Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Τζορτζ Σόρος: Συνεχίστε χωρίς δισταγμό

Συνέντευξη στην Κατερινα Σωκου
«Συνεχίστε τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις χωρίς δισταγμό, μειώστε τις περιττές δημόσιες δαπάνες, απλοποιήστε το φορολογικό σύστημα». Αυτή είναι η συμβουλή του δισεκατομμυριούχου επενδυτή Τζορτζ Σόρος για την Ελλάδα, την οποία μάλιστα επαναλαμβάνει δις στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ». Αν και κατανοεί το αίσθημα απαισιοδοξίας που αισθάνθηκε διάχυτο κατά το πρόσφατο ταξίδι - αστραπή που έκανε στην Αθήνα, εκτιμά ότι δεν υπάρχει λιγότερο επώδυνος δρόμος για την έξοδο από την κρίση από αυτόν που ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση.
Σε ερώτηση για το αν προτείνει την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, διευκρινίζει ότι πιστεύει στην ανάγκη ενός ηπιότερου «ανασχεδιασμού» (reprofiling) του χρέους, με διατήρηση της ονομαστικής αξίας των ελληνικών ομολόγων, μείωση του επιτοκίου και επιμήκυνση της λήξης τους. Ο κ. Σόρος αναγνωρίζει επίσης την ανάγκη μιας επικοινωνιακής εκστρατείας για να πεισθεί η Γερμανία προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά και της δημιουργίας αισθήματος κοινωνικής δικαιοσύνης στο εσωτερικό της χώρας. Οπως λέει χαρακτηριστικά, «το γράμμα του νόμου εφαρμόζεται χωρίς ευνοιοκρατία και η διαφθορά τιμωρείται».
Ο Τζορτζ Σόρος ήλθε στην Αθήνα την περασμένη Κυριακή έχοντας ως στόχο, όπως λέει ο ίδιος, να βοηθήσει την ελληνική κυβέρνηση σε μια κρίσιμη φάση, όπου ενδεχομένως θα ληφθούν σοβαρές αποφάσεις. Ο Σόρος ήταν προσκεκλημένος του διεθνούς επενδυτή Στέλιου Ζαββού και την Κυριακή το βράδυ μίλησε σε κλειστό δείπνο, παρουσία επιχειρηματιών, τραπεζιτών και του υπουργού Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου. Σε αυτό το δείπνο εξέφρασε την υποστήριξή του στο δύσκολο, όπως είπε, έργο της κυβέρνησης και κάλεσε την Ευρώπη να βοηθήσει την Ελλάδα με απτούς τρόπους.
Την επόμενη ημέρα, ο κ. Σόρος συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό στο γραφείο του στη Βουλή παρουσία και του κ. Παπακωνσταντίνου. Η επίσκεψή του προκάλεσε απορίες. Από το περιβάλλον του δηλώνεται ότι ο ίδιος «δεν έχει στην κατοχή του CDS για την Ελλάδα», ότι δηλαδή δεν έχει κερδοσκοπήσει εις βάρος της χώρας και συνεπώς, δεν θα έχει οφέλη από μια πιθανή αναδιάρθρωση που θα οδηγούσε στην είσπραξη των CDS από διάφορα funds.
Ο κ. Σόρος είναι, πάντως, ένας ισχυρός «παίκτης» και γκουρού των αγορών, ο οποίος συναντιέται τακτικά με Ευρωπαίους ηγέτες και συζητάει τα θέματα της κρίσης του ευρώ. Η πρότασή του για την «ήπια αναδιάρθρωση», δηλαδή «ανασχεδιασμό» (reprofiling) του χρέους, αποτελεί, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, το επικρατέστερο σενάριο αυτή τη στιγμή, παρά το γεγονός ότι η ΕΚΤ και το ΔΝΤ το είχαν απορρίψει αρχικώς. To πλήρες κείμενο της συνέντευξής του έχει ως εξής:
– Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας ύστερα από την επίσκεψή σας στην Αθήνα; Η ελληνική κοινή γνώμη και το επιχειρηματικό κατεστημένο φαίνονται να έχουν περιπέσει σε ένα βαθύ αίσθημα απαισιοδοξίας. Πώς μπορεί η χώρα να το υπερβεί αυτό, όταν αισθάνεται τις επιπτώσεις μιας διευρυνόμενης ύφεσης και το υπέρογκο βάρος του χρέους;
– Θα συμφωνούσα ότι αισθάνθηκα ένα κλίμα απαισιοδοξίας. Είναι αρκετά δικαιολογημένο, διότι η Ευρώπη και ιδιαίτερα η Ελλάδα βρίσκονται εν τω μέσω μιας πρωτοφανούς κρίσης. Η κυβέρνηση βρίσκεται στον σωστό δρόμο, αλλά η πρόοδος είναι αργή. Ολες οι άλλες εναλλακτικές λύσεις θα ήταν πιο επώδυνες. Η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, να μειώσει τις υπερβολικές δημόσιες δαπάνες, να απλοποιήσει τον φορολογικό κώδικα και τη συλλογή των φόρων και να διευρύνει τη φορολογική βάση ώστε να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα. Και ύστερα από έναν ομαλό ανασχεδιασμό (reprofiling) του δημοσίου χρέους θα μπορούσε τελικά να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
– Θα έπρεπε η Ευρώπη να βοηθήσει την Ελλάδα ως προς αυτό; Πώς;
– Η Ευρώπη μπορεί να βοηθήσει μειώνοντας τα επιτόκια αυτού του δανειακού βάρους, διευρύνοντας τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) ώστε να περιλαμβάνει εγγυήσεις για το τραπεζικό σύστημα, καθώς και για τον δανεισμό των κυβερνήσεων. Η Γερμανία είναι η ηγετική οικονομία και ο μεγαλύτερος πιστωτής, πρέπει να υποστηρίξει την ευρωπαϊκή σταθερότητα. Δυστυχώς, οι Γερμανοί πολιτικοί κάποιες φορές καθυστερούν να δώσουν τις αρμόζουσες απαντήσεις λόγω τοπικών πολιτικών υπολογισμών. Καταλήγουν να κάνουν τις σωστές κινήσεις, αλλά αργότερα και με μεγαλύτερο κόστος.
– Θα μπορούσε αυτού του είδους η βοήθεια να θεωρηθεί «δώρο» προς τους Ελληνες; Τι χρειάζεται να κάνει η ελληνική κυβέρνηση για να διαλύσει αυτήν την εντύπωση του «δωρεάν γεύματος»;
– Χρειάζεται να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις χωρίς δισταγμό και να μειώσει το έλλειμμα. Επίσης, δεν θα απέρριπτα μια επικοινωνιακή εκστρατεία στη Γερμανία, που θα παρουσίαζε τα επιτεύγματα και θα άλλαζε το στερεότυπο των Ελλήνων που φοροδιαφεύγουν και συνταξιοδοτούνται στα εξήντα έτη.
– Εχετε κάνει λόγο για την αναπόδραστη ανάγκη μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Γιατί υποστηρίζετε αυτήν την ιδέα; Μιλάτε για έναν ανασχεδιασμό ή για πλήρη αναδιάρθρωση, τύπου «κουρέματος»;
– Η λύση του «κουρέματος» των ομολόγων θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα για το τραπεζικό σύστημα που θα μπορούσε να δημιουργήσει την ανάγκη ανακεφαλαιοποίησής του από το ΕSM. Ο ανασχεδιασμός του χρέους φαίνεται μια πιο προσεκτική προσέγγιση, για την οποία χρειάζονται τρία βήματα: η ονομαστική αξία των ομολόγων θα πρέπει να μείνει η ίδια, η ωρίμασή τους να επιμηκυνθεί κατά περισσότερο από δέκα χρόνια και το επιτόκιο να μειωθεί πιο κοντά στο 3%.
– Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να έχει καταστροφικές συνέπειες για ευρωπαϊκές και, φυσικά, ελληνικές τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία;
– Θα μπορούσε να γίνει πολύ προβληματικό, με απρόβλεπτες παρενέργειες. Αυτός είναι ο λόγος που προτείνω την επέκταση των λειτουργιών του ESM.
– Πώς και πότε θα μπορούσε η Ελλάδα να έχει και πάλι πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές;
– Οχι τόσο αργά όσο αν η Γερμανία επιμείνει να συμπεριλάβει τη Ρήτρα Συλλογικής Δράσης και αρνείται τον ανασχεδιασμό του ανεξόφλητου χρέους.
– Βλέπετε προοπτικές για κάποια σοβαρή διεθνή επένδυση στην Ελλάδα επί του παρόντος;
– Ναι, πιστεύω ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να αναζητεί δυναμικά ξένες άμεσες επενδύσεις, αυτό είναι ένα πρώτο καλό βήμα για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων. Σήμερα η Κίνα και το Κατάρ θα μπορούσαν να αποτελούν καλές προοπτικές, ιδιαίτερα στον κλάδο των ακινήτων, με δεδομένο ότι οι τιμές έχουν υποχωρήσει σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα.
– Ποια είναι η συμβουλή σας στον πρωθυπουργό και συνολικά στους Ελληνες αυτή τη στιγμή;
– Συνεχίστε τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις χωρίς δισταγμό, μειώστε τις περιττές δημόσιες δαπάνες, απλοποιήστε το φορολογικό σύστημα. Δημιουργήστε ένα αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης, ότι το γράμμα του νόμου εφαρμόζεται χωρίς ευνοιοκρατία και ότι η διαφθορά τιμωρείται. Ετσι, η προοπτική της κοινωνικής αναταραχής θα μπορούσε να αποφευχθεί. Και πιο σημαντικό, επικοινωνήστε ξεκάθαρα στον λαό ποιες είναι οι επιλογές: ή μεταρρυθμίζουμε και επιτυγχάνουμε εργαζόμενοι στο πλαίσιο της Ευρωζώνης ή η εναλλακτική είναι να απορρίψουμε τη Συνθήκη, να χρεοκοπήσουμε και να επιστρέψουμε στη δραχμή. Αυτό θα ήταν καταστροφικό. Η σωστή λύση είναι οπωσδήποτε προφανής και οι Ελληνες σίγουρα μπορούν να επιλέξουν με σοφία.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 7-4-2011

Αλήθειες και ψέματα για την αναδιάρθρωση

Στάση πληρωμών, «κούρεμα» χρέους και εθελοντική επιμήκυνση, οι τρεις επιλογές

Δραματικές συνέπειες ή λύτρωση; Σε αυτό το δίλημμα προσπαθούν να απαντήσουν οι οικονομολόγοι αναφορικά με την υπόθεση «αναδιάρθρωση ελληνικού χρέους». Από τη μία πλευρά οι αγορές δείχνουν ότι έχουν προεξοφλήσει πως κάτι τέτοιο θα συμβεί, ενώ από την άλλη, κυβέρνηση και τρόικα διαψεύδουν με κάθε τρόπο ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Η «λογική» των πρώτων είναι απλή. Ακόμα και στην περίπτωση της πλήρους εφαρμογής του Μνημονίου, το χρέος θα παραμείνει σε πολύ υψηλά επίπεδα και η αποκλιμάκωσή του θα είναι αργή. Πόσω μάλλον τώρα, που η κυβέρνηση καλείται διαρκώς να λαμβάνει νέα μέτρα.
Ωστόσο, και η «λογική» των δεύτερων βασίζεται σε ισχυρά επιχειρήματα. Μία βίαιη αναδιάρθρωση του χρέους θα έχει χειρότερα αποτελέσματα απ’ ό, τι θεωρητικώς προβλέπεται. Θα επιφέρει ισχυρό πλήγμα κατά τραπεζών και ασφαλιστικών ταμείων, ενώ ταυτόχρονα, θα απαιτηθεί η λήψη πολύ πιο αυστηρών μέτρων, με την Ελλάδα να σταματάει να κάνει εισαγωγές με πίστωση, όπως συμβαίνει τώρα με διάφορα προϊόντα, π. χ. τρόφιμα και πετρέλαιο.
Αυτή τη στιγμή, τρία είναι τα βασικά σενάρια για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους:
1. Η Ελλάδα κηρύσσει στάση πληρωμών. Αυτό σημαίνει ότι αποφασίζει χωρίς να διαπραγματευθεί με τους πιστωτές της ότι δεν θα τους πληρώσει. Οπως συνέβη και με την Αργεντινή, θα μειωθεί κατακόρυφα το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών και η χώρα θα μείνει εκτός αγορών για πολλά χρόνια. Επακόλουθο θα είναι να μη μπορεί η χώρα να εισάγει με πίστωση προϊόντα όπως τα τρόφιμα και το πετρέλαιο, με συνέπεια να διαλυθεί ο κοινωνικός ιστός. Παράλληλα, θα πρέπει να προχωρήσει στη βίαιη μείωση του ελλείμματος. Για να εξαλειφθεί το πρωτογενές έλλειμμα και να μας εμπιστευθούν πάλι οι ξένοι επενδυτές, θα πρέπει να γίνει βίαιη μείωση μισθών, συντάξεων και λειτουργικών εξόδων του Δημοσίου, ώστε οι κρατικές δαπάνες να έρθουν στα επίπεδα των εσόδων. Την ίδια ώρα, όμως, τα έσοδα θα μειώνονται διαρκώς, με αποτέλεσμα να απαιτούνται περισσότερες περικοπές δαπανών. Επί της ουσίας, θα παραλύσει πλήρως η οικονομία, ενώ η Ελλάδα θα βρεθεί εκτός ευρώ.
2. Εθελοντικό «κούρεμα» του χρέους. Προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών μας. Και πάλι, όμως, το πρόβλημα δεν θα έχει λυθεί. Το ζητούμενο θα παραμείνει η μη παραγωγή ελλειμμάτων και θα απαιτηθούν πολλές ακόμα «θυσίες».
Ωστόσο, υπάρχει άλλο ένα δεδομένο στο σενάριο αυτό. Περίπου το ένα τρίτο του ελληνικού χρέους (περί τα 110 δισ. ευρώ) βρίσκεται σε ελληνικά «χέρια», δηλαδή τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Ενα «κούρεμα» των ομολόγων που κατέχουν ουσιαστικά θα «κόψει τα πόδια» στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής οικονομίας. Αρα, κάτι τέτοιο μάλλον δεν θα γίνει.
Αλλα 110 δισ. ευρώ θα βρίσκονται σε διμερή δάνεια, είτε με το ΔΝΤ είτε με τις ευρωπαϊκές χώρες. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι ούτε αυτά τα ομόλογα θα υποστούν «κούρεμα», όπως το ίδιο θα γίνει και με τα ομόλογα που έχει η ΕΚΤ (40 - 50 δισ. ευρώ). Αυτό που απομένει είναι λιγότερο από το ένα τρίτο του ελληνικού χρέους σε ιδιώτες επενδυτές, με αποτέλεσμα να μη «συμφέρει» η αναδιάρθρωση αυτού του μέρους, αφού θα επιφέρει όλα τα «κακά» του πρώτου σεναρίου.
3. Εθελοντική επιμήκυνση του χρέους. Το σενάριο αυτό δεν θεωρείται «τραγικό» από οικονομολόγους. Αντιθέτως, εκτιμάται ότι ίσως είναι και πολύ πιθανό. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα κληθεί να πληρώσει αυξημένους τόκους. Οι ιδιώτες επενδυτές θα δεχθούν να μην πληρωθούν στην ώρα τους, αλλά θα απαιτήσουν και κάποιου είδους αποζημίωση. Αρα, θα πρέπει να γίνει καλή προετοιμασία ώστε να αποδειχθεί ότι συμφέρει την Ελλάδα μία τέτοια επιμήκυνση.
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι εφ’ όσον επικυρωθούν οι αποφάσεις της συνόδου κορυφής για την επιμήκυνση των δανείων από τον μηχανισμό στήριξης και τη μείωση του επιτοκίου τους κατά 1%, τότε θα πρόκειται για την πρώτη εθελοντική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Από τις αποφάσεις αυτές, υπολογίζεται ότι η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους ανέρχεται περίπου στο 20%.
Εξελίξεις σε Αθήνα και Λισσαβώνα
Πίεση για περαιτέρω μείωση των δαπανών άσκησε χθες η τρόικα, κατά τη συνάντηση που είχε με τον υπουργό Οικονομικών. Οι επικεφαλής των ελεγκτών διαπίστωσαν ότι τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο Στρατηγικής, ύψους 23 δισ., είναι «μοιρασμένα» μεταξύ δαπανών και εσόδων, ενώ η τρόικα θέλει μεγαλύτερο περιορισμό των δαπανών. Ζήτησαν επίσης να γίνει σαφέστερος ο σχεδιασμός για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ενώ ανοιχτό παραμένει ακόμα το ύψος του πλαφόν που θα έχει το κάθε υπουργείο για τις δαπάνες του. Οι επικεφαλής της τρόικας αναχωρούν από την Αθήνα σήμερα. Αντιθέτως, το τεχνικό κλιμάκιο θα παραμείνει έως και την Παρασκευή, ενώ μέχρι να παρουσιαστεί το Πλαίσιο στο υπουργικό συμβούλιο και να κατατεθεί στη Βουλή, θα συνεχιστεί η επικοινωνία για την κατάρτιση των μέτρων μεταξύ των δύο πλευρών. Στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων ασκήθηκε πίεση για άμεσα αποτελέσματα, στελέχη του οικονομικού επιτελείου απέκλειαν όμως εντός του έτους αποκρατικοποίηση του ΟΠΑΠ. Την ίδια ώρα, οι εξελίξεις «έτρεχαν» στη Λισσαβώνα. Ο Πορτογάλος υπουργός Οικονομικών, δηλώνει ότι «η χώρα είναι αναγκαίο να προσφύγει στον ευρωπαϊκό μηχανισμό βοήθειας». Νωρίτερα, σε εσωτερικό έγγραφο των Βρυξελλών που διέρρευσε στον Τύπο, αναφερόταν ότι «η σχετική ηρεμία που επικρατεί στις αγορές χρέους της Ε.Ε. πλησιάζει... στο τέλος της», ενώ η ισοτιμία ευρώ - δολαρίου διαμορφωνόταν στο 1,4336.
Σωτήρης Νίκας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 7-4-2011

Απορίες που ζητούν πειστική απάντηση

Του Κωστα Σημιτη
H Σύνοδος Κορυφής της 25ης Μαρτίου διαμόρφωσε το πλαίσιο που θα ισχύσει εφεξής στην Eνωση και στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση της κρίσης. Στην ελληνική κοινή γνώμη επικράτησε η άποψη ότι το αποτέλεσμα για τη χώρα μας παρουσιάζει τόσο μια θετική όσο και μια αρνητική πλευρά. Θετική είναι η επιμήκυνση της εξόφλησης του δανείου των 110 δισ. ευρώ και η μείωση του καταβαλλόμενου επιτοκίου κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Αρνητική πλευρά αποτελούν οι επιπτώσεις νέων περιοριστικών ρυθμίσεων με αντίκτυπο στις αμοιβές των εργαζομένων και τις δαπάνες του κράτους, όπως προκύπτουν από το Σύμφωνο για το ευρώ.
Οι αποφάσεις της 11ης και της 25ης Μαρτίου δεν παρέχουν ούτε για την Ευρωζώνη ούτε για την Ελλάδα μια οριστική απάντηση στο πρόβλημα της κρίσης. Δεν αποτελούν την ολική λύση, στην οποία όλοι προσβλέπουμε. Το κεντρικό ερώτημα, πώς θα υπερβεί η Ενωση το χάσμα μεταξύ των αναπτυγμένων και των περιφερειακών χωρών παρέμεινε αναπάντητο. Ετσι έμειναν και όσον αφορά την Ελλάδα εκκρεμή θέματα, απορίες και ασαφείς προοπτικές. Χρειάζεται μια ευρύτερη ενημέρωση από την κυβέρνηση, ώστε να μην επικρατεί ούτε αδικαιολόγητη αισιοδοξία ούτε καταθλιπτική απαισιοδοξία.
Η Ελλάδα στο τέλος του 2011 αναμένεται να έχει δημόσιο χρέος ύψους 153% του ΑΕΠ ή 345 δισ. ευρώ περίπου. Καθοριστικό στοιχείο για τον περιορισμό του χρέους είναι τα περισσεύματα των προϋπολογισμών ή σε μια πιο τεχνική γλώσσα το πρωτογενές πλεόνασμα (δηλαδή το υπόλοιπο που προκύπτει εάν αφαιρέσουμε από τα έσοδα τα έξοδα, στα οποία δεν προσμετρούνται οι οφειλές τόκων). Εάν είναι υψηλό, εξοφλούμε τους δανειστές μας. Εάν είναι ανύπαρκτο ή χαμηλό, αυξάνεται το χρέος. Η κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκουν το πρωτογενές πλεόνασμα να είναι συνεχώς 6% του ΑΕΠ από το 2014 και μετά, ώστε να μειωθεί με γοργούς ρυθμούς το χρέος. Η Ελλάδα όμως έχει παρουσιάσει συνεχές πρωτογενές πλεόνασμα σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης μόνο για μια οκταετία από το 1994 μέχρι και το 2002. Τα υπόλοιπα χρόνια μετά το 1981 υπήρχαν ελλείμματα. Αλλά και στα χρόνια των πλεονασμάτων το υψηλότερο πλεόνασμα που επιτεύχθηκε έφτασε μόνο 4,3% του ΑΕΠ. Οι αριθμοί αυτοί απέχουν από τους σημερινούς στόχους μας. Δείχνουν τη μεγάλη δυσκολία της προσπάθειας που έχουμε να επιτελέσουμε. Είναι όμως και αμφίβολο αν η πρόβλεψη της κυβέρνησης είναι ακριβής. Το Ιδρυμα Bruegel, ένας οργανισμός ερευνών που συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να είναι, επί περίπου είκοσι χρόνια, 8,4% του ΑΕΠ, ώστε να μειώσει η Ελλάδα το χρέος της στο 60% του ΑΕΠ, το ανώτατο επιτρεπτό όριο χρέους που προβλέπει η ΟΝΕ. Ο στόχος 8,4% κατά το Ιδρυμα δεν είναι επιτεύξιμος. Τα τελευταία 50 χρόνια καμιά από τις αναπτυγμένες χώρες δεν μπόρεσε να φτάσει τέτοια επίδοση.
Υποχρέωση και ποινές
Κατόπιν τούτου προκύπτει το ερώτημα, μήπως μπορούμε να αρκεστούμε με μια πιο περιορισμένη μείωση του χρέους, ώστε να φτάσει σε είκοσι χρόνια από το 153% του ΑΕΠ στο 100%. Δυστυχώς αυτό δεν μπορεί να γίνει. Η απάντηση είναι σαφής. Είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε με το ανώτατο όριο του 60%. Το ορίζουν οι Συνθήκες. Αλλά και γιατί η Ελλάδα ανέλαβε στις 11 Μαρτίου την υποχρέωση να μειώνει κατά το 1/20 ετησίως το επιπλέον του 60% του ΑΕΠ χρέος της και να φτάσει έτσι το 2031 το 60%. Παράβαση της υποχρέωσης συνεπάγεται ποινές. Το προβλέπει έτσι σχετικός κανονισμός που βρίσκεται στη διαδικασία της υιοθέτησης.
Η ουσιαστική μείωση του χρέους δεν είναι στόχος, που προκύπτει από «μονεταριστικές πεποιθήσεις» ή «γερμανικές αντιλήψεις πειθαρχίας». Η εμπειρία έχει δείξει ότι ένα χρέος που ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ δεν είναι βιώσιμο. Κατά την επικρατούσα αντίληψη το χρέος δεν πρέπει να ξεπερνά το 90% του ΑΕΠ. Μπορεί να αντιμετωπιστεί ακόμη και όταν φτάσει επίπεδα περί το 100% του ΑΕΠ, αλλά οπωσδήποτε με όλο και πιο αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της χώρας. Το ελληνικό χρέος ύψους περίπου 153% του ΑΕΠ είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Η δραστική μείωσή του ήταν και είναι λοιπόν αναγκαία. Ομως το χρονικό διάστημα περιορισμού του και ο ρυθμός μείωσης των ετήσιων ελλειμμάτων θα έπρεπε να είναι πολύ πιο εκτεταμένα από τα προβλεπόμενα στο Μνημόνιο. Η πολιτική μείωσης με κάθε τρόπο σε ελάχιστο χρόνο περιορίζει την οικονομική δραστηριότητα και την ανάπτυξη. Η χώρα οδηγήθηκε σε καθοδική σπειροειδή πορεία, την οποία δύσκολα θα ανατρέψει. Οι ρυθμίσεις που πετύχαμε στη Σύνοδο Κορυφής για την επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης του δανείου και τη μείωση του επιτοκίου βελτιώνουν μεν, αλλά όχι αποφασιστικά τη θέση μας. Μειώνουν τα 345 δισ. που χρωστάμε μόνο κατά 10 δισ. περίπου. Η χρησιμότητά τους έγκειται κυρίως στο ότι κατανέμοντας την εξόφληση της οφειλής καλύτερα στον χρόνο διευκολύνουν τη χρησιμοποίηση πόρων για την ανάπτυξη.
Ο ρυθμός ανάπτυξης είναι καθοριστικής σημασίας για την αντιμετώπιση της κρίσης. Υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης εξασφαλίζουν πόρους για τη μείωση του χρέους. Χαμηλοί ρυθμοί αντίθετα επιτείνουν την κρίση. Η ύφεση προβλέπεται να συνεχισθεί το 2011 με μείωση του ΑΕΠ κατά 3%. Για τα επόμενα χρόνια προβλέπεται από το Μνημόνιο ονομαστική ανάπτυξη περί το 4% του ΑΕΠ ετησίως, ένας στόχος χαμηλός, αλλά δύσκολα πραγματοποιήσιμος με βάση τη μέχρι τώρα εμπειρία. Αν το τραπεζικό σύστημα συναντήσει δυσκολίες χρηματοδότησης, η εξέλιξη θα είναι δυσμενής. Ο απεγκλωβισμός από την κατάσταση αυτή δεν είναι εύκολος και δεν θα επέλθει αυτόματα. Χρειάζονται επενδύσεις, αλλά το οικονομικό κλίμα δεν τις ευνοεί. Ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρωζώνη δεν πρόκειται ν’ αυξηθεί θεαματικά τα επόμενα χρόνια. Η επερχόμενη αύξηση των επιτοκίων, η συνεχιζόμενη περιοριστική δημοσιονομική πολιτική και η χαμηλή κατανάλωση στις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Γερμανία θα τον επηρεάσουν αρνητικά.
Ο πληθωρισμός 
Ενα τρίτο πρόβλημα είναι ο ελληνικός πληθωρισμός. Δεν θα πρέπει να αυξηθεί στο μέλλον. Οι τιμές των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών στο εξωτερικό δεν θα πρέπει να ακριβαίνουν σε σχέση με τις ευρωπαϊκές. Τα δύο τελευταία χρόνια ο πληθωρισμός είχε ως κύρια αιτία την αύξηση του ΦΠΑ. Ομως δεν είναι βέβαιο ότι το 2011 θα επανέλθει σε ένα σταθερό ρυθμό περί το 2%, όπως υπολογίζεται στα διάφορα σενάρια. Στην αγορά επικρατούν ακόμη ολιγοπωλιακές καταστάσεις που πιέζουν τις τιμές προς τα πάνω. Ο ελληνικός πληθωρισμός υπήρξε σταθερά υψηλότερος εκείνου των άλλων χωρών της Ευρωζώνης κατά μιάμιση μονάδα περίπου. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Και θα σταματήσει αν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που πρέπει να κάνουμε, πάψουν να είναι επιφανειακές υπό την επίδραση των μικροσυμφερόντων συγκεκριμένων ομάδων. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να δώσει τέλος στην περίοδο των χαμηλών επιτοκίων, διότι το 2011 ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης θα είναι υψηλότερος του 2%. Ηδη τον Μάρτιο διαμορφώθηκε στο 2,6%. Είναι ένα σήμα κινδύνου για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων.
Ασαφές είναι στην κοινή γνώμη, αν έχουν αξιοποιηθεί όλα τα κοινοτικά κεφάλαια που έχουμε στη διάθεσή μας και αν εκμεταλλευτήκαμε την υπόσχεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι μπορούν να προχωρήσουν τα έργα χωρίς ελληνική συνεισφορά. Οι στατιστικές απορρόφησης των κοινοτικών κονδυλίων, που δημοσιεύονται είναι παραπλανητικές ως προς το ερώτημα, εάν προχωρεί ένα πρόγραμμα σε τρόπο ώστε να ολοκληρωθεί το ταχύτερο. Στην έναρξη του σχεδιασμού ενός έργου η απορρόφηση είναι ελάχιστη, στην περίοδο ολοκλήρωσής του μεγάλη. Ο αναγνώστης της στατιστικής δεν μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει μια απορρόφηση 10% των κονδυλίων, όταν δεν ξέρει, πότε έπρεπε να αρχίσει και πότε να τελειώσει ένα έργο. Μπορεί να είναι μια πολύ καλή ή καταστροφική εικόνα. Χρειάζεται να δοθεί μια καθαρή εικόνα. Αν είναι θετική θα βελτιώσει τη θέση της χώρας. Αν όχι, θα μάθουμε πού χρειάζεται ένταση της προσπάθειας. Η σημερινή ασαφής πληροφόρηση λειτουργεί αρνητικά.
Το ύψος του επιτοκίου 
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα αντλήσει κεφάλαια στις διεθνείς αγορές μάλλον το δεύτερο εξάμηνο του 2011, πάντως από το 2012 και μετά. Είναι όμως αβέβαιο αν οι αγορές θα χρηματοδοτήσουν τη χώρα με επιτόκιο που δεν θα την επιβαρύνει υπέρμετρα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα σενάρια για την εξέλιξη του χρέους προβλέπει ότι το επιτόκιο των δανείων που θα χορηγούν στην Ελλάδα θα είναι κατά μέσο όρο 4,5%. Ομως το επιτόκιο είναι σήμερα απαγορευτικό σε επίπεδα πολύ υψηλότερα του 4,5%, επειδή οι αγορές αμφιβάλλουν για τη δυνατότητα της Ελλάδας να εξοφλήσει το σύνολο του χρέους της. Θα παραμείνει υψηλό ιδίως μετά την απόφαση της Συνόδου Κορυφής της 25ης Μαρτίου. Η Ενωση αποφάσισε ότι σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του χρέους μιας χώρας μετά το 2013 θα περικόπτονται οι απαιτήσεις των τραπεζών που τη δάνεισαν. Οι επενδυτές δεν πρόκειται επομένως να μειώσουν το ήδη πολύ υψηλό επιτόκιο, ώστε να περιορίσουν έτσι τις χρηματικές επιπτώσεις μιας πιθανής αναδιάρθρωσης.
Το υψηλό επιτόκιο έχει ως συνέπεια ο δανεισμός να λειτουργεί αποσταθεροποιητικά, να αυξάνει σταθερά το χρέος. Γι’ αυτό βλέπουμε στις στατιστικές η Ελλάδα να χρωστά όλο και περισσότερα χρήματα παρά τις προσπάθειες που καταβάλλουμε. Για να μπορούμε να δανειζόμαστε χωρίς να αυξάνεται το χρέος πρέπει το ονομαστικό επιτόκιο να είναι συνεχώς μικρότερο του ονομαστικού ρυθμού ανάπτυξης, δηλαδή μικρότερο του 4,5%. Στη σημερινή κατάσταση με το επιτόκιο να βρίσκεται σε επίπεδο άνω του 10% δεν είναι ρεαλιστικό να ελπίζουμε ότι σύντομα θα υπάρξει κατακόρυφη πτώση του και θα φτάσει το 3,5%. Υπό τις συνθήκες αυτές χρειάζονται κινήσεις, που θα επαναφέρουν σαφήνεια για το τι θα συμβεί. Πρέπει να είναι πειστικές και να αποτελούν βιώσιμες λύσεις. Η έλλειψη ενός πειστικού σχεδίου ανάκαμψης προκαλεί την ένταση των αμφιβολιών για τη δυνατότητα θετικής έκβασης της κρίσης με αποτέλεσμα τη φυγή των καταθέσεων προς το εξωτερικό και τον αισθητό περιορισμό των ισχνών δυνατοτήτων ανάκαμψης.
Κατά την κυβέρνηση ο υπάρχων Μηχανισμός, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), θα μπορούν να αγοράζουν ελληνικά ομόλογα απευθείας από την Τράπεζα της Ελλάδος (πρωτογενής αγορά) σε περίπτωση που δεν έχει αποκατασταθεί η πρόσβαση «της Ελλάδας στις αγορές μέχρι τις αρχές του 2012». Ετσι η χώρα δεν διατρέχει τον κίνδυνο να μη διατεθούν τα ομόλογά της και να στερέψει η χρηματοδότησή της. Ωστόσο, κατά τη κυβέρνηση πάντα, «ενδεχόμενη διευκόλυνση της Ελλάδας μέσω της αγοράς ομολόγων από το EFSF θα πρέπει προηγουμένως να εγκριθεί ομόφωνα από το Euro-group, το οποίο πιθανώς να ζητήσει ανταλλάγματα στο πλαίσιο του υπάρχοντος Μνημονίου».
Η άποψη των Βρυξελλών 
Η άποψη που επικρατεί στις Βρυξέλλες διαφέρει. Αναδεικνύει τις δυσκολίες αυτού του εγχειρήματος. Θεωρεί ότι η αγορά ελληνικών ομολόγων από τον υπάρχοντα ή τον μελλοντικό Μηχανισμό Στήριξης θα είναι δυνατή «μόνο ως εξαίρεση». Δεν θα μπορέσει να καταστεί μόνιμη πρακτική και εάν ακόμη οι αγορές διατηρήσουν τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα. Ο υφιστάμενος Μηχανισμός πιθανώς να αγοράσει ελληνικά ομόλογα μέχρι το 2013. Μετά όμως θα πρέπει ν’ απευθυνθούμε στο νέο μόνιμο Μηχανισμό (Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας-ΕΜΣ) υπό τους νέους αυστηρούς όρους που έχουν προβλεφθεί γι’ αυτή την περίπτωση.
Επιπρόσθετα οι εταίροι δεν είναι υποχρεωμένοι να περιορισθούν στο πλαίσιο του Μνημονίου. Μπορούν να επιβάλλουν άλλες λύσεις. π.χ. να ζητήσουν την αποτίμηση της βιωσιμότητας του χρέους και την αναδιάρθρωσή του σε περίπτωση που δεν κριθεί βιώσιμο. Είναι ρύθμιση που προβλέπεται στους όρους λειτουργίας του ΕΜΣ που εγκρίθηκαν την 25η Μαρτίου και αφορά την παροχή δανείων.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανεισθεί από την ΕΚΤ δίνοντας ως ενέχυρο ομόλογα του Δημοσίου περίπου 98 δισ. ευρώ. Είναι ένα ποσό, το οποίο δύσκολα μπορεί να επιστραφεί στο άμεσο μέλλον. Οσο πάσχει η αξιοπιστία της χώρας, η διεθνής αγορά θα αρνείται τον δανεισμό σε ελληνικές τράπεζες. Χρειάζεται λοιπόν να συνεχισθεί η στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ομως, η ΕΚΤ αμφιβάλλει αν πρέπει να συνεχίσει τη διαδικασία παροχής ρευστότητας. Κατά την άποψη πολλών μελών της Ευρωζώνης η πρακτική αυτή είναι αντίθετη με τις Συνθήκες. Εφαρμόστηκε λόγω των έκτακτων περιστάσεων και πρέπει να σταματήσει οπωσδήποτε. Η πίεση για να τερματίσει η ΕΚΤ τις παρεμβάσεις της θα επιταθεί, αν ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη συνεχίζει να αυξάνεται. Η προσφορά χρημάτων από την ΕΚΤ ενισχύει τις πληθωριστικές πιέσεις και άρα θα πρέπει να περιορισθεί. Στην περίπτωση αυτή οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να βρουν αντίστοιχα κεφάλαια. Οι επιπτώσεις αυτές θα είναι στενότητα κεφαλαίων στην ελληνική αγορά και ύφεση, βαθύτερη απ’ ό,τι γνωρίσαμε μέχρι σήμερα.
Τα 50 δισ. ευρώ 
Η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΔΝΤ ελπίζουν ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης ακινήτων ύψους 50 δισ. ευρώ θα συμβάλει αποφασιστικά στην ανατροπή της κατάστασης. Θα μειώσει το χρέος κατά 20% του ΑΕΠ και θα συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη. Στην απόφαση του Συμβουλίου Κορυφής υπάρχει ρητή αναφορά στο πρόγραμμα και ανάληψη από την Ελλάδα υποχρέωσης εκτέλεσής του. Ομως η πρόβλεψη, ότι η χώρα θα μπορέσει να πετύχει τον στόχο των 50 δισ. μέχρι το 2015 δεν είναι ρεαλιστική. Δεν υπάρχουν προεργασία, μελέτες ή σχέδια από τα οποία προκύπτει ότι είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί η αναληφθείσα υποχρέωση έγκαιρα στο σύνολό της. Οι καλές προθέσεις δεν αρκούν. Η εμπειρία δείχνει ότι χρειάζονται χρόνια έως ότου ωριμάσει και εφαρμοστεί το σχέδιο κατασκευής ενός έργου ή αξιοποίησης ενός περιουσιακού στοιχείου. Το αεροδρόμιο των Σπάτων και τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα της Πύλου αποτελούν απτά παραδείγματα του μακρού χρόνου προεργασίας ώστε να μετουσιωθεί μια πρόθεση σε σχέδιο και έργο που αποδίδει χρήματα.
Η κυβέρνηση ακολουθεί μια πολιτική που μπορεί να περιγραφεί με τις λέξεις «βλέποντας και κάνοντας». Περιμένει τα αποτελέσματα της προσπάθειάς της και ανάλογα επιδιώκει πρόσθετους στόχους, ζητεί από τους δανειστές προσαρμογές των όρων του δανείου και διερευνά νέες δυνατότητες χρηματοδότησης. Είναι μια τακτική με χρονικό ορίζοντα ένα έως δύο χρόνια. Η στάση αυτή είναι κατανοητή. Μια που στην Ενωση θα συνεχισθεί η συζήτηση για την αντιμετώπιση της κρίσης, σχεδιασμοί για το μέλλον πρέπει να λάβουν υπόψη τους την υπάρχουσα ρευστότητα.
Ο προγραμματισμός όμως είναι αναγκαίος για να χειριστούμε τις αβέβαιες μελλοντικές εξελίξεις. Χρειάζεται ένα πλαίσιο πολιτικής που συνυπολογίζει τη δυναμική της εξέλιξης, τις μακροοικονομικές προοπτικές, το μέγεθος του χρέους και τις συνθήκες που το επηρεάζουν. Ο στόχος δεν είναι μόνο να εξασφαλισθεί η επόμενη δόση του δανείου. Μακροπρόθεσμες λύσεις ακόμη και λύσεις που σήμερα φαίνονται απίθανες ή απορριπτέες πρέπει να εξετάζονται συνεχώς. Εχει υποστηριχθεί για παράδειγμα η επιμήκυνση της διάρκειας όλων ανεξαιρέτως των δανείων και η μείωση του επιτοκίου τους περίπου στο επίπεδο εκείνου που πληρώνει η Γερμανία. Στο εξωτερικό όλο και περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η αναδιάρθρωση, η περικοπή δηλαδή του διαπραγματεύσιμου χρέους (αυτού που ανήκει σε ιδιώτες) κατά 30%, είναι η ενδεδειγμένη λύση. Η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος έχουν σθεναρά αρνηθεί την ανάγκη της αναδιάρθρωσης. Η αναδιάρθρωση καθιερώθηκε όμως από την απόφαση της 25ης Μαρτίου ως μέσο για τον περιορισμό του υπερβολικού χρέους μιας χώρας. Μπορεί να τεθεί ως προϋπόθεση της χορήγησης βοήθειας από τον νέο Μηχανισμό και έτσι να επιβληθεί σε μια χώρα.
Η μακρά και δύσκολη περίοδος προσαρμογής έχει μόλις αρχίσει. Ζήσαμε το πρώτο μεγάλο σοκ της κρίσης, αντιμετωπίσαμε τις άμεσες συνέπειες, αλλά η πραγματική δοκιμασία των οικονομικών και πολιτικών αντοχών μας θα έρθει τα επόμενα χρόνια, όταν χρειαστεί εμμονή στον στόχο. Για να ισχυροποιηθεί η στήριξη της κυβέρνησης από την κοινή γνώμη σ’ αυτή τη μεγάλη προσπάθεια χρειάζεται μια πειστική απάντηση στα ερωτήματα και τις απορίες που μας απασχολούν. Ασάφειες που παραμένουν και δεν διευκρινίζονται μπορεί να οδηγήσουν τη χώρα σε μεγαλύτερη ακόμη αστάθεια. Οπως χρειάζεται και μια μεγαλύτερη αίσθηση της συνευθύνης των άλλων πολιτικών δυνάμεων και των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου μέσα από μια συνεννόηση να προκύψει ένας σχεδιασμός ρεαλιστικής εξόδου από την κρίση.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 7-4-2011