της πόλης Μπεναβέντε, στη Βόρεια Ισπανία, θα επιβλέψει το άνοιγμα ενός ομαδικού τάφου. Είναι το πρώτο δικαστήριο που παραλαμβάνει επίσημα τη σκυτάλη που παρέδωσε ο Γκαρθόν...

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 7/6/2009

Ολοκληρωτικός κοινωνικός έλεγχος


«Πάντα εκείνα τα μάτια που κοιτούσαν, άγρυπνα, στη δουλειά ή στο φαγητό, στο σπίτι ή στο δρόμο, στο μπάνιο ή στο δωμάτιο, στον ύπνο ή στον ξύπνιο: δεν υπήρχε πια ιδιωτική ζωή».
Τζορτζ Οργουελ, «1984»

Κανείς δεν έχει πια την παραμικρή αμφιβολία για το γεγονός ότι όλοι βρισκόμαστε υπό παρακολούθηση και υπό φακέλωμα. Στη βόλτα, στην αγορά, στο λεωφορείο, στην τράπεζα, στο μετρό, στο στάδιο, στο πάρκινγκ, στις λεωφόρους, στο αεροδρόμιο... κάποιος μας κοιτάζει μέσα από νέες ψηφιακές κλειδαρότρυπες. Το διαπεραστικό βλέμμα των δορυφόρων μάς ακολουθεί από το διάστημα, οι σιωπηλές κόρες της κάμερας μας ελέγχουν στους δρόμους, το σύστημα Εσελον(1) ερευνά εξονυχιστικά τις επικοινωνίες μας και τα τσιπ RFID(2) σκιαγραφούν το προφίλ μας ως καταναλωτών.

Η δικαίωση του Οργουελ

Κάθε χρήση του υπολογιστή, του Ιντερνετ (Google, Youtube, Myspace, Skype, Twitter...) ή της πιστωτικής κάρτας αφήνει ανεξίτηλα ίχνη που μαρτυρούν την ταυτότητά μας, την προσωπικότητά μας, τις πολιτικές μας πεποιθήσεις, ακόμα και τις πιο μύχιες επιθυμίες μας. Επαληθεύθηκε ο παλιός φόβος του Τζορτζ Οργουελ, που μας φαινόταν, για πολύ καιρό, ουτοπικός ή υπέρ το δέον παρανοϊκός(3).

Εχει διαρραγεί η αναγκαία ισορροπία μεταξύ ελευθερίας και ασφάλειας. Με το πρόσχημα της προστασίας του κοινωνικού συνόλου, οι αρχές στις σύγχρονες κοινωνίες μας έχουν την τάση να βλέπουν σε κάθε πολίτη ένα δυνητικό παραβάτη. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας προσέφερε ένα άψογο ηθικό άλλοθι και ευνόησε τη συγκέντρωση ενός εντυπωσιακού νομικού οπλοστασίου που επιτρέπει την υλοποίηση ενός σχεδίου για καθολικό κοινωνικό έλεγχο. Χάρη στα επιτεύγματα της τεχνολογίας, οι αρχές διαθέτουν κάθε φορά και καλύτερα εργαλεία για την ηλεκτρονική παρακολούθηση.

«Θα υπάρχει λιγότερη προσωπική ζωή, λιγότερος ιδιωτικός χώρος, αλλά μεγαλύτερη ασφάλεια», μας λένε. Κι έτσι, εγκαθιδρύθηκε σταδιακά και αβίαστα ένα καθεστώς κυριαρχίας, το οποίο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε «κοινωνία ελέγχου».

Η ιδιαιτερότητα έγκειται στο ότι -αντίθετα με τις προηγούμενες «πειθαρχημένες κοινωνίες», που περιόριζαν τους επαναστάτες ή τους παραστρατημένους σε κλειστούς χώρους (φυλακή, αναμορφωτήριο, ψυχιατρείο)- η «κοινωνία ελέγχου» φυλακίζει τους υπόπτους (δηλαδή, όλους σχεδόν τους πολίτες) σε ανοιχτό χώρο και τους κρατά υπό διαρκή παρακολούθηση.

Ενίοτε, μέσω κατασκοπευτικών συσκευών που απέκτησαν εκούσια οι ίδιοι: υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα και άλλα ψηφιακά συστήματα (πιστωτική κάρτα, PDA's, όλες οι κάρτες με τσιπ, GPS, κ.λπ.). Και άλλες φορές, χάρη στη χρήση διακριτικών και καλά κρυμμένων συστημάτων που παρατηρούν τις κινήσεις κάθε ανθρώπου, όπως τα ραντάρ στις λεωφόρους ή οι βιντεοκάμερες παρακολούθησης.

Οι κάμερες αυτές έχουν πολλαπλασιαστεί σε τέτοιο σημείο ώστε, στη Βρετανία, για παράδειγμα, όπου έχουν εγκατασταθεί πάνω από τέσσερα εκατομμύρια (μία ανά δεκαπέντε κατοίκους), οι κάμερες μπορούν να φιλμάρουν το ίδιο άτομο έως και 300 φορές μέσα σε μια μέρα...

Οι νέες κάμερες Gigapan, σε υψηλή ανάλυση, επιτρέπουν με μια μόνο λήψη και με μια αστραπιαία εστίαση τη βιομετρική ανάλυση του προσώπου καθενός από τους χιλιάδες θεατές που βρίσκονται σε ένα στάδιο, μια διαδήλωση ή πολιτική συγκέντρωση(4).

Ορισμένες κυβερνήσεις, εκμεταλλευόμενες την αντιτρομοκρατική παράνοια που οι ίδιες δημιούργησαν, σχημάτισαν ταξιαρχίες από απλούς πολίτες σε ρόλο εθελοντή πληροφοριοδότη, οι οποίοι δίνουν αναφορά για όλα όσα ακούν και βλέπουν. Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ εγκαινίασε το 2002, επί προεδρίας Τζορτζ Μπους, την «Operation Tips» (επιχείρηση εμπιστευτικές πληροφορίες) για να μετατρέψει σε πληροφοριοδότες περισσότερους από ένα εκατομμύριο εργαζόμενους.

Η ιδιαιτερότητά τους ήταν ότι έμπαιναν σε σπίτια ανθρώπων (ως υδραυλικοί, τεχνικοί για κεραίες, μαραγκοί, ηλεκτρολόγοι, κηπουροί) και έπρεπε να καλέσουν τον αριθμό της αστυνομίας αν διέκριναν κάτι ύποπτο.

Το πέρασμα από μια κοινωνία πληροφόρησης σε μια κοινωνία πληροφοριοδοτών είναι το σχέδιο που εγκαινίασε πρόσφατα η «Ενωση Σερίφηδων των Συνόρων του Τέξας», η οποία τοποθέτησε 15 βιντεοκάμερες παρακολούθησης σε μεμονωμένα και στρατηγικά σημεία κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό.

Οι κάμερες είναι συνδεδεμένες με το Ιντερνετ(5) και κάθε πολίτης στον κόσμο που βρίσκεται στο σπίτι του μπροστά από τον υπολογιστή του, μπορεί να κατασκοπεύει τις έρημες εκτάσεις του Τέξας ή τις όχθες του Ρίο Γκράντε. Αν δει κάποιον λαθρομετανάστη να περνά, μπορεί να το καταγγείλει με ένα απλό ηλεκτρονικό μήνυμα. Περίπου 30 εκατομμύρια άνθρωποι από διάφορες χώρες έχουν ήδη αποδεχτεί την ιδιότητα του εθελοντή πληροφοριοδότη της αστυνομίας του Τέξας στον αγώνα κατά της λαθρομετανάστευσης.

Ευρωπαϊκός εφιάλτης

Είναι εύκολο να φανταστούμε ότι με την επιδείνωση της σημερινής οικονομικής κρίσης και την απότομη άνοδο της ξενοφοβίας, την οποία προκαλεί, αν επρόκειτο να εγκατασταθεί ένα ανάλογο σύστημα στην Ευρώπη κατά μήκος των ακτών της Μεσογείου, ο αριθμός των πολιτών που θα κατασκόπευαν εθελοντικά θα έσπαγε κάθε ρεκόρ.

Εδώ έγκειται μια από τις διαστροφές της σύγχρονης κοινωνίας ελέγχου: επιθυμεί να μετατρέψει τους πολίτες σε κατασκόπους και ταυτόχρονα σε αντικείμενα κατασκοπίας. Ο καθένας πρέπει να παρακολουθεί τους άλλους, ενώ παράλληλα παρακολουθείται και αυτός. Τελικά, μέσα σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο, στο οποίο κάθε άτομο πιστεύει ότι ζει στη μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία, πραγματοποιείται ο υπέρτατος στόχος των ολοκληρωτικών κοινωνιών για καταστολή.

(1) Παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και των ηλεκτρονικών ταχυδρομείων, το οποίο υπάγεται στην αμερικανική Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (NSA).

(2) Ταυτοποίηση μέσω ραδιοσυχνοτήτων ή επαγωγικές κάρτες. Αντικαθιστά πλέον το Bar Code σε πολλά κοινά καταναλωτικά προϊόντα αλλά και αστυνομικές ταυτότητες.

(3) Ο Οργουελ το εμπνεύστηκε το 1948 για να καταγγείλει τη σταλινική κοινωνία, σε αντιπαράθεση με τη Δύση «της δημοκρατίας και της ελευθερίας».

(4) Δείτε, για παράδειγμα, τη φωτογραφία από την ορκωμοσία του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα: http://gigapan.org/viewGigapanFullscreen.php?auth=033ef14483ee899496648c2b4b06233c

(5) www.blueservo.net
IGNACIO RAMONET ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 7/6/2009

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2009

Η ΤΡΙΤΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ


Το τελευταίο μείζον έργο που δημοσίευσε ο Μάρεϋ Μπούκτσιν κορυφαίος στοχαστής αλλά και ακτιβιστής του αναρχισμού, του κομμουναλισμού και της κοινωνικής οικολογίας είναι μια τετράτομη ιστορία των επαναστατικών κινημάτων που εκδηλώθηκαν στην Ευρώπη και την Αμερική κατά τους νεότερους χρόνους, ιδωμένη μέσα από το πρίσμα της ελευθεριακής δυναμικής τους. Η πρωτότυπη όσο και περιεκτική αυτή προσέγγιση φέρνει στην επιφάνεια ένα ευρύτατο φάσμα νέων ή παραγνωρισμένων υλικών σχετικά με το κοινωνικό υπόβαθρο και τη λαοκρατική προοπτική των μεγάλων επαναστάσεων. Διασώζει έτσι από την ιστορική αμνησία τα γεγονότα και τους ανθρώπους που, έστω και εφήμερα, έδωσαν σάρκα και οστά στις πιο ριζοσπαστικές ενοράσεις της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της κοινότητας. Και υποδεικνύει με τον τρόπο του έναν τρόπο όχι μόνο εμπνευσμένο από την πολιτική φιλοσοφία αλλά και τεκμηριωμένο εδώ από την ιστοριογραφία? την ύπαρξη μιας «επαναστατικής παράδοσης» και τη θέση που μπορεί να έχει στη συνείδηση των νεότερων γενιών.

Ο πρώτος αυτός τόμος ξεκινάει από τους πολέμους των χωρικών στο τέλος του Μεσαίωνα και προχωρεί στη συστηματική εξέταση της Αγγλικής, της Αμερικανικής και της Γαλλικής επανάστασης.

Ο θεός δεν είναι μεγάλος


Ο συγγραφέας που θεωρείται “ένας από τους πιο λαμπρούς δημοσιογράφους της εποχής μας” (London Observer)έχει γράψει ένα βιβλίο που επαναπροσδιορίζει τη συζήτηση σχετικά με τη θρησκεία στη δημόσια ζωή. Με την απαράμιλλη ευρυμάθεια και ευστροφία του, ο Κρίστοφερ Χίτσενς καταπιάνεται με το πιο επιτακτικό θέμα της εποχής μας : την κακεντρεχή επίδραση της θρησκείας στον κόσμο.
Σε αυτή την εύγλωττη αντιπαράθεση επιχειρημάτων με τους ευσεβείς, ο Χίτσενς στηρίζει τα επιχειρήματά του ενάντια στη θρησκεία (και υπέρ μιας πιο κοσμικής προσέγγισης στη ζωή) σε μία επισταμένη και σοβαρή ανάγνωση των σημαντικών θρησκευτικών κειμένων.
Ο Χίστενς αφηγείται την ιστορία των προσωπικών του επικίνδυνων συναντήσεων με τη θρησκεία και περιγράφει τη διανοητική του πορεία προς μια κοσμική θεώρηση της ζωής που βασίζεται στην επιστήμη και τη λογική και στην οποία ο παράδεισος αντικαθίσταται από τη φοβερή εικόνα του σύμπαντος μέσα από το τηλεσκόπιο Χαμπλ, ενώ ο Μωυσής και η φλεγόμενη βάτος του υποχωρούν μπροστά στην ομορφιά και τη συμμετρία της διπλής έλικας του DNA.”Δεν δημιούργησε ο Θεός εμάς”, γράφει. “Εμείς δημιουργήσαμε το Θεό”. Η θρησκεία, εξηγεί, είναι διαστρέβλωση της καταγωγής, της φύσης και του σύμπαντος μας.
Καταστρέφουμε τα παιδιά μας και θέτουμε σε κίνδυνο τον κόσμο μας με το να τα διδάσκουμε της αρχές της θρησκείας.

Ο αναγνώστης, είτε ισόβια ευσεβής, είτε αφοσιωμένος άθεος είτε κάποιος που διατηρεί αμφιβολίες για το ρόλο που παίζει η θρησκεία στην ανθρώπινη ζωή, θα θελήσει να σκεφτεί και να συμμετάσχει στη συζήτηση που διεξάγεται στις σελίδες του παρόντος βιβλίου.

Είπαν για το Κρίστοφερ Χίτσενς :

Ένας διανοούμενος πρόθυμος να δείξει τα δόντια του στον αγώνα για δικαιοσύνη
- The New Yorker

Ο πρώτος ρήτορας-πυγμάχος της Αμερικής.
- Village voice

Ένας από τους πιο παραγωγικούς, αλλά και λαμπρούς, δημοσιογράφους της εποχής μας.
- London Observer

Εξαιρετικός πολιτικός συντάκτης με λογοτεχνική φλέβα.
- Los Angeles Times

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ :

Ο CHRISTOPHER HITCHENS είναι συνεργάτης του περιοδικού Vanity Fair και έκτακτος καθηγητής φιλελεύθερων σπουδών στο New School. Είναι ο συγγραφέας πολλών βιβλίων, συμπεριλαμβανομένων του Thomas Jefferson: Author of America, του Thomas Paine’s :”Rights og Man” :A Biografy, του Letters to a Young Contrarian και του Why Orwell Matters. Καταχωρίστηκε, προς μεγάλη του χαρά, πέμπτος σε μία λίστα με τους 100 σημαντικότερους διανοούμενους από το περιοδικό Foreign Policy και το βρετανικό Prospect.