Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2009

ΕΛΛΗΝΑΑΑΑΡΑΑΑΑΔΕΣ ΜΟΥ.....!!!!!!!!!!!

Ο νόμος της σιωπής

«Ηταν ένα αγόρι γύρω στα 18, με σγουρά μαλλιά. Ξανθό. Εσκυψα να δω αν τον γνωρίζω καλά και το παιδί τάραξεν! Τινάχτηκα πίσω και είπα: "Κύριε διοικητά, αυτός είναι ζωντανός..." . "Βούλωσ' το βρωμόπαπα, γιατί θα σ'το βουλώσω εγώ μια και καλή...". Ερριξαν το παιδί στο λάκκο, τ' ορκίζομαι στο θεό! Ερριξαν το παιδαρέλι ζωντανό στο λάκκο και το σκέπασαν με χώματα!»

Η παραπάνω μαρτυρία, από το ματωμένο κυπριακό καλοκαίρι του 1974, δεν αφορά την τουρκική εισβολή αλλά το «εθνικόφρον» στρατιωτικό πραξικόπημα που προηγήθηκε («ελληνική εισβολή» το χαρακτήρισε τότε από το βήμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ ο νόμιμος πρόεδρος του νησιού, αρχιεπίσκοπος Μακάριος). Προέρχεται από τον ιερέα του νεκροταφείου της Λευκωσίας, Παπάτσεστο, καταγράφηκε από το δημοσιογράφο Γιώργο Λιάνη και δημοσιεύθηκε στα «Νέα» εδώ και τρεις δεκαετίες (27.2.1976). Το συμβάν τοποθετείται στο νεκροταφείο Λευκωσίας, στις 17 Ιουλίου 1974, με ενταφιαστές-εκτελεστές Ελλαδίτες στρατιωτικούς. Σύμφωνα με τον ίδιο μάρτυρα, άλλα 77 άτομα τάφηκαν ομαδικά εκεί κατά το πραξικόπημα και κάπου 50 ακόμη στη διάρκεια της εισβολής. Η εκταφή και αναγνώρισή τους δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα.

Η αφορμή για να θυμηθούμε τα παραπάνω δόθηκε, φυσικά, απ' την υποδοχή που τα ελληνικά ΜΜΕ επιφύλαξαν στη συγκλονιστική τηλεοπτική ομολογία του Τούρκου ηθοποιού (και πρώην στρατιώτη) Αττίλα Ολγκάτς, σχετικά με την προσωπική του συμμετοχή στο διατεταγμένο φόνο Ελληνοκυπρίων αιχμαλώτων κατά την τουρκική εισβολή του 1974. Δεν χρειάζεται και πολλή φαντασία για να διαπιστώσει κανείς ότι άμεσο αποτέλεσμα αυτής της πάνδημης ελληνοτουρκικής κατακραυγής, κατά του βετεράνου που είχε την αποκοτιά να εξομολογηθεί δημόσια το έγκλημά του, θα είναι ο εξαναγκασμός στη σιωπή οποιουδήποτε σκεφτόταν να προβεί σε παρόμοιες αποκαλύψεις. Και για το μεν τουρκικό στρατιωτικοδημοσιογραφικό πλέγμα, αυτός ο τρομοκρατικός χειρισμός ήταν κάτι παραπάνω από αναμενόμενος. Ελληνες κι Ελληνοκύπριοι θα περίμενε ωστόσο κανείς να επιδείξουν περισσότερη ευστροφία, προστατεύοντας στοιχειωδώς τον αυτόκλητο μάρτυρα κι ενθαρρύνοντάς τον να γίνει πιο συγκεκριμένος για όσα είδε ή εξαναγκάστηκε να διαπράξει. Δυστυχώς όμως, ο χειρισμός του ζητήματος των αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας ελάχιστα διαφέρει στα καθ' ημάς απ' αυτόν του περιώνυμου «φακέλου»: επιφανειακή διαχείριση με στόχο τα «επικοινωνιακά οφέλη» (στο «εξωτερικό» και -κυρίως- το «εσωτερικό» μέτωπο), χωρίς την παραμικρή πρόθεση για ουσιαστική διαλεύκανση της υπόθεσης. Το εξαιρετικά τεκμηριωμένο βιβλίο του συναδέλφου Μακάριου Δρουσιώτη («1619 ενοχές», Λευκωσία 2000, εκδ. Αρχείο) είναι κάτι παραπάνω από διαφωτιστικό σ' αυτό το σημείο.

Αν ριχνόταν άπλετο φως στην κυπριακή τραγωδία του '74, θα 'πρεπε άλλωστε να μιλήσουμε ξεκάθαρα όχι μόνο για την εισβολή του «προαιώνιου εχθρού» αλλά και το διακοινοτικό κι ενδοελληνικό εμφύλιο που προηγήθηκαν. Και τότε δεν θα αρκούσε η καταγγελία των ιμπεριαλιστικών μηχανορραφιών που οδήγησαν στη διχοτόμηση. Θα έπρεπε να κατονομαστούν, με πλήρη στοιχεία, οι «Ελληνάρες» που τους έστρωσαν το δρόμο. Κι αυτό είναι κάτι που σχεδόν κανείς δεν το θέλει πια.

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ απο τον ΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 7/2/2009

Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2009

ΛΙΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ



Αλλά ο χριστιανισμός εμφανίζεται ως θρησκεία. Και το ίδιο ισχυρίζεται ως σήμερα. Πως έδρασε όμως σα βαρβαρική επιδρομή; Και γιατί λειτούργησε σαν καταλύτης κάθε ελληνικού στοιχείου, μετερχόμενος μέσα που μόνο ο ναζισμός μεταχειρίστηκε; Ο χριστιανισμός ισχυρίστηκε, και ισχυρίζεται ακόμα, πως μοναδικό κίνητρο ήταν η Σωτηρία. Σύμφωνοι. Αλλά τίνος; Μα της συσσώρευσης του Πλούτου και της Εξουσίας.
Αυτός είναι ο στόχος του βιβλίου: Η απομυθοποίηση μιας απάτης, όπως στάθηκε η χριστιανική θρησκεία, που γίνεται θεμέλιο του καπιταλισμού. Και που δε θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς την κατάργηση του ελληνικού ορθολογισμού.
Διαφορετικά θα εξακολουθήσει να εκκρεμεί ένα ζητούμενο: Από τον Ελληνικό πολιτισμό γεννιέται η Ταυτότητα του Ανθρώπου. Γιατί ο χριστιανισμός καταργεί αυτήν την ταυτότητα για να σώσει δήθεν τον άνθρωπο;

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2009

ΑΠΕΡΓΙΑ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΕΓΚΛΗΜΑ










Άλλαξε τίποτα στο καθ’ ημάς μπορντέλο τα τελευταία 20 χρόνια;
30 Ιανουαρίου 2009, 22:48

Κλεάνθης Γρίβας
Περί απεργίας και κοινωνικού εγκλήματος
Στις τελευταίες απεργιακές κινητοποιήσεις ορισμένων κρατικοδίαιτων συντεχνιών έχει πλήρη εφαρμογή το ρηθέν από το Γάλλο κομμουνιστή ηγέτη, Μορίς Τορέζ, ότι «η απεργία είναι όπλο των τραστ» ή των «ρετιρέ», κατά την ιδιάζουσα νεοελληνική «σοσιαλιστική» αργκό του κ. Ανδρέα Παπανδρέου.
Και ως δια «μαγείας», χάρη στις κομματικές εξαρτήσεις, την ιδιοτέλεια ή την ανεπάρκεια μιας μερίδας της (ελέω των κομμάτων) συνδικαλιστικής ηγεσίας ορισμένων κρατικοδίαιτων συντεχνιών, μια διαμάχη μεταξύ κάποιων επαγγελματικών ομάδων και εργοδοσίας μετατράπηκε σε λυσσαλέα σύγκρουση των «ρετιρέ» και της κοινωνίας, προς μεγάλη ανακούφιση της κρατικής εξουσίας.
Μέχρι στιγμής, κανένας (πλην των κομματικά εξαρτημένων συνδικαλιστών του προβληματικού δημόσιου τομέα) δε διανοήθηκε να θέσει υπό αμφισβήτηση την ιστορικά αποδεδειγμένη διαπίστωση ότι κάθε απεργία που δε στρέφεται κατά της εργοδοσίας αλλά εναντίον της κοινωνίας (είτε με το να της στερεί τη δυνατότητα να υπάρχει και να λειτουργεί ως οργανωμένο σύνολο, είτε με το να τη χρησιμοποιεί ως μέσο για να ασκηθεί πίεση στην εργοδοσία) μετασχηματίζεται από όπλο κοινωνικής άμυνας ή προόδου σε εργαλείο κοινωνικού εγκλήματος.

Για κάποιον που η εξουσιαστική (κρατική και κομματική) πλύση εγκεφάλου δε διατάραξε τις πνευματικές του λειτουργίες σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να «σκέπτεται» παρά μόνο με στερεότυπα, τίποτα δεν είναι δικαιωμένο αφ' εαυτού. Και σ' ό,τι αφορά μία απεργία, η εναρμόνιση των σκοπών και των μέσων της -με ιδιαίτερη βαρύτητα στα μέσα της- αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση της δικαίωσής της.
Εάν συνιστά όχι απλώς άδικη πράξη αλλά έγκλημα το να επιβάλλεται σε έναν άνθρωπο στέρηση των ενεργειακών προϋποθέσεων της ύπαρξής του (αέρας, νερό, τροφή), με την ίδια λογική δεν μπορεί παρά να αποτελεί άδικη πράξη ή έγκλημα το να εξαναγκάζεται σε κάτι τέτοιο μία ολόκληρη κοινωνία.

Στον ευρωπαϊκό κόσμο, που τμήμα του υποτίθεται ότι είμαστε ή επιθυμούμε να γίνουμε, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των εργαζόμενων στις κοινωνικά αναγκαίες και ζωτικές υπηρεσίες, βελτιώνουν διαρκώς τις συνθήκες δουλειάς, τις εισοδηματικές δυνατότητες και τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα, χωρίς να προσφεύγουν στον γκανγκστερικό εκβιασμό της μερικής ή ολικής διακοπής του ενεργειακού μεταβολισμού της κοινωνίας, που είναι κοινωνικά διαλυτικός και πολιτικά επικίνδυνος. Κι αντ' αυτού προτιμούν άλλες πιο αποτελεσματικές μεθόδους διεκδίκησης των αιτημάτων τους, όπως π.χ. τις άκρως αποτελεσματικές εισπρακτικές απεργίες, που θέτουν σε δεινή δοκιμασία την εργοδοσία και έχουν την επιδοκιμασία της κοινωνίας.
Στη χώρα μας, αντίθετα, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, άμεσα εξαρτημένες από τους κομματικούς μηχανισμούς και δρώντας ως μαχητικές εμπροσθοφυλακές τους, μπορούν όποτε θέλουν να ρίχνουν (ανεξέλεγκτα και ατιμώρητα) την κοινωνία σε κωματώδη κατάσταση, εξυπηρετώντας τις όποιες θεμιτές ή αθέμιτες σκοπιμότητές τους και αφήνοντας ουσιαστικά αλώβητη την εργοδοσία. Με φυσικό αποτέλεσμα, να τροποποιείται ριζικά ο χαρακτήρας της απεργιακής κινητοποίησης και να μεταβάλλεται από διαμάχη μεταξύ εργαζομένων και εργοδοσίας σε χωρίς αρχές σύγκρουση μεταξύ κοινωνικών ομάδων.
Μια τέτοια τακτική:

● Είναι κοινωνικά διαλυτική γιατί υπονομεύει δραστικά τη δυνατότητα ικανοποίησης των λειτουργικών αναγκών της κοινωνίας και, μετασχηματίζοντας τον απεργιακό αγώνα από διαμάχη μεταξύ εργαζομένων και εργοδοσίας σε διαπάλη μεταξύ κοινωνικών ομάδων, θρυμματίζει τους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ των εκμεταλλευόμενων κοινωνικών στρωμάτων και διαμορφώνει ένα έδαφος κατάλληλο για την άρση της νομιμότητας και την επιβολή του νόμου της ζούγκλας.
● Είναι πολιτικά επικίνδυνη γιατί καλλιεργεί ψυχολογικές συνθήκες που επιτρέπουν την αυταρχοποίηση της κρατικής εξουσίας με τη σύμφωνη γνώμη και την απαίτηση της πλειοψηφίας των μελών της κοινωνίας.

Η κοινωνία αναθέτει -έναντι αντιμισθίας- σε ορισμένους εργαζόμενους τη διαδικασία παραγωγής και διανομής ορισμένων υπηρεσιών που είναι απολύτως αναγκαίες για την ύπαρξή της. Ανάμεσα σ' αυτούς, τομέα αιχμής αποτελεί η παραγωγή και η διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας, η καθαριότητα και η υγεία.

Εάν η συνδικαλιστική ψευτο-αριστοκρατία μιας κοινωνικής ομάδας έχει το δικαίωμα να κατεβάζει το διακόπτη παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και να βυθίζει μία ολόκληρη χώρα στο σκοτάδι και την αδράνεια, δε βλέπω ποιο λογικό επιχείρημα θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς στο «δικαίωμα» κάποιων άλλων κοινωνικών ομάδων, στις οποίες η κοινωνία αναθέτει την άμυνα και την ασφάλειά της, να κάνουν χρήση των όπλων τους και να βάζουν ολόκληρη τη χώρα στο «γύψο».

Το έσχατο «επιχείρημα» των συνδικαλιστικών ηγεσιών των κρατικοδίαιτων «ρετιρέ» για τις δήθεν εξαιρέσεις ορισμένων επαγγελματικών ομάδων από τις γενικές κυβερνητικές ρυθμίσεις (και κυρίως αυτών των ελευθέρων επαγγελματιών) αποτελεί μέτρο του είδους και της ποιότητας της «λογικής» τους.
Κι αυτό γιατί σε πλήρη αντίθεση με τους κρατικοδίαιτους ή δημόσιους υπαλλήλους (όπως μετεξελίχθηκε στη σύγχρονη εποχή η έννοια του αυλικού υπηρέτη της προαστικής περιόδου), οι ελεύθεροι επαγγελματίες:
• Έχουν οι ίδιοι την πλήρη ευθύνη της επαγγελματικής τους ύπαρξης.
• Καταβάλλουν οι ίδιοι το «σταθερό κεφάλαιο» που απαιτεί η επαγγελματική τους δραστηριότητα.
• Πληρώνουν οι ίδιοι το σύνολο των εισφορών στα ασφαλιστικά τους ταμεία.
• Δεν έχουν εξασφαλισμένο εισόδημα.
• Αναλαμβάνουν οι ίδιοι όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται η επαγγελματική τους ελευθερία (προσέλκυση πελατείας, διακυμάνσεις της αγοράς, κλπ).
• Δεν επιβαρύνουν το κοινωνικό σύνολο διαμέσου του κρατικού προϋπολογισμού.
• Δεν έχουν κανένα διασφαλισμένο προνόμιο (υπερωρίες, ετήσιες άδειες, αναρρωτικές άδειες, 13ος μισθός, επιδόματα πολυετιών, αδείας, τέκνων, συζύγων, θείων ή ανιψιών, και πλείστα όσα άλλα). Και
• Δε συνταξιοδοτούνται πριν από το 65ο έτος της ηλικίας (ή προ του θανάτου τους, σε αρκετές περιπτώσεις).

Κι ακριβώς επειδή η φύση του ελεύθερου επαγγέλματος ταιριάζει σε ελεύθερους ανθρώπους που μπορούν να αναλαμβάνουν τους προσωπικούς κινδύνους και τις προσωπικές ευθύνες που συνεπάγεται κάθε ελευθερία, κανένας δε διανοείται να «γλείψει» τα υποδήματα των διαχειριστών της εξουσίας, προκειμένου να διοριστεί... ελεύθερος επαγγελματίας.
Η ολοκληρωτική κρατικίστικη λογική των προνομιούχων «ρετιρέ» βύθισε ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη στην ανέχεια και το χάος. Η μοίρα των ολοκληρωτικών γραφειοκρατικών καθεστώτων της «αριστεράς και της προόδου» που σαρώθηκαν σαν χάρτινοι πύργοι, αφήνοντας πίσω τους ερείπια και ο βίος των ανθρωποβόρων αυταρχικών εθνικιστικών «σοσιαλιστικών» καθεστώτων του τρίτου κόσμου, αποτελούν ιστορικά παραδείγματα προς αποφυγή και όχι προς μίμηση.

Ας μας επιτρέψουν λοιπόν οι -χάριν των κομμάτων- συνδικαλιστικοί ηγέτες των καθ' ημάς «ρετιρέ» να εναντιωθούμε στη μοίρα που μας επιφυλάσσει η αδιέξοδη κρατικίστικη «λογική» τους.
Η κοινωνία μπορεί να ζήσει και χωρίς αυτούς, αλλά δεν μπορεί να ζήσει με αυτούς έτσι και όπως είναι. Συνεπώς, είναι υποχρεωμένοι να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο σκέψης και δράσης τους, αν δε θέλουν να καταποντιστούν μέσα στο χάος που δημιουργούν.

Υ.Γ. Για να αποφευχθούν ενδεχόμενες «παρερμηνείες» και οι «δίκες προθέσεων» που είθισται να τις ακολουθούν, είναι αναγκαίο να παρατεθεί η Ομολογία Πίστης (η οποία επιβάλλεται από τους κανόνες του, συνηθισμένου στις μέρες μας, «κυνηγιού των μαγισσών» σε κάθε ενεργό πολίτη που επιμένει να έχει άποψη για τα κοινά) για «ισόβια αλληλεγγύη» με τους απεργιακούς αγώνες που αποσκοπούν στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και στρέφονται εναντίον της εργοδοσίας, και για ανυποχώρητη αντίθεση σε κάθε συντεχνιακή κινητοποίηση που παίζει το παιχνίδι της εξουσίας και λειτουργεί σε βάρος της κοινωνίας.
Δημοσιεύθηκε στην «Ελευθεροτυπία» (3/10/1990) και αναδημοσιεύτηκε στον
Οικονομικό Ταχυδρόμο (1/11/1990)
στη στήλη «Επιλογές Αξιοπρόσεκτων κειμένων»
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ Zougla.gr

ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ
















Η κατασκευή της τρομοκρατίας
1 Φεβρουαρίου 2009, 14:52

Κλεάνθης Γρίβας

«Κάθε βομβιστική επίθεση από το 1969 και μετά συνδεόταν με μια ομάδα. Οι διαταγές δίνονταν από ένα μηχανισμό που ανήκε στο κράτος και, ειδικότερα, από μια παράλληλη μυστική δομή του υπουργείου Εσωτερικών».

Δήλωση του νεοφασίστα τρομοκράτη Vincent Vinciguerra, κατά τη διάρκεια της δίκης του, το 1990. Ο Vinciguerra το 1972 πήρε μέρος σε βομβιστική ενέργεια που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο τριών καραμπινιέρων. (Sunday Independent, 11/11/1990).

«Ο σκοπός δικαιώνει τα μέσα; Αυτό είναι πιθανό. Ποιος, όμως, θα δικαιώσει το σκοπό; Σ’ αυτή την ερώτηση (που η ιστορική σκέψη αφήνει ξεκρέμαστη) η εξέγερση απαντά: Τα μέσα».

Albert Camus, Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος

(Αθήνα, Μπουκουμάνης, 1971, σ. 362)

1) H «ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΣΗΣ»
Μια προσεκτική ανασκόπηση στην εφαρμογή της τρομοκρατίας, από την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου (1947) μέχρι σήμερα, οδηγεί στην εξαγωγή δύο βασικών συμπερασμάτων:

1) Σε όλες σχεδόν τις τρομοκρατικές ενέργειες, αρχικά «ανακαλύπτεται» κάποιο «ερυθρό» ίχνος που στρέφει την προσοχή σε μια από τις πολλές ασήμαντες ομαδούλες της «αριστεράς» και στη συνέχεια, όλες οι αποδείξεις οδηγούν στο χώρο των μυστικών υπηρεσιών, του παρακράτους και των ακροδεξιών οργανώσεων.

2) Αυτή η τρομοκρατική σταθεροποιητική δραστηριότητα των μυστικών υπηρεσιών εξελίχθηκε σε δύο διακριτές φάσεις.

Στην πρώτη φάση (1947-1970), οι μυστικές υπηρεσίες αναθέτουν την εκτέλεση των «σταθεροποιητικών» (τρομοκρατικών) ενεργειών σε πράκτορές τους ή σε όργανά τους από το χώρο των ομάδων της εξτρεμιστικής δεξιάς, και στη συνέχεια προσπαθούν να τις αποδώσουν στην κοινοβουλευτική ή στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά, κατασκευάζοντας «ενόχους».

Στη δεύτερη φάση (1971 και μετά), σημειώνεται μια ποιοτική αλλαγή στη «σταθεροποιητική» (τρομοκρατική) τακτική των μυστικών υπηρεσιών, η οποία συμπίπτει με την κοινοποίηση του «Εγχειριδίου Εκστρατείας για τις μυστικές υπηρεσίες που διεξάγουν Επιχειρήσεις Σταθεροποίησης» των στρατηγών Westmorland (αρχηγού του αμερικανικού επιτελείου ενόπλων δυνάμεων και γνωστού σφαγέα του Βιετνάμ) και Wicklam. Το «Εγχειρίδιο» άρχισε να εφαρμόζεται για την αποσταθεροποίηση στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης με τρομοκρατικές δραστηριότητες, αμέσως μετά την κοινοποίησή του στις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες (Μάρτιος 1970), με τα κωδικά στοιχεία FM 30-31 (Field Manual/Εγχειρίδιο Επιχειρήσεων, που συνοδευόταν από 3 παραρτήματα FM 30-31 A, B και C) και έγινε η Βίβλος της «καθημερινής πρακτικής» των μυστικών υπηρεσιών κατά την εποχή στην οποία αρχηγοί της CIA είναι ο Ούλιαμ Κόλμπι (έως το 1975) και ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος (1976).

Μετά την κοινοποίηση αυτού του «Εγχειριδίου Σταθεροποιητικών [Τρομοκρατικών] Ενεργειών» στις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες στην Ευρώπη και στις μυστικές υπηρεσίες των ευρωπαϊκών κρατών (που εκπαιδεύονται και καθοδηγούνται από τις αντίστοιχες αμερικανικές), σημειώνεται μια ριζική μεταβολή της τακτική τους και μια ποιοτική αλλαγή της μεθοδολογίας τους:

Από ένα σημείο και μετά, σ’ εφαρμογή των οδηγιών του «Εγχειριδίου», οι μυστικές υπηρεσίες αντί να πραγματοποιούν τρομοκρατικές πράξεις με δικούς τους πράκτορες και να προσπαθούν εκ των υστέρων να κατασκευάσουν ενόχους προερχόμενους από το χώρο της αριστεράς,

1) είτε κατασκευάζουν «αριστερές» οργανώσεις φαντάσματα, που «αναλαμβάνουν δημόσια» την ευθύνη των τρομοκρατικών ενεργειών που πραγματοποιούν οι πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών,

2) είτε διεισδύουν σε διάφορες ομάδες της εξτρεμιστικής αριστεράς (οι οποίες είναι πολύ ευάλωτες, λόγω της μονοδιάστατης ιδεολογίας, της οργανωτικής συγκεντρωτικής διάρθρωσης και των συνθηκών της παρανομίας που καθιστούν αδύνατο τον έλεγχο των καθοδηγητικών οργάνων από τα υποκείμενα στρώματα) και τις καθοδηγούν στην εκτέλεση τρομοκρατικών πράξεων, όταν, όπως και όπου εξυπηρετούν τα «σταθεροποιητικά» τους σχέδια.

Αυτό επιτρέπει στις μυστικές υπηρεσίες να αποδίδουν αληθοφανώς τις δικές τους τρομοκρατικές ενέργειες, ανάλογα με τις σκοπιμότητες της στιγμής:

1) Είτε σε μέλη διαβρωμένων γκροπούσκουλων, που λειτουργούν υπό το κράτος της αυταπάτης, ότι με τη δράση τους υπερασπίζονται τα «ύψιστα συμφέροντα της επανάστασης» (!), ενώ στην πραγματικότητα εξυπηρετούν τα ύψιστα συμφέροντα των μυστικών υπηρεσιών. Τα στελέχη αυτής της κατηγορίας προορίζονται να παίξουν τον έσχατο ρόλο τους μπροστά σ’ ένα δικαστήριο πριν καταλήξουν σε μια φυλακή.

2) Είτε σε εκτελεστικά όργανα των μυστικών υπηρεσιών, τα οποία έχουν αχρηστευτεί από επιχειρησιακή άποψη, και μπορεί να παίζουν συνειδητά αυτόν το ρόλο ή να αγνοούν για λογαριασμό τίνος ενεργούν στην πραγματικότητα. Τα άτομα αυτά, που δεν είναι μόνον άχρηστα αλλά και επικίνδυνα για τις μυστικές υπηρεσίες, λόγω των όσων γνωρίζουν, κατά κανόνα «εκκαθαρίζονται» με διάφορους τρόπους που επιτρέπουν τη δημόσια εκμετάλλευση της δολοφονίας τους από τις υπηρεσίες που την αποφασίζουν και την εκτελούν.

Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί κάποια απ’ αυτές τις διαζευκτικές δυνατότητες, επειδή δεν το επιτρέπουν οι αντικειμενικές συνθήκες (όπως π.χ. στην περίπτωση που υπάρχει τρομοκρατική δραστηριότητα, αλλά δεν υπάρχει επιδοκιμασία και υποστήριξη αυτής της δραστηριότητας από διάφορες ομαδούλες της εξτρεμιστικής αριστεράς), οι μυστικές υπηρεσίες έχουν πάντα την ευχέρεια να κατασκευάζουν ενόχους, επιλέγοντας ανάμεσα σε άτομα που η κοινωνική και πολιτική τους παρουσία τα καθιστά ευάλωτα.

Λίγο μετά την κοινοποίηση του «Εγχειριδίου Εκστρατείας για τις μυστικές υπηρεσίες που διεξάγουν Επιχειρήσεις Σταθεροποίησης» των στρατηγών Westmorland εξουδετερώνονται «ανεξήγητα» οι ιστορικές ηγεσίες των δύο σημαντικότερων οργανώσεων που δρουν στον ευρωπαϊκό χώρο, η «Φράξια Κόκκινος Στρατός» (RAF) στη δυτική Γερμανία και οι «Ερυθρές Ταξιαρχίες» στην Ιταλία. Το κενό που δημιουργείται καλύπτεται από μια «νέα γενιά» στελεχών, και, ύστερα απ’ αυτό, παρατηρείται μια (απρόσμενη, αιφνίδια και πολιτικά αδικαιολόγητη) αλλαγή στις μεθόδους και τους στόχους τους:

Ο «μετριοπαθής εκφοβισμός» που εφαρμοζόταν κατ’ αποκλειστικότητα μέχρι τότε, υποκαθίσταται εξ’ ολοκλήρου από την προμελετημένη ανθρωποκτονία ως βασικό μέσο «πολιτικής παρέμβασης».

Δυτική Γερμανία

Η «Φράξια Κόκκινος Στρατός» (RAF) συγκροτήθηκε τον Αύγουστο 1970, και μέχρι την εκκαθάριση της «ιστορικής ηγεσίας» της δεν εκτέλεσε καμιά πράξη προσχεδιασμένης ανθρωποκτονίας: Όλες οι κατηγορίες που της προσάπτει η αστυνομία και ο κατευθυνόμενος Τύπος αναφέρονται σε αναπόδεικτες, κατά κανόνα, συμμετοχές της σε ληστείες τραπεζών, κλοπές εγγράφων από δημόσιες υπηρεσίες, κ.λ.π.

Από το 1971 με την συστηματική καλλιέργεια της αντιτρομοκρατικής ψύχωσης που διευκολύνει και νομιμοποιεί στη συνείδηση μιας μερίδας της κοινής γνώμης την άγρια καταστολή, εξαπολύεται ένα κύμα αστυνομικών επιχειρήσεων που οδηγεί στην πλήρη εκκαθάριση της «ιστορικής ηγεσίας» της RAF και στην αντικατάστασή της από ένα νέο επιτελείο «επαναστατών».

Μέσα σε δύο χρόνια (1970-1972), οι «αντιτρομοκρατικές» δυνάμεις δολοφονούν τους Πέτρα Σελμ (1971), Γκ. Φον Ράουχ και Τόμας Βάισμπεργκ (1972), και συλλαμβάνουν τους Π. Χόμαν, Ι. Γκεόργκενς, Ι. Σούμπερτ κ.ά. (1970), Μ. Γκράσχοφ, Β. Γκρούντμαν, Κ. Προλ, Β. Χόπε κ.ά. (1971). Στα επόμενα δύο χρόνια, την ίδια τύχη θα έχουν οι Α. Μπάαντερ, Ουλρίκε Μάινχοφ, Γκ. ‘Ενσλιν, Χ. Μάλερ κ.ά.

Μετά απ’ αυτό το σημείο, σημειώνεται μια ριζική μεταβολή στη μεθοδολογία της RAF, που από εδώ και πέρα έχει ως άξονα την προσχεδιασμένη ανθρωποκτονία.

Ιταλία

Μέχρι το 1973, η δραστηριότητα των ιταλικών «Ερυθρών Ταξιαρχιών» εξαντλείται σε ενέργειες εκφοβιστικού χαρακτήρα: προκηρύξεις, συμμετοχή ενόπλων σε διαδηλώσεις, μικροτραυματισμοί, απαγωγές που καταλήγουν στην απελευθέρωση του απαχθέντος (όπως συνέβη με τον προσωπάρχη της FIAT Ετόρε Αμέριο, τον εισαγγελέα Μάριο Σόσι, κ.ά.)

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1974, εξουδετερώνεται η «ιστορική ηγεσία» των «Ερυθρών Ταξιαρχιών» (με τις συλλήψεις του Ρενάτο Κούρτσιο, του Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι κ.ά.) και στην καθοδήγηση των Ερυθρών Ταξιαρχιών προωθείται ο μιλιταριστής Μάριο Μορέτι, ο οποίος συνεργάζεται στενά με τον «μυστηριώδη» Κοράντο Σιμιόνι.

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην ιδρυτική ομάδα των «Ερυθρών Ταξιαρχιών» υπήρχαν τρεις συνιστώσες: ο βέρος κομμουνιστής Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι, ο κεντρώος-καθολικός Ρενάτο Κούρτσο (που είχε ένα βραχύβιο νεανικό έρωτα για την άκρα Δεξιά) και ο «μυστηριώδης» Κοράντο Σιμιόνι. Όπως αποκάλυψε αργότερα, ο Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι:

«Το βιογραφικό του Κοράντο Σιμιόνι είναι ομιχλώδες: Είχε δουλέψει στο Ράδιο Free Europe (που χρηματοδοτείται από τη CIA), σε καθολικό πανεπιστήμιο της Γερμανίας, τον είχαν διαγράψει από το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, είχε στενές επαφές με τον ακροαριστερό εκδότη Τζαν Τζάκομο Φελτρινέλι και με όλους τους σκληροπυρηνικούς κομμουνιστές που είχαν συσπειρωθεί γύρω του. Ο Σιμιόνι με τον Φελτρινέλι ήταν τότε σταθερά σημεία αναφοράς για όλους όσοι ήταν απογοητευμένοι από τη συμβιβαστική τακτική του Ιταλικού Κ.Κ.: πρώην αντιστασιακοί, εξεγερμένοι νέοι, ανυπόμονοι εργάτες».[1]

Μετά απ’ αυτές τις συλλήψεις, αλλάζει τελείως το σκηνικό του θεάματος της τρομοκρατίας, στην κατεύθυνση που σκιαγραφείται στο αμερικανικό «Εγχειρίδιο [Από]σταθεροποιητικών Ενεργειών»: Από δω και πέρα, ο «μετριοπαθής εκφοβισμός» υποκαθίσταται εξ’ ολοκλήρου από την προμελετημένη ανθρωποκτονία.

Όπως είναι γνωστό, ο συνωμοτικός χαρακτήρα, η αυστηρή πειθαρχία και ο στρατιωτικός συγκεντρωτισμός, που προσδιορίζουν το στίγμα κάθε οργάνωσης που δρα σε συνθήκες σκληρής παρανομίας, καθιστούν απολύτως αδύνατο τον έλεγχο της σύνθεσης και των αποφάσεων της καθοδήγησης από τα μέλη της. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, είναι υπερβολικά εύκολο για τις μυστικές υπηρεσίες να αποδεκατίσουν την «ιστορική ηγεσία» οποιασδήποτε παράνομης συνωμοτικής οργάνωσης και να προωθήσουν στην καθοδήγησή της πράκτορές τους, θέτοντας έτσι την οργάνωση στην υπηρεσία των δικών τους σκοπών.

2) ΙΤΑΛΙΑ: ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ

Η περίοδος της σύγχρονης ιταλικής ιστορίας, που ονομάστηκε περίοδος της «στρατηγικής της έντασης» ή «μολυβένια χρόνια», χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια της CIA να αποσταθεροποιήσει την ιταλική Δημοκρατία, σε συνεργασία με τις ιταλικές μυστικές υπηρεσίες, ορισμένες σκοτεινές μασονικές στοές (όπως η στοά «Προπαγάνδα 2», Π2) του Λίτσιο Τζέλι και τις ακροδεξιές τρομοκρατικές οργανώσεις.

Για την επίτευξη αυτού του στόχου χρησιμοποίησε α) τρεις -γνωστές- από απόπειρες πραξικοπήματος και β) ένα κύμα μαζικών τρομοκρατικών ενεργειών και βομβιστικών επιθέσεων με δεκάδες αθώα θύματα.

α) Οι απόπειρες πραξικοπήματος

Στο κρίσιμο διάστημα 1970-1974, έγιναν τρεις διερευνημένες απόπειρες πραξικοπήματος, οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο δικαστικής έρευνας:

1) Το πραξικόπημα Μποργκέζε (Ρώμη, 7 και 8 Δεκεμβρίου 1970). Η απόπειρα πραξικοπήματος πήρε το όνομα του επικεφαλής πραξικοπηματία πρίγκιπα Μποργκέζε (ιδρυτή του ακροδεξιού «Εθνικού Μετώπου» και είχε την κωδική ονομασί «Επιχείρηση Τόρα Τόρα». Στη δίκη για το «πραξικόπημα Μποργκέζε», βασικοί κατηγορούμενοι ήταν -εκτός από τον Μποργκέζε- ο αρχιτρομοκράτης Στέφανο Ντέλε Κιάιεϊ, αξιωματούχοι της Μασονικής Στοάς Ρ2 του Λ. Τζέλι και των μυστικών υπηρεσιών.

Όπως αποκαλύφθηκε, ο φασίστας Μποργκέζε και οι ακροδεξιές οργανώσεις «Κίνηση Επαναστατικής Δράσης», «Εθνικό Μέτωπο» και «Νέα Τάξη», συνεργάζονταν με το ελληνικό δικτατορικό καθεστώς (υπενθυμίζεται ότι μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος ο Μποργκέζε «φιλοξενήθηκε» στην Κέρκυρα από το καθεστώς του πραξικοπηματία Γ. Παπαδόπουλου). Όλως «περιέργως», παρ’ ότι ασκήθηκαν διώξεις, κανένας δεν παραπέμφθηκε στην ιταλική δικαιοσύνη για την υπόθεση αυτή, μέχρι σήμερα.

2) Το πραξικόπημα Rosa Dei Venti (Γένοβα, Απρίλης 1973). Οι πρωταίτιοι, αξιωματούχοι της της νεοφασιστικής οργάνωσης «La Rosa dei Venti», της ομάδας Μποργκέζε, της Μασονικής Στοάς Ρ2 και των μυστικών υπηρεσιών παραπέμφθηκαν σε δίκη.

3) Το Πραξικόπημα Σόνιο (10 Αυγούστου 1974). Για αυτή την απόπειρα πραξικοπήματος, παραπέμπονται ο Εντουάρντο Σόνιο και Λουίτζι Καβάλο. Φυσικά, χάρη στο ρόλο της ιταλικής ΚΥΠ, οι πραξικοπηματίες καλύφθηκαν και οι έρευνες δεν προχώρησαν.

β) Η τρομοκρατία είναι γένους νεοφασιστικού

● 15 Απριλίου 1969. Η διαβόητη νεοφασιστική «στρατηγική της έντασης» (τρομοκρατία) που έμελλε να σφραγίσει ανεξίτηλα την πολιτική ζωή της σύγχρονης Ιταλίας, εγκαινιάστηκε (πολύ πριν δημιουργηθούν οι «Ερυθρές Ταξιαρχίες» για να την «επωμιστούν») με την έκρηξη μιας βόμβας στο γραφείο του πρύτανη του Πανεπιστημίου της Πάδουας (15 Απριλίου 1969), η οποία ακολουθήθηκε την ίδια χρονιά από πολλές βομβιστικές ενέργειες σε νυκτερινά τρένα, τράπεζες, κ.α., με αποκορύφωμα τη Σφαγή στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνου (12-12-1969). Ο ετήσιος απολογισμός της ακροδεξιάς τρομοκρατίας για το 1969 είναι 16 νεκροί και 119 τραυματίες.

● 12 Δεκεμβρίου 1969. Η πολύνεκρη νεοφασιστική βομβιστική ενέργεια στην Αγροτική Τράπεζα στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνου είχε ως αποτέλεσμα 18 νεκρούς και 84 τραυματίες. Επί τρία χρόνια οι αστυνομικές αρχές επέμεναν να κατηγορούν ως υπεύθυνο για τη βόμβα τον αναρχικό Πιέτρο Βαλπρέντα. Αλλά η επίμονη εκστρατεία της αριστεράς οδήγησε στην αποκάλυψη της ενοχής της νεοφασιστικής οργάνωσης «Νέα Τάξη». Ο εισαγγελέας του Μιλάνου Γκουίντο Σαλβίνι εντόπισε και τους πράκτορες της CIA (που έδρευαν στις ΝΑΤΟϊκές βάσεις της περιοχής) οι οποίοι καθοδήγησαν την ενέργεια.[2]

● 1971. Σημειώνονται μαζικές ταραχές στο Ρέτζο της Καλαβρίας που, όπως αποδεικνύεται αργότερα, καθοδηγούνται από προβοκάτορες των μυστικών υπηρεσιών (Ντέλα Κιάϊε, Μαρότι, Λιγκάτο, Πάρντο κ.ά.) και της αστυνομίας (αστυνόμος Ντ’ Αμάτο), οι οποίοι συνεργάζονταν με το ελληνικό χουντικό καθεστώς.

● Απρίλιος 1972. Ύστερα από φασιστική βομβιστική επίθεση στο Πετεάνο, δολοφονούνται τρεις καραμπινιέροι. Αρχικά, οι αρχές «δείχνουν» την αριστερά, αλλά 18 χρόνια αργότερα (1990) η δικαστική έρευνα εντοπίζει τους ενόχους σε στελέχη ακροδεξιών τρομοκρατικών οργανώσεων, με προεξάρχοντα τον νεοφασίστα τρομοκράτη Vincent Vinciguerra. Ο Vinciguerra., κατά τη διάρκεια της δίκης του (το Νοέμβριο 1990) για τη συμμετοχή του στις δολοφονίες του Πετεάνο, δήλωσε: «Κάθε βομβιστική επίθεση από το 1969 και μετά συνδεόταν με μια ομάδα. Οι διαταγές δίνονταν από ένα μηχανισμό που ανήκε στο κράτος και, ειδικότερα, από μια παράλληλη μυστική δομή του υπουργείου Εσωτερικών».[3]

Κατά την έρευνα για τη δολοφονία των 3 αστυνομικών του δικαστή Felice Casson της Βενετίας «προέκυψαν σημαντικές λεπτομέρειες για την Gladio, σε αναφορές για μια δολοφονική τρομοκρατική ομάδα, οι οποίες τον οδήγησαν στα αρχεία των ιταλικών μυστικών υπηρεσιών. Ο κ. Αντρεότι, που είχε ήδη ανακριθεί από το δικαστή Casson γι’ αυτό το θέμα, αναγκάστηκε να δώσει στο Κοινοβούλιο ορισμένες πληροφορίες για τη συγκρότηση της Gladio».[4] Οι έρευνες του δικαστή Felice Casson «σε απόρρητα ντοκουμέντα από τα αρχεία των ιταλικών μυστικών υπηρεσιών για μια δολοφονική τρομοκρατική επίθεση του 1972, τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ένας μυστικός στρατός (Gladio), ενισχυόμενος από το ΝΑΤΟ, δρούσε και εξακολουθεί να δρα στην Ιταλία».[5]

Τον Οκτώβριο 1990, υπό την πίεση των αποκαλύψεων, «ο χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός Τζούλιο Αντρεότι, παραδέχθηκε ότι ‘ορισμένες δραστηριότητες της Gladio έλαβαν χώρα κάτω από την ομπρέλα του ΝΑΤΟ, σε σχέση με την αντιμετώπιση πιθανής [κομμουνιστικής] στην Ιταλία. Αλλά η οργάνωση αυτή είχε διαλυθεί το 1972”»,[6] και ο Ιταλός πρόεδρος Φραντσέσκο Κοσίγκα ομολόγησε την ανάμιξή του στη Gladio: «Ο πρόεδρος Φραντσέσκο Κοσίγκα δήλωσε ότι ήταν περήφανος, γιατί ως υφυπουργός Άμυνας είχε σχεδιάσει την τυπική αμυντική διάρθρωση της Gladio».[7]

Τον Νοέμβριο 1990, «Ο πρωθυπουργός Τζούλιο Αντρεότι, δήλωσε στο Κοινοβούλιο ότι η Gladio ήταν απαραίτητη κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, η Ιταλία θα πρέπει να εισηγηθεί στο ΝΑΤΟ ότι αυτή η οργάνωση δεν είναι πια αναγκαία».[8]

Εκτοτε, «οι πιο σπουδαίες και ενοχλητικές ερωτήσεις που ανέκυψαν από την αποκάλυψη της Gladio παραμένουν αναπάντητες. Ανάμεσα σ’ αυτές και το πώς χρησιμοποιήθηκαν όπλα και εκρηκτικά της Gladio στην επίθεση στο Πετεάνο το 1972, κατά την οποία σκοτώθηκαν τρεις αστυνομικοί».[9]

● 17 Μαΐου 1972. Δολοφονείται ο περιβόητος αστυνόμος Καλαμπρέζι, ενώ διερευνούσε υπόθεση παράνομης διακίνησης όπλων δυτικογερμανικής προέλευσης. Ο Καλαμπρέζι «είχε πάρει μέρος στη σκευωρία εναντίον του Βαλπρέντα, στη δολοφονία του Πινέλι, και λίγο πριν τον φάνε είχε «αναγνωρίσει» τον Φερτρινέλι στο παραμορφωμένο πτώμα του Σεγκράτε». Αρχικά οι αστυνομικές αρχές αποδίδουν τη δολοφονία του στην αριστερά, αλλά στη συνέχεια οι ανακρίσεις αποδεικνύουν ότι στην ομάδα των δολοφόνων του ανήκαν οι ακροδεξιοί συνεργάτες των μυστικών υπηρεσιών Νάρντι, Στέφανο και η δεσποινίς Κις, οι οποίοι διέφυγαν από την Ιταλία για να αναμειχθούν αργότερα στο σκάνδαλο Λόκχιντ.

● 17 Μαΐου 1973. Με 4 νεκρούς και 80 τραυματίες πληρώνεται η σκηνοθετημένη απόπειρα «δολοφονίας» του υπουργού Μαριάνο Ρουμόρ (17 Μαΐου 1973) από τον δήθεν αναρχικό Μπερτόλι που, όπως αποδεικνύεται από την ανάκριση, είναι πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών. Η ανάκριση αποκαλύπτει ότι η σκηνοθετημένη απόπειρα αποτελούσε τη δικαιολογία για την εκδήλωση του πραξικοπήματος της ομάδας «Ρόδο των Ανέμων» που συγκροτείται από στελέχη των μυστικών υπηρεσιών, του στρατού και της αστυνομίας, και ο ανακριτής Ταμπουρίνι υποδεικνύει ως ενόχους, μεταξύ των άλλων, και τον στρατηγό Ναρντέλα, που διαφεύγει στο εξωτερικό, τον Ντομιάνι, επικεφαλής του κλάδου Ψυχολογικού Πολέμου, τον Μολίνο, αστυνομικό διευθυντή της Πάδουας, και τον Σπιάτσι, διευθυντή των μυστικών υπηρεσιών της Βερόνας.

● 1974. Η έναρξη αυτής της χρονιάς χαιρετίζεται με τη «βόμβα» του «εντιμότατου» κ. Σπανιουόλο, γενικού εισαγγελέας της Ρώμης και επιφανούς μέλους της περιβόητης «Στοάς Ρ», ο οποίος τον Ιανουάριο του 1974, κάνει μερικές αποκαλυπτικότατες δηλώσεις (για λόγους που συνδέονται με συγκρούσεις ενδοφατριακών συμφερόντων):

«Είναι απαραίτητο να γίνει κάθαρση στο χώρο της αστυνομίας. Ήδη από τη δεκαετία του 1950, ο υπουργός Εσωτερικών και οι επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών πρόσφεραν προστασία σε πράκτορες που είχαν αποστολή να καθοδηγούν πολιτικούς ακτιβιστές... Ο Ντ’ Αμάτο είναι ο μέγας ένοχος για τη διαφθορά στους κόλπους της αστυνομίας, και είναι κραυγαλέες οι αποδείξεις ότι ευνόησε, διευκόλυνε και ενίσχυσε την εξέγερση στην Καλαβρία... Η SID [Ιταλική ΚΥΠ] συνέχισε τις παράνομες δραστηριότητες τής, προκατόχου της, SIFAR, παρακολουθώντας τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις όχι μόνο «υπόπτων» ατόμων αλλά και πολιτικών. Θύματα αυτής της παρακολούθησης ήταν ο Σαραγκάτ, ο Νένι, ο Λόγκο, εγώ ο ίδιος και άλλοι... Οι δήθεν «αποδείξεις» που προσκόμιζαν οι μυστικές και οι αστυνομικές υπηρεσίες στη δικαιοσύνη ήταν παραποιημένες ή εξ ολοκλήρου ανυπόστατες».

● 25 Μαΐου 1974. Πραγματοποιείται η νεοφασιστική «Σφαγή της Μπρέσια»: 6 νεκροί και 100 τραυματίες είναι ο απολογισμός της έκρηξης βόμβας σε συγκέντρωση της αριστεράς στην Πιάτσα Ντάλα Λότζια της Μπρέσια, για την οποία κατηγορείται και παραπέμπεται ο πράκτορας της SID (ΚΥΠ), Τζιανετίνι.

● 3 Αυγούστου 1974. Έκρηξη βόμβας στο διεθνές νυκτερινό τρένο Italicus με αποτέλεσμα 12 νεκρούς και πολλές δεκάδες τραυματίες. Σύμφωνα με την πάγια τακτική της, η αστυνομία αποδίδει τη νεοφασιστική δολοφονική ενέργεια σε αριστερά στοιχεία, αλλά στη συνέχεια η έρευνα που διεξάγεται από τον ανακριτή Οκόρσιο θα οδηγήσει στους Μπόνο, Μπαρτόλι, Καζάλι και Πόλι (που είναι ηγετικά στελέχη των ακροδεξιών οργανώσεων «’Ορντινε Νουόβο», «’Ορντινε Νέρο» και «Αβανγκουάρντια Νασιονάλε»).

Η ανάκριση αποδεικνύει ότι την τρομοκρατία καθοδηγούν στελέχη των μυστικών υπηρεσιών και απαγγέλλονται κατηγορίες, μεταξύ άλλων, και εναντίον του στρατηγού Μαλέτι, αρχηγού του κλάδου αντικατασκοπίας της SID και του λοχαγού Λαμπρούνα, αρχηγού του τομέα NOD και αρμόδιου για τις διαβρώσεις των εξτρεμιστικών οργανώσεων, οι οποίοι παραπέμπονται σε δίκη επειδή, κατά το κατηγορητήριο: «Οι δύο κατηγορούμενοι από το 1969, χάρη στην ιδιότητά τους πρόσφεραν προστασία σε τρομοκράτες που βαρύνονταν με διάφορες τρομοκρατικές ενέργειες και παραποιούσαν συστηματικά τις πληροφορίες που παρείχαν σε πολιτικές και δικαστικές αρχές».

Στη δίκη που έγινε το 1979 στο κακουργιοδικείο του Κασαντέρο, ύστερα από μια πεντάχρονη δικαστική Οδύσσεια και την αποτυχία όλων των προσπαθειών να αποτραπεί η διεξαγωγή της, αποδεικνύεται πλήρως η ενοχή και καταδικάζεται ο στρατηγός Μαλέτι σε 4ετή φυλάκιση, ο λοχαγός Λαμπρούνα σε 2ετή φυλάκιση, οι πράκτορές τους, ακροδεξιοί εξτρεμιστές Φρέντα και Βεντούρα, σε ισόβια (ερήμην) και αθωώνεται ο αναρχικός Βαλπρέντα, στον οποίο η SID (ΚΥΠ) προσπάθησε να φορτώσει τα δικά της εγκλήματα.

Έτσι, αποδείχτηκε γι’ άλλη μια φορά με τον πλέον αδιάψευστο τρόπο ότι «η τρομοκρατία είναι το κράτος, δηλαδή ένα από τα πολλά ένοπλα παρακλάδια του». (G. Sanguinetti)

γ) Δικαστική επιβεβαίωση (Μιλάνο, Ανώτερο Δικαστήριο, 11-3-2000)

Στις 11 Μαρτίου 2000, το Ανώτερο Δικαστήριο του Μιλάνου καταδίκασε με την ποινή των ισοβίων 4 στελέχη της ακροδεξιάς οργάνωσης «Νέα Τάξη», που δρούσε υπό την καθοδήγηση των μυστικών υπηρεσιών, για τη βομβιστική επίθεση της οδού Φατεμπενεφρατέλι το 1973:

Άμος Σπιάτσι (αξιωματούχος της Ιταλικής SID/ΚΥΠ, συμμέτοχος σε όλες τις τρομοκρατικές ενέργειες από την περίοδο που είχε το βαθμό του ταγματάρχη), Κάρλο-Μαρία Μάτζι (Νέα Τάξη, Βενετία), Τζιόρτζιο Μποφέλι και Φραντσέσκο Νεάμι (Νέα Τάξη, Τεργέστη)

Αυτή η δικαστική απόφαση θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στις δίκες για τη νεοφασιστική Σφαγή στο Μιλάνο (Πιάτσα Φοντάνα, 12 Δεκεμβρίου 1969) και τη Σφαγή στη Μπρέσια (1974).

δ) Εκ των έσω:
Οι αποκαλύψεις του στρατηγού Μαλέτι, πρώην αρχηγού της SID

Ο Τζιαν Αντέλιο Μαλέτι, αρχικά επιτελικό στέλεχος της SID (ιταλική ΚΥΠ) και αργότερα επικεφαλής της ιταλικής αντικατασκοπείας (1971), ήταν στρατιωτικός ακόλουθος της Ιταλίας στην Ελλάδα, εργάστηκε για λογαριασμό της αμερικανικής CΙΑ προκειμένου να επιτύχει το πραξικόπημα των συνταγματαρχών (1967). Υπήρξε συντονιστής της χρηματοδότησης του δικτάτορα Παπαδόπουλου από τη μασονική στοά «Π2». Επέστρεψε από την Ελλάδα στην Ιταλία το Σεπτέμβριο 1967, τοποθετήθηκε σε άκρως νευραλγική θέση των ιταλικών μυστικών υπηρεσιών, θέση από την οποία συνεργάστηκε προσωπικά με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Καταδικάστηκε ερήμην σε 31 χρόνια φυλάκισης και σήμερα είναι φυγόδικος στη Νότια Αφρική. Πολλοί συγκατηγορούμενοί του, στελέχη της ακροδεξιάς οργάνωσης «Νέα Τάξη», καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης από 6 έως 10 χρόνια. Ο απόστρατος στρατηγός Μαλέτι, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «La Republica», [10] αποκαλύπτει ότι:

1) Η CIA ήταν άμεσα αναμεμιγμένη στη συγκρότηση των ακροδεξιών οργανώσεων που ευθύνονται για τρομοκρατικά πλήγματα στην Ιταλία κατά τη δεκαετία του 1970.

2) Η CIA προσπάθησε να υποθάλψει την αναβίωση του ακραίου εθνικισμού και να επιστρατεύσει την άκρα Δεξιά με σκοπό να ανακόψει τη στροφή της ιταλικής και γερμανικής κοινωνίας προς την Αριστερά.

3) Η τρομοκρατική «στρατηγική της έντασης» είχε βούλα ατλαντική. Αυτουργός της δημιουργίας των εστιών έντασης ήταν η CIA, η οποία οργάνωνε τη δράση της και χάραζε γραμμή πλεύσης, βάσει στοιχείων του ΝΑΤΟ.

4) Η CIA, που τότε διέθετε στην Ιταλία το σημαντικότερο σταθμό σε ολόκληρη την Ευρώπη, εφάρμοσε αυτήν την τρομοκρατική «στρατηγικής» κάνοντας χρήση δύο ΝΑΤΟϊκών βάσεων: τη βάση του Αβιάνο (έδρα της ΝΑΤΟϊκής επίθεσης κατά της Γιουγκοσλαβίας το 1999) και τη βάση της Νεάπολης.

5) Η CIA υλοποίησε την τρομοκρατία μέσω διαφόρων ακροδεξιών ομάδων από την Ιταλία και τη Γερμανία. Ο σταθμός της CIA στη Γερμανία υπαγόρευε στις ακροδεξιές ομάδες τον τρόπο δράσης τους, τις προμήθευε με εκρηκτικούς μηχανισμούς και λειτουργούσε ως σύνδεσμος ανάμεσα σε οργανώσεις παρόμοιας ιδεολογίας στην Ιταλία και στη Γερμανία.

6) Οι πολύνεκρες επιθέσεις νεοφασιστών (όπως αυτή στο σταθμό της Μπολόνια με περισσότερους από 89 νεκρούς) σχεδιάστηκαν στο πλαίσιο αυτής της στρατηγική της CIA.

7) Οι τρομοκρατικές ενέργειες της άκρας Δεξιάς κατά τα «μολυβένια χρόνια» της δεκαετίας του 1970 κόστισαν τη ζωή σε περισσότερους από 200 ανθρώπους στην Ιταλία.

8) Οι Ιταλοί πολιτικοί, όπως ο Τζούλιο Αντρεότι και ο πρόεδρος Λεόνε και άλλοι, ενημερώθηκαν με εκθέσεις του τόσο για τις διασυνδέσεις της CIA με τις ακροδεξιές οργανώσεις, όσο και για τα σχέδια πραξικοπήματος στην Ιταλία, στο οποίο εμπλέκονταν ανώτεροι αξιωματικοί των ιταλικών ενόπλων δυνάμεων συνεργαζόμενοι με τη CIA. Αλλά τήρησαν σιγήν ιχθύος.

9) Η CIA βρισκόταν πίσω και από την εγκαθίδρυση της χούντας στην Ελλάδα το 1967 και, εν συνεχεία, προσπάθησε να κάνει στην Ιταλία ό,τι έκανε στην Ελλάδα, όπου το πραξικόπημα των συνταγματαρχών έβγαλε έξω από το παιχνίδι τον Γεώργιο Παπανδρέου.

ε) Εκ των έσω:
Το εκ βαθέων ενός «τρομοκράτη»

Το Μάρτιο 1978, ο Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι, ιδρυτικό στέλεχος και μέλος της ιστορικής ηγεσίας των «Ερυθρών Ταξιαρχιών», που είχε συλληφθεί από την ιταλική αστυνομία μαζί με τον Ρενάτο Κούρτσιο στις 8 Σεπτεμβρίου 1974, πληροφορείται από συγκρατούμενό του στις φυλακές του Τορίνο την απαγωγή του χριστιανοδημοκράτη ηγέτη Αλντο Μόρο. Να τι γράφει ο ίδιος:

«Μάρτιος 1978, φυλακές του Τορίνο. Στις 9.30 το πρωί, ακούω από το διπλανό κελί τον Αλφρέντο που ουρλιάζει: «Μόρο. Απήγαγαν τον Μόρο» … κανείς από μας δεν μπορούσε να φανταστεί ότι οι Ερυθρές Ταξιαρχίες θα ήταν ικανές να απαγάγουν έναν από τους πιο προστατευόμενους και ισχυρούς πολιτικούς της Ιταλίας ... Αργότερα συζητάμε με τους συντρόφους. Τον απήγαγαν οι δικοί μας; Καμιά άλλη οργάνωση δεν μπορεί να έχει τη δύναμη και το κουράγιο για μια τέτοια ενέργεια. Δεν γνωρίζουμε πώς θα χειριστούν αυτή την απαγωγή οι σύντροφοι. Βέβαια, υπάρχει το προηγούμενο της απαγωγής του εισαγγελέα Σόσι, αλλά τότε ήταν διαφορετική περίπτωση. Έκαναν καλά τους λογαριασμούς τους ή σήκωσαν ένα βράχο που θα τους συντρίψει; ….

Την επόμενη μέρα άρχιζε στο Κακουργιοδικείο του Τορίνο η δίκη του ιστορικού πυρήνα των Ερυθρών Ταξιαρχιών. Κύριοι κατηγορούμενοι εγώ και ο Ρενάτο (Κούρτσιο). Οι εφημερίδες μας παρουσίαζαν ως τους αληθινούς αρχηγούς που διηύθυναν την τρομοκρατία μέσα από τις φυλακές. ‘Όμως, εμείς δεν γνωρίζαμε τίποτε και δεν ξέραμε πώς να φερθούμε στη δίκη, αφού αγνοούσαμε τα σχέδια της οργάνωσης για τον Μόρο…

Στην αίθουσα του δικαστηρίου… Αναλαμβάνουμε την ευθύνη της απαγωγής όταν πλέον έχει δοθεί στη δημοσιότητα η πρώτη ανακοίνωση της οργάνωσης με τη φωτογραφία του Μόρο. Πριν το αποφασίσουμε, διαβάζουμε και ξαναδιαβάζουμε την ανακοίνωση. Η πρώτη εντύπωσή μας είναι η απογοήτευση. Ο συλλογισμός τους είναι πολύ απλοϊκός, περιστρέφεται γύρω από τον Μόρο και τις ευθύνες του ως αρχηγού των Χριστιανοδημοκρατών. Σαν να διέφυγε από τους συντρόφους η πολυπλοκότητα της κατάστασης στην οποία κινούνται. Σαν να τους διέφυγε ότι η “καρδιά του κράτους” δεν είναι ο Μόρο, αλλά το πολιτικό σχέδιο, ένας από τους δημιουργούς του οποίου είναι κι αυτός.

… Όμως, όσο περνούν οι μέρες, αντιλαμβανόμαστε ότι πίσω από την τύχη του Μόρο παίζονται άλλα παιχνίδια και υπάρχουν άλλα συμφέροντα που δεν έχουν καμιά σχέση με την πολιτική αναγνώριση που θέλουν να πετύχουν οι Ερυθρές Ταξιαρχίες... Με τον Ρενάτο το σκεπτόμασταν συνεχώς και, στο τέλος, μας φάνηκε πως αγωνιζόμασταν εναντίον δύο μετώπων: του Κράτους και των Ερυθρών Ταξιαρχιών».[11]
-----------------------------------------------------------------

[1] A. Franceschini & G. Fasanella: Τι είναι οι Ερυθρές Ταξιαρχίες (Μιλάνο 2004, Αθήνα 2006).

[2] Δ. Δεληολάνης: «Οι διεθνείς διαδρομές της Ελληνικής Χούντας» (περ. Τετράδια, τχ. 43 / 1999) και «Το Ιταλικό Κ.Κ. και η 21η Απριλίου» (περ. Τετράδια, τχ. 45 / 2000).

[3] Sunday Independent, 11/11/1990.

[4] Independent, 10/11/1990.

[5] Irish Times, 15/11/1990.

[6] Independent, 10/11/1990.

[7] Independent, 10/11/1990.

[8] Independent, 10/11/1990.

[9] Irish Times, 15/11/1990.

[10] Καθημερινή, 5/8/2000. Associated Press, 4/8/2000. ΑΠΕ, 5/8/2000.

[11] Ελευθεροτυπία, 21/2/1989: «Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι: Η Μάρα, ο Ρενάτο κι εγώ, που κυκλοφόρησε στην Ιταλία από τις εκδόσεις Μοντατόρι το Φεβρουάριο 1989».

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ Zougla.gr