Σάββατο 9 Μαΐου 2009

Διλήμματα

Από τον ΕΥΓΕΝΙΟ ΑΡΑΝΙΤΣΗ

Το ενδεχόμενο να συλλάβουμε την ιδέα μιας διεξόδου διαφορετικής απ' αυτήν που μας υπόσχονται τα σημερινά πολιτικά στελέχη, απομακρύνεται: σε απόλυτη σύμπνοια με το πνεύμα της απλούστευσης που κυβερνάει τα ΜΜΕ, οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις, κυρίως των μεγάλων κομμάτων, καθηλώνουν το ακροατήριό τους στο σημείο όπου όλα ανεξαιρέτως τα διλήμματα είναι ψευδή.

Ετσι, η περίφημη θεραπεία της ηθικής κρίσης θα παραμένει αδύνατη αν δεν αρχίσουμε, επιτέλους, να στρεφόμαστε σε μια τρίτη λύση, δηλαδή, κυριολεκτικά, σ' αυτήν που τα κέντρα αποσιωπούν.

ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, όταν συζητούν το αν θα έπρεπε ή όχι να προχωρήσει η Βουλή σε παραπομπή της υπόθεσης Siemens, εκείνο που δεν μας λένε είναι πως, υπό τις κρατούσες συνθήκες, είτε ακολουθούσε παραπομπή είτε όχι θα ήταν το ίδιο: απεναντίας, σημασία θα είχε μια καινούργια κατανόηση του τι ακριβώς προϋποτίθεται, στον συλλογικό ψυχισμό της κοινής γνώμης, για την επανίδρυση των θεσμών, και αν αυτό διατίθεται ή όχι. Προφανώς, στη δεύτερη περίπτωση, με δεδομένη την εξάρτηση της Δικαιοσύνης από τα κέντρα εξουσίας, κάθε ελπίδα για αμερόληπτη δικαστική διευθέτηση του θέματος θα ήταν μάταιη.

ΑΝΑΛΟΓΩΣ, όταν συζητούν το αν πρέπει ή όχι να καταργηθεί ο Νόμος Περί Ευθύνης Υπουργών, εκείνο που δεν μας λένε είναι πως, είτε ο Νόμος καταργηθεί είτε όχι, εξίσου εύκολα θα βραχυκυκλώνεται η σε βάθος εξέταση των ύποπτων συμπεριφορών αν δεν αποκατασταθεί προηγουμένως η εμπιστοσύνη στο νομικό σύστημα, πράγμα που, προς το παρόν, δεν μοιάζει ιδιαίτερα εύκολο, ούτε άλλωστε επιθυμητό.

ΑΝΑΛΟΓΩΣ, όταν συζητούν το αν αξίζει να ασχολείται κανείς με τα σκάνδαλα ή αν οφείλει να ενδιαφέρεται για την «καθημερινότητα», όπως την ονομάζουν (λες και η σήψη είναι φαινόμενο του Σαββατοκύριακου!), εκείνο που δεν μας λένε είναι πως τα σκάνδαλα και η προβληματική «καθημερινότητα» αποτελούν όψεις της ίδιας πολιτικοκοινωνικής, σχεδόν «ιδιοσυγκρασιακής» δυσλειτουργίας και ότι συνεπώς επείγει, ως φανέρωση ενός τρίτου όρου, η νοσταλγία μιας πολιτικής με θεμελιώδεις αναφορές στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και στη συμπόνια.

ΑΝΑΛΟΓΩΣ, όταν συζητούν (όπως προχτές ο Γιώργος Παπανδρέου) την εκ βάθρων αλλαγή ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, εκείνο που δεν μας λένε είναι ότι η διατήρηση του καθεστώτος και η αλλαγή, ως απλή αντικατάσταση προσώπων σε θέσεις κλειδιά υπό την αιγίδα των αιώνιων εξωθεσμικών παραγόντων, δεν διαφέρουν σε τίποτα κι ότι λείπει, εδώ, μια τρίτη προοπτική: η αυθόρμητη επιστροφή σε μιαν Αριστερά της οποίας το αίτημα θα είναι, ταυτόχρονα, υπαρξιακό.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 09/05/2009

Ποινές και κοινωνία

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ
Οσο οι κοινωνίες αφήνονται να χειραγωγούνται από τα κόμματα (συντηρητικά - φιλελεύθερα - σοσιαλιστικά - αριστερά κ.λπ.), όσο δεν θα διεκδικούν την πολιτική τους αυτόνομη υπόσταση, τότε τα φαινόμενα των αυθαιρεσιών της εξουσίας θα πληθύνονται και θα οξύνεται ο πόλεμος μεταξύ περιθωρίου και πολιτικής διοίκησης.

Δυστυχώς, αυτό φαίνεται να διαρκεί, διότι η κοινωνία δεν είναι πια συλλογικότητες αλλά ατομικότητες (μέγα επίτευγμα των νεωτερικών θεωριών...)· οι γειτονιές έχασαν τη συντροφικότητα και την αλληλεγγύη· ούτε καν παρέες υπάρχουν. Κι έτσι η κρατική εξουσία μπορεί να νομοθετεί, ερήμην της κοινωνίας, διατάξεις εναντίον της κοινωνίας, εναντίον των τελευταίων «ελευθεριών» της, όπως π.χ. αυτής της συμμετοχής σε μια διαδήλωση, σε μια απεργία (έσχατο πολιτικό μέσο διεκδίκησης δικαιωμάτων).

Σε μια μαχητική διαδήλωση (εάν δεν είναι μαχητική δεν είναι διαδήλωση...) όποιος συλληφθεί, ανεξαρτήτως του εάν έχει προβεί σε βίαιη πράξη, κατηγορείται άμεσα με το αδίκημα της «διατάραξης της κοινής ειρήνης» και, σύμφωνα με τον νέο Ποινικό Κώδικα, θα φυλακίζεται με ποινή δύο χρόνων! Τα πλημμελήματα μετατρέπονται εν ακαρεί σε κακουργήματα. Τόσο απλά. Η λογική της συλλογικής ευθύνης (που εφαρμόζεται σε φασιστικά καθεστώτα) στο αποκορύφωμά της. Και για την κοινωνία, πέρα βρέχει... Αυτή η αδιαφορία, αυτή η αδράνεια αντανακλά βεβαίως τη βαθύτερη παθογένεια του πολιτικού συστήματος, τη μεγάλη ήττα της κοινωνίας από το κράτος και τους υπηρέτες του. Στους υπηρέτες του κράτους ανήκουν και τα αριστερά κόμματα, που φαίνονται να μην ενδιαφέρονται για τον λαό τόσο όσο για τη διατήρηση των μικρών θώκων εξουσίας που κατέχουν. Αντί να προωθούν την απελευθέρωση του λαού απεργάζονται την κηδεμονία του, τη χειραγώγησή του, τη δημιουργία οπαδών, πιστών κ.λπ. Το πολιτικό κενό εξαπλώνεται.

Εάν λοιπόν συλληφθεί κάποιος σε μια διαδήλωση (κουκουλοφόρος ή όχι) θα του επιβληθεί ποινή η οποία δεν μπορεί να μετατραπεί σε χρηματική ή να ανασταλεί, αλλά ούτε και η έφεση να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Οδεύουμε δηλαδή σε ολισθηρούς για τη Δημοκρατία δρόμους χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις εκ μέρους της κοινωνίας. Αλλά, είπαμε, κοινωνία δεν υπάρχει πια· κοινωνία θεωρούμε τα κόμματα τα οποία ουδεμία επαφή έχουν με τις εντολές της κοινωνίας. Εντολές... τελοσπάντων. Απλοί καταναλωτές έχουμε καταντήσει οι πλείστοι, βάζουμε απλώς το κόμμα μας να διαμεσολαβήσει στο κράτος για ν' αποκτήσουμε κάποιο ψιχίο, δέσμιοι του φτωχού μας πολιτικού είναι, της μετάλλαξής μας σε υπηκόους μέσα από την τηλεοπτική χαύνωση και κομματική μας χειραγώγηση.

Κι έτσι μπορεί να κομπορρημονεί ο κάθε πολιτικός μετρίας κοπής, μέσα στον «Ναό της Δημοκρατίας», να αποσπά χειροκροτήματα ή αποδοκιμασίες (και οι αποδοκιμασίες χειροκροτήματα είναι), να ευτελίζεται το πολιτικό νόημα, η πολιτική πράξη, η πράξη της πολιτικής. Συνακόλουθα, η Παιδεία, ο πολιτισμός, η αισθητική κ.λπ.

Οι περισσότεροι πολιτικοί θεωρούν πως ό,τι είναι καλό γι' αυτούς είναι και για την κοινωνία. Από την άλλη οι πολίτες νομίζουν πως ό,τι είναι καλό γι' αυτούς είναι και για την πολιτική. Διαπραγματευόμαστε τα συμφέροντά μας ερήμην του κοινού συμφέροντος· επιλέγουμε τον «πολιτευτή» του κόμματός μας με μόνο μας μέλημα την ικανοποίηση του σολιψισμού μας.

Πώς να μη γελοιοποιηθεί το πολιτικό σύστημα, όταν το μόνο που επιζητεί κάποιος είναι η δική του και μόνο ευτυχία; Αρνούμεθα να αντιληφθούμε ότι (Αριστοτέλης, Ηθικά Ευδήμεια) ουδέ το ζην καλώς και ων άνευ ου δυνατόν ζην καλώς (δεν πρέπει να συγχέουμε την ευτυχισμένη ζωή με τα μέσα που την καλούν ευτυχισμένη). Πού να βρεθεί χρόνος (αλλά και σθένος); Εχουμε εκλογές μπροστά μας, τα κόμματα πρέπει να φροντίσουν για τις ψήφους τους, οι κοινωνίες να βρουν τους «εκλεκτούς», που θα τους «αντιπροσωπεύουν».

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 09/05/2009

Η κρίση, ήττα του νεοφιλελευθερισμού όχι του καπιταλισμού

Μάικλ Μαν
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΟΥ
Η πρώτη αντίδραση εμπρός στο δίτομο -μέχρι στιγμής- έργο του Μαν είναι κάτι ανάμεσα στο δέος και την προκαταβολική παραίτηση.

Πρόκειται, όμως, για ένα από τα σπουδαιότερα κείμενα της εποχής μας, οπότε η αναγνωστική πρόκληση μόνο αμελητέα δεν είναι. Το συγκεκριμένο έργο συνεχίζει την παράδοση της «μεγάλης θεωρίας» και συνομιλεί με τη σκέψη του Μαρξ, του Βέμπερ και άλλων κορυφαίων του κοινωνιολογικού στοχασμού. Εκείνο που εξαρχής διαχωρίζει τη θεώρηση του Μαν για τον κόσμο είναι ότι ο 67χρονος Βρετανός δεν βλέπει μία και ενιαία κοινωνία, αλλά υποστηρίζει ότι οι κοινωνίες αποτελούνται από πολλαπλά αλληλοεπικαλυπτόμενα και διασταυρούμενα κοινωνιο-χωρικά δίκτυα εξουσίας. Τέτοια μεγάλα δίκτυα είναι οι τέσσερις μείζονες πηγές της κοινωνικής εξουσίας: η ιδεολογική, η οικονομική, η στρατιωτική και η πολιτική.

Στον πρώτο τόμο, ο Μαν ερευνά τις σχέσεις εξουσίας από τις νεολιθικές κοινωνίες έως τη Μεγάλη Βρετανία του 18ου αιώνα, λίγο πριν η Βιομηχανική Επανάσταση αλλάξει τον κόσμο. Από εκεί ξεκινάει ο δεύτερος τόμος, που φτάνει έως το 1914. Σήμερα, ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, εργάζεται πάνω στον τρίτο τόμο, που αφορά τον περισσότερο περίπλοκο 20ό και την αυγή του 21ου αιώνα - «η αφήγηση θα φτάνει έως τη χρονιά που θα το ολοκληρώνω, μάλλον το 2010». Και θα έχει υπότιτλο «Παγκοσμιοποιήσεις». Γιατί ο πληθυντικός; «Η παγκοσμιοποίηση είναι μια ιδιαίτερα περίπλοκη διαδικασία, που περιλαμβάνει την παγκοσμιοποίηση όλων των εξουσιών».

Πόσο σοβαρή είναι η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος την εποχή των παγκοσμιοποιήσεων; Με δεδομένο ότι ο καπιταλισμός διαμόρφωσε τις σχέσεις ανάμεσα στα δίκτυα εξουσίας, τις κοινωνικές τάξεις και κατ' επέκταση τον κόσμο όπως τον γνωρίζουμε, υπάρχει περίπτωση να είμαστε στο ξεκίνημα μιας νέας εποχής, όπου θα δούμε να μετασχηματίζεται το δίκτυο των εξουσιών;

«Θα έλεγα ότι από την περίοδο της βιομηχανικής επανάστασης -ή μάλλον λίγο πριν από τη βιομηχανική επανάσταση- είχαμε δυο εξουσίες να αλληλεπιδρούν. Από τη μια μεριά τον καπιταλισμό με τις κοινωνικές τάξεις και από την άλλη, τα εθνικά κράτη. Η μια ήταν βασικά οικονομική, η άλλη πολιτική, αλλά κάποια περίοδο υπήρξε ταυτόχρονα και στρατιωτική. Νομίζω, λοιπόν, ότι δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για τον καπιταλισμό χωρίς ταυτόχρονα να αναφερθεί στο έθνος - κράτος. Προφανώς, όσον αφορά την οικονομία, ο καπιταλισμός κατέστη κυρίαρχος. Στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα υπήρχαν οι εναλλακτικές δυνατότητες του σοσιαλισμού και του φασισμού, που όμως έχασαν την ισχύ τους. Ο φασισμός κατέρρευσε, ενώ ο σοσιαλισμός, με μετριασμένες τις αρχικές προσδοκίες, επιβίωσε με τη μορφή της σοσιαλδημοκρατίας - αυτό έγινε σκοπίμως. Τώρα, ο καπιταλισμός πάντα περνούσε κάποιες κρίσεις. Πολλοί συγκρίνουν την κρίση που σήμερα βιώνουμε με την παγκόσμια οικονομική ύφεση του 1929. Δεν είναι ακόμη τόσο σοβαρή, βέβαια, αλλά κανείς δεν ξέρει πώς μπορεί να εξελιχθεί η κατάσταση σε ένα χρόνο. Η αντίδραση στην κρίση του '29 ήταν ένα πιο ελεγχόμενο είδος καπιταλισμού. Αυτό εκφράστηκε με μεγαλύτερη κρατική ανάμιξη, κεϋνσιανισμό και στη συνέχεια, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, με το Μπρέτον Γουντς, που συγκρατούσε την ποσότητα του κεφαλαίου στο χρηματοοικονομικό σύστημα. Και τις τελευταίες δεκαετίες, κάναμε μια νεο-φιλελεύθερη στροφή».

Η οποία λέτε ότι απέτυχε; Αν είναι έτσι, τι νέο έρχεται;

«Ναι, αυτό που βλέπουμε είναι η αποτυχία της νεοφιλελεύθερης εκδοχής του καπιταλισμού. Βέβαια στην πραγματικότητα έχουν μεσολαβήσει κι άλλες κρίσεις. Είδαμε την αποτυχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου στα διαρθρωτικά προγράμματα προσαρμογής που επιβλήθηκαν σε πολύ φτωχές, υπερχρεωμένες χώρες. Εκεί όπου ο νεοφιλελευθερισμός μπορούσε να επιβληθεί. Οσον αφορά το ελεύθερο εμπόριο, από το 2002 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου έχει παγώσει κάθε συμφωνία. Οι φτωχότερες, καθώς και οι μεσαίου εισοδήματος, χώρες αντιστάθηκαν. Ήταν άλλη μια ήττα του νεοφιλελευθερισμού. Και η μεγαλύτερη ήττα του είναι η τωρινή κρίση. Οπωσδήποτε, αυτό που θα συμβεί είναι ότι θα έχουμε μεγαλύτερο έλεγχο της οικονομίας. Αλλά το πόσο μεγαλύτερο, αυτό εξαρτάται από το βάθος και τη διάρκεια της κρίσης. Δεν βιώνουμε το τέλος του καπιταλισμού, αλλά μια σοβαρή εξασθένηση της νεοφιλελεύθερης εκδοχής του. Την ίδια στιγμή, το νέο είναι η άνοδος των χωρών μεσαίου εισοδήματος - Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι βρίσκονται σε σημαντικό στάδιο ανάπτυξης».

Η άνοδος των χωρών μεσαίου εισοδήματος τι σημαίνει για την παγκόσμια οικονομία;

«Γενικά σημαίνει στροφή προς περισσότερο πολυμερή κατανομή της εξουσίας. Η διαδικασία μόλις ξεκίνησε, αλλά είναι φανερό ότι θα συνεχιστεί. Οι ΗΠΑ παύουν να είναι η μόνη αυτοκρατορική δύναμη στον κόσμο. Για την παγκόσμια οικονομία, τώρα, σημαίνει περισσότερο πολυμερές σύστημα ελέγχου και ρυθμίσεων. Και νομίζω ότι, ίσως σε είκοσι χρόνια, το δολάριο θα πάψει να είναι το αποθεματικό νόμισμα του κόσμου και στη θέση του θα έχουμε ένα καλάθι νομισμάτων. Κατά τα άλλα, όμως, δεν βλέπω να υπάρχει κάτι άλλο στον ορίζοντα εκτός από τον καπιταλισμό. Μόνο που θα είναι περισσότερο ελεγχόμενος. Εξάλλου, υπάρχουν πολύ σημαντικές διαφορές ανάμεσα στον ιαπωνικό, τον αμερικανικό, τον σουηδικό καπιταλισμό... Διαφορές που δεν βλέπω κανένα λόγο να πάψουν να υπάρχουν».

Πέρα από την οικονομία, τι μπορεί να σημαίνει η άνοδος αυτών των χωρών για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο;

«Απέχουμε πολύ από το να δούμε να γίνονται σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα σε όλο τον κόσμο. Και θα συνεχίσουμε να απέχουμε. Είναι ιδιαίτερα ουτοπικό να περιμένουμε ότι μπορούμε να επηρεάσουμε την κατάσταση σε χώρες που διοικούνται από τοπικές κυβερνήσεις. Ηταν λάθος των ΗΠΑ να θεωρούν ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν στρατιωτική δύναμη για να μπουν σε μια χώρα και να της λύσουν τα προβλήματα. Τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουμε δει πόσο αποτυχημένη υπήρξε αυτή η τακτική. Οι συγκρούσεις, οι διώξεις και τα βασανιστήρια θα συνεχίσουν να υπάρχουν, είναι μέρος της ανθρώπινης κατάστασης. Κάνουμε ό,τι μπορούμε αλλά αυτό που μπορούμε δεν είναι αρκετό. Χρειαζόμαστε πιο εντατική διεθνή συνεργασία. Πάνω απ' όλα στο θέμα του περιβάλλοντος - θα συνεργαστούμε ή θα αφήσουμε τον πλανήτη να καταστραφεί. Γιατί η οικονομική κρίση δεν είναι τίποτε μπροστά στην περιβαλλοντική, που είναι το μεγαλύτερό μας πρόβλημα. Από αυτήν την άποψη, η άνοδος της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Κίνας και της Ρωσίας είναι θετική εξέλιξη».

Γιατί;

«Διότι η Κίνα, για παράδειγμα, θα κληθεί να παίξει πιο ενεργό ρόλο στις διεθνείς συμφωνίες για τον έλεγχο του κεφαλαίου, πράγμα που σημαίνει ότι σταδιακά θα δούμε και περισσότερες διεθνείς συνεργασίες για τη λύση του περιβαλλοντικού προβλήματος - έτσι ελπίζουμε».

Το έθνος-κράτος διατηρεί ακέραια τη δύναμη και τον ρόλο του στην εποχή της παγκοσμιοποίησης;

«Το έθνος-κράτος επιβιώνει, ναι. Είδαμε ότι η άνοδός του συνδέεται με την άνοδο του καπιταλισμού. Ο Μαρξ θεωρούσε ότι οι τάξεις είναι υπερεθνικές. Αλλά όταν το κίνημα της εργατικής τάξης σημείωσε άνοδο, απευθύνθηκε σε εκείνο το πολιτικό επίπεδο που ήταν σε θέση να επηρεάσει, δηλαδή στο έθνος-κράτος που ενδυναμώθηκε. Ετσι οι τάξεις εθνικοποιήθηκαν και αυτή είναι μια διαδικασία που συνεχίζεται. Σήμερα δεν αποδυναμώνεται το έθνος-κράτος. Μάλιστα, η παγκοσμιοποίησή του είναι μέρος της παγκοσμιοποίησης. Υπάρχουν σήμερα στον κόσμο 192 εθνικά κράτη - τουλάχιστον τόσα είναι αυτά που ισχυρίζονται ότι είναι τέτοια, γιατί υπάρχουν ορισμένα ανάμεσά τους που δεν έχουν κανέναν έλεγχο στο έδαφός τους. Στο μεταξύ, η τάση του καπιταλισμού να διαπερνάει τα όρια που θέτουν τα εθνικά κράτη αντιφάσκει με την ανάγκη του να υπόκειται σε ρυθμίσεις, κάτι που τελικά τον καθιστά περισσότερο εθνικό».

Τα κόμματα της άκρας δεξιάς σημειώνουν άνοδο παντού στην Ευρώπη. Θεωρείτε ότι καθώς θα βαθαίνει η οικονομική κρίση, μπορεί να δούμε να αυξάνουν κι άλλο τη δύναμη και την επιρροή τους;

«Οχι, δεν το φοβάμαι. Αν η κρίση επιμείνει, τα εναλλακτικά κόμματα γενικώς μπορεί να κερδίσουν μερικές παραπάνω ψήφους, ώς εκεί. Αλλά η άνοδος των κομμάτων της άκρας δεξιάς είναι παροδικό φαινόμενο. Δεν θα δούμε να εξελίσσονται σε σοβαρή πολιτική δύναμη, όπως είχε γίνει την περίοδο του Μεσοπολέμου. Τότε, οι χώρες που είχαν φιλελεύθερη δημοκρατία ήδη πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, πέρασαν την οικονομική κρίση αντιμετωπίζοντας όλα τα προβλήματα μέσα στο πλαίσιο των δομών της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Εκείνο που έγινε ήταν ότι έπεσαν οι κυβερνήσεις και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που ήρθαν στην εξουσία κυβέρνησαν τηρώντας όλους τους κανόνες της δημοκρατίας. Πρόβλημα είχαν οι χώρες που δεν είχαν προλάβει να θεμελιώσουν στέρεους δημοκρατικούς θεσμούς - μεταξύ τους και η Ελλάδα. Επίσης, ο φασισμός ήταν μια αυθεντική ιδεολογία που κάλυπτε όλους τους τομείς, από την παιδεία έως τις σχέσεις των φύλων. Ενώ σήμερα τα κόμματα της άκρας δεξιάς έχουν ένα θέμα - την εισροή μεταναστών. Και βέβαια όλοι ισχυρίζονται ότι είναι δημοκράτες. Στην εποχή μας, πάντως, στο μεγαλύτερο κομμάτι της Ευρώπης η φιλελεύθερη δημοκρατία και η σοσιαλδημοκρατία είναι καλά εμπεδωμένες. Από τη στιγμή που σταθεροποιείται, η δημοκρατία είναι πολύ καλό σύστημα για την αντιμετώπιση των κρίσεων».

Η απόφαση του Ομπάμα να δώσει στη δημοσιότητα τα στοιχεία για τα βασανιστήρια που χρησιμοποίησε η CIA, κατά την ανάκριση υπόπτων για τρομοκρατική δράση, ήταν καλή στρατηγική κίνηση;

«Ναι. Ταυτόχρονα ήταν μια ένδειξη ότι δεν έχει τη δύναμη να πάει μέχρι το τέρμα, ότι δοκιμάζει τις αντιδράσεις. Γιατί δεν θέλει να υποστηρίξει αυτούς που επιθυμούν τη δίωξη του Τσένι ή της Κοντολίζα Ράις, η οποία προσωπικά ενέκρινε τη χρήση βασανιστηρίων. Δεν θέλει να ξύσει παλιές πληγές. Το τι ακριβώς θα γίνει, όμως, με το Γκουαντάναμο, δεν είναι σαφές. Γιατί κυκλοφορούν φήμες ότι μπορεί να διεξαχθούν ακόμη μερικές δίκες. Υπάρχουν κρατούμενοι για την ενοχή των οποίων έχουν πολύ σοβαρές υποψίες. Αλλά δεν μπορούν να τους δικάσουν στις ΗΠΑ, γιατί βάσει του αμερικανικού νόμου δεν γίνονται δεκτά αποδεικτικά στοιχεία που προέκυψαν σε ανάκριση με τη χρήση βασανιστηρίων. Τους φαντάζομαι να ξύνουν το κεφάλι τους και να αναρωτιούνται τι μπορούν πια να κάνουν... να πασχίζουν να βγάλουν άκρη...».

* Ο Α' τόμος «Οι πηγές της κοινωνικής εξουσίας - Μια ιστορία της εξουσίας από τις αρχές ώς το 1760 μ.Χ.» κυκλοφορεί σε μετ. Γ. Καράμπελα, επιμ. Αλ. Κιουπκιολή, με επίμετρο Μ. Μαραγκουδάκη. Ο Β' τόμος, «Η ανάπτυξη των τάξεων και των εθνών-κρατών 1760-1914» κυκλοφορεί σε μετάφραση Αλέξανδρου Κιουπκιολή. Και τα δύο από τις εκδόσεις «Πόλις». Στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης το έργο του «Κράτη, πόλεμος και καπιταλισμός» (εκδ. «Κριτική», 2006).
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 09/05/2009

Κοινωνική Ευρώπη και οικονομική κρίση

Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ
Το κοινωνικό έλλειμμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι γνωστό.
Το όραμα του κοινού ευρωπαϊκού κοινωνικού χώρου δεν έχει προχωρήσει στην ουσία. Οι όποιες πολιτικές απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με ελάχιστες εξαιρέσεις, είτε διευκολύνουν την οικονομική ενοποίηση είτε αποτελούν εθελοντικό συντονισμό εθνικών πολιτικών χωρίς δεσμευτική ισχύ είτε είναι απλώς διακηρύξεις. Η Συνθήκη της Λισσαβώνας δεν τόλμησε να θίξει τα μεγάλα κοινωνικά θέματα. Η επικυριαρχία της νεοφιλελεύθερης οικονομικής ιδεολογίας και πρακτικής στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση δεν άφησε πολλά περιθώρια κοινωνικής παρέμβασης.

Είναι όμως αναγκαία η Κοινωνική Ευρώπη; - θα ρωτήσει ένας καλόπιστος πολίτης. Από τη στιγμή που υπάρχουν εθνικά κοινωνικά κράτη, ποια ανάγκη υπάρχει για υπερεθνικές κοινωνικές ρυθμίσεις, για υπερεθνική αναδιανομή του ευρωπαϊκού πλούτου; Η απάντηση είναι απλή: Η ίδια η ευρωπαϊκή ενοποίηση χρειάζεται μια διαρκή νομιμοποίηση για να προχωρήσει. Αυτή η νομιμοποίηση δεν μπορεί να δοθεί παρά μόνο από τους Ευρωπαίους πολίτες και μόνο στη βάση των κοινών κοινωνικών δικαιωμάτων. Η κοινωνική ιδιότητα του Ευρωπαίου πολίτη είναι, επομένως, όρος και προϋπόθεση της οικονομικής ενοποίησης. Αποτελεί συν-ιδρυτικό στοιχείο της επιδιωκόμενης κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας.

Πώς μπορεί να προχωρήσει η οικοδόμηση της κοινωνικής Ευρώπης την εποχή της κρίσης; Οι πρόσθετες οικονομικές δυσκολίες δεν παρεμποδίζουν ή αναβάλλουν άραγε αυτόν τον στόχο, όπως υποστηρίζουν οι νεοφιλελεύθεροι; Τούτο εξαρτάται από τους στόχους που θα θέσουμε και τη διαθεσιμότητα των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν. Είναι ευνόητο ότι η οικοδόμηση ενός ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους στο πρότυπο των εθνικών είναι αδύνατη σήμερα. Επιβάλλεται, επομένως, η επιλογή προτεραιοτήτων. Πολιτικές απασχόλησης και πολιτικές προστασίας των αδυνάτων και θυμάτων της κρίσης είναι οι δύο κρίσιμες κατευθύνσεις, στις οποίες πρέπει να επικεντρώσουν οι Ευρωπαίοι πολιτικοί το ενδιαφέρον τους. Αυτές οι δύο πολιτικές πρέπει ν' αποκτήσουν πανευρωπαϊκό χαρακτήρα και να συμπληρώσουν τις αντίστοιχες εθνικές πολιτικές. Αλλες ευρωπαϊκές κοινωνικές πρωτοβουλίες μπορούν να περιμένουν καλύτερες ημέρες.

Αλλά η πραγματικά καινοτομική προσέγγιση αφορά τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη των δύο αυτών στόχων. Η προσήλωση στο δεδομένο Σύμφωνο Σταθερότητας, τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη νομισματική αυστηρότητα δεν μπορούν να συμβάλουν στο ξεπέρασμα της κρίσης και στην άσκηση κοινωνικών πολιτικών. Εκφράζουν παρωχημένες αντιλήψεις της εποχής του νεοφιλελευθερισμού που προηγήθηκε και που εξάντλησαν τη δυναμική τους. Η σημερινή πραγματικότητα επιβάλλει την «εύκολη» και «άφθονη» χρηματοδότηση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, τη διάθεση μεγάλων κονδυλίων και πόρων για την επέκταση της απασχόλησης και την εφαρμογή πολιτικών προστασίας των αδυνάτων. Το φθηνό χρήμα, τα δημόσια ελλείμματα, το δημόσιο χρέος, ακόμη και ένας ελεγχόμενος πληθωρισμός δεν πρέπει να φοβίζουν όταν πρόκειται να αντιμετωπιστούν κοινωνικά προβλήματα, να διαφυλαχθεί η κοινωνική ειρήνη και να προστατευθεί ο παραγωγικός ιστός. Η οικονομική ιστορία του 20ού αιώνα έχει προσφέρει πολλά θετικά τέτοια παραδείγματα.

Ωστόσο, τα προβλήματα της κοινωνικής Ευρώπης την εποχή της κρίσης δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά παρά μόνο στο πλαίσιο μιας πολιτικής Ευρώπης. Μιας πολιτικής ομοσπονδίας, που δεν θα έχει τις θεσμικές, δημοσιονομικές, πολιτικές και κοινωνικές αγκυλώσεις του σημερινού διακυβερνητικού μορφώματος. Μιας ομόσπονδης Ευρώπης, με ισχυρή εκτελεστική, νομοθετική και φορολογική εξουσία, που θα μπορεί να προβαίνει σε πανευρωπαϊκές οικονομικές και κοινωνικές ρυθμίσεις και να ασκεί κεντρική αναδιανεμητική πολιτική. Ας μην ξεχνάμε ότι οι μεγάλες πολιτικές, κρατικές, οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στην Ιστορία δρομολογήθηκαν σε εποχές μεγάλων κρίσεων. Σε τέτοιες εποχές, που τα τεράστια κοινωνικά προβλήματα απειλούν την κοινωνική συνοχή, αναλαμβάνονται και εφαρμόζονται μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που σαρώνουν ιδεολογικές και επιστημονικές ορθοδοξίες, παραδεδεγμένες πρακτικές και κατεστημένα συμφέροντα. Αυτές οι ιστορικές καμπές όμως δρομολογούνται μόνον από τολμηρούς πολιτικούς με ρηξικέλευθα προγράμματα.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 09/05/2009

Από τον Αβραάμ Λίνκολν στον Μπαράκ Ομπάμα

Ενα «οδοιπορικό» με τον καθηγητή Αμερικανικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Eric Foner
Του ΧΡΟΝΗ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΥ
Λατρεύεται από τους φοιτητές του και μισείται από τους ιδεολόγους της Δεξιάς, που θεωρούν το επιστημονικό του έργο αντιαμερικανικό.

Κάπως έτσι έχουν περιγράψει τα αμερικανικά μέσα τον Eric Foner, την πιο εξέχουσα αυθεντία στον τομέα της Αμερικανικής Ιστορίας στον κόσμο. Καθηγητής στην έδρα DeWitt Clinton του Πανεπιστημίου Κολούμπια και βραβευμένος με τα δύο πιο σημαντικά βραβεία διδασκαλίας, ο Eric Foner έχει επίσης διατελέσει καθηγητής Αμερικανικής Ιστορίας και Θεσμών στην έδρα Pitt στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, καθηγητής Αμερικανικής Ιστορίας στην έδρα Harmsworth Professor στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, και Fulbright καθηγητής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Μόσχας.

Ο Foner έχει γράψει σειρά σημαντικότατων βιβλίων για την αμερικανική ιστορία, που έχουν κυκλοφορήσει σε πολλές ξένες γλώσσες, συμμετέχει στη συντακτική επιτροπή του αμερικανικού προοδευτικού περιοδικού «The Nation» και αρθρογραφεί τακτικά στους «New York Times», στην «Washington Post», στους «Los Angeles Times» και στο «London Review of Books».

Η θέση που κατέχει ο Λίνκολν στην αμερικανική ιστορία είναι αναμφισβήτητα μοναδική. Διάφοροι ιστορικοί τον έχουν περιγράψει ως τον «μεγαλύτερο πρόεδρο στην αμερικανική ιστορία», «ο απελευθερωτής των μαύρων σκλάβων», και «μια πολιτική μεγαλοφυΐα». Εσείς, βέβαια, έχετε μελετήσει σε μεγάλο βάθος την πολιτική και το έργο του Λίνκολν και έχετε γράψει το πολυβραβευμένο βιβλίο με τίτλο «Ο Δικός μας Λίνκολν: Νέες Απόψεις για τον Λίνκολν και τον Κόσμο του». Πού τελειώνουν οι μύθοι και πού αρχίζει η πραγματικότητα όταν εξετάζουμε την ιστορική και πολιτική κληρονομιά του 16ου προέδρου των ΗΠΑ;

«Ο Λίνκολν θα είναι πάντα τυλιγμένος στο πέπλο του μύθου επειδή φαίνεται να επικυρώνει τα χαρακτηριστικά που οι Αμερικανοί θεωρούν ότι είναι βασικά στον εθνικό μας χαρακτήρα: ανήλθε στην εξουσία από ταπεινή καταγωγή, πιστοποιώντας μ' αυτό τον τρόπο ότι υπάρχουν ευκαιρίες για όλους στην αμερικανική κοινωνία. Ηταν ο "τίμιος Abe" που έπαιξε με τους κανόνες της καπιταλιστικής οικονομίας. Ηταν ένας πολιτικός που χρησιμοποίησε την εξουσία του για αδιαμφισβήτητα ηθικούς λόγους. Ολα αυτά είναι αληθινά, αλλά αποτελούν μόνο ένα μέρος της ιστορίας, όπως συμβαίνει συνήθως με τους περισσότερους μύθους. Οι απόψεις του για τη δουλεία, λόγου χάριν, δεν διέφεραν αρχικά από αυτές των υπολοίπων λευκών της εποχής του. Πίστευε στο διαχωρισμό των δύο φυλών και θεωρούσε την απέλαση των μαύρων επιτακτική ανάγκη. Αργότερα, όταν συνειδητοποίησε ότι οι μαύροι στην Αμερική θα συνυπήρχαν με τους λευκούς, κατανόησε πως έπρεπε να δοθεί λύση στο ζήτημα της δουλείας».

Δουλοκτημοσύνη και εμφύλιος

Στην επικρατούσα εκδοχή της αμερικανικής ιστορίας και αμερικανικής λαογραφίας, η δουλοκτημοσύνη θεωρείται ως η κύρια αιτία πίσω από τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο. Πόσο α(να)κριβής είναι αυτή η εξήγηση για το ξέσπασμα του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου;

«Ο Λίνκολν είπε στην ομιλία της δεύτερης ενθρόνισής του πως όλοι γνώριζαν ότι η δουλοκτημοσύνη ήταν η αιτία του εμφυλίου πολέμου. Αυτό ήταν προφανές για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής. Πολύ αργότερα, όταν οι λευκοί Αμερικανοί επανασυνδέθηκαν γύρω από τη βάση της υποταγής των μαύρων, η δουλοκτημοσύνη κόπηκε τελείως από το αφήγημα και ο εμφύλιος πόλεμος εξελίχθηκε σε μια μάχη για τα δικαιώματα των πολιτειών, ή τους δασμούς, ή για κάποιο άλλο ζήτημα. Δίχως τη δουλοκτημοσύνη, ο εμφύλιος πόλεμος είναι αδιανόητος. Ο εμφύλιος πόλεμος επαναπροσδιόρισε την έννοια της ελευθερίας και εξέτεινε τα δικαιώματα προς αυτήν με πολύ έντονους και ουσιαστικούς τρόπους».

Η εποχή μετά τον εμφύλιο πόλεμο δεν βελτίωσε απαραιτήτως τις συνθήκες των μαύρων. Ηταν ο ρατσισμός, οι ιδιαιτερότητες του αμερικανικού καπιταλισμού, ένας συνδυασμός των δύο αυτών παραγόντων, ή ακόμα και κάτι άλλο, για το ότι Αμερική συνέχισε να είναι χωρισμένη σε μαύρους και λευκούς μέχρι και πρόσφατα;

«Αμέσως μετά τον εμφύλιο πόλεμο, οι ΗΠΑ βίωσαν την εποχή της Ανοικοδόμησης, όπου οι μαύροι σημείωσαν τεράστια πρόοδο σε αστικά και πολιτικά δικαιώματα. Αλλά η πολιτική επανάσταση δεν συνοδευόταν με μια οικονομική επανάσταση. Οι πρώην σκλάβοι παρέμειναν οικονομικά εξαρτώμενοι από τους λευκούς νοτίους. Εκτός αυτού, ο Βορράς υποχώρησε από τη δέσμευσή του προς την ισότητα και μια μεγάλη χρονική περίοδος ακολούθησε, όπου οι μαύροι ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Η άμεση αιτία ήταν ο ρατσισμός του Νότου, αλλά ο Βορράς ενέδωσε σ' αυτή την εξέλιξη. Δεν είμαι βέβαιος ότι ο καπιταλισμός είχε πολλά να κάνει ή με τη μια ή με την άλλη εξέλιξη -ο καπιταλισμός μπορεί εύκολα να συνυπάρξει και με τη φυλετική ανισότητα και με τα ίσα δικαιώματα».

Ο Ομπάμα έτρεφε πάντα ένα βαθύ θαυμασμό για τον Λίνκολν και φαίνεται να ταυτίζεται τόσο πολύ μαζί του, που ένα μεγάλο μέρος των μέσων ήδη απεικονίζουν τον Ομπάμα ως τον νέο Λίνκολν. Υποθέτοντας ότι μπορούν να γίνουν συγκρίσεις, με δεδομένες τις τεράστιες διαφορές στις ιστορικές συνθήκες και επιλογές, υπάρχουν σημαντικές πολιτικές και ιστορικές ομοιότητες μεταξύ του 16ου και του 44ου προέδρου των ΗΠΑ που να δίνουν έστω κάποια ισχύ στην αξίωση ότι ο Ομπάμα είναι, έστω και συμβολικά, ένας νέος Λίνκολν;

«Φυσικά το γεγονός ότι ο Ομπάμα είναι ο πρώτος μαύρος πρόεδρος των ΗΠΑ τον συνδέει συμβολικά με τον Λίνκολν, τον απελευθερωτή. Και οι δύο ήταν από το Ιλινόις, ανήλθαν και οι δύο σε περίοπτη θέση λόγω ευγλωττίας και ρητορικής, δίχως πρώην επιτυχίες στην εθνική πολιτική. Εκτός από αυτά, νομίζω ότι όποιες άλλες συγκρίσεις είναι αρκετά ανιστόρητες».

Υπάρχει αναζωπύρωση της αμερικανικής δημοκρατίας; Αν ναι, κατά πόσο αυτό οφείλεται στις ελπίδες που δημιουργήθηκαν στη συνείδηση των Αμερικανών πολιτών εξαιτίας της ανόδου του Ομπάμα στην κορυφή του πολιτικού συστήματος, ύστερα μάλιστα από 8 καταστροφικά χρόνια πολιτικής του Μπους;

«Νομίζω ότι οι Αμερικανοί καταπιάνονται πλέον πολύ περισσότερο με την πολιτική και έχουν σε υψηλότερη εκτίμηση τον πρόεδρό τους, απ' ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν. Εν μέρει αυτό είναι μια αντίδραση ενάντια στις καταστροφές που προκάλεσε η προεδρία του Μπους, εν μέρει μια επιθυμία για ισχυρή ηγεσία σε μια εποχή οικονομικής κρίσης. Ο Ομπάμα, πάντως, έχει βρει τους τρόπους να κινητοποιήσει μεγάλο μέρος του πληθυσμού, κυρίως μέσω του Διαδικτύου, και αυτό είναι κάτι το οποίο μπορεί να αντιπροσωπεύσει μια σημαντική αλλαγή στην κατανόησή μας για το πώς λειτουργεί η δημοκρατία. Μπορεί να είμαστε στην απαρχή ενός πολιτικού πειράματος με εντυπωσιακές συνέπειες για το μέλλον της δημοκρατίας».

Προσδοκάτε, ή τουλάχιστον ελπίζετε για μια επιστροφή στις μεγάλες προοδευτικές παραδόσεις της αμερικανικής πολιτικής ιστορίας (η εποχή του προοδευτισμού κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, το New Deal του Ρούζβελτ, τη Μεγάλη Κοινωνία του Τζόνσον) λόγω της τρέχουσας κρίσης;

«Σίγουρα, οι πρώτες ενέργειες και προτάσεις του Ομπάμα επανέρχονται σ' αυτές τις προηγούμενες εποχές ενεργού διακυβέρνησης προς το γενικό κοινωνικό καλό. Μένει να δούμε πόσο μεγάλο μέρος του σχεδίου του θα βρει στήριξη στο Κογκρέσο. Αλλά φαίνεται ότι η εκλογή του σηματοδοτεί το τέλος της εποχής Ρέιγκαν και του μοντέλου -αδύνατη κυβέρνηση, χαμηλοί φόροι, πλήρης απελευθέρωση και απορρύθμιση των αγορών- που κυριαρχούσε στην αμερικανική ζωή κάτω από τις κυβερνήσεις Ρέιγκαν, Μπους, Κλίντον και Μπους. Οι εκλογές του 2008 μπορεί κάλλιστα να αποδειχθούν μια σημαντική κρίσιμη καμπή στην αμερικανική ιστορία, όπου καθιερώνεται ένα νέο σύνολο ιδεών διακυβέρνησης για την επόμενη γενιά».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 09/05/2009