Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

Εβρος απέναντι


Στη «ανατολική πύλη» της Ευρώπης, στον Εβρο, εκεί που συμβαίνουν όλα, εκεί όπου έχει προγραμματιστεί να χτιστεί ο φράχτης, επικρατεί η ηρεμία που υπάρχει στο μάτι του κυκλώνα. Περιοδεύοντας στις δύο πλευρές των συνόρων, στα ελληνικά και στα τουρκικά χωριά, ο φωτογράφος του BHMagazino Γιώργος Μουτάφης είδε ομοιότητες, παρόμοια καθημερινότητα, ανθρωπιά και μια κοινή άποψη για τον επικείμενο φράχτη.

Η ομίχλη είναι δημοκρατική. Δεν κοιτάζει φράχτες, δεν σταματάει στα σύνορα, δεν καλύπτει επιλεκτικά τους μη έχοντες, δεν αγνοεί τους έχοντες. Η ομίχλη είναι μάλλον το μόνο πράγμα που είναι δεδομένο στον Εβρο, εκεί που συμβαίνουν όλα. Ισως μαζί με την υγρασία, που είναι το πρώτο που νιώθεις προτού ακόμη αρχίσεις να γυρίζεις στους δρόμους της μεταναστευτικής Ιστορίας.

Η διήγηση αρχίζει το 1929, λίγο μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης. Τότε που ξεκίνησε η μετακίνηση των πληθυσμών, τότε που Ελληνες που γεννήθηκαν στη σημερινή Τουρκία μετακινήθηκαν σε ελληνικά εδάφη, τότε που Τούρκοι που γεννήθηκαν στη σημερινή Ελλάδα πήραν τον αντίθετο δρόμο. Ηταν η εποχή που η κατάσταση στα χωριά του Εβρου ήταν διαφορετική. Υπήρξε αναβρασμός, μια περίεργη προσφυγιά ανθρώπων που άλλαξαν σπίτια για λίγα μόνο χιλιόμετρα, υπήρξε η αναπόφευκτη προσαρμογή και μετά απλώς η ζωή που συνεχίστηκε.

Συνεχίστηκε τόσο πολύ, που πλέον όταν λες προσφυγιά στις δύο πλευρές του Εβρου δεν αναφέρεσαι σε παλιές ιστορίες, σε σπίτια όπου κάποτε ζούσαν άνθρωποι που μετακινήθηκαν 40 χιλιόμετρα απλώς και μόνο για να βρεθούν στη «σωστή» πλευρά των συνόρων. Οταν λες προσφυγιά και μετανάστευση αναφέρεσαι στη δραματική επικαιρότητα. Στον πολυσυζητημένο φράχτη που εξήγγειλε η ελληνική κυβέρνηση, στο μέτρο το οποίο ευαγγελίζεται να αποτρέψει τη ρουτίνα της καθημερινής αθρόας εισόδου μεταναστών, στο πέρασμα του Εβρου, στη βόρεια πύλη της Ευρώπης.

Τα ελληνικά και τα τουρκικά χωριά μοιάζουν μεταξύ τους. Στις Καστανιές, στη Νέα Βύσσα, στο Κάραγατς, στην Μπόσνα και στο Εντιρνέ οι ρυθμοί είναι παρόμοιοι. Οι σχέσεις μεταξύ των κατοίκων των δύο πλευρών είναι φιλικές. Δεν είναι λίγοι οι Ελληνες που περνάνε καθημερινά τα σύνορα μέσω του τελωνείου στις Καστανιές, προκειμένου να κάνουν φθηνότερα τα καθημερινά τους ψώνια. Ο χρόνος δεν έχει σταματήσει εντελώς, αλλά σίγουρα υπάρχουν παραδόσεις που δεν βλέπεις αλλού. Βλέπεις μαραγκούς που έχουν καθημερινή δουλειά. Τσαγκάρηδες με φόρτο εργασίας. Καφενεία, με την παραδοσιακή έννοια του όρου, γεμάτα ανθρώπους με όρεξη για τσιγάρο, χαρτί και κουβέντα. Και η κουβέντα δεν γίνεται να μη στραφεί στα νέα από την Αθήνα για τη δική τους περιοχή. Για τον φράχτη και όλη την αστήρικτη γνώση ανθρώπων που μιλάνε μέσα από την τηλεόραση από απόσταση ασφαλείας και ενίοτε με ασάφεια για πράγματα που δεν γνωρίζουν. Για πράγματα που αυτοί ζουν καθημερινά.

Στην ελληνική πλευρά υπάρχει ρεαλισμός. Και εύστοχες παρομοιώσεις. Οπως αυτή του 33χρονου Θόδωρου Κανίδη, ιδιοκτήτη βενζινάδικου στη Νέα Βύσσα. «Οταν περνάει όλο αυτό το μπούγιο, τι να κάνει ένας φράχτης; Ρίξε, ας πούμε, ένα ποτήρι νερό στο τραπέζι και βάλε το χέρι σου. Δεν θα φύγει από αριστερά και δεξιά; Απλώς κόβει λίγο τη φόρα. Αυτό θα κάνει ο φράχτης». Ο ίδιος ξέρει. Εχει δει Σομαλούς να φιλάνε το ελληνικό χώμα μόλις μπήκαν στη χώρα. Το καλοκαίρι έβλεπε κάθε μέρα 150 ανθρώπους να περνάνε μπροστά από το μαγαζί του. Ολοι τους νεοεισελθόντες, όλοι τους φοβισμένοι, αλλά και χαρούμενοι. Η άποψη στην ελληνική πλευρά είναι κοινή. Ολοι τους θεωρούν ότι σε συνδυασμό με την καλύτερη φύλαξη των συνόρων από τη Frontex θα σταματήσει η ροή μεταναστών. Οχι γενικά, όχι αόριστα. Απλώς στη συγκεκριμένη περιοχή, εκεί όπου («από τα χέρια ποιων άραγε;» αναρωτιέται και ένας ηλικιωμένος κάτοικος) θα χτιστεί ο φράχτης. Οι περισσότεροι ξέρουν.

Γνωρίζουν ότι το πέρασμα απλώς θα μετακινηθεί χαμηλότερα, μέσω του ποταμού, και ότι το πρόβλημα θα λυθεί μόνο τοπικά: απλώς θα μετακινηθεί κάπου αλλού. Ο Αναστάσιος Τακίδης, οδηγός ταξί, που εκτελεί δρομολόγια ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, και ερασιτέχνης ψαράς, έχει άποψη από πρώτο χέρι: «Ψαρεύω στο ποτάμι εδώ και 60 χρόνια. Το βράδυ μετακινούνται 10-20 άτομα μαζί, με μεγάλες βάρκες, τις οποίες παρατούν μόλις φτάσουν εδώ. Το χωριό έχει γεμίσει βάρκες. Ολοι πηγαίνουν και μαζεύουν από εκεί. Αν θέλεις καμία, έλα να σου δώσω». Τα πράγματα στο μυαλό του είναι απλά: «Αν θέλουν οι Τούρκοι, μπορούν να τους σταματήσουν. Δεν θέλουν, μόνο τώρα τελευταία γίνονται κάποιες κινήσεις, μάλλον για τα μάτια του κόσμου (και της Frontex). Το θέμα, πάντως, δεν λύνεται με φράχτες. Κοροϊδευόμαστε; Το μήκος θα είναι 12,5 χιλιόμετρα. Ή θα τον κόψουν ή θα τον παρακάμψουν».

Στην Αδριανούπολη τα πράγματα είναι διαφορετικά. Πιο αποστασιοποιημένα, λιγότερο φορτισμένα. Ούτως ή άλλως, ελάχιστοι βλέπουν την πραγματικότητα. Το θέμα με τον φράχτη το άκουσαν στα τουρκικά δελτία ειδήσεων και οι περισσότεροι διαφωνούν συμβολικά. «Δεν γίνεται να χωρίζονται οι λαοί και τα σύνορα με φράχτες» έλεγε ένας Τούρκος. Στην Μπόσνα και στο Κάραγατς βρίσκονται πιο κοντά στο πρόβλημα. Πρώτα από οικονομικής πλευράς. Τα χωράφια των περισσότερων είναι στον δρόμο της προσφυγιάς. Είναι πέρασμα και μερικές φορές οι σοδειές καταστρέφονται. Και πάλι όμως υπάρχει ρεαλισμός. Ολοι τους ξέρουν ότι ο φράχτης δεν πρόκειται να λύσει κανένα πρόβλημα. Απλώς μπορεί να το υπογραμμίσει, να το κάνει γνωστό και έπειτα να το μετατοπίσει σε κάποιο άλλο πέρασμα.

Από την τουρκική πλευρά, τον τελευταίο καιρό οι έλεγχοι έχουν ενταθεί. Τα ταξί και τα μικρά φορτηγάκια, που μέχρι και πριν από λίγο καιρό κυκλοφορούσαν ανενόχλητα προς τα ελληνικά σύνορα, ελέγχονται με μεγαλύτερη συχνότητα. Στη στρατιωτική γέφυρα υπάρχει μπλόκο. Και οι αριθμοί, ανάμεικτοι με την καθημερινότητα των κατοίκων, δείχνουν ότι, όντως, η είσοδος έχει μειωθεί. Οχι μόνο για λόγους αποτελεσματικότητας των μέτρων και των εξαγγελιών. Κυρίως λόγω εποχής: Η μεταναστευτική περίοδος δεν είναι στα φόρτε της. Οι γνωρίζοντες λένε πως στις αρχές Μαρτίου θα αρχίσει και πάλι, μαζί με την άνοιξη, παραδοσιακά, όπως κάθε χρόνο.

Η παράδοση άλλωστε είναι κάτι το ισχυρό εδώ. Στην πλευρά της Τουρκίας, εκεί που ανοίγει προς τα μέσα η πύλη της Ευρώπης, μερικές φορές ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει. Με μόνιμο soundtrack τη φωνή του ιμάμη από τα μεγάφωνα, η ζωή συνεχίζεται σε άλλους ρυθμούς, σίγουρα όχι ευρωπαϊκούς. Υπάρχουν οργανοπαίκτες με το χαμόγελο στα χείλη. Υπάρχουν λουλουδάδες που περιφέρουν την πραμάτεια τους με καροτσάκια. Αυτοσχέδιοι πάγκοι που πουλούν χυμούς από ρόδι. Παραδοσιακοί φούρνοι με ξύλα, μπαρμπέρηδες με την παραδοσιακή έννοια του όρου, υπαίθριες αγορές και αυτό το χαλαρό χαμόγελο της επαρχίας. Στους δρόμους του Κάραγατς τα αποτυπώματα της παλιάς μετανάστευσης είναι ακόμη νωπά.

Υπάρχουν ελληνικά σπίτια, που πλέον κατοικούνται από Τούρκους, υπάρχουν μικρά παιδιά ντυμένα ομοιόμορφα πηγαίνοντας προς το σχολείο, που ξέρουν παραπάνω από μία ελληνικές λέξεις, και υπάρχει και η ομοιότητα των περιοχών που είναι τόσο κοντά, ακόμη και αν χωρίζονται από σύνορα, τελωνεία και (προσεχώς) φράχτες. Οι απόψεις τους είναι σχεδόν ταυτόσημες. Ο Μεμέτ, ένα γεροντάκι που ζει στο Κάραγατς, σε ένα παλιό ελληνικό σπίτι, σηκώνει αδιάφορα τους ώμους του στο άκουσμα της λέξης φράχτης: «Απλώς ένα επιπλέον πρόβλημα». Ο Μουράτ, ανάμεσα στην προώθηση του χυμού ροδιού, το βλέπει οικουμενικά: «Δεν γίνεται να σηκώνονται έτσι απλά φράχτες. Απλώς χωρίζονται οι λαοί». Και ο συνονόματός του, μαραγκός από το Εντιρνέ, απαντά στην ερώτηση με απλούστευση: «Ολα είναι παιχνίδια των πολιτικών. Ολα».

Η εμπειρία πάντα παίζει ρόλο. Και όλοι τους έχουν να διηγηθούν δεκάδες ανθρώπινες ιστορίες μετανάστευσης, από αυτές που η Ιστορία αντιμετωπίζει ως υποσημείωση, στατιστική, πρόβλημα. Για ανθρώπους που κάθε ξημέρωμα φτάνουν λασπωμένοι, αποκαμωμένοι, από έναν μακρινό κόσμο, στην προσπάθειά τους να διεκδικήσουν ένα καλύτερο αύριο στην Ευρώπη. Φτάνουν στα χωριά, φορτώνονται σε πούλμαν των ΚΤΕΛ, με περίπου 65 ευρώ το κεφάλι, και καταλήγουν στην Αθήνα για τη νέα σελίδα της περιπέτειάς τους. Υπήρξαν εποχές που κάθε ξημέρωμα εμφανίζονταν 300 ψυχές. Το κρύο, η Frontex, η μετατόπιση της προσοχής της επικαιρότητας στον Εβρο έχουν μειώσει τη ροή. Πλέον είναι δεν είναι 30 την ημέρα αυτοί που τολμάνε το βήμα.

Οι ελληνικές αρχές θεωρούν πως ο μήκους 12,5 χιλιομέτρων φράχτης θα ανακόψει το μεταναστευτικό κύμα. Ή, τουλάχιστον, θα το υπογραμμίσει ως διεθνές πρόβλημα. Η Ιστορία έχει άλλη άποψη. Φράχτης υπάρχει και στην Ισπανία, στη νότια πύλη της Ευρώπης, στο πέρασμα από το Μαρόκο, στις πόλεις Θέουτα και Μελίγια. Οι άνθρωποι δεν σταμάτησαν να περνούν, απλώς άλλαξαν διαδρομή. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στην Τιχουάνα του Μεξικού, εκεί όπου η κυβέρνηση Μπους έστησε τον δικό της φράχτη. Απλώς ξόδεψε χρήματα και δημιούργησε παρακάμψεις στους δρόμους του λαθρεμπορίου ψυχών και ναρκωτικών.

Ολα αυτά είναι μακρινά για μια χαλαρή έως και λίγο σουρεαλιστική καθημερινότητα στη βόρεια πύλη της Ευρώπης. Εκεί όπου απόγονοι πρώην μεταναστών, λόγω της Συνθήκης της Λωζάννης, ζουν μια παράλληλη πραγματικότητα χωρισμένοι από σύνορα, και βλέπουν καθημερινά, με την αδιαφορία που δίνουν η συνήθεια και η επανάληψη, ανθρώπους να ψάχνουν το όνειρό τους σε μια αφιλόξενη Ευρώπη. Ολοι τους ξέρουν πως το μόνο που δεν αλλάζει είναι η αέναη ιστορία της ανθρώπινης μετανάστευσης. Και φυσικά η ομίχλη.

Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 537, σελ. 30-37, 30/01/2011.

Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011

1821 και σκοταδισμός

Πρέπει να παραδεχθώ ότι ορισμένοι εξ ημών, που εκτιμούμε την ψυχαγωγική διάσταση του δημοσίου βίου με την ευρεία έννοια του και ανήκουμε στο «φαν κλαμπ» του Αγίου Θεσσαλονίκης, ανησυχήσαμε όταν στο κήρυγμα της Κυριακής 30 Ιανουαρίου (μεταδίδεται πάντα από την ΕΤ-3) δεν έκανε οιαδήποτε αναφορά στο ντοκιμαντέρ «1821» του ΣΚΑΪ, το πρώτο επεισόδιο του οποίου είχε προβληθεί μόλις την προηγουμένη Τρίτη και είχε ήδη προκαλέσει ζωηρές συζητήσεις. Ηταν δυνατόν ο Σεβασμιώτατος να αντιπαρέρχεται τέτοια πρώτης τάξεως ευκαιρία;

Προς στιγμήν, απέδωσα την παράλειψη στον γενικότερο αποσυντονισμό του Αγίου, εξαιτίας του κλονισμού που υπέστη με την εκλογή του Γιάννη Μπουτάρη. Φαίνεται όμως ότι, απλώς, δεν έτυχε να είχε παρακολουθήσει το επεισόδιο (δεν τον είχαν ενημερώσει, δεν είχε πάρει είδηση, ποιος να ξέρει...). Διότι την επομένη Κυριακή στις 6 Φεβρουαρίου άστραψε και βρόντηξε από άμβωνος, ταυτιζόμενος απολύτως με τη γραμμή Καρατζαφέρη στο επίμαχο θέμα. «Διαστροφή, ανατροπή, νόθευση της Ιστορίας», ήταν η ετυμηγορία του μητροπολίτη.

Ποια «Ιστορία» όμως έχει υπ’ όψιν του, όταν διαπιστώνει τη διαστροφή και τη νόθευση της; Ο Βρετανός ιστορικός Ε. Χ. Καρ, σε μια σειρά διαλέξεων με θέμα «Τι είναι η Ιστορία;», τις οποίες έδωσε στο Κέιμπριτζ και συγκέντρωσε σε ένα βιβλίο το 1961 (στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Γνώση», 1999), ξεκινάει το κεφάλαιο όπου πραγματεύεται την έννοια της προόδου στην Ιστορία παραθέτοντας τα λόγια με τα οποία ένας άλλος καθηγητής, στη δεκαετία του 1930, ο F. Powicke, συνήθιζε να ξεκινάει την πρώτη παράδοσή του κάθε χρόνο: «Η επιθυμία για ερμηνεία της Ιστορίας έχει τόσο βαθιές ρίζες, ώστε αν δεν διαθέτουμε συγκροτημένη άποψη για το παρελθόν ωθούμαστε είτε στον μυστικισμό είτε στον κυνισμό». Παρακάτω, ο Καρ ερμηνεύει την έννοια του μυστικισμού ως «την άποψη ότι το νόημα της Ιστορίας βρίσκεται έξω απ’ αυτήν, στο πεδίο της θεολογίας ή της εσχατολογίας», ενώ ως κυνισμό «την άποψη ότι η Ιστορία δεν έχει νόημα, ή έχει πολλά (εξίσου έγκυρα ή μη) νοήματα, ή έχει το νόημα που εμείς αυθαίρετα αποφασίζουμε να της δώσουμε».

Ο Μητροπολίτης Ανθιμος, ο πρόεδρος Καρατζαφέρης, ο «Μπουμπούκος» Γεωργιάδης και οι άλλοι εκφραστές της επίσημης «ελληνοχριστιανικής» εκδοχής της εθνικής Ιστορίας μας, οι οποίοι φρίττουν και ωρύονται με την προσέγγιση στην ιστορία του 1821 που επιχειρεί το ντοκιμαντέρ του ΣΚΑΪ, έχουν το προνόμιο να ανήκουν συγχρόνως και στις δύο κατηγορίες τις οποίες εκθέτει ο Καρ: πιστεύουν σε μια ιστορική αλήθεια, η οποία μας προκύπτει δι’ αποκαλύψεως (δηλαδή, περίπου όπως αποκαλύπτει ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης τους νόμους του στον Μωυσή) και στην οποία, την ίδια στιγμή, καταλήγουμε αυθαίρετα επειδή μας βολεύει -ή, εν πάση περιπτώσει, επειδή κάποτε μας βόλεψε στις εθνικές επιδιώξεις μας και τώρα την έχουμε συνηθίσει. Κατά τούτο, λοιπόν, οι φρικιώντες κατορθώνουν με τη στάση τους να επιδεικνύουν τα όρια του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος, η παραδοξότητα του οποίου δοκιμάζεται όλο και περισσότερο υπό το φως της σύγχρονης ιστορικής έρευνας.

Η συγκεκριμένη κατηγορία των επικριτών της σειράς, αυτοί οι οποίοι αρπάζονται απελπισμένα από γελοία προσχήματα για να τη δαιμονοποιήσουν (π. χ., από μια επιπόλαιη κουβέντα που πέταξε ο παρουσιαστής της σειράς Πέτρος Τατσόπουλος στο μέσο που κατ’ εξοχήν ευνοεί τη διασπορά της επιπολαιότητας, το Facebook) αρνούνται στους πολλούς το δικαίωμα να έχουν τα μέσα ώστε να διαμορφώσουν συγκροτημένη άποψη για το παρελθόν, κατά τη διατύπωση του Powicke. «Και πού ήσαν αυτοί τόσα χρόνια, πού κρύβονταν οι απόψεις αυτές τόσα χρόνια;» αναφωνούσε έμπλεος ιεράς αγανακτήσεως ο Αγιος Θεσσαλονίκης την περασμένη Κυριακή. Μα, στα πανεπιστήμια! Πού αλλού; Η προσέγγιση στα γεγονότα του 1821, την οποία έχουν σήμερα την ευκαιρία να δουν οι πολλοί χάρη στο ντοκιμαντέρ, είναι αυτή την οποία διδάσκονται σήμερα οι φοιτητές! Αυτή ακριβώς είναι η υπηρεσία που προσφέρει το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ: εκλαϊκεύει για τους πολλούς τη γνώση των λίγων.

Φαίνεται όμως ότι αυτό είναι που εξαγριώνει και τους ρέκτες του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος. Θέλουν να προστατεύσουν τον απλό άνθρωπο (που, ενδεχομένως, δεν διαβάζει ούτε εφημερίδα) από την επικίνδυνη γνώση. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια παραλλαγή του σκοταδισμού των ιμάμηδων της Τεχεράνης. Μια στάση, η οποία προϋποθέτει άκρως υποτιμητική γνώμη για τους πολίτες, γιατί τους αντιμετωπίζει σαν τετράχρονα που πρέπει να τα προστατεύσουν από το πορνό, δηλαδή από τη θέα μιας ανθρώπινης συμπεριφοράς την οποία τα νήπια δεν είναι βεβαίως σε θέση να κατανοήσουν.

Οι μουτζαχεντίν της στασιμότητας, όσοι δηλαδή ευαγγελίζονται να συντηρήσουν την αντίληψη μιας «αιωνίου Ελλάδος», που η ουσία της μένει αμετάβλητη ανά τους αιώνες, προσπαθούν να εξοστρακίσουν την έννοια της προόδου από την αντίληψη για την Ιστορία. «Πίστη στην πρόοδο σημαίνει πίστη στη βαθμιαία ανάπτυξη των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και όχι σε αυτόματη ή αναπόδραστη εξελικτική πορεία», γράφει στο βιβλίο του ο Καρ· και οι ανθρώπινες δυνατότητες, στις οποίες αναφέρεται, αναπτύσσονται και με την ιστορική γνώση. Η «συγκροτημένη άποψη για το παρελθόν» ενδυναμώνει την εθνική συνείδηση, την κάνει ανθεκτικότερη στις προκλήσεις της πραγματικότητας. Ο σκοταδισμός της στασιμότητας απλώς καλλιεργεί ένα αίσθημα εθνικής μειονεξίας.
Στέφανος Κασιμάτης ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 10-2-2011

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Το «σύνδρομο της Βαϊμάρης» πάνω από το Βερολίνο



Τα δύο μεγάλα κόμματα ψήφισαν συνταγματική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία η ομοσπονδιακή κυβέρνηση καλείται να μειώσει ως το 2016 το χρέος στο 0,35% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος

ΒΕΡΟΛΙΝΟ Το νόμισμα είναι η ψυχή τους. Οι Γερμανοί δίνουν τόσο μεγάλη σημασία στο χρήμα όσο οι Ελληνες στις ιστορικές ονομασίες όπως «Μακεδονία». Πίσω από τη μάλλον αντιπαθητική αυτή «παραδοπιστία» κρύβεται όμως ένα ιστορικό τραύμα: ο υπερπληθωρισμός στην πολύπαθη «Δημοκρατία της Βαϊμάρης», αποτέλεσμα των τεράστιων χρεών που κληροδότησε στο κράτος ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Τότε που η ισοτιμία του μάρκου έναντι του δολαρίου εκτοξευόταν καθημερινά σαν πύραυλος στα ύψη για να φθάσει από 10 εκατ. μάρκα προς 1 δολάριο στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1923 στα 160 εκατ. προς 1 στο τέλος του ίδιου μήνα, σε 1 τρισ. προς 1 λίγο αργότερα, με αποτέλεσμα να εξανεμισθούν οι οικονομίες εκατομμυρίων καταθετών. «Από τότετο σταθερό νόμισμα έγινε έμμονη ιδέα στους Γερμανούς» γράφει ένας ιστορικός. Η Γερμανία έγινε έτσι μεταπολεμικά η μοναδική οικονομική υπερδύναμη που διακανονίζει το χρέος της μέσω του Συντάγματος.

Η πρόσφατη συνταγματική ρύθμιση, που ισχύει από τον Μάιο του 2009, επιτάσσει ότι- αρχής γενομένης από το 2011 - η χώρα θα πρέπει να μηδενίσει εντός ολίγων ετών το νέο ετήσιο χρέος της: το ομοσπονδιακό κράτος ως το 2016, τα κρατίδια ως το 2020. Για τα τελευταία η ρύθμιση έχει απόλυτο χαρακτήρα· το ομοσπονδιακό κράτος, αντίθετα, θα μπορεί να κάνει και μελλοντικά χρέη, που δεν θα πρέπει όμως να υπερβαίνουν το 0,35% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος. Εξαιρέσεις προβλέπονται επίσης για τις περιπτώσεις φυσικών καταστροφών ή βαριών οικονομικών υφέσεων. Ο γενικός κανόνας είναι: σε εποχές ευνοϊκής συγκυρίας ο προϋπολογισμός θα πρέπει να παράγει πλεονάσματα, τα οποία θα συμψηφίζονται με τα ελλείμματα στα χρόνια ύφεσης- έτσι ώστε στο τέλος ενός οικονομικού κύκλου το έλλειμμα να φθάνει στο μηδέν.

Η ρύθμιση αυτή, η οποία ψηφίστηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών- Σοσιαλδημοκρατών και επικυρώθηκε από τα δύο τρίτα των βουλευτών στην Κάτω και Ανω Βουλή (Βundestag και Βundesrat), ακολουθεί πλήρως τη λογική του ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που επιτάσσει τον μηδενισμό των δημόσιων ελλειμμάτων. Ανάλογη ήταν και η αντίδραση πολλών αναλυτών. «Πρόκειται για το άκρον άωτον της νεοφιλελεύθερης λογικής» έλεγε ένας από αυτούς. «Το κράτος βάζει στα χέρια του χειροπέδες, την ίδια στιγμή που απελευθερώνει εντελώς τα χέρια των ιδιωτών επενδυτών».

Τα αποτελέσματα της ρύθμισης, προειδοποιούν οι ίδιοι, θα είναι μοιραία για τη γερμανική οικονομία. «Τα γερμανικά νοικοκυριά εξοικονομούν κάθε χρόνο 120 δισ. ευρώ» λέει ο εκ των «σοφών» της γερμανικής οικονομικής επιστήμης Πέτερ Μπόφινγκερ. «Από τη στιγμή που η Γερμανία βάλει φρένο στην έκδοση ομολόγων, οι καταθέτες θα στραφούν αναγκαστικά προς τα αμερικανικά. Το αποτέλεσμα θα είναιοι Γερμανοί να χρηματοδοτούν τα δημόσια προγράμματα του Ομπάμααντί για τα γερμανικά».

Η σύναψη χρεών, προσθέτει, δεν αποτελεί εκ προοιμίου «αμαρτία». Ενα χρέος μπορεί να αποβεί κερδοφόρο, αν το μέρισμα που αποδίδει είναι μεγαλύτερο από τους τόκους που εξυπηρετεί. Αυτό συμβαίνει, λέει, με δάνεια που συνάπτονται για δημόσια έργα, όπως για νοσοκομεία και δρόμους ή για την Παιδεία. «Η Γερμανία πληρώνει σήμερα τόκο ύψους 3% για τα χρέη της·οι επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο, όμως, όπως στην έρευνα και στην Παιδεία, αποδίδουν κέρδη ύψους 10% και πλέον» τονίζει.
ΒΗΜΑ 6-2-2011

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

Αγνωστη παραμένει η «εξωγήινη» λίμνη στην Ανταρκτική



Λίμνη Βοστόκ
Απέτυχε την τελευταία στιγμή η φετινή απόπειρα Ρώσων ερευνητών να φτάσουν την υπόγεια λίμνη Βοστόκ της Ανταρκτικής, ένα από τα τελευταία ανεξερεύνητα μέρη του πλανήτη. Η λίμνη, η οποία κρύβεται κάτω από τέσσερα χιλιόμετρα πάγου και πιστεύεται ότι παραμένει απομονωμένη από τον υπόγειο πλανήτη εδώ και τουλάχιστον 15 εκατομμύρια χρόνια.

Επειτα από χρόνια προσπαθειών, η αμφιλεγόμενη ερευνητική γεώτρηση έφτασε μόλις πέντε μέτρα πάνω από την επιφάνεια της μυστηριώδους λίμνης. Η ρωσική ομάδα αναγκάστηκε όμως να εγκαταλείψει την προσπάθεια, καθώς λόγω του χειμώνα έπρεπε να φύγει από την Ανταρκτική την περασμένη Κυριακή.

Το φρεάτιο της γεώτρησης πληρώθηκε με κηροζίνη και αντιψυκτικό υγρό, ώστε να μείνει ανοιχτό μέχρι την επιστροφή της ερευνητικής ομάδας το Δεκέμβριο.

«Είναι σαν να εξερευνούμε έναν ξένο πλανήτη όπου κανείς δεν έχει ξαναπάει. Δεν γνωρίζουμε τι θα συναντήσουμε» δήλωσε η Βάλερι Λούκιν του Ρωσικού Ινστιτούτου Αρκτικής και Ανταρκτικής Εξερεύνησης (AARI).

Οταν τελικά καταφέρουν να φτάσουν στην επιφάνεια της λίμνης, και να στείλουν στα βάθη της ένα αποστειρωμένο ρομποτικό βαθυσκάφος, οι ερευνητές ενδέχεται να ανακαλύψουν αρχαίες μορφές μικροβιακής ζωής, που ζουν στην απομόνωση εδώ και εκατομμύρια χρόνια.

Την ανακάλυψη τέτοιων μικροβίων περιμένουν με αγωνία οι αστροβιολόγοι, οι επιστήμονες που μελετούν τις συνθήκες, που ευνοούν την εμφάνιση ζωής και προσπαθούν να ανακαλύψουν εξωγήινους.

Το παγωμένο περιβάλλον της λίμνης θα μπορούσε για παράδειγμα να μοιάζει με τους υπόγειους ωκεανούς, που πιστεύεται ότι υπάρχουν στην δορυφόρο του Δία, Ευρώπη, και τον δορυφόρο Εγκέλαδο, του Κρόνου.

Ωστόσο οι προσπάθειες των Ρώσων να φτάσουν στη λίμνη έχουν προκαλέσει αντιδράσεις από άλλους επιστήμονες, οι οποίοι προειδοποιούν για κίνδυνο μόλυνσης ενός πραγματικά παρθένου περιβάλλοντος.

Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη της λίμνης ήρθαν από βρετανικά ραντάρ, που εξέτασαν το παγωμένο υπέδαφος της Ανταρκτικής τη δεκαετία του 1970.

Η ύπαρξή της όμως δεν επιβεβαιώθηκε μέχρι το 1993.

Η μεγαλύτερη από τις 140 υπόγειες λίμνες της Ανταρκτικής, στις οποίες το νερό διατηρείται περιέργως σε υγρή μορφή, η λίμνη Βοστόκ έχει μήκος 250 χιλιόμετρα και πλάτος 50 χιλιόμετρα. Είναι μία πραγματικά μεγάλη λίμνη, με το βάθος της να φτάνει σε ορισμένα σημεία τα 800 μέτρα.

Τέσσερα χιλιόμετρα πιο πάνω, στην επιφάνεια του πάγου, βρίσκεται ο ρωσικός σταθμός Βοστόκ, όπου έχει καταγραφεί η χαμηλότερη θερμοκρασία οπουδήποτε στη Γη: -89,2 βαθμούς Κελσίου.
ΒΗΜΑ 6-2-2011

«Οι Αιγύπτιοι είναι πολιτικά νήπια που ξύπνησαν»



Ο κορυφαίος πολεμικός ανταποκριτής μιλάει αποκλειστικά στο «Βήμα» από το επίκεντρο των διαδηλώσεων στο Κάιρο

Το να προσπαθήσει μια ελληνική εφημερίδα να μιλήσει με τον Ρόμπερτ Φισκ την ώρα που εξελίσσονται ιστορικά γεγονότα, και μάλιστα μια πολυήμερη και αιματηρή λαϊκή εξέγερση, δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα. Ο ανταποκριτής της βρετανικής εφημερίδας «Τhe Ιndependent» στη Μέση Ανατολή βρίσκεται στην Αίγυπτο από την αρχή των ταραχών. Οταν η δράση μεταφέρθηκε στην κεντρική πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου, ο Φισκ, ο πιο βραβευμένος πολεμικός ανταποκριτής στον κόσμο, «κατασκήνωσε» για τα καλά εκεί.

- Πώς είναι η κατάσταση στο Κάιρο, είναι εκτός ελέγχου; τον ρωτάμε. «Οχι, δεν είναι εκτός ελέγχου,γιατί τουλάχιστον η μία πλευρά είναι πολύ καλά οργανωμένη» μας απαντάει. Εξηγεί ότι αναφέρεται στην πλευρά των οπαδών του προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ που πέρασαν σε μια «πολύ καλά σχεδιασμένη αντεπίθεση». Κατέβηκαν στην πλατεία Ταχρίρ αποφασισμένοι να συγκρουστούν με τους διαδηλωτές, φέρνοντας μαζί τους τις πέτρες που θα πετούσαν εναντίον τους και οι οποίες έπεσαν βροχή. «Ηταν μια τελευταία επίδειξη δύναμης από τον μηχανισμό ασφαλείας του Μουμπάρακ» λέει, τονίζοντας ότι η «μάχη» αυτή αποτέλεσε «ό,τι πιο κοντά σε εμφύλιο πόλεμο έχει γνωρίσει η Αίγυπτος». Ο Φισκ είναι κατηγορηματικός: τον πόλεμο αυτόν τον ξεκίνησαν οι «μουμπαρικοί».

Νωρίτερα, πηγαίνοντας προς το κέντρο του Καΐρου, ο βρετανός ρεπόρτερ και αναλυτής συνάντησε οπαδούς του προέδρου να κατευθύνονται κατά χιλιάδες από τα προάστια προς την πλατεία Ταχρίρ. «“Εχουμε κάθε δικαίωμα να πάμε κι εμείς εκεί”μου είπαν».

Τον ρωτάμε τι είναι εκείνο που του προξένησε τη μεγαλύτερη εντύπωση στο Κάιρο αυτές τις ημέρες. «Καλύπτω τη Μέση Ανατολή επί 36 χρόνια και επισκέπτομαι την Αίγυπτο από την εποχή του Σαντάτ...όχι του Νάσερ» απαντάει ο Φισκ, ο οποίος ζει στη Βηρυτό από το 1976, και βέβαια μιλάει άπταιστα αραβικά. «Το καθεστώς της Αιγύπτου διατηρεί τον λαό σε μια κατάσταση πολιτικά παιδαριώδη». Εξηγεί ότι μόνο «παιδαριώδη» μπορεί να περιγράψει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένας λαός χωρίς πολιτικά αλλά σχεδόν ούτε και ανθρώπινα δικαιώματα, και ότι το καθεστώς κάνει το παν «για να μην τον αφήσει να ωριμάσει».

«Η νέα γενιά των Αιγυπτίων», συνεχίζει, «όχι όλοι, οι τελευταίες δύο γενιές,είναι μορφωμένη,έχει τελειώσει το πανεπιστήμιο- αν και μετά δεν βρίσκει δουλειά. Ωστόσο αυτό που βιώνει σήμερα η Αίγυπτος είναι η στιγμή που ο λαός ξυπνά από αυτή τη νηπιακή αδράνεια και λέει “αρκετά”.Οι Αιγύπτιοι είναι πολιτικά νήπια που ξύπνησαν».

Ο Φισκ επικρίνει έντονα τη Δύση για την υποστήριξη που προσέφερε στο καθεστώς του «προέδρου»- τα εισαγωγικά είναι δικά του, και τα τόνισε στην τη λεφωνική μας επικοινωνία- Μουμπάρακ, αλλά και για το ότι καθυστέρησε να υποστηρίξει τους διαδηλωτές, οι οποίοι «ζητούν δημοκρατία,ακριβώς ό,τι προτρέπει η Ουάσιγκτον για την περιοχή».

«ΔΙΚΤΑΤΟΡΑΣ ΤΡΙΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Ο MΟΥΜΠΑΡΑΚ»
Η Αίγυπτος δεν θα ξανακυλήσει σε τόσο σκληρό καθεστώς, αλλά η Δύση δεν θα εγκαταλείψει τον έλεγχο της χώρας, εκτιμά ο Φισκ.

- Είναι δυνατή μια πραγματική αλλαγή στην Αίγυπτο;Μπορεί η χώρα να γίνει κοινοβουλευτική δημοκρατία;

«Αυτός ο δικτάτορας τρίτης κατηγορίας, ο Μουμπάρακ, είχε την υποστήριξη των ΗΠΑ και της Ευρώπης επειδή ήταν φίλος του Ισραήλ. Ο ίδιος θα επιθυμούσε για διάδοχό του τον αντιπρόεδρο Ομάρ Σουλεϊμάν, επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών και διαπραγματευτή με το Ισραήλ- τον οποίο κανένας από τους διαδηλωτές δεν θέλει. Δεν πιστεύω ότι ύστερα από αυτή την εξέγερση οι Αιγύπτιοι θα καταλήξουν πάλι με μια δικτατορία τόσο σκληρή και τόσο απροκάλυπτη όπως αυτή του Μουμπάρακ. Η Δύση θα κάνει ό,τι μπορεί για να διατηρήσει υπό έλεγχο την Αίγυπτο, την πιο στενή σύμμαχο του Ισραήλ από όλες τις αραβικές χώρες».

Δεν ψήφισε ποτέ
Ο Ρόμπερτ Φισκ είναι ο δυτικός δημοσιογράφος που έχει πάρει τις περισσότερες συνεντεύξεις από τον Οσάμα μπιν Λάντεν - το 1993, το 1996 και το 1997. Εχει ψηφιστεί διεθνής δημοσιογράφος της χρονιάς επτά φορές. Γεννήθηκε πριν από 64 χρόνια στην Αγγλία, σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και έλαβε διδακτορικό από το Τρίνιτι στο Δουβλίνο. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του καριέρα στη «Sunday Εxpress», πέρασε στους «Τimes» του Λονδίνου και από το 1989 γράφει στον «Ιndependent».

Τα τελευταία 35 χρόνια ζει στη Βηρυτό, παντρεμένος με αμερικανίδα δημοσιογράφο. Εχει καλύψει τις συγκρούσεις στη Βόρεια Ιρλανδία, την Πορτογαλική Επανάσταση, τον εμφύλιο του Λιβάνου, την Ιρανική Επανάσταση, τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν, τον πόλεμο Ιράν- Ιράκ, τους πολέμους στη Βοσνία και στο Κοσσυφοπέδιο, τον Πόλεμο του Κόλπου και την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ. Εχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι πόλεμοι οφείλονται «σε γραμμές που σχεδιάστηκαν σε χάρτες».

Ο Φισκ δεν είναι φίλος του Ιnternet. Σε παλαιότερη συνομιλία του μαζί μας είχε εξηγήσει ότι θεωρεί πολύ πιο εποικοδομητικό να διαβάζει βιβλία Ιστορίας παρά να αναζητεί πληροφορίες στο Διαδίκτυο. Δεν έχει ψηφίσει ποτέ.
ΤΑΝΙΑ ΜΠΟΖΑΝΙΝΟΥ ΒΗΜΑ 6-2-2011

«Μην ακούτε τους δόκτορες του ολέθρου»



Ο αμερικανός οικονομολόγος απορρίπτει τις «μαύρες» προβλέψεις συναδέλφων του, καθώς τους κατηγορεί ότι δεν είναι ανεξάρτητοι και αντικειμενικοί

ΠΟΛΛΟΙ ΔΙΑΣΗΜΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΙ δεν είναι ούτε όσο ανεξάρτητοι ούτε όσο αντικειμενικοί νομίζουμε, υποστηρίζει ο Τζέραλντ Επστάιν , καθηγητής, επικεφαλής του τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του φημισμένου Κολεγίου Αμχερστ της Μασαχουσέτης· εκεί όπου συναντήθηκαν τυχαία το 1970 ο πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου και ο πρόεδρος της ΝΔ κ. Αντ. Σαμαράς και σπούδασαν Κοινωνιολογία και Οικονομικά, αντιστοίχως. Στο πολυσυζητημένο άρθρο με τίτλο «Οικονομολόγοι, οικονομικά συμφέροντα και οι σκοτεινές πτυχές της οικονομικής κατάρρευσης:είναι ώρα να θεσπιστεί κώδικας δεοντολογίας για τους οικονομολόγους» ο Επστάιν και η συνάδελφός του Τζέσικα Κάρικ-Χάγκενμπαρθ έκαναν φύλλο και φτερό τις δηλώσεις και τα άρθρα δεκαεννέα διάσημων οικονομολόγων των ΗΠΑ. Τι ανακάλυψαν; Οτι σχεδόν το 70%, οι 13 στους 19, αυτοπαρουσιάζονταν ως ανεξάρτητοι αναλυτές, ενώ την ίδια στιγμή αμείβονταν από τράπεζες και ιδιωτικά funds!

«Λέτε ότι υπάρχει πρόβλημα όταν οι οικονομολόγοι-καθηγητές εκφράζουν τις απόψεις τους στα ΜΜΕ, υποτίθεται ως αντικειμενικοί αναλυτές, αποκρύπτοντας τις οικονομικές τους σχέσεις με τράπεζες και επιχειρήσεις.Μπορούμε άραγε να τους εμπιστευτούμε;

«Υπάρχει σοβαρή ανάγκη για περισσότερη διαφάνεια ανάμεσα στους οικονομολόγους, ιδιαίτερα τους καθηγητές, αν θέλουν να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη ως “ειδικοί”. Στις ΗΠΑ υπάρχει σοβαρό θέμα με ορισμένους πολύ γνωστούς οικονομολόγους που διαθέτουν μεγάλη επιρροή. Προκειμένου να υπάρξει (και να διατηρηθεί) η εμπιστοσύνη στα λεγόμενά τους έχουμε ανάγκη από έναν κώδικα συμπεριφοράς και δεοντολογίας βάσει του οποίου θα υποχρεώνονται να κοινοποιούν τις οικονομικές τους σχέσεις με σχετικές προς το αντικείμενό τους επιχειρήσεις όταν κάνουν δημόσιες δηλώσεις. Παράλληλα, υπάρχει ένα γενικότερο ζήτημα που πηγαίνει πολύ πέρα από αυτό: κατά πόσον μπορούμε να εμπιστευτούμε τη βασική προσέγγιση που προτείνει σήμερα το κυρίαρχο ρεύμα της μακροοικονομικής και χρηματοοικονομικής επιστήμης. Αυτό προφανώς δεν σχετίζεται με το θέμα των ιδιωτικών χρηματοπιστωτικών δεσμών συγκεκριμένων ατόμων. Εχει να κάνει με την ιδεολογία και τη μεθοδολογία του κύριου ρεύματος της μακροοικονομικής θεωρίας, με δεδομένο ότι απέτυχε να προβλέψει τη διεθνή κρίση και αποτυγχάνει παταγωδώς να βοηθήσει, ως σύνολο αξιών και κανόνων, στην προσπάθεια εξόδου από αυτή. Πολλοί “mainstream” οικονομολόγοι πιέζουν τώρα για πολιτικές λιτότητας και συρρίκνωσης με βάση μια παρανόηση της δυναμικής του χρέους και της οικονομικής ανάπτυξης που είναι βέβαιο ότι θα κάνει την κρίση πολύ χειρότερη, θα οδηγήσει σε τεράστια δεινά εκατομμύρια ανθρώπους και πιθανώς σε πολιτική αστάθεια στο μέλλον. Τώρα αυτά τα δύο θέματα, ιδεολογία και ιδιωτικό συμφέρον, ενδέχεται να συνδέονται και να αλληλοενισχύονται: αυτού του τύπου η ιδεολογία της “ελεύθερης αγοράς” καθιστά πολλούς οικονομολόγους κατάλληλους υποψηφίους για προσοδοφόρες θέσεις στον ιδιωτικό χρηματοοικονομικό τομέα. Για να δραπετεύσουμε από αυτόν τον καταστρεπτικό ιστό συμφερόντων είναι ανάγκη να παραμένουμε ανοιχτοί και σε άλλες απόψεις, όπως αυτές που ανέπτυξαν οικονομολόγοι με διαφορετικές προσεγγίσεις και οι οποίοι, όπως φάνηκε, έφτασαν πολύ πιο κοντά σε μια πρόβλεψη της κρίσης».

- Διάσημοι οικονομολόγοι,όπως ο Νουριέλ Ρουμπινί,προβλέπουν τη χρεοκοπία της Ελλάδας. Στη χώρα μας πολλοί πιστεύουν ότι ο Ρουμπινί και άλλοι έχουν κάτι να κερδίσουν, ότι έχουν ποντάρει στη χρεοκοπία μας και θα κερδίσουν πολλά χρήματα. Αν όντως έχουν τοποθετηθεί στην αγορά εναντίον της Ελλάδας, κάτι που κανείς δεν γνωρίζει,υπάρχει κατά τη γνώμη σας ηθικό και νομικό ζήτημα;

«Δεν είμαι δικηγόρος και επομένως δεν μπορώ να πω τίποτα για νομικά ζητήματα. Επίσης δεν είμαι ηθικιστής... αλλά πιστεύω ότι πρέπει να παραμένουμε καχύποπτοι απέναντι στις προβλέψεις που κάνουν οι οικονομολόγοι και άλλοι παράγοντες, όχι απαραιτήτως επειδή ενδέχεται να υποκρύπτουν ιδιωτικά συμφέροντα αλλά γιατί είναι πολύ δύσκολο να εμπιστευτείς τέτοιου είδους προβλέψεις. Οπως έλεγε ο Κέινς: “Απλώς δεν ξέρουμε...”. Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι καλύτερο να αξιολογείς τα επιχειρήματα και τα στοιχεία στα οποία βασίζονται. Παρά ταύτα, δεν θα έβλαπτε να τον ρωτούσατε, τον ίδιο και οποιουσδήποτε άλλους μιλούν ως ειδικοί, αν θα βγάλουν πολλά λεφτά με τον ένα ή τον άλλον τρόπο».

- Θα σας ενδιέφερε να ερευνήσετε τα πιθανά ιδιωτικά συμφέροντα και τις διασυνδέσεις όσων προβλέπουν χρεοκοπίες χωρών της ευρωζώνης;

«Οπως σας είπα, το θέμα της διαφάνειας είναι βασικό, αλλά πιστεύω ότι κυρίως οι οικονομολόγοι καθηγητές ενδύονται τον μανδύα της επιστημονικότητας και αυτοπαρουσιάζονται ως αντικειμενικοί αναλυτές».

- Ναι, αλλά ο Ρουμπινί έχει μεγαλύτερο κύρος και επιρροή από πολλούς καθηγητές, προβάλλεται σαν «δόκτωρ Ολεθρος», κάτι σαν «Θεός» που προβλέπει κρίσεις και χρεοκοπίες...

«Δεν έχω στοιχεία για τις ιδιωτικές του υποθέσεις, αλλά γενικώς οφείλει κανείς να είναι πολύ προσεκτικός με τις αναλύσεις όσων αποκτούν το στάτους του “Θεού”».

- Φαίνεται ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες αναζητούν ένα ολοκληρωμένο πακέτο για την ευρωζώνη.Πιστεύετε ότι θα είναι αρκετό για να σηματοδοτήσει το τέλος της κρίσης χρέους;

«Οχι. Η κρίση χρέους σχετίζεται με την κρίση του καπιταλισμού διεθνώς και την αδυναμία των φορέων χάραξης πολιτικής να θέσουν τις ανάγκες των πολιτών πριν από τις ανάγκες των τραπεζιτών και, σε ορισμένες χώρες, των πλουσίων ελίτ».

«ΠΡΩΤΑ “ΓΕΡΟ” HAIRCUT,ΜΕΤΑ ΣΤΗΡΙΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤ»
- Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η καλύτερη λύση για την Ελλάδα; Συμφωνείτε με το σενάριο της επαναγοράς ομολόγων από την Ελλάδα,ας πούμε στο 75% της αξίας τους,το οποίο ακούγεται έντονα;

«Πιστεύω ότι οι δανειστές σας πρέπει να δεχθούν περικοπές,ένα “κούρεμα” της αξίας των ομολόγων που κατέχουν.Η ελληνική οικονομία πρέπει να βρει έναν τρόπο να απαλλαγεί από αυτό το τεράστιο βάρος του χρέους.Και αυτό το βάρος πρέπει να το μοιραστούν και οι πιστωτές σας και όλοι οι άλλοι που συνέβαλαν στη δημιουργία του προβλήματος.Θεωρητικώς η λύση της επαναγοράς ομολόγων θα μπορούσε να βοηθήσει.Δεν ξέρω αν το 75% είναι το σωστό νούμερο,αλλά σίγουρα πρέπει να υπάρξει σημαντική περικοπή».

- Τι σημαίνει σημαντική περικοπή χρέους και πώς θα είναι η επόμενη μέρα για την Ελλάδα;

«Αυτό που συμβαίνει με την Ελλάδα είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση προσπαθεί να σώσει τις γερμανικές και τις γαλλικές τράπεζες βάζοντας τους έλληνες πολίτες να πληρώσουν.Επομένως πιστεύω ότι μεγάλο μέρος του κόστους πρέπει να το επωμιστούν οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες.Δεν ξέρω αν θα είναι 25% ή 50%...».

- Εννοείτε να επωμιστούν κόστος για το ρίσκο που ανέλαβαν όταν επένδυσαν στην Ελλάδα;

«Προφανώς! Κέρδισαν πολλά χρήματα τα προηγούμενα χρόνια και ήρθε η ώρα να πληρώσουν για το ρίσκο που ανέλαβαν και δεν τους βγήκε.

Γιατί αλλιώς θα συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη.Οσο για εσάς; Βραχυπρόθεσμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να συνεχίσει να δανείζει την ελληνική κυβέρνηση και παράλληλα η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει την αναδιάρθρωση των δημοσίων οικονομικών και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης».
αντικειμενικοί
ΑΡΓΥΡΗΣ ΠΑΠΑΣΤΑΘΗΣ ΒΗΜΑ 6-2-2011

Τα «Ομόλογα Tρισέ» μπορούν να λύσουν την κρίση χρέους

Με την κρίση χρέους της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο δεύτερο έτος, η έλλειψη ενός καθιερωμένου μηχανισμού για την αντιμετώπισή της γίνεται επικίνδυνη για την ενότητα του ευρώ, της Ευρωζώνης, της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της παγκόσμιας οικονομίας. Προς το παρόν, μόνο η Ελλάδα και η Ιρλανδία υποστηρίχθηκαν από τον κοινό μηχανισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Ομως άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως το Βέλγιο, η Πορτογαλία, η Ισπανία, ακόμα και η Ιταλία, μπορεί να αντιμετωπίσουν απαγορευτικά υψηλά επιτόκια δανεισμού στο κρατικό τους χρέος και γι’ αυτό να αναγκαστούν σύντομα να ζητήσουν τη βοήθεια του μηχανισμού στήριξης. Αλλά αν η έλλειψη εμπιστοσύνης στο δημόσιο χρέος χωρών της Ε. Ε. συνεχιστεί όπως στους τελευταίους εννέα μήνες από την ανακοίνωση του μηχανισμού στήριξης, τα χρήματα του μηχανισμού μπορεί να μην επαρκέσουν για την υποστήριξη όλων των χωρών με ανάγκη ή ακόμα μπορεί να υποχρεωθεί η Γερμανία να αποχωρήσει από το γκρουπ στήριξης.

Αν και διασώθηκε μία φορά, η Ελλάδα αντιμετωπίζει το σχεδόν αδύνατο έργο να δανειστεί από τις κεφαλαιαγορές αρχίζοντας από το τέλος του 2011. Η Ιρλανδία πρέπει να αναδιοργανώσει τις τράπεζές της πριν αντιμετωπίσει το κρατικό χρέος της. Αλλες, μεγαλύτερες χώρες, όπως η Ισπανία, αντιμετωπίζουν σημαντική αβεβαιότητα στον δανεισμό τους. Αν και το πρόβλημα είναι συστημικό, η Ευρωπαϊκή Ενωση το αντιμετώπισε μόνο με βραχυχρόνιες διορθώσεις για τις χώρες που βρίσκονταν μπροστά στις πιο οξείες και επείγουσες κρίσεις. Είναι καιρός για μια συνολική διεξοδική λύση, βασισμένη στην αγορά.

Η Ιστορία μάς παρέχει μια τέτοια λύση με τα «Ομόλογα Brady» (που ονομάστηκαν έτσι από το όνομα του Nicholas Brady που ήταν τότε υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ) που χρησιμοποιήθηκαν για τη λύση των κρίσεων χρέους πολλών λατινοαμερικανικών χωρών στη δεκαετία του 1980 και μετέπειτα. Το 1988 το Μεξικό προσέφερε να ανταλλάξει το υπάρχον χρέος του με νέα, εμπορεύσιμα τριακονταετή ομόλογα, με εγγύηση ένα ομόλογο μηδενικού κουπονιού του αμερικανικού Δημοσίου παρόμοιας διάρκειας, που το Μεξικό αγόρασε από το αμερικανικό Δημόσιο. Το τραπεζικό χρέος ανταλλάχθηκε σε τιμές αγοράς, δηλ. με 30% έκπτωση, και επομένως το ποσό του μεξικανικού χρέους μειώθηκε κατά αυτό το ποσοστό. Δεκαεπτά λατινοαμερικανικές χώρες με υψηλά χρέη και άλλες χώρες ακολούθησαν παρόμοια σχέδια, που τελικά επέτρεψαν σε αυτές να ανακτήσουν πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές.

Προτείνουμε η Ελλάδα και άλλες χώρες της Ε. Ε., που έχουν σημαντικά προβλήματα χρέους, να ακολουθήσουν αυτό το μοντέλο, προσφέροντας να ανταλλάξουν το υπάρχον μακροχρόνιο τραπεζικό και κρατικό χρέος τους με νέα τριακονταετή ομόλογα που θα στηρίζονται με ένα τριακονταετές ομόλογο μηδενικού κουπονιού που θα εκδώσει η ΕΚΤ και θα εγγυάται την αποπληρωμή του κεφαλαίου. Αυτά τα ομόλογα μπορούν να ονομαστούν «Ομόλογα Tρισέ» από το όνομα του Ζαν-Κλοντ Τρισέ, προέδρου της ΕΚΤ. Οπως και τα «Ομόλογα Brady», τα νέα ομόλογα θα εκδοθούν σε τιμές αγοράς, αλλά θα ανταλλαγούν με το παλιό χρέος στις αγοραίες τιμές του (που τώρα είναι 70% της ονομαστικής αξίας). Η Ελλάδα μπορεί να χρηματοδοτήσει το ομόλογο-εγγύηση από την ΕΚΤ δεσμεύοντας αποθεματικά ή δανειζόμενη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Διάσωσης.

Αυτή η ανταλλαγή έχει πολλαπλά πλεονεκτήματα. Πρώτον, είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος αναδιάρθρωσης του χρέους γιατί μειώνει το οφειλόμενο κεφάλαιο, επιμηκύνει τις ημερομηνίες λήξης και μειώνει το κόστος των τόκων. Ολα αυτά επιτυγχάνονται χωρίς να προσφέρεται στις υπερχρεωμένες χώρες bailout (αποζημίωση) από τους φορολογουμένους της Ευρώπης. Δεύτερον, η αναδιάρθρωση θα αποτρέψει τον κίνδυνο να μην μπορεί η Ελλάδα να επανεκδώσει το χρέος της όταν λήγει. Τρίτον, όταν οι αγορές δουν μια λύση στην υπέρμετρη συσσώρευση χρέους σε μια προβληματική χώρα της Ε. Ε., θα εξαλειφθεί η αβεβαιότητα για το πώς άλλες χώρες μπορούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του χρέους, και έτσι αυτές οι χώρες θα μπορέσουν να προχωρήσουν με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν με την ΕΚΤ και το ΔΝΤ ως όροι για την παροχή της εγγύησης. Τέταρτον, οι υπάρχοντες δανειστές θα ανταλλάξουν τα ομόλογα που έχουν τώρα με ένα πιο πολύτιμο και πιο ρευστοποιήσιμο ομόλογο, η αξία του οποίου είναι πιο πιθανό να αυξηθεί με τον καιρό. Και τελικά, με επαρκή προσοχή στις μεταρρυθμίσεις και με το κέρδος χρόνου που παρέχει η αναδιάρθρωση, οι χώρες είναι πιο πιθανό, όπως έγινε με τις χώρες που εξέδωσαν «Ομόλογα Brady», να ανακτήσουν την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές.

Ισως το πιο σημαντικό είναι ότι τα «Ομόλογα Τρισέ» παρέχουν μια αποτελεσματική, βασισμένη στην ιστορική εμπειρία, λύση αγοράς, όταν καμιά άλλη αποτελεσματικότερη δεν έχει εμφανιστεί. Οι αγορές δεν έχουν πειστεί ότι η αναδιάρθρωση μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Διάσωσης (ΕΤΔ) μπορεί να δουλέψει. Αλλωστε αυτή η αναδιάρθρωση αντιμετωπίζει σημαντικές πολιτικές αντιδράσεις. Σε αντίθεση με το ΕΤΔ, τα «Ομόλογα Τρισέ» μπορούν να αποκαταστήσουν μια κανονική αγορά για το κρατικό χρέος των ευρωπαϊκών χωρών χωρίς να χρειάζεται οι φορολογούμενοι της Ευρώπης να αποζημιώσουν τις προβληματικές χώρες. Και το πρόγραμμα αυτό μπορεί να εφαρμοστεί και σε άλλες χώρες που βρίσκονται σε παρόμοιες καταστάσεις με την Ελλάδα και την Ιρλανδία. Η λύση των «Ομολόγων Τρισέ» ωφελεί και τις δανειζόμενες χώρες και τους δανειστές. Πρακτικά, η Ε. Ε. δεν έχει άλλη επιλογή.

Η εφαρμογή στο ελληνικό χρέος είναι η εξής: η Ελλάδα χρωστάει περίπου 200 δισ. ευρώ επιπλέον των 110 δισ. που δανείστηκε από τον κοινό μηχανισμό της Ε. Ε., του ΔΝΤ και της ΕΚΤ. Στη διαδικασία έκδοσης των «Ομολόγων Τρισέ», το ελληνικό χρέος μικραίνει κατά 30%, δηλ. κατά 60 δισ., αφού η ανταλλαγή γίνεται στις τιμές της αγοράς και τα ελληνικά ομόλογα αξίζουν τώρα 30% λιγότερο από την ονομαστική τους αξία. Αρα η Ελλάδα παίρνοντας πίσω τα παλιά ομόλογα χρειάζεται να εκδώσει καινούργια «Ομόλογα Τρισέ» συνολικής αξίας 140 δισ. ευρώ. Τα ομόλογα αυτά είναι πολύ υψηλότερης ποιότητας από τα παλιά λόγω της εγγύησης του κεφαλαίου από το ομόλογο της ΕΚΤ που θα αγοράσει η Ελλάδα. Εάν τα «Ομόλογα Τρισέ» πουληθούν με κουπόνι 5%, το ετήσιο κόστος τους θα είναι 2,8% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Η εγγύηση του τριακονταετούς ομολόγου της ΕΚΤ θα κοστίσει στην Ελλάδα περίπου 1,5-1,75 δισ. τον χρόνο. Το συνολικό κόστος των «Ομολόγων Τρισέ» (μαζί με την εγγύηση) θα είναι 3,4-3,6% του ΑΕΠ, δηλ. περίπου 8,5-8,75 δισ. τον χρόνο.

Σε αντιδιαστολή, χωρίς αναδιάρθρωση, το χρέος των 200 δισ. θα κοστίσει στην Ελλάδα περίπου 23 δισ. τον χρόνο. Με αναδιάρθρωση με καινούργια ομόλογα χωρίς εγγύηση, το νέο χρέος γίνεται 140 δισ. και θα κοστίσει 16,1 δισ. Αρα η έκδοση «Ομολόγων Τρισέ» θα μειώσει το κόστος δανεισμού της Ελλάδας τουλάχιστον κατά 7,35 δισ. τον χρόνο, δηλ. θα το μειώσει κατά 45%.

Συμπερασματικά, η έκδοση «Ομολόγων Tρισέ» θα βοηθήσει την Ελλάδα να αποφύγει τη χρεοκοπία, θα μειώσει δραστικά το κόστος δανεισμού της, θα ανοίξει τον δρόμο για επαναπρόσβασή της στις κεφαλαιαγορές, θα κερδίσει χρόνο για να κάνει τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις και να ξεφύγει από την οξεία παρατεταμένη κρίση. Παρομοίως, η ίδια λύση (έκδοση «Ομολόγων Τρισέ») μπορεί να εφαρμοστεί στις άλλες υπερδανεισμένες χώρες της Ε. Ε. και να λύσει συνολικά το πρόβλημα της Ευρωζώνης. Και όλα αυτά επιτυγχάνονται χωρίς επιπλέον κόστος των φορολογουμένων της Ε. Ε. και άρα χωρίς μεγάλες πολιτικές αντιδράσεις.

Ν.Oικονομίδης: Professor of Economics, Stern School of Business, New York University, economides@stern. nyu. edu.

Roy C. Smith: Kenneth Langone Professor of Entrepreneurship and Finance, Stern School of Business, New York University

Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011



Η μελέτη αυτή παρουσιάζει μια συνολική εικόνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, με έμφαση σε συγκεκριμένες πτυχές της οργάνωσης, λειτουργίας και δράσης του, οι οποίες, κατά τον συγγραφέα, απουσιάζουν ή υποτιμούνται στη μέχρι τώρα βιβλιογραφία. Το ζητούμενο είναι η επανατοποθέτηση του φαινομένου στο γενικότερο πλαίσιο της δεκαετίας του 1940 και των εξελίξεων του διεθνούς κομμουνιστικού συστήματος.

Στο 1ο κεφάλαιο αναλύεται η εικόνα του ΔΣΕ στη συλλογική μνήμη της Αριστεράς και η εξέλιξη της ιστορικής έρευνας γύρω από το θέμα. Στο 2ο εξετάζεται η βοήθεια σε στρατιωτικό και άλλο υλικό που παρείχαν τα κομουνιστικά κράτη στο ΚΚΕ. Στο 3ο παρουσιάζονται η δημογραφική σύνθεση και τα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά των μαχητών του ΔΣΕ, καθώς και οι εθνοτικές ομάδες (ιδίως οι Σλαβομακεδόνες) που βρέθηκαν στο αντάρτικο. Στο 4ο μελετώνται οι βασικές πολιτικές και οργανωτικές αρχές της φυσιογνωμίας του ΔΣΕ. Στο 5ο αποτιμάται η δυνατότητά του να πετύχει τους στόχους του. Στο 6ο αναλύονται οι μηχανισμοί απονομής δικαιοσύνης που συνέστησε. Στο 7ο θίγονται θέματα ταμπού της ζωής του ΔΣΕ, όπως η βίαιη στρατολογία αμάχων, η συμμετοχή παιδιών στο αντάρτικο, οι σχέσεις των φύλων και η τύχη των αιχμαλώτων. Τέλος, στο 8ο κεφάλαιο αναλύεται το συνταγματικό πλαίσιο και οι δημόσιες πολιτικές του κράτους του ΔΣΕ. Το βιβλίο συμπληρώνεται με βασική βιβλιογραφία και χρονολόγιο στρατιωτικών γεγονότων.



Ο Α. Σεν επαναφέρει τα οικονομικά στην κλασική τους κοίτη. Αναδεικνύει τον κοινωνικό τους χαρακτήρα και δημιουργικά καταδεικνύει τη σχέση ανάμεσα στην κοινωνική πραγματικότητα και την οικονομική ευημερία. Με την εμπεριστατωμένη κριτική του, ο νομπελίστας Α. Σεν δείχνει ότι η στενότερη σχέση ανάμεσα στα οικονομικά της ευημερίας και στις σύγχρονες ηθικές μελέτες μπορεί να εμπλουτίσει και να ωφελήσει και τις δύο επιστήμες. Ότι η μεγαλύτερη υπενθύμιση των ηθικών κανόνων ωφελεί την οικονομική πρακτική. Όχι μόνο για λόγους κοινωνικής τάξης, αλλά κυρίως, αυτό είναι το θεμελιακό επιχείρημα στην παρούσα εργασία, διότι η ηθική και το σύστημα αξιών διευκολύνουν την επίτευξη της ευημερίας, ενισχύουν την παραγωγικότητα μιας οικονομίας, διασφαλίζουν την ταχύτερη ανάπτυξή της. Υποστηρίζει ακόμα ο Σεν ότι η διασύνδεση οικονομικών και ηθικής διευκολύνει τη λύση προβλημάτων οικονομικής και κοινωνικής συμπεριφοράς, ιδιαίτερα στις παραγωγικές σχέσεις που αναπόφευκτα δημιουργούν και συνεπάγονται προβλήματα συνεργασίας και σύγκρουσης. Διερευνά, επίσης, το ρόλο και τη σημασία της ελευθερίας στην εκτίμηση της ευημερίας και της επιλογής.

Ο Α. Σεν αποκαθιστά τον παραγωγικό ρόλο των ηθικών προβλημάτων και αποδεικνύει ότι τα πραγματικά οικονομικά δεν μπορούν να εξαντλούνται σε καμπύλες και μαθηματικούς τύπους, αλλά απαιτείται να συνυπολογίζουν την πραγματική συμπεριφορά των ανθρώπων, την ηθικότητα και τις αξίες που πρεσβεύουν, τις εν γένει αντιλήψεις τους που διεισδύουν στην οικονομική τους συμπεριφορά και επιλογή.
Αμάρτυα Σεν

Ο Αμάρτυα Σεν, ο «Iνδός οικονομολόγος των φτωχών», δίδαξε στο Κολέγιο Tρίνιτι του Καίμπριτζ (Η.Β.). Υπήρξε πρόεδρος της Εταιρείας Οικονομετρίας και της Διεθνούς Οικονομικής Ένωσης. Σήμερα είναι καθηγητής Οικονομίας και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Tο 1998 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών για το συνολικό του έργο, αλλά ιδιαίτερα διότι επανέφερε στα Οικονομικά τη λογική σκέψη, τη φιλοσοφική θεώρηση και τη διασύνδεσή τους με άλλες κοινωνικές επιστήμες. Απέδειξε την αλληλουχία των δημοκρατικών δομών και της ελευθερίας με την ευημερία. Κατέδειξε ότι τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας, όπως η φτώχεια και οι λιμοί, οξύνονται εκεί όπου δεν υπάρχει επάρκεια ελευθερίας και δημοκρατίας.

Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορεί το βιβλίο του με τίτλο Για την ηθική και την οικονομία. Άλλα έργα του: Collective Choice and Social Welfare, On Economic Inequality, Poverty and Famines, Choice, Welfare and Measurement και Hunger and Public Action (με τον Jean Dreze).

Το γόνιμο έργο του Νόαμ Τσόμσκι τον έχει καταστήσει έναν από τους πιο συχνά μνημονευόμενους δασκάλους στην Ιστορία. Είναι ο μοναδικός εν ζωή συγγραφέας που το όνομά του αναφέρεται στον σχετικό κατάλογο όπου συμπεριλαμβάνονται άνθρωποι του πνεύματος όπως ο Πλάτωνας, ο Σαίξπηρ και ο Φρόυντ. Παρ' όλα αυτά, μέχρι σήμερα δεν είχε δημοσιευτεί κανένα βιβλίο με τις απόψεις του Τσόμσκι για τη μόρφωση. Στο Εκπαίδευση χωρίς ελευθερία και κρίση, ο Νόαμ Τσόμσκι παρουσιάζει μια ευρύτερη αντίληψη για τις εκπαιδευτικές μας ανάγκες. Επισημαίνει τη σημασία μιας αλλαγής του ρόλου του σημερινού σχολείου και διευρύνει τον ορίζοντα της αντίληψής μας, παρουσιάζοντας ένα νέο μοντέλο για τη δημόσια εκπαίδευση που θα διαμορφώνει πολίτες. Ο Τσόμσκι εστιάζει την προσοχή του σε μια σειρά ζητημάτων όπως οι παγκόσμιες τεχνολογικές αλλαγές, η κυριαρχία των ΜΜΕ και ο δημοκρατικός ρόλος των σχολείων και της ανώτατης εκπαίδευσης. Μια πραγματικά δημοκρατική κοινωνία, όπως υποστηρίζει, δεν μπορεί να υπάρξει σ' έναν κόσμο που αλλάζει πολύ γρήγορα, παρά μόνο αν αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο που προσεγγίζουμε τη μόρφωση, τόσο την τυπική όσο και την ουσιαστική. Η κριτική που ασκεί ο Τσόμσκι στον τρόπο με τον οποίο το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα «παραμορφώνει» τις αντιλήψεις των μαθητών, αλλά και οι προτάσεις του για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν αποτελούν ένα ουσιώδες ανάγνωσμα για τους καθηγητές, τους γονείς, το διοικητικό προσωπικό των σχολείων, τους ακτιβιστές και οποιονδήποτε ενδιαφέρεται για το μέλλον.


Ο Νόαμ Τσόμσκι είναι ένας από τους πολυγραφότατους και πιο σημαντικούς στοχαστές σε θέματα που αφορούν στη γλώσσα και στις νοητικές λειτουργίες. Υποστήριζε πάντα ότι τα ανθρώπινα όντα είναι γενετικά προικισμένα με έμφυτες γλωσσικές ικανότητες -ένα σύνολο αρχών που αποτελούν αυτό που ονομάζει «Καθολική Γραμματική». Οι επιμέρους γλώσσες γεννιούνται από τις συγκεκριμένες περιβαλλοντικές συνθήκες. Αυτή η προσέγγιση στη μελέτη της γλώσσας ονομάστηκε «γενετικό εγχείρημα» και επέφερε επαναστατικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τις ανθρώπινες γλώσσες και άλλα γνωστικά συστήματα.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί την έκδοση μιας διάλεξης η οποία δόθηκε στο Πανεπιστήμιο του Δελχί τον Ιανουάριο του 1996 και στην οποία ο Τσόμσκι ανακεφαλαιώνει την ιστορία του εγχειρήματος και το συνεχίζει με μερικές εντυπωσιακές, καινούργιες προόδους στην θεωρία της γενετικής γραμματικής που αποκλήθηκαν «Μινιμαλιστικό πρόγραμμα».[...]


Ο Αστός" συνιστά έναν ψυχολογικό και συνάμα κοινωνιολογικό και ιστορικό τύπο, ο οποίος ενσαρκώθηκε στην καπιταλιστική οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, σφραγίζοντας έτσι τον νεώτερο δυτικό πολιτισμό.

Ο Sombart εντοπίζει τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της αστικής-καπιταλιστικής νοοτροπίας σε αντιπαράθεση με την προαστική οικονομική συμπεριφορά, εξηγεί το ρόλο του σταθμιστικού λογισμού στη γένεση της καπιταλιστικής επιχείρησης και συνάμα εκθέτει τα φιλοσοφικά, θρησκευτικά και πολιτισμικά ρεύματα, τα οποία συνέτειναν στην εμπέδωση και την εξάπλωση του καπιταλιστικού πνεύματος.

Το Δόγμα του Σοκ είναι ένα από τα ελάχιστα βιβλία που μας

βοηθούν να καταλάβουμε το παρόν, καθώς αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη ανάλυση της συγκαλυμμένης ιστορίας της εποχής μας. Μια συναρπαστική περιγραφή της νέας παγκόσμιας τάξης, που βρίσκεται σε κατάσταση αμόκ. Η ανάλυση του καπιταλισμού της καταστροφής επιχειρείται από την Κλάιν με τέλεια διυλισμένη οργή, που διοχετεύεται μέσα από αδιάσειστα δεδομένα. Σε αυτή την πρωτοποριακή εναλλακτική ιστορία της πλέον κυρίαρχης ιδεολογίας της εποχής μας, της οικονομικής επανάστασης των ελεύθερων αγορών του Μίλτον Φρίντμαν, η Ναόμι Κλάιν αμφισβητεί το διαδεδομένο μύθο ότι η παγκόσμια νίκη του νεοφιλελεύθερου κινήματος υπήρξε ειρηνική. Καταδεικνύει ότι, από τη Χιλή του 1973 μέχρι το σημερινό Ιράκ, ο Φρίντμαν και οι υποστηρικτές του εκμεταλλεύτηκαν επανειλημμένα τη βία και μια σειρά από τρομακτικά σοκ για να επιβάλουν τις ακραίες πολιτικές τους.

Αποκαλύπτει την εντυπωσιακή ομοιότητα ανάμεσα στις ανακριτικές τεχνικές της CIA και στις εκβιαστικές τεχνικές της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, στην προσπάθειά τους να επιβάλουν τον καπιταλισμό της καταστροφής σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ένα εξαιρετικό βιβλίο, ικανό να προκαλέσει τσουνάμι ντροπής-αλλά και πολιτικής δράσης, για να σταματήσει επιτέλους η θεραπεία – σοκ.

Στο Κέρδος και πολίτης ο Νόαμ Τσόμσκι ασχολείται με το νεοφιλελευθερισμό: Το σύστημα της οικονομικής και πολιτικής στρατηγικής που υποστηρίζει τις εταιρείες και το οποίο διεξάγει σήμερα μια μορφή παγκόσμιου κοινωνικού πολέμου. Eξετάζει τις αντινομίες ανάμεσα στις αρχές της δημοκρατίας και στις αρχές της αγοράς που διακηρύσσονται από τους κατέχοντες την εξουσία, ανάμεσα στα λόγια για «υψηλές αρχές» και στην πράξη κριτικάρει την τυραννία των λίγων. Τυραννία που περιορίζει τη σφαίρα του δημόσιου και εντέλλεται πολιτικές οι οποίες αυξάνουν υπέρμετρα τον ιδιωτικό πλούτο, αγνοώντας τις κοινωνικές και οικολογικές συνέπειες.
Με σαφή και κατανοητή γλώσσα, ο Τσόμσκι χαρτογραφεί τη δραματική απομάκρυνση από την ερμηνεία της δημοκρατίας ως συστήματος που ευνοεί το δημόσιο συμφέρον σ' ένα ανεστραμμένο πρότυπο που υπηρετεί το κίνητρο του κέρδους των μεγάλων εταιρειών. Στο Κέρδος και πολίτης παρουσιάζονται επίσης οι σκέψεις του Τσόμσκι για τη φιλοσοφία της ελεύθερης αγοράς, για τον έλεγχο της κοινής γνώμης από τις εταιρείες και για την επίδραση των πολιτικών που εφαρμόζουν αντιδημοκρατικοί θεσμοί όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου και η Πολυμερής Συμφωνία Επενδύσεων.
Συνδυάζοντας λεπτομερειακά ιστορικά παραδείγματα και ασυμβίβαστη κριτική, ο Τσόμσκι μας δίνει μια βαθιά αίσθηση ελπίδας ότι η κοινωνική δράση μπορεί να αποκαταστήσει τα δικαιώματα των λαών ως πολιτών και όχι ως καταναλωτών, επαναπροσδιορίζοντας τη δημοκρατία ως ένα παγκόσμιο κίνημα και όχι ως μια παγκόσμια αγορά.

O Oυίλιαμ Γκρέιντερ, συγγραφέας των βιβλίων Who Will Tell the People και Secrets of the Temple και αρχισυντάκτης στο περιοδικό Rolling Stone των ΗΠΑ, αποκαλύπτει τους μύθους ενός κόσμου που είναι ανέτοιμος να αντιμετωπίσει δημοκρατικά την ίδια του την εξέλιξη, την παγκοσμιοποίηση. Δίνει απαντήσεις στο βασικό του ερώτημα κατά πόσο ο κόσμος θα επιβιώσει του θριάμβου ενός μανιακού συστήματος που μέσα από την άνοδό του διαμορφώνει τους όρους της καταστροφής του. H διάγνωσή του είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα δράμα: ένα ανεξέλεγκτο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα κινείται συνεχώς στα όρια της αυτοκαταστροφής. H ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης συνοδεύεται με την ενίσχυση της εκμετάλλευσης των αδυνάτων αυτού του κόσμου. H ανάπτυξη των τεχνολογιών, υπό την καθοδήγηση του κεφαλαίου, οδηγεί στην υπερσυσσώρευση και κατά προέκταση στη διαταραχή ανάμεσα στην προσφορά και στη ζήτηση, στην αποκάλυψη των κοινωνικών ορίων και των αρνητικών της αγοράς. O συγγραφέας δεν περιορίζεται, όμως, σε αποκαλύψεις. Προτείνει διεξοδικές και αισιόδοξες λύσεις στα σημερινά προβλήματα. Mε τη στρατευμένη κοινωνική του ευαισθησία, τον πλούτο των στοιχείων και τη στέρεη ηθική των προτάσεών του, ο Γκρέιντερ δίνει καταλυτικές απαντήσεις στις νεοφιλελεύθερες συνταγές που καταδυναστεύουν τον σύγχρονο κόσμο.

Το ελληνικό αίμα

Tο 1876 μια ελληνική εφημερίδα (Θράκη, 28/10 Μαΐου) στην Κωνσταντινούπολη έγραφε για κάποιον Βούλγαρο προύχοντα της Θεσσαλονίκης: «Και ναι μεν βουλγαρική είναι η οικογένεια των κ. Χ. Λαζάρων, αλλ’ όμως διέπρεψεν αυτή επί φιλελληνικοίς αισθήμασιν […] Επειδή λοιπόν η οικογένεια αυτήν εν μέσω ομογενών ειργάσθη […] και επειδή συνεδέθη διά συγγενικών δεσμών μετ’ επισημοτάτων ελληνικών οικογενειών εγκατεστημένων εν Πειραιεί και αλλαχού, νομίζον ότι δεν εσφάλομεν αποκαλέσαντες έναν των διαπρεπών αυτής γόνων ομογενή.»

Την εποχή λοιπόν που σφυρηλατούνται οι εθνικές συνειδήσεις και ο αγώνας για τη Μακεδονία είναι στις απαρχές του, κάποιοι στο νεότευκτο κράτος έβλεπαν ότι το ελληνικό έθνος δεν μπορεί να είναι απλώς μια κοινότητα αίματος. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε; Πού να βρεθεί τόσο «ελληνικό αίμα» για να γίνει το κράτος; Ετσι λοιπόν, ο βουλγαρικής καταγωγής λογίζεται Ελλην όταν έχει ή αποκτά ελληνική εθνική συνείδηση. Ας υπαγορεύει αλλιώς το αίμα του. Κάπως έτσι συγκροτήθηκε το ελληνικό έθνος. Οπως περίπου όλα τα έθνη. Στην αρχή κανείς δεν είχε Ελληνα πατέρα, διότι απλώς δεν υπήρχαν Ελληνες πολίτες. Μετά, ταυτόχρονα με το δίκαιο του αίματος, δηλαδή την κτήση της ιθαγένειας του πατέρα (και της μητέρας από το 1984) έχουμε τις λεγόμενες «αθρόες πολιτειοποιήσεις» δηλαδή μαζικές κτήσεις της ελληνικής ιθαγένειας από τους πληθυσμούς των Νέων Χωρών.

Από μόνο του το δίκαιο του αίματος δεν θα μπορούσε ποτέ να συμπεριλάβει νέους ανθρώπους στον ελληνικό λαό, όπως και σε κανέναν λαό, διότι είναι εξ ορισμού στατικό. Για τον λόγο αυτό, στον σύγχρονο κόσμο προβλέπονται πάντα και άλλοι τρόποι κτήσης της ιθαγένειας που είτε προκύπτουν από τον τόπο γέννησης είτε από τον τόπο κοινωνικοποίησης και ανατροφής. Αυτό αφορά κατεξοχήν τη δεύτερη μεταναστευτική γενιά και δεν είναι τυχαίο πως από τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης των 15 (των κρατών δηλαδή που είναι κατεξοχήν δέκτες μεταναστευτικών ροών) μόνο η Ελλάδα δεν είχε κάποια πρόβλεψη στον Κώδικα Ιθαγένειας που να διαφοροποιεί τα παιδάκια μεταναστών που γεννήθηκαν εδώ από τους γονείς τους που ήρθαν. Με τη μεταρρύθμιση του ν. 3838/2010, έγινε ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ενσωμάτωσης των ανθρώπων αυτών, κατ’ ουσίαν στην κατεύθυνση της προστασίας της εύθραυστης κοινωνικής συνοχής στην Ελλάδα.

Η Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου κατέληγε την παρέμβασή της ενώπιον του Δ΄ Τμήματος στην υπόθεση του νέου νόμου για την ιθαγένεια με μια ενδιαφέρουσα παραπομπή από τον 19ο αιώνα: «Tα μάλιστα μεγαλουργήσαντα των εθνών υπήρξαν προϊόν […] επιμιξίας. […] Μη μας ταράττη άρα η επιμιξία του νεωτέρου ελληνικού έθνους μετά πολλών ξένων· τουναντίον, δυστύχημα ίσως ήθελεν είσθαι εάν διέμενεν επί τοσούτου χρόνου διάστημα άμικτον και ιδιόρρυθμον[…]». Η παραπομπή στον Παπαρρηγόπουλο -διότι αυτός έγραψε το παραπάνω απόσπασμα και όχι ο Φαλμεράγιερ- δεν φάνηκε πειστική στους δικαστές του Τμήματος. Είμαι βέβαιος ότι τουλάχιστον σε αυτό, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας θα αποδειχθεί πιο κοντά στον εθνικό μας ιστορικό από το Δ΄ Τμήμα του.

Δημήτρης Χριστόπουλος πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, πανεπιστημιακός. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-2-2011

Περίκλειστη ή «ανοιχτή» κοινωνία;

«Ανοιχτή» κοινωνία είναι εκείνη στην οποία οι άνθρωποι έχουν μάθει να στέκονται κριτικά απέναντι στα στερεότυπα και να στηρίζουν τις αποφάσεις τους στην ευφυΐα τους.
Κarl Popper

Προ ετών, όταν ο Μαρκ Μαζάουερ εξέδωσε το βιβλίο του «Στην Ελλάδα του Χίτλερ» (εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1994), τον ρώτησα τι τον έσπρωξε να ασχοληθεί με τη νεότερη Ελλάδα. Με τη χώρα μας δεν είχε συγγενικούς δεσμούς και τα ενδιαφέροντά του, όπως έκτοτε φάνηκε, δεν περιορίζονταν στα Βαλκάνια, αλλά εκτείνονταν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Θυμάμαι ακόμη την απάντησή του: «Η Ελλάδα με ενδιαφέρει, γιατί συμπυκνώνει γεωγραφικά και χρονικά την ευρωπαϊκή ιστορία».

Αυτό που ο συγγραφέας της «Σκοτεινής ηπείρου» και της «Αυτοκρατορίας του Χίτλερ» ήθελε προφανώς να πει είναι ότι, πολύ συχνά, όσα συμβαίνουν στη χώρα μας «αναγγέλλουν» εξελίξεις που σημειώνονται λίγο αργότερα στην Ευρώπη. Είτε πρόκειται για το 1821, που ήταν η απαρχή του τέλους Ευρώπης της Παλινόρθωσης, είτε για τους Βαλκανικούς Πολέμους, που τερμάτισαν ουσιαστικά την οθωμανική παρουσία στα Βαλκάνια, είτε για τη Μικρασιατική Καταστροφή, πρόδρομο των εθνοκαθάρσεων, είτε τέλος για τον Εμφύλιο, προάγγελο του Ψυχρού Πολέμου, η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο ιστορικών τάσεων που την ξεπερνούσαν.

Το γιατί αυτό συνέβη τόσες φορές στη νεότερη ιστορία μας (για καλό αλλά και για κακό της Ευρώπης!) είναι ασφαλώς ένα συναρπαστικό ερώτημα, που περιμένει την απάντησή του από τους κάθε λογής ειδικούς. Αυτό που ενδιαφέρει σήμερα είναι μήπως το φαινόμενο επαναλαμβάνεται για μια ακόμη φορά μπροστά στα μάτια μας, και δεν το έχουμε καταλάβει. Μήπως, δηλαδή, η σημερινή ελληνική κρίση και τα μέτρα που πάρθηκαν για την αντιμετώπισή της προαναγγέλλουν αυτά που πρόκειται να συμβούν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με παρόμοια προβλήματα. Ακόμη προκλητικότερο θα ήταν το ερώτημα μήπως η Ελλάδα του Μνημονίου λειτουργήσει ως καταλύτης γι’ αυτό που εδώ και χρόνια οι ευρωπαϊστές επιδιώκουν ανεπιτυχώς, δηλαδή την ενιαία οικονομική διακυβέρνηση των χωρών της Ευρωζώνης.

Αυτό τουλάχιστον διαφαίνεται από τις θετικές εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων και, προπαντός, από την αλλαγή της στάσης της Γερμανίας, η οποία μοιάζει να έχει εγκαταλείψει την αμφιθυμία της του περασμένου φθινοπώρου και να παίζει πλέον εντίμως το παιχνίδι του ευρώ.

Αν οι υποθέσεις αυτές επαληθευτούν, τότε η πρόκληση για όσους ζούμε σε τούτη χώρα είναι τεράστια. Οχι βέβαια διότι η συμπεριφορά μας θα λειτουργήσει ως πρότυπο για τους Ευρωπαίους (αστεία πράγματα!), αλλά γιατί ενδέχεται να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός καθοριστικού παράγοντα για την ανάκαμψη: της κατάστασης των πνευμάτων, δηλαδή του «κλίματος» στην Ευρώπη. Διότι, είτε το θέλουμε είτε όχι, σε μια περιοχή του κόσμου όπου αυτή την περίοδο τα γεγονότα εξελίσσονται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, το «παράδειγμα» της Ελλάδας μπορεί να έχει πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος απ’ ό, τι αφήνει να εννοηθεί το μέγεθός της.

Για μια ακόμη φορά στην ιστορία μας, δύο μεγάλα ρεύματα συγκρούονται σήμερα στην Ελλάδα, επικαθορίζοντας τη διαμάχη Δεξιάς-Αριστεράς: από τη μια βρίσκεται η σχολή της εσωστρέφειας και του εθνοκεντρισμού, που αποδίδει στους ξένους την ευθύνη για όλα μας τα δεινά, προβάλλοντας το πρότυπο του «περήφανου» και «ανάδελφου» έθνους. Τέμνοντας οριζοντίως ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, το ρεύμα αυτό φρονεί ότι όλοι μας χρωστούν: από το Ναβαρίνο (1827) ώς το Μνημόνιο (2010), Ευρώπη και ανθρωπότητα απλώς εξοφλούν ένα ληξιπρόθεσμο χρέος τους προς τον περιούσιο λαό. Εσχάτως, στους εκ παραδόσεως υποστηρικτές αυτού του ρεύματος -ανασφαλείς πολιτικούς, αρνητές του διαλόγου και οπαδούς της βίας και στα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος- έχουν προστεθεί και μερικοί αναπάντεχοι σύμμαχοι, από τους οποίους, σε τέτοιες ώρες, θα περίμενε κανείς να ελέγχουν τις παρορμήσεις τους.

Στο άλλο στρατόπεδο βρίσκει κανείς τους «φωταδιστές» παλιάς και νέας κοπής, υποστηρικτές του συνταγματικού φιλελευθερισμού και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Οι επίγονοι αυτοί του Κοραή -από τον Αλ. Μαυροκορδάτο και τον Χαρ. Τρικούπη έως τον Ελ. Βενιζέλο και τον Κων. Καραμανλή- επηρέασαν διαχρονικά καθοριστικότερα τις εξελίξεις, χάρη σε μια πολιτική «ανοίγματος» και διεθνών συμμαχιών, που δημιούργησε εν τέλει τη νεότερη Ελλάδα και την ενέταξε στο πιο περιζήτητο σπίτι του σύγχρονου κόσμου: την ενωμένη Ευρώπη. Αν και κοινωνικά μειοψηφικό, το ρεύμα αυτό κατόρθωσε να κυβερνήσει επί μακρότερο χρόνο, χάρη στον ρεαλισμό των ιστορικών ηγητόρων του, έναν ρεαλισμό που ο ελληνικός λαός είχε την ευφυΐα να επιβραβεύει.

Καθώς όλοι μας έχουμε μέσα μας έναν ευέξαπτο ανατολίτη και έναν ψυχρό ορθολογιστή, η γραμμή που χωρίζει τα δύο ανωτέρω στρατόπεδα δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρη: και «ανίερες» συμμαχίες συνάπτονται μεταξύ των μεν και των δε και παντός είδους καιροσκοπισμοί εκδηλώνονται, μπερδεύοντας τα πράγματα. Παρά ταύτα, οι μεγάλες τάσεις είναι τελικά ευδιάκριτες και μόνον όσοι εθελοτυφλούν δεν τις βλέπουν.

Εχω τη βαθιά πεποίθηση ότι, για μιαν ακόμη φορά στη νεότερη ιστορία μας, τη μάχη θα την κερδίσει το ρεύμα της «ανοιχτής» κοινωνίας. Και τούτο, όχι μόνο διότι έχει καλλιεργήσει τις διεθνείς συμμαχίες του (σε αυτό η προσωπική συμβολή του σημερινού πρωθυπουργού είναι τεράστια), αλλά και γιατί αντιλαμβάνεται καλύτερα από τους αντιπάλους του τα σημεία των καιρών. Αρκεί βέβαια να αποφύγει επιπολαιότητες, αστοχίες και μέτρα ακραίας αναλγησίας. Αρκεί ακόμη να πείσει ότι οι μεγάλες ανατροπές που σήμερα συντελούνται δεν επιχειρούνται μόνο επειδή τις υπαγορεύει η τρόικα. Γίνονται γιατί ήταν καιρός να μπει τέρμα στο διεφθαρμένο κράτος, το πελατειακό πολιτικό σύστημα, την αδιαφάνεια και τα αδικαιολόγητα προνόμια ορισμένων.

Στο τελευταίο τεύχος της Νew York Review of Books δημοσιεύεται ένα βαθυστόχαστο άρθρο του Ορχάν Παμούκ, για «το ευρωπαϊκό όνειρο που ξεθωριάζει». Η Ευρώπη, για τον Τούρκο νομπελίστα, έχει χάσει την ακτινοβολία της μεταξύ άλλων γιατί δεν ξέρει πώς να αντιμετωπίσει τους φτωχούς και ανυπεράσπιστους που, από Αφρική και Ασία, αναζητούν άσυλο σ’ αυτήν. Οι πυκνότερες περιπολίες στα σύνορα και οι φράχτες δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Απλώς το μεταθέτουν. Αν οι Ευρωπαίοι θέλουν να διατηρήσουν τη θέση τους στον σύγχρονο κόσμο, διερωτάται ο Παμούκ, μήπως θα ήταν ρεαλιστικότερο, αντί να παίρνουν παρόμοια μέτρα, να επιστρέψουν στις θεμελιώδεις αξίες, που κάποτε τους είχαν χαρίσει την παγκόσμια πνευματική πρωτοκαθεδρία;
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-2-2011
Νίκος Κ. Αλιβιζάτος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Η επανάσταση του τζάμπα

Και ξάφνου, μέσα στο μπάχαλο μιας κοινωνίας σε κρίση, ο τζαμπατζής επιβάτης κι ο έμπορος που δεν δίνει απόδειξη απέκτησαν τη θεωρητική τους νομιμοποίηση: ασκούν, λέει, το δικαίωμα της ανυπακοής. Πράγματι, είναι κεκτημένο του πολιτικού μας πολιτισμού το δικαίωμα του πολίτη να ανθίσταται στην εξουσία – εάν αυτή καταλύει το Σύνταγμα, τις δημοκρατικές ελευθερίες, τα δικαιώματα. Εκεί στηρίχθηκε η αντίσταση σε τυραννίες, το κίνημα του Γκάντι και του Μαντέλα. Αυτό ενέπνευσε τους μαύρους ακτιβιστές στην Αλαμπάμα να καθίσουν στο λεωφορείο, αντί να στέκονται πίσω όρθιοι όπως ο ρατσιστικός νόμος απαιτούσε. «Ανυπακοή» επικαλούνται και οι τζαμπατζήδες των δημόσιων μέσων, παρακινούμενοι από ανεύθυνους συνδικαλιστές που κλείνουν το μετρό σαν να είναι μαγαζί τους. Ετσι φτάσαμε από το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων στο κίνημα του τζάμπα, από τη Ρόζα Παρκς στον Απόστολο Γκλέτσο. Είναι φαίνεται η μοίρα των μεγάλων ιδεών να ξαναζούν μια δεύτερη ζωή σαν φάρσα.

Πρώτον: ψυχραιμία. Δεν είμαστε χώρα υπό κατοχή: είμαστε ευρωπαϊκή οικονομία υπό σκληρή προσαρμογή, έπειτα από δεκαετίες άμετρων παροχών και ανάπτυξης. Δεύτερον, ούτε δικτατορία έχουμε, ούτε ιντιφάντα χρειάζεται, ούτε οι πολίτες στερούνται δικαιωμάτων. Το αντίθετο μάλλον συμβαίνει: έχουμε χάσει την αυτονόητη αντιστοίχιση δικαιωμάτων με υποχρεώσεις. Σε αυτή την ανομική κοινωνία λοιπόν, που αν κάτι τη χαρακτηρίζει είναι ακριβώς η διάχυτη κατάχρηση δικαιωμάτων και η αναιμική αίσθηση υποχρεώσεων, βρήκαν οι ρήτορες της «αντίστασης» να κηρύξουν την ανυπακοή προς το κράτος. Ποιο κράτος; Αυτό που, έχοντας πιάσει πάτο, πασχίζει να νοικοκυρέψει δαπάνες, να μαζέψει έσοδα, να κάνει λογαριασμό. Σ’ αυτό το παραπαίον κράτος, το ζαλισμένο από την οξύτητα των κρίσεων (δημοσιονομικό, μεταναστευτικό, ανομία), βρήκαν οι λαϊκοί σωτήρες μας να κηρύξουν την ανυπακοή.

Σαν τους ρήτορές της, η γλώσσα της καθ’ ημάς ανυπακοής όζει αναχρονισμού. Οσο κι αν αντιβαίνει σε δημοφιλείς μας μύθους, η Ελλάδα δεν είναι μια ατυχήσασα χώρα. Δεν είναι Χιλή, Σιέρα Λεόνε, Λίβανος, Παλαιστίνη, Γιουγκοσλαβία... Τα τελευταία 65 χρόνια κάναμε δύο κρίσιμες γεωπολιτικές «επενδύσεις» (τη Δύση στον Ψυχρό Πόλεμο, την Ευρώπη στη μεταπολίτευση) που «μας βγήκαν» · απέδωσαν με το παραπάνω. Σε αντίθεση με άλλες, η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που οι πόροι της ληστεύθηκαν από τον διεθνή ιμπεριαλισμό και καπιταλισμό (τον διεθνή καπιταλισμό αντιθέτως, τα τελευταία 30 χρόνια, θα θέλαμε να είχαμε προσελκύσει). Αν έφτασε η Ελλάδα στη χρεοκοπία το οφείλει κυρίως σε αποτυχίες των πολιτικών της. Με την κρίσιμη ανοχή, συνενοχή και συμμετοχή πλειονότητας πολιτών στις πελατειακές διευθετήσεις, τα συντεχνιακά προνόμια, τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά. Λάβαμε ένα μεγάλο Σχέδιο Μάρσαλ και τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εισροές μετά το ’80, μέρος των οποίων φροντίσαμε να σπαταλήσουμε. Πήραμε επίσης πέρυσι το μεγαλύτερο δάνειο στην ιστορία (110 δισ.), το οποίο σύντομα οι εταίροι μας θα φροντίσουν να αναδιαρθρωθεί υπέρ μας. Ζούμε τέλος, από το 1974, τη μακρότερη αδιάλειπτη δημοκρατία, ειρήνη και (μέχρι πρότινος) ευημερία στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Επομένως, και οι κομβικές εθνικές επιλογές μας δικαιώθηκαν, και η κουλτούρα της εθνικής «θυματοποίησης» δεν δικαιολογείται.

Γιατί λοιπόν αυτή η ανάδυση της «ανυπακοής», με μια χονδροειδή ρητορεία περί «ξένης κατοχής»; Η πρώτη εξήγηση παραπέμπει στα υπόγεια ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας. Με μια Αριστερά που προτιμούσε τον Τσε από τον Ζαν Ζωρές, τον Βελουχιώτη από τον Αλ. Παπαναστασίου. Με μια Δεξιά, που αντί να υπερασπιστεί τις (συντηρητικές στο κάτω κάτω) αξίες της φιλοπονίας, της αξιοκρατίας, της κοινωνικής ευταξίας, του κράτους δικαίου, της νοικοκυρεμένης διαχείρισης, λούφαξε και μεταμορφώθηκε σε λαϊκιστικό κακέκτυπο των ιδεολογικών της αντιπάλων. Σε μια κοινωνία που, ενοχοποιημένη για τη μεταχείριση των ηττημένων του Εμφυλίου, ανήγαγε την «ανυποχώρητη αντίσταση» σε ηγεμονική κουλτούρα και την καταγγελτική ανυπακοή σε υπέρτερη αξία.

Η δεύτερη εξήγηση παραπέμπει στη δυσλειτουργία των θεσμών, άλλοθι ανομίας και ανυπακοής. Δημόσιοι λειτουργοί χρηματίζονται. Δικαστές αδυνατούν να τιμωρήσουν προκλητικούς επιχειρηματίες του υποκόσμου, που, καβάλα στα κτηνώδη τζιπ τους, εμπαίζουν την κοινωνία φυσώντας μας τον καπνό του τεράστιου πούρου τους. Βουλευτές ζητούν θυσίες από τους άλλους – ξεχνώντας τον εαυτό τους και τους υπεράριθμους υπαλλήλους τους. Η διερεύνηση των διεφθαρμένων πολιτικών που ζημίωσαν τη χώρα κινείται με ρυθμούς παγετώνος, η συντεχνιακή αλληλεγγύη βασιλεύει, οι εξεταστικές επιτροπές δυσφημούν τη Βουλή ως το μεγαλύτερο πλυντήριο της χώρας. Αδυνατώντας να υπερβεί τον μικρό εαυτό του, το πολιτικό μας προσωπικό παίζει με τη φωτιά. Ανοίγει χώρο στα άκρα, στο ετερόκλητο συνονθύλευμα που συνενώνει αμετανόητους κομμουνιστές, υστερικούς εθνικιστές και ποικιλώνυμους τυχοδιώκτες, που με παραληρηματικά μανιφέστα εξωραΐζουν την «ανυπακοή», κολακεύοντας την οργή του κόσμου.

Ολοι αυτοί, σε κακόφωνη αρμονία, εργάζονται για τη διάλυση του κράτους. Ενός κράτους που βέβαια δεν το έχει ανάγκη ούτε ο γκάνγκστερ με το πούρο (αυτός έχει τους φουσκωτούς του) ούτε ο μεγαλο-φοροφυγάς (αυτός έχει τις καταθέσεις έξω και τα ακίνητα σε οφσόρ). Το χρειάζεται όμως η γριούλα που τρέμει να βγει από το σπίτι, και ο μαγαζάτορας του νεκρωμένου κέντρου της Αθήνας που καταστρέφεται. Από την αποτυχία του κράτους κερδίζουν μόνο οι δυνάμεις του μπάχαλου: χρυσαυγίτες-κυνηγοί μεταναστών, εξτρεμιστές που ονειρεύονται την Ελλάδα Αίγυπτο, χουλιγκαναίοι παντός είδους. Και κερδοσκόποι (για να μην ξεχνιόμαστε), διεθνείς και εγχώριοι, που ποντάρουν στην οικονομική κατάρρευση για να μας αγοράσουν κοψοχρονιά...

Γ.Παγουλάτος ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-2-2011

Περί εθνικισμού

Ζούμε σε περίοδο δοκιμασίας των θεσμών. Το αντιπροσωπευτικό μας σύστημα, η Δικαιοσύνη και η εκπαίδευση έχουν τεθεί σε αμφισβήτηση. Ο φονταμενταλισμός και ο εθνικισμός επιστρέφουν με δριμύτητα και μάλιστα σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, οι οποίες στη γένεσή τους αποτέλεσαν καύχημα του Διαφωτισμού.

Ο εθνικισμός που γνωρίζουμε σήμερα δεν έχει σχέση με εκείνον που δημιούργησε ο γαλλικός ορθολογισμός. Ο εθνικισμός της Γαλλικής Επανάστασης ήταν εδαφικός και πολιτικός. Συσπείρωσε τους πολίτες εναντίον των προνομίων του παλαιού καθεστώτος, ώστε το έθνος να αποτελέσει τη νέα νομιμοποιητική βάση της κρατικής εξουσίας, αντί της ελέω Θεού μοναρχίας.

Ομως, ο εθνικισμός σταδιακά μεταλλάχθηκε σε προϊόν του ρομαντισμού. Ετσι, οι Γάλλοι, που απέδιδαν στο έθνος πολιτικό περιεχόμενο, προσέδωσαν στην έννοια αυτή οργανικές ιδιότητες, ιδίως μετά την ταπεινωτική τους ήττα από τους Πρώσους το 1870-71. Οι Γάλλοι, οι οποίοι ήταν αποτέλεσμα προσμείξεων Γαλατών και Φράγκων (Γερμανών), θέλησαν να αποβάλουν από τη μνήμη τους το Γερμανικό στοιχείο και να αναδείξουν το Κέλτικο. Αντίστοιχα, οι Πρώσοι αναζήτησαν σε κάποιο ιδεατό παρελθόν τη γερμανική καθαρότητα έναντι του σύνοικου σλαβικού πληθυσμού στα ανατολικά εδάφη τους.

Ο ημέτερος Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, αν και εγγράφεται στη ρομαντική σχολή της ιστοριογραφίας, υπήρξε ορθολογιστής στις παρατηρήσεις του για τις καταβολές του ελληνικού έθνους. Αντιμετωπίζοντας τις απόψεις του Αυστριακού ιστορικού Ιάκωβου Φίλιππου Φαλμεράγιερ ότι η εγκατάσταση σλαβικών και αλβανικών φύλων στην Ελλάδα εξαφάνισαν κάθε ίχνος ελληνικού αίματος από τις φλέβες των Ελλήνων, ο Παπαρρηγόπουλος απέρριψε την βιολογική αυτή ερμηνεία της ιστορίας και προέταξε τον πολιτισμό ως μοναδικό έγκυρο γνώρισμα κάθε έθνους. Ο ελληνικός εθνικισμός του 19ου αιώνα συνεπώς υπήρξε ανοιχτός στην εθελουσία προέλευση κάθε εθνότητας που επιθυμούσε να γίνει μέτοχος ενός πολιτισμού με την αρχαιότερη και πλουσιότερη γλωσσική παράδοση. Η ελληνική γλώσσα, άλλωστε, δεν ήταν μόνο φορέας της γραμματείας των αρχαίων, αλλά και η ιερή γλώσσα των γραφών, καθώς οι τρεις από τους τέσσερις Ευαγγελιστές έγραψαν τα ευαγγέλιά τους στα ελληνικά.

Ο ελληνικός εθνικισμός μεταλλάσσεται μέσα στον εικοστό αιώνα. Πρώτη αιτία της αλλαγής υπήρξε η εξαγγελία της Τρίτης Διεθνούς το 1924 ότι οι τρεις Μακεδονίες, του Βαρδάρη, του Αιγαίου και του Πιρίν, θα γίνονταν μελλοντικά ένα ενιαίο αυτόνομο κράτος υπό την κομμουνιστική Βουλγαρία. Η εξαγγελία αυτή προκάλεσε μεγάλες διχογνωμίες στο ΚΚΕ με αποτέλεσμα την παραίτηση των ιστορικών Γιάννη Κορδάτου και Σεραφείμ Μάξιμου από τους κόλπους του κόμματος. Οταν την ηγεσία ανέλαβε ο Νίκος Ζαχαριάδης, η άποψη της Τρίτης Διεθνούς επικράτησε. Οι διώξεις κατά του ΚΚΕ υπό το βενιζελικό «ιδιώνυμο αδίκημα» και οι φυλακίσεις μελών του κόμματος από το καθεστώς Μεταξά, ξεκίνησαν από το λάθος της υιοθέτησης ενός συνθήματος βλαπτικού για τα ελληνικά συμφέροντα.

Η έννοια του «από τριών χιλιάδων ετών» καθαρόαιμου Ελληνισμού, έγινε η βάση της αναθεωρημένης αντίληψης του ελληνικού εθνικισμού επί δικτατορίας Μεταξά και χάρη στον ελληνικό εμφύλιο, μακροημέρευσε.

Κατά τον εμφύλιο (1946-49), ο «Δημοκρατικός Στρατός» στρατολογούσε, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια από τις σλαβόφωνες περιοχές της δυτικής Μακεδονίας με αποτέλεσμα να εξαγγελθεί από το κόμμα η δημιουργία ανεξάρτητης Μακεδονίας και Θράκης με πρωτεύουσα την Θεσσαλονίκη. Η 5η Ολομέλεια του ΚΚΕ στις 30 - 31 Ιανουαρίου 1949 επανέλαβε το μοιραίο σφάλμα του Μεσοπολέμου, αναγνωρίζοντας το «δικαίωμα του μακεδονικού λαού για εθνική αυτοδιάθεση». Η απόφασή του κόστισε τόσο πολύ στο μετεμφυλιακό ΚΚΕ ώστε το ζήτημα να αποτελεί σήμερα άβατο στις κομματικές αποτιμήσεις του εμφυλίου.

Ο παλιός διεθνισμός της Αριστεράς έδωσε πλέον τη θέση του σε έναν ιδιότυπο εθνικισμό, ο οποίος απέκτησε τη σημασία αντίστασης κατά της παγκοσμιοποίησης και των πολυεθνικών εταιρειών. Η εμφυλιακή προθυμία του ΚΚΕ να συμπλεύσει με τις αντίπαλες μεγαλοϊδεατικές φιλοδοξίες μιας γειτονικής εθνογένεσης εκθέτει ακόμα το κόμμα σε εύκολη κριτική.

Ο παραδοσιακός εθνικισμός της Δεξιάς επιστρέφει σε οργανικές ερμηνείες της μεταξικής περιόδου και αποδύεται σήμερα σε κυνήγι μειοδοτικών μαγισσών που εντοπίζονται κυρίως στον φιλελεύθερο χώρο. Ετσι, το ανέστιο κέντρο του πολιτικού φάσματος βρίσκεται εγκλωβισμένο ανάμεσα σε δύο κατήγορους, τον δεξιό και τον αριστερό.

Η σύγχρονη κοινωνία αναζητάει όλο και πιο πολύ τη θαλπωρή της χαμένης παραδοσιακής κοινότητας στον εθνικισμό των συμβόλων, ενίοτε και στην θρησκευτική παραμυθία. Κατά πόσον κάποιοι απολεσθέντες παράδεισοι του παρελθόντος υπήρξαν πραγματικοί ή αποτελούν εμφυτεύματα εικονικής μνήμης, είναι θέμα μεγάλης συζήτησης μεταξύ διανοουμένων και ιστορικών.

Δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε το γεγονός ότι οι εθνικές μνήμες αποτελούν κοινό σημείο αναφοράς, ώστε να δημιουργείται ανάμεσα στους κατοίκους της χώρας αυτής η αλληλεγγύη, που είναι απαραίτητη σε περιόδους κρίσης σαν τη σημερινή. Ομως, καλό είναι να προσέχουμε το θυμικό. Υπήρξε πηγή μεγάλων περιπετειών στο παρελθόν. Η υπερβολική του δόση βλάπτει.

Θάνος Βερέμης καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-2-2011

Το φάσμα του τέλματος

Οποια και να είναι η τελική της έκβαση, η αιγυπτιακή εξέγερση θέτει κάποια κρίσιμα ερωτήματα. Πώς ξέσπασε τόσο ξαφνικά; Τι ακριβώς εκφράζει; Και τι σημαίνει για τη χώρα μας;

Εκκινώντας από την παρατήρηση πως οι άνθρωποι συχνά αυτολογοκρίνονται, είτε γιατί θεωρούν πως οι απόψεις τους είναι περιθωριακές είτε επειδή η έκφρασή τους ενέχει κίνδυνο, ο Αμερικανός οικονομολόγος Τιμούρ Κουράν έδειξε στο βιβλίο του «Private Truths, Public Lies», πως ξεπερνούν την αυτολογοκρισία όταν δουν άλλους να εκφράζουν ανεμπόδιστα αντίστοιχες απόψεις. Ετσι καταρρέει ξαφνικά η υποκρισία σαν χάρτινος πύργος και ένας πειθήνιος κόσμος μεταμορφώνεται σε εξεγερμένο πλήθος. Με άλλα λόγια, η πεμπτουσία της εξέγερσης ανιχνεύεται στην επικοινωνιακή της διάσταση: την ανακάλυψη, δηλαδή, πως οι «ιδιωτικές αλήθειες» είναι κοινός τόπος. Από την άποψη αυτή, το 2011 μπορεί να μετεξελιχθεί στο 1989 του αραβικού κόσμου, με την Τυνησία να προκαλεί την έκρηξη στην Αίγυπτο και την τελευταία να απειλεί το σύνολο του αραβικού κόσμου.

Δυσκολότερη είναι η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα, καθώς οι εξεγέρσεις ενσωματώνουν εξ ορισμού ετερογενείς και αντικρουόμενες αντιλήψεις για το μέλλον. Από την άποψη αυτή, η δημιουργία μιας συνεκτικής αφήγησης για το τι εκπροσωπεί μια εξέγερση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.

Αναμφίβολα, τα αίτια της κρίσης ταυτίζονται με τους χαμηλούς οικονομικούς δείκτες των μη πετρελαιοπαραγωγών αραβικών χωρών. Εξίσου στάσιμες είναι πολιτικά και πνευματικά, ενώ χαρακτηρίζονται από υψηλούς δείκτες γεννήσεων, πράγμα που μεταφράζεται στην πλήρη απουσία προοπτικών για εκατομμύρια νέους.

Οι ρίζες του τέλματος βρίσκονται στη σύγχρονη ιστορία των αραβικών χωρών, που μπορεί να διακριθεί σε τρεις φάσεις. Η πρώτη είναι η αποικιακή: μετά την ανεξαρτησία επικράτησαν κηδεμονευόμενα από τη Δύση καθεστώτα με εισαγόμενες βασιλικές δυναστείες, που όμως δεν έπνιξαν την πνευματική ζωντάνια και τον κοσμοπολιτισμό. Συμβίωναν έτσι ειρηνικά πολλές διαφορετικές εθνικές κοινότητες: τότε άκμασε ο αιγυπτιώτικος ελληνισμός. Την ίδια εποχή εμφανίστηκε και ένας ιδιότυπος σοσιαλισμός, δημιούργημα κυρίως χριστιανών Αράβων, που εκφράστηκε πολιτικά από το κόμμα Μπάαθ.

Η αποτυχία των καθεστώτων αυτών να εκδημοκρατιστούν αλλά και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το Ισραήλ, οδήγησε στην απαξίωσή τους. Η διάδοχη κατάσταση υπήρξε ένα μείγμα αυταρχισμού, εθνικισμού και λαϊκισμού, με κεντρικό φορέα τον στρατό που ανέλαβε την υλοποίηση του προγράμματος του Μπάαθ.

Δυναμικοί στρατιωτικοί όπως ο Νάσερ, ο Σαντάμ, ο Καντάφι ή ο Ασαντ, πρόσδεσαν τις χώρες τους στο άρμα της Σοβιετικής Ενωσης, εφάρμοσαν έντονα κρατικιστικές αναπτυξιακές πολιτικές και έγιναν φορείς ενός αυταρχικού εθνικολαϊκού οράματος που κατέστρεψε την πνευματική ζωτικότητα και τον κοσμοπολιτισμό της προηγούμενης περιόδου, αντικαθιστώντας τα με τον φόβο της μυστικής αστυνομίας.

Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης σήμανε το ουσιαστικό τέλος του μπααθισμού. Η χρηματοδότηση από τη Μόσχα στέρεψε όπως και το σοσιαλιστικό όραμα. Εμειναν ο αυταρχισμός, ο κρατισμός, η διαφθορά, η στασιμότητα και οι νέες οικογενειακές δυναστείες. Εμειναν επίσης το οικονομικό και πνευματικό τέλμα από τη μία και οι δημογραφικές συνέπειες της προσκόλλησης στις παραδοσιακές μουσουλμανικές αξίες από την άλλη. Ούτε η δημοκρατία άνθησε ούτε ο καπιταλισμός. Η Αίγυπτος είχε προλάβει να αντικαταστήσει τη σοβιετική πατρωνία με την αμερικανική, όμως η απαξίωση του Μπααθισμού οδήγησε στην ανάπτυξη του ισλαμισμού, του μόνου λαϊκού κινήματος ικανού να διατυπώσει ένα πειστικό εναλλακτικό όραμα.

Δεν χωράει αμφιβολία πως τα αραβικά καθεστώτα, στηριζόμενα στην ωμή βία και εκμεταλλευόμενα τον φόβο των Αμερικανών για τον ισλαμισμό, μπορούν να καταστείλουν τις εξεγέρσεις. Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν έχουν μέλλον. Η επόμενη φάση θα έχει πιθανότατα ισλαμιστικό χρώμα: αλλού μετριοπαθές και αλλού ριζοσπαστικό, αλλού δημοκρατικό και αλλού αυταρχικό. Πολλά θα εξαρτηθούν από τον τρόπο της μετάβασης.

Oι εξελίξεις αυτές μας αφορούν άμεσα. Η στασιμότητα θα ωθεί όλο και περισσότερους νέους στην αναζήτηση της τύχης τους στην Ευρώπη, οξύνοντας τη μεταναστευτική κρίση στη χώρα μας. Υπάρχει όμως και μια βαθύτερη, συμβολική διάσταση: τελικά δεν είμαστε και τόσο διαφορετικοί από τους Αραβες, όσο μας αρέσει να πιστεύουμε. Τα κράτη μας, άλλωστε, ξεπήδησαν μέσα από μια κοινή οθωμανική μήτρα. Αλήθεια, πόσο διαφέρει η ροπή προς τη μεγαλόστομη δημαγωγία, τον λαϊκισμό, τον εύκολο αντιιμπεριαλισμό, την προσκόλληση σε μύθους και τη συνωμοσιολογία; Πόσο απέχει ο χρεοκοπημένος ελληνικός κρατισμός από την αραβική του εκδοχή;

Αν αποφύγαμε τη μοίρα των αραβικών χωρών, το οφείλουμε κυρίως στην απουσία της πολιτιστικής κληρονομιάς που λέγεται Ισλάμ, στη γεωγραφική μας θέση και στον σταθερό μας ευρωπαϊκό πολιτικό προσανατολισμό. Σήμερα που βρισκόμαστε σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, καλό είναι να στρέψουμε το βλέμμα νότια, για να αντικρίσουμε μέσα στο αραβικό τέλμα το περιεχόμενο που θα είχε μια ενδεχόμενη αποτυχία μας.

Στάθης Καλύβας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale.ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-2-2011

Το άταφο πτώμα της Μεταπολίτευσης

Το πανεπιστημιακό άσυλο είναι, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Συνόδου των Πρυτάνεων και πρύτανη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Θ. Παπαθεοδώρου, «κομμάτι της ακαδημαϊκής, πολιτικής και κοινωνικής παράδοσής μας. Πρέπει να το διαφυλάξουμε από κάθε μορφής παραβίαση». Είναι οπωσδήποτε αξιέπαινος ο ιδεαλισμός του κ. Παπαθεοδώρου και θεάρεστη η προσήλωσή του στις παραδόσεις του τόπου, φαντάζομαι όμως ότι παρεμφερές πρέπει να είναι και το επιχείρημα των Ρώσων οι οποίοι υποστηρίζουν τη συντήρηση της σορού του Λένιν, όποτε κατά καιρούς τίθεται το άχαρο θέμα του μέλλοντός της.

Το άσυλο, όπως νοείται και εφαρμόζεται από τη Μεταπολίτευση και ύστερα, υποτίθεται ότι προστατεύει την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους. Κατά τον κ. Παπαθεοδώρου, ο θεσμός υφίσταται την εκμετάλλευση εκείνων «που αλόγιστα καταχρώνται την ακαδημαϊκή ελευθερία που αυτό εμπεριέχει», όπως και των άλλων «που επενδύουν πολιτικά στην παραβίασή του για να πλήξουν το ίδιο το πανεπιστήμιο».

Ως προς την πρώτη κατηγορία των εκμεταλλευτών του ασύλου, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε δύο περιστατικά από τα πάμπολλα του είδους. Το 2004 φοιτητές της οργάνωσης του ΚΚΕ, χρησιμοποιώντας την απειλή βίας, ματαίωσαν την παρουσίαση της «Μαύρης βίβλου του κομμουνισμού» από τον συγγραφέα της Στεφάν Κουρτουά (άλλοτε μαοϊκού, την εποχή του Μαΐου του 1968). Φοιτητές της ίδιας οργάνωσης, ματαίωσαν πέρσι ημερίδα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για το μέλλον της ανώτατης εκπαίδευσης και τη σύνδεσή της με την αγορά, επειδή οι κύριοι ομιλητές επρόκειτο να είναι καθηγητές από τα μεγαλύτερα δημόσια πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Προφανώς, στα δύο αυτά περιστατικά, δεν έχουμε να κάνουμε με απλή «κατάχρηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας», αλλά με τον βάναυσο και απροσχημάτιστο περιορισμό της.

Ως προς τη δεύτερη κατηγορία εκμεταλλευτών του ασύλου, θα συμφωνήσω με τον κ. Παπαθεοδώρου – έστω και αν την ορίζει με ασάφεια ασυνήθιστη για πανεπιστημιακό, μολονότι συνηθισμένη για πολιτευόμενο. Πράγματι, η ανάδειξη του πανεπιστημίου ως ασύλου για διάφορα είδη εκνόμων δραστηριοτήτων (από την παρασκευή και την αποθήκευση πυρομαχικών από ομάδες αναρχικών ώς την προστασία του παρεμπορίου απομιμήσεων) και μάλιστα με την ανοχή των πανεπιστημιακών αρχών πλήττει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Το πλήττει όμως μόνον από τη σκοπιά εκείνων, οι οποίοι ομνύουν στην αρχή του να μη θίγονται τα κακώς κείμενα του δημοσίου πανεπιστημίου - κυρίως, επειδή κάτι τέτοιο θα τους έφερνε αντιμέτωπους με τις ευθύνες τους και τους ξεβόλευε. Οσοι αποβλέπουν όμως στη βελτίωση της λειτουργίας του πανεπιστημίου, δεν έχουν τίποτε να φοβούνται από την αποκάλυψη του «μπάχαλου» στην εσωτερική λειτουργία του.

Εδώ, ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε κάτι ακόμη στον πρόεδρο της Συνόδου των Πρυτάνεων. Εχει δίκιο να θεωρεί το άσυλο κομμάτι της παράδοσής μας· υπό την έννοια ότι το φαινόμενο τής κατά το γούστο και το συμφέρον του καθενός εφαρμογής του νόμου είναι, όντως, μέρος της πολιτικής και κοινωνικής παράδοσής μας. Καθημερινά το βλέπουμε να συμβαίνει γύρω μας, να εξαπλώνεται, να κερδίζει την απροκάλυπτη στήριξη των κομμάτων της Αριστεράς, ακόμη και να τυγχάνει της κατανόησης του ίδιου του υπουργού Δικαιοσύνης! Τι νόημα όμως έχει η άκριτη λατρεία μιας τέτοιας παράδοσης;

Οσο και αν ενοχλούνται ή ξεβολεύονται όσοι πανεπιστημιακοί επιδιώκουν την ανάμειξή τους στη διοίκηση των ιδρυμάτων, η πραγματικά προοδευτική θέση για το άσυλο είναι εκείνη που εξέφρασε ο πρόεδρος της Ν.Δ., κατά την πρόσφατη ομιλία του στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του. Ο Αντώνης Σαμαράς ζήτησε την κατάργηση του ασύλου ως «άβατου του χώρου», αναδεικνύοντας το βασικό πρόβλημα του νόμου που ορίζει τη λειτουργία και το οποίο, συνήθως, αποσιωπάται: «Εκτός από μια-δυο φορές τα τελευταία 25 χρόνια και αφού κάηκε προηγουμένως το Πολυτεχνείο, οι πρυτανικές αρχές δεν κατάφεραν ποτέ να εφαρμόσουν τον νόμο. Τον προηγούμενο ή τον σημερινό. Γιατί; Πολύ απλά, γιατί ο νόμος είναι ανεφάρμοστος. Καλεί τους καθηγητές να αποφασίσουν αν θα μπει η Αστυνομία σήμερα. Αλλά οι ίδιοι καθηγητές θα είναι και πάλι μέσα στα πανεπιστήμια αύριο, στο έλεος των παρανόμων ή των ακραίων που θα είναι πάντα μέσα, χωρίς όμως την προστασία της Αστυνομίας που θα βρίσκεται και πάλι απ’ έξω». Νομίζω ότι σαφέστερα δεν γίνεται να περιγραφεί το πρόβλημα...

Το μονότονο επιχείρημα των πρυτάνεων, εδώ και χρόνια, ότι για την προστασία του ασύλου αρκεί η σωστή εφαρμογή του νόμου, ανταποκρίνεται ίσως σε ευσεβείς πόθους, αλλά δεν αφορά την πραγματικότητα. Είναι μια παιδαριώδης υπεκφυγή, που αποκαλύπτεται όταν, λ.χ., ερωτάται σε τηλεοπτική συνέντευξή του ο θεράπων του Θέσπιδος (και πρύτανης του Καποδιστριακού, παρεμπιπτόντως) Θεοδόσιος Πελεγρίνης αν ο χώρος των Προπυλαίων αποτελεί μέρος του προστατευόμενου από το άσυλο χώρου και απαντά με ένα ξερό «δεν γνωρίζω». Και όταν επιμένουν στο ερώτημα οι δημοσιογράφοι, ο κ. Πελεγρίνης πετάει το μπαλάκι αλλού: «Είναι θέμα της Συγκλήτου».

Αλλά, αν εξαιρέσει κανείς τη φυσικότητα με την οποία παίρνει τη συγκεκριμένη στάση ο κ. Πελεγρίνης, κατά τα άλλα το γεγονός δεν ξαφνιάζει. Διότι, όταν πέρσι ζήτησε η υπουργός Παιδείας από το Πανεπιστήμιο Αθηνών να γνωστοποιήσει στο υπουργείο τους πανεπιστημιακούς χώρους που εμπίπτουν στο άσυλο, η πρυτανεία δήλωσε αδυναμία να ανταποκριθεί, με τη χαριτωμένη δικαιολογία ότι τα κτίρια που χρησιμοποιεί το πανεπιστήμιο είναι τόσα πολλά, ώστε ο λεπτομερής προσδιορισμός των χώρων όπου ισχύει το άσυλο να είναι αδύνατος! (Ως προς τούτο, οι πανεπιστημιακές αρχές ενεργούν εντός του πνεύματος της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης, η οποία αδυνατεί να καταγράψει τους χιλιάδες δημόσιους οργανισμούς και αναθέτει το έργο σε ιδιωτικές εταιρείες...).

Η υπεράσπιση του ασύλου από τους πανεπιστημιακούς οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στον φόβο – εν μέρει δικαιολογημένο και, πάντως, κατανοητό. Αυτόν τον φόβο εξέφρασε με τον γνωστό δραματικό τρόπο του και ο Απόστολος Κακλαμάνης, κατά τη συζήτηση στη Βουλή της τροπολογίας για το άσυλο που κατέθεσε η Ν.Δ. «Αν καταργήσουμε το άσυλο, θα γίνει μακελειό!», αναφώνησε ο πρώην πρόεδρος της Βουλής. Μα, εκτός από αναξιοπρεπής, αυτή η ηττοπαθής στάση είναι και ατελέσφορη. Αν το κριτήριο των κυβερνήσεων είναι ο φόβος των αντιδράσεων, τότε ποτέ δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτε σε αυτή τη χώρα και απλώς θα αφεθεί στο έλεος των οργανωμένων συμφερόντων που τη νέμονται. Επιπλέον, αν δεχθούμε στα σοβαρά τη λογική του κ. Κακλαμάνη, τότε γιατί να υπερασπισθούμε τη χώρα από εξωτερικό εχθρό; Αφού και στην περίπτωση αυτή μακελειό θα γίνει και μάλιστα μεγαλύτερο.

Το μέλλον της πανεπιστημιακής παιδείας είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να αφεθεί να ορίζεται από τις εκάστοτε ισορροπίες και τις συναλλαγές πρυτανικών αρχών και κομματικών οργανώσεων. Το άσυλο, όπως το έχουμε γνωρίσει τις τελευταίες δεκαετίες, δεν είναι παρά το άταφο πτώμα της Μεταπολίτευσης. Δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε, μυρίζει, κοστίζει και τριγύρω του όλοι εμείς το κοιτάζουμε με δέος...
Στεφανου Kασιματη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-2-2011