Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

«Ψιλές» και «χοντρές»




Ο ευκαιριακός λαϊκισμός μάλλον δεν ταιριάζει στη δημόσια «περσόνα» που επιλέγει να επιδεικνύει ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης, ο οποίος διαπρέπει πολύ περισσότερο στη τέχνη της αντικομφορμιστικής ατάκας και της «παρά προσδοκίαν» λακωνικότητας.  Δυσκολεύομαι, πάντως, να ταξινομήσω τη δήλωση που έκανε τις προάλλες, μετά το επεισόδιο σε βάρος του γερμανού προξένου στη συμπρωτεύουσα. Τα διαδραματισθέντα, είπε, ήταν «αναμενόμενα και δικαιολογημένα». Αν το «δικαιολογημένα» δικαιολογεί, εκτός από τη διαμαρτυρία, και τα καταγεγραμμένα καθέκαστά της (όπου ο πρόξενος έμοιαζε  με «πουλημένο» διαιτητή που αντιμετώπιζε χειροπιαστές «ενστάσεις» από τους αδικημένους μετά τη λήξη του ντέρμπι, και όπου ένας μόλις αξιωματικός της αστυνομίας πάσχιζε να κρατήσει τον κ. Λιντς μακριά από τον κ. Ομπερμάιερ), τότε υπάρχει σοβαρό ζήτημα.
Και πρώτα πρώτα, αφού το φιτίλι δεν το άναψε ο πρόξενος αλλά ένας άλλος συμπατριώτης του (που δήλωσε ότι στο αγώνισμα της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως περίπου και στο ποδόσφαιρο, χάνουμε από τους Γερμανούς με 3-1), ο πρόξενος τιμωρήθηκε εναλλακτικά και, κυρίως, ως η πρώτη διαθέσιμη συμβολική ενσάρκωση της συλλογικής γερμανικής ενοχής. Κάποιοι  θα αντιδράσουν με ιερή αγανάκτηση, αλλά αν είμαστε ειλικρινείς πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτή η «λογική» δεν διαφέρει ουσιαστικά από εκείνην που δίνει το δικαίωμα στον ισλαμικό όχλο κάποιας Ινδονησίας να κατασπαράξει τον πρώτο χριστιανό που θα συναντήσει μετά τη γελοιογράφηση του Προφήτη σε δυτικό έντυπο. Και για να γίνουμε πιο επίκαιροι, είναι η ίδια λογική η οποία, στα μάτια του Χρυσαυγίτη, μεγεθύνει τον πρώτο τυχόντα Πακιστανό του Αγίου Παντελεήμονα ως την  επιτομή του μολυσματικού Κακού που απειλεί τα άχραντα και άμωμα του ελληνικού αίματος. Και ο δήμαρχος, σημειωτέον, είναι από τους πιο εμφατικούς εκπροσώπους της άποψης ότι η Χρυσή Αυγή πρέπει να τεθεί εκτός νόμου.
Αλλά στον βαθύ ορίζοντα αυτού του «δικαιολογημένα» διαγράφεται η αντίληψη ότι η οικονομική κρίση θα μπορούσε να δικαιολογήσει, οιονεί εκτάκτως, εκδοχές βίας εναντίον όλων αυτών, ντόπιων και ξένων, που διά πράξεως ή παραλείψεως, θεωρούνται υπεύθυνοι για την πρόκληση και τη συντήρησή της. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ανέκαθεν ελαστικός με τις «κόκκινες γραμμές» του καταστατικού ακτιβισμού του, έχει ραφινάρει την τεχνική της εγγαστρίμυθης δεκτικότητας απέναντι στους ρέκτες της φυσικής παρεκτροπής και επιμένει να νεύει, περισσότερο ή λιγότερο διακριτικά, προς την ίδια κατεύθυνση και μετά τα εκλογικά ποσοστά που τον έκαναν αξιωματική αντιπολίτευση. Στην ίδια κατεύθυνση, «εμπνευσμένες» παρεμβάσεις τύπου Παναγούλη, από το ίδιο το βήμα του Κοινοβουλίου, μιλούν για  «λιντσάρισμα» όχι για να το εξορκίσουν αλλά μάλλον για να κάνουν πιο δραστική την αυτοεκπληρούμενη προφητεία που έχουν κατά νου. Και πάλι στην ίδια κατεύθυνση, όλο και περισσότεροι μαθαίνουν να αναμηρυκάζουν την πανούργα εκείνη εξίσωση που αθωώνει την ωμή και ακατέργαστη βία ως καθ' όλα νόμιμη άμυνα απέναντι στη βία και την ασέλγεια των μνημονιακών πολιτικών.
Ναι, η οικονομική κρίση με τα παρεπόμενά της είναι μαμή βίας. Αλλά την απάντηση στο πρόβλημα, στο μέτρο που υπάρχει απάντηση, δεν θα αρχίσουμε καν να την υποπτευόμαστε αν δεν κάνουμε τον κόπο να ξεχωρίσουμε την όξυνση των φαινομένων λόγω της οικονομικής συγκυρίας από κακοδαιμονίες και παθολογίες της κοινωνίας μας που έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν τη διαδρομή τους ανεξάρτητα και ερήμην της κρίσης. Και για να το πούμε αλλιώς: η καθολική δικαιολόγηση της βίας λόγω εκτάκτων συνθηκών είναι υποκριτική. Γιατί το πρόβλημα (απλό αλλά μόνο σποραδικά ομολογημένο), και ιδιαίτερα όσο ζούσαμε το «προοδευτικό» ψεύτισμα της Μεταπολίτευσης, ρίζωσε και εξελίχθηκε ανάμεσα σε ασκήσεις ευφημισμού και ψευδωνυμίας. Το κανακέψαμε ως «επετειακή πορεία», το παραφράσαμε ως «κατάληψη», το δοξολογήσαμε, και ύστερα το αφήσαμε να κακοφορμίσει, ως «πανεπιστημιακό άσυλο».
Ως έλληνας πολίτης τρομάζω όταν συνειδητοποιώ ότι οι «μελανοχίτωνες» και οι «κεκαρμένοι» του φυλετικού ιδεασμού δεν είναι φιγούρες ιστορικού αρχείου αλλά συγκαιρινές ζωντανές πραγματικότητες που μπορεί να επωάζουν την αφροσύνη τους πίσω από τη διπλανή πόρτα· αλλά ομολογώ ότι το βρίσκω δύσκολο να συμμετάσχω στη χορωδία της έκπληξης και του αποτροπιασμού όταν ο Κασιδιάρης ευαγγελίζεται «κάτι ψιλές» ως μέσο ιδεολογικού φρονηματισμού, όχι μόνο επειδή η συγκεκριμένη έκπληξη δεν είναι και τόσο αυθεντική, όχι μόνο επειδή προϋποθέτει μια διάκριση καλής και κακής βίας αλλά και επειδή ξέρω ότι τη στιγμή που η ακροδεξιά (χειρ) του Κασιδιάρη μελετά «ψιλές», στη Νομική του ΑΠΘ και σε άλλα «καυτά» σημεία της Αριστοτέλειας Χωματερής (αλλά και οπουδήποτε κάποιοι πιστεύουν ότι η γροθιά δεν είναι μόνο για να υψώνεται αλλά και για να χρησιμοποιείται) ασκείται ακόμη, όπως χρόνια και ζαμάνια προ μνημονίου συνέβαινε, ανάλογη χειροπρακτική, και μάλιστα στο πιο «χοντρό»» της.
Η ταπεινή άποψη της επιφυλλίδας είναι ότι, αν δεν πρόκειται για καιρούς όπου η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και με εγγόνια, η φυσική βία, ακόμη και όταν είναι αναμενόμενη, δεν πρέπει να είναι δικαιολογημένη. Αλλά, βέβαια, ο καλύτερος τρόπος για να πειστεί κανείς περί αυτού είναι να γίνει ο παραλήπτης της. Υποθέτω ότι συμφωνεί ο κ. δήμαρχος, αλλά είμαι σίγουρος ότι συμφωνεί η κυρία Λιάνα Κανέλλη.

O κ. Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής είναι καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Το αυγό ή τα αυγά του φιδιού;

Ακούμε να λέγεται τόσο επίμονα και νευρικά ότι δεν είναι φασίστες το 13%-15% των Ελλήνων που δηλώνουν αποφασισμένοι να ψηφίσουν Χρυσή Αυγή, ή το 7% που πράγματι την ψήφισαν πριν από λίγους μήνες, ώστε αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι σαν ξόρκι, μια μαγική επίκληση για να διασκεδαστεί ένας βαθύτερος, ανομολόγητος φόβος: μήπως τελικά αυτό το σκοτεινό ρεύμα είναι κάτι περισσότερο από γέννημα της οικονομικής κρίσης, της αποσύνθεσης του πολιτικού συστήματος και του τρόμου μπροστά στην εγκληματικότητα των λαθρομεταναστών;

 Δεν ήταν φασίστες, αν το πάρουμε έτσι, ούτε το 44% των Γερμανών που ψήφισαν τον Χίτλερ το 1933. Απλώς μισούσαν τους κακομούτσουνους εβραίους «πλουτοκράτες», σιχαίνονταν τους μαυριδερούς τσιγγάνους, βδελύσσονταν και έτρεμαν τους «μογγόλους» μπολσεβίκους, αισθάνονταν αδικημένοι και ταπεινωμένοι από τους ισχυρούς της διεθνούς πολιτικής. Δεν ήταν φασίστες, έλπιζαν όμως πως ο φασισμός θα τους απάλλασσε από όλους αυτούς, μαζί και από τη δημοκρατία που τους ανεχόταν ή τους κανάκευε.

Τον γερμανικό φασισμό τον έθρεψαν οι Βερσαλλίες και το οικονομικό χάος της επιθανάτιας αγωνίας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αλλά δεν τον γέννησαν. Η Χρυσή Αυγή θέριεψε στο έδαφος που της πρόσφεραν οι συνθήκες της τελευταίας τριετίας. Αλλά οι ρίζες της διεισδύουν βαθύτερα στο εθνικό φαντασιακό μας από όσο θέλουμε να παραδεχτούμε.

Σχεδόν παντού στην Ευρώπη βρίσκονται σήμερα σε έξαρση ακροδεξιά κινήματα. Η Ελλάδα είναι όμως η μόνη ευρωπαϊκή χώρα όπου ένα όχι απλώς ακροδεξιό αλλά απροκάλυπτα ναζιστικό κόμμα έχει τόσο μαζική αποδοχή. Ενώ αλλού η ακροδεξιά ρητορική εστιάζει, μάλλον αμυντικά, στην προστασία της εθνικής κουλτούρας από την πολιτισμική «διάβρωση» που συνοδεύει την παγκοσμιοποίηση, σ' εμάς μιλάει ανενδοίαστα για καθαρότητα της ελληνικής φυλής, λευκή ανωτερότητα και υπανθρώπους. Πουθενά αλλού ένα κόμμα με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση δεν στρέφεται ανοιχτά κατά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και δεν ασκεί ωμή βία, καταπατώντας κάθε έννοια νομιμότητας υπό τα χειροκροτήματα πλήθους «φιλήσυχων» και «νομοταγών» πολιτών.

Πολλοί ξένοι απορούν πώς είναι δυνατό να έχει τόση απήχηση ένα τέτοιο κόμμα σε μια χώρα που υπέφερε τα πάνδεινα από τον ναζισμό, αλλά και του αντιστάθηκε ηρωικά. Αγνοούν ότι για πολλούς Ελληνες ο εχθρός δεν ήταν ακριβώς ο ναζισμός αλλά ο ούννος κατακτητής (άσε που για μια όχι ευκαταφρόνητη μερίδα έφταιγαν για τις θηριωδίες του οι αντάρτες, με τις «προκλήσεις» τους). Στην πραγματικότητα υπάρχουν στην επίσημη παιδεία μας, αλλά και στις λαϊκές αντιλήψεις, πολλά στοιχεία που φέρνουν ανησυχητικά προς τη φαιά ιδεολογία, στοιχεία από εκείνα που οι πολιτικοί επιστήμονες ονομάζουν «προφασιστικά».

Και ο πιο πιστός ψηφοφόρος του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία δεν νοιάζεται για το αν το σόι του κρατάει από τον Βερκιγγετόριξ. Και ο πιο φανατικός οπαδός του ουγγρικού Γιόμπικ δεν φαντασιώνεται πως στις φλέβες του ρέει ανόθευτο το αίμα του φύλαρχου Αρπαντ. Αλλά αποτελούν μειοψηφία οι Ελληνες που δεν πιστεύουν πως κατάγονται αναντάν μπαμπαντάν από τον Μιλτιάδη και τον Περικλή. Ο μύθος της φυλετικής καθαρότητας του ελληνικού έθνους δεν είναι επινόηση της Χρυσής Αυγής. Είναι βασικό συστατικό του ελληνικού εθνικισμού, ο οποίος ανέκαθεν αναζητούσε βιολογικά ερείσματα. Απειρες οι «επιστημονικές» πραγματείες που γράφτηκαν και γράφονται για να αποδείξουν ότι ακόμη και οι αλλόγλωσσες ή αλλόθρησκες εθνοτικές ομάδες που ζουν στον ελλαδικό χώρο είναι «φυλετικά» γνήσια ελληνικές. Ακόμη και φωτισμένοι έλληνες συγγραφείς και ποιητές αποκαλούσαν μέχρι πριν από τέσσερις-πέντε δεκαετίες το έθνος τους «φυλή» - μοναδικό φαινόμενο στην παγκόσμια λογοτεχνία!  

Από τότε που δεν μπορούμε πια να ισχυριζόμαστε, γιατί η πραγματικότητα μας διέψευσε εκκωφαντικά, ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε είναι δυνατό να υπάρξει ρατσισμός προτάσσουμε ένα άλλο μύθευμα: ότι στην Ελλάδα δεν ρίζωσε ποτέ ο αντισημιτισμός. Ολοι οι ιστορικοί γνωρίζουν ότι πρόκειται για ψέμα, άλλο αν δεν το λένε ανοιχτά. Δεν είναι όμως μόνο ζήτημα Ιστορίας. Σε καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα, με εξαίρεση την Ουγγαρία, ο αντισημιτισμός δεν είναι σήμερα τόσο διάχυτος στα λαϊκά στρώματα όσο στην Ελλάδα. Είναι απίθανο να κάνεις μια βόλτα στην πόλη περνώντας από ψιλικατζίδικα, καφενεία, μανάβικα, μπακάλικα, χασάπικα, καφεκοπτεία, εστιατόρια χωρίς να ακούσεις τουλάχιστον ένα λογύδριο για τον σατανικό ρόλο των Εβραίων παντού και διαχρονικά. Πουθενά αλλού στον κόσμο, εκτός σε μερικές μουσουλμανικές χώρες, δεν υπάρχουν τόσοι άνθρωποι που πιστεύουν ακόμη ότι τα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» είναι αυθεντικό ντοκουμέντο.

Ενα χαρακτηριστικό γνώρισμα των φασιστοειδών μορφών εθνικισμού είναι το ιδεολόγημα του αιώνια αδικημένου και προδομένου έθνους, που το επιβουλεύονται γείτονες κατώτεροι φυλετικά και πολιτισμικά, αλλά στηριγμένοι στις πλάτες σκοτεινών δυνάμεων. Είναι φασιστοειδές ιδεολόγημα όχι μόνο για τις ρατσιστικές πτυχές του αλλά, προπαντός, επειδή η ιδέα ότι το έθνος περιζώνεται και απειλείται διαρκώς από εχθρικούς λαούς συνεπάγεται μια μόνιμη κατάσταση πολιορκίας, όπου είναι επιβεβλημένα όλα τα «έκτακτα» μέτρα για την αντιμετώπιση του κινδύνου. Η δημοκρατία, γι' αυτή την αντίληψη, είναι πολυτέλεια και μάλιστα οδηγεί στον συβαριτισμό, οπότε πρέπει να βρίσκεται πάντοτε υπό αναστολή. Εδώ δεν χρειάζονται επεξηγήσεις. Ολοι ξέρουμε ότι η περιγραφή αυτή ταιριάζει γάντι στην αυτοεικόνα μας ως έθνους που έδωσε τα φώτα στην οικουμένη, αλλά αντί για ευγνωμοσύνη εισπράττει από παντού αχαριστία, φθόνο και δόλιες συνωμοσίες κατά των συμφερόντων του και της ίδιας της ύπαρξής του, με μοχλό βάρβαρους γείτονες.

Εκπλήσσονται πολλοί για την έλξη που ασκεί η Χρυσή Αυγή ιδιαίτερα σε νέους. Κακώς εκπλήσσονται. Οχι μόνον επειδή η «εθνικά ορθή» παιδεία που παρέχεται στα σχολεία μας είναι σαν λεκιθίνη στο αυγό του φιδιού αλλά και επειδή η εναλλακτική «πολιτικά ορθή» διαπαιδαγώγηση από κάποιους δάσκαλους και παιδαγωγούς επιχειρείται με τρόπο που δεν μπορεί ν' αγγίξει τις ψυχές των νέων, τρέπει μάλιστα πολλούς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό ας το αφήσουμε όμως για μια άλλη φορά.    

Οι εντροπικοί ηγέτες της ντροπής



Του Χαριδημου Κ. Τσουκα*
Η παρακμή ενός θεσμού είναι μια κλιμακούμενη διαδικασία. Αρχικά ο θεσμός παρέχει ανεπαρκώς τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει σχεδιασθεί (π.χ. η βραδυδικία του δικαιοδοτικού συστήματος). Μια πιο προχωρημένη μορφή παρακμής είναι η αυτο-αναφορικότητα: ο θεσμός προκρίνει τα συμφέροντα των μελών του από τις κοινωνικές ανάγκες (π.χ. προκλητικά βουλευτικά προνόμια). Τέλος, η παρακμή κορυφώνεται όταν ο θεσμός περιέρχεται σε κατάσταση αποδόμησης, είτε εξαιτίας φατριαστικών αντιπαραθέσεων στο εσωτερικό του (βλέπε ΣΔΟΕ), είτε εξαιτίας πνιγηρής στασιμότητας.
Ο ακαδημαϊκός κ. Ρούσσος περιέγραψε παραστατικά τις διαδικασίες αποδόμησης που λαμβάνουν χώρα στο περιβάλλον στασιμότητας ενός έλους. «Στο έλος συντελείται δομική διαστρέβλωση των έμβιων διεργασιών», γράφει. «Ατέρμονες ζυμώσεις λαμβάνουν χώρα. Αναρίθμητοι μικρο-οργανισμοί [...] πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα συντηρώντας το έλος στο διηνεκές. Δεν έχουν να χαρίσουν προϊόντα, να δομήσουν. Μόνο αποδομούν. Τα παραπροϊόντα της ύπαρξής τους βάζουν την αναγνωριστική σφραγίδα στο έλος. Το έλος το οσφραίνεσαι, οσφραίνεσαι τη βρωμιά, τη δυσοσμία» («Κ», 19/8/2012).
Δεν ξέρω αν ο κ. Ρούσσος φανταζόταν ποτέ ότι η μεταφορική περιγραφή της στασιμότητας των ελλαδικών πανεπιστημίων θα αποκτούσε στοιχεία κυριολεξίας. Κι όμως συνέβη! Η απόλυτη παρακμή των ΑΕΙ δεν φαίνεται μόνο στις τεράστιες δυσκολίες τους να οργανώσουν εκλογές για τα Συμβούλια Διοίκησης, αλλά, πιο απτά, αποτυπώνεται στους τόνους σκουπιδιών που παρέλυσαν επί δυόμισι μήνες τη λειτουργία του ΑΠΘ.
Οταν ένας οργανισμός ασχολείται περισσότερο με τις διαδικασίες του και λιγότερο με τα αγαθά που προσφέρει ή, ακόμη χειρότερα, όταν τα παραπροϊόντα της λειτουργίας του υποκαθιστούν τις υπηρεσίες που θα έπρεπε να παράγει, τότε μιλάμε για πλήρη αποδόμηση.
Ο δημόσιος χώρος είναι, πρωτίστως, χώρος φυσικής συν-παρουσίας. Στα πανεπιστήμιά μας, όμως, η φυσική επικοινωνία είναι, συχνά, αδύνατη. Οταν ο δημόσιος χώρος έχει αλωθεί από τρομοκρατικές μειονότητες και ο «κοινός λόγος» έχει διαλυθεί, οι συμμετέχοντες μετατρέπονται σε «ιδιωτικά» άτομα - σε χομπσιανά υποκείμενα που αποσκοπούν στην εξουσιαστική κατίσχυση. Τότε ο δημόσιος χώρος δεν συνιστά χώρο συν-παρουσίας, αλλά πολεμική αρένα. Πεδίο αναφοράς των ιδιωτικών ατόμων δεν είναι οι κοινές αξίες του θεσμού, αλλά η εγωτική ύπαρξη των ιδίων ή της φατρίας τους. Η απαξίωση του δημόσιου χώρου συμβολίζει την απαξίωση του θεσμού: τα σκουπίδια απεικονίζουν υλικά τη «σαπίλα» που έχει ήδη διαβρώσει τον θεσμό. Η αποσύνθεση των σκουπιδιών κοινοποιεί την αποσύνθεση του θεσμού που τα παράγει.
«Αυτό που έχει αποτύχει πλήρως στην Ελλάδα είναι η ίδια η πολιτική ελίτ», παρατήρησε εύστοχα ο κ. Σόιμπλε. Η χώρα κατάντησε «σκουπίδι» (θυμηθείτε τα ομόλογα-«σκουπίδια» του χρεοκοπημένου μας κράτους) γιατί οι θεσμοί της απαξιώθηκαν, πρωτίστως από τους εντροπικούς ηγέτες της - ηγετικές ελίτ βαθιά ιδιοτελείς, μωροφιλόδοξες, ανίκανες, κι όχι σπάνια διεφθαρμένες.
Δείτε το ΑΠΘ. Για πάνω από εβδομήντα μέρες ο κ. Μυλόπουλος, ο πρύτανης του ΑΠΘ, συμπεριφερόταν ως παρατηρητής! Το γραφείο του ήταν κατειλημμένο από τραμπούκους απεργούς, το πανεπιστήμιο πλημμύριζε από σκουπίδια, αλλά ο δήθεν πρύτανης δεν πήρε καμία πρωτοβουλία για να αποκατασταθεί η στοιχειώδης ευρυθμία. Μετά δύο μήνες, μπήκε στον κόπο να προσθέσει την υπογραφή του σε ένα κείμενο μερικών δεκάδων συναδέλφων του που ζητούσαν την παρέμβαση του εισαγγελέα. Κι όταν ο εισαγγελέας παρενέβη, τι έκανε ο κ. Μυλόπουλος; Διαμαρτυρήθηκε για τη σύλληψη των καταληψιών! Τι στάση κράτησε η Σύνοδος των δήθεν Πρυτάνεων; Ζήτησε συμπαράσταση, διότι, λέει, οι πρυτανικές Αρχές «στοχοποιούνται» και «λειτουργούν υπό τη δαμόκλειο σπάθη της εισαγγελικής παρέμβασης»! Ναι, τέτοιου έρματος και αναστήματος ηγέτες διοικούν τα πανεπιστήμια!
Η χώρα κατάντησε το «σκουπίδι» της Ευρώπης επειδή οι θεσμοί της συστηματικά διοικούνται από εντροπικούς ηγέτες: μικρούς, ακατάλληλους ανθρώπους που όχι μόνο δεν επιλύουν προβλήματα, αλλά προσθέτουν αφειδώς «αταξία» (εντροπία) στους θεσμούς. Η κύρια έγνοια των εντροπικών ηγετών δεν είναι η προαγωγή των αξιών που εγγενώς διέπουν τη λειτουργία του θεσμού, αλλά η ικανοποίηση ιδιοτελών συμφερόντων, ναρκισσιστικών φαντασιώσεων, ή και των δύο. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στον ανεπτυγμένο κόσμο, η ηγετική φιλοδοξία τους δεν εκπληρώνεται προσθέτοντας αξία στους θεσμούς που διοικούν («κερδίζω-κερδίζεις»), αλλά εξαντλείται με την κατάληψη όπως όπως του ηγετικού θώκου και την εγωπαθή απόλαυση της εξουσίας. Οι εντροπικοί ηγέτες αναδεικνύονται μέσα σε ένα πλαίσιο ιστορικά εμπεδωμένων, παρακμιακών αξιών: κομματοκρατίας, πελατειακών σχέσεων, φατριασμού, διαπλοκής, ανομίας, ισχνών θεσμικών αντιβάρων, έλλειψης εμπιστοσύνης, ανευθυνότητας και σατραπικής εξουσιαστικής συμπεριφοράς. Από ένα τέτοιο πλαίσιο ηγετίσκοι τύπου Μυλόπουλου αντλούν το λεξιλόγιό τους, τα κίνητρά τους, τις μεθόδους τους. Είναι άραγε εφικτή η ανάδειξη άλλου τύπου ηγετών σε ένα τέτοιο παρακμιακό πλαίσιο; Ομολογώ ότι δεν έχω την απάντηση.
* Ο κ. Χ. Κ. Τσούκας (htsoukas@gmail.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

Η κάθε άλλο παρά θλιβερή άλγεβρα της επαναγοράς

Η κάθε άλλο παρά θλιβερή άλγεβρα της επαναγοράς

10/12/2012
Με τίτλο Η Θλιβερή Άλγεβρα της Επαναγοράς, ο κ. Γιάνης Βαρουφάκης (ΓΒ εφεξής) καταθέτει την ανάλυσή του για την επαναγορά του χρέους εδώ. Η ανάλυση περιέχει λάθη και ακροβατισμούς με εμφανή στόχο την επιβεβαίωση των απόψεών του – δυστυχώς αντίθετα με την πραγματικότητα.

Οι ακροβατισμοί

Ας τα πάρουμε με τη σειρά.

1. Ο ΓΒ θέλει να υποστηρίξει ότι η δημόσια προσφορά του ΟΔΔΗΧ για επαναγορά χρέους θα αποτύχει, συμπαρασύροντας το σύνολο του πλάνου του Eurogroup της 27/11, διότι ενώ αποβλέπει σε διαγραφή χρέους €31 δισ εμείς θα επιτύχουμε διαγραφή περίπου €19 δισ με αποτέλεσμα - κατά τον ΓΒ πάντα - να αναζητούμε και πάλι τα €10 δισ της διαφοράς για να επιτευχθεί ο στόχος. Κάνει όμως λάθος. Η απόφαση του Eurogroup της 27/11 επιδιώκει την απόσυρση χρέους περίπου €31 δισ έναντι ρευστού €10 δισ (που θα δανείσει ο EFSF), ώστε να επιτευχθεί καθαρή μείωση χρέους €21 δισ.  Το Eurogroup δηλαδή προβλέπει εξ αρχής μείωση περίπου €21 δισ,  μέσω «υποβοηθούμενης» απόσυρσης €31 δισ. Ο ΓΒ, στους υπολογισμούς του, για να υποστηρίξει τη θέση του ξεχνά το «βοήθημα» των €10 δισ του EFSF. Με θλιβερή δημιουργική λογιστική, το θλιβερό της άλγεβρας είναι εξασφαλισμένο! Η αλήθεια πού είναι;

2. Ο ΓΒ χαρακτηρίζει κούρεμα των ελληνικών τραπεζών τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα επαναγοράς. Σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα (IAS 39), οι τράπεζες ήταν υποχρεωμένες να εγγράψουν τον Μάρτιο τα νέα ομόλογα (μετά PSI) με τιμή κτήσης την τιμή στο χρηματιστηριακό ταμπλώ, δηλαδή στο 20%-25% της ονομαστικής αξίας. Τα ομόλογα των ελληνικών τραπεζών, συνολικής ονομαστικής αξίας €15 δισ είναι εγγεγραμένα στα βιβλία τους με συνολική αξία περίπου €3.5 δισ. Με αυτήν την αξία έχουν υπολογισθεί οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης. Με τη συμμετοχή στο πρόγραμμα επαναγοράς οι τράπεζες, εάν συμμετάσχουν με το σύνολο των ομολόγων τους, θα διαγράψουν μονοκονδυλιά από τα βιβλία τους χαρτιά αξίας περίπου €3.5 δισ και θα βάλουν στο ταμείο περίπου €5.25 δισ. Η υπεραξία των €1.75 δισ κάθε άλλο παρά κούρεμα είναι. Ο ΓΒ επιμένει στον χαρακτηρισμό του κουρέματος με τον ισχυρισμό «διαγράφουν μονοκονδυλιά €14 δισ από τα βιβλία τους», ο οποίος δεν προκύπτει από πουθενά.

3. Ο ΓΒ υφαίνει ένα καμβά περί τα hedge funds που πάλι πιάνουν Κώτσους τους Ευρωπαίους φορολογούμενους. Αν κάποιοι πιάστηκαν Κώτσοι εν προκειμένω είναι αυτοί που πουλούσαν το καλοκαίρι στο 14% της ονομαστικής αξίας. Ισχυρίζεται πως τα hedge funds κατέχουν €45 δισ (από τα €66 δισ ελληνικών ομολόγων σε χέρια ιδιωτών - €62 δισ του PSI και €4 δισ παλαιών ομολόγων που αρνήθηκαν συμμετοχή τον Απρίλη). Όλοι, πλην των ελληνικών φορέων,  είναι συλλήβδην τζογαδόροι των hedge funds! Οι διακυμάνσεις τιμών των ελληνικών ομολόγων από τον Απρίλη έγιναν με ελάχιστους όγκους συναλλαγών. Οι διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ως απόλυτο μέγιστο των νέων τοποθετήσεων των hedge funds τα €4.5 δισ. Μαζί με τα ομόλογα που κατείχαν με την ολοκλήρωση του PSI, το σύνολο των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν είναι περίπου €20 δισ και όχι τα €45 δισ του ΓΒ. Τα υπόλοιπα είναι στα χέρια παλαιών ομολογιούχων, ευρωτράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, ασφαλιστικά ταμεία, κλπ. Κάποιοι απ’ αυτούς έχουν κίνητρο συμμετοχής, άλλοι ενδιαφέρονται για μελλοντικά οφέλη. Για τους περισσότερους το πρόγραμμα επαναγοράς είναι μια ευκαιρία διόρθωσης της ζημίας του PSI –  που ταυτόχρονα μειώνει το βουνό του ελληνικού χρέους. Η αυθαιρεσία των «hedge funds που κατέχουν €45 δισ» εξυπηρετεί διπλά το σενάριο ΓΒ: (α) η επιτυχία του προγράμματος επαναγοράς εναπόκειται στις ορέξεις των τζογαδόρων, (β) η Ευρωζώνη είναι μια παρέα κορόιδων που ταΐζουν τα κοράκια των αγορών. Αμφότερα μακράν της αλήθειας!  Προφανώς υπάρχουν και οι τζογαδόροι. Πήραν ρίσκο αγοράζοντας παλιόχαρτα όταν όλοι προεξοφλούσαν την έξοδο από το ευρώ και τώρα θα κάνουν πάρτυ γιατί τους βγήκε το στοίχημα – μικρό πάρτυ όμως. Άλλοι τζογαδόροι που πήραν το ανάποδο στοίχημα έχασαν μια θάλασσα χρημάτων και κάνουν μνημόσυνα!
Τι πραγματικά σημαίνει η επαναγορά
Αυτό που δεν αναφέρεται είναι το προφανές: όσο λίγο κι αν είναι το χρέος που θα αποσυρθεί, το όφελος θα είναι πολλαπλάσιο για τους Έλληνες πολίτες. Δεν είναι μόνον η μείωση του δείκτη χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ας δούμε τι πραγματικά σημαίνει επαναγορά του χρέους.

Για την εξυπηρέτηση ομολόγων PSI ονομαστικής αξίας €1 δισ απαιτείται μέχρι το 2016 καταβολή τόκων €20 εκατ ετησίως. Από το 2016 το επιτόκιο αυξάνεται από το σημερινό 2% σε 4.6% τελικά μετά το 2020 – δηλαδή μετά το 2020 θα απαιτείται καταβολή ετήσιων τόκων €46 εκατ. Με την επαναγορά, η Ελλάδα σβήνει το €1 δισ χρέους προς ιδιώτες και αναλαμβάνει χρέος €350 εκατ εναντι του EFSF. Η εξυπηρέτηση αυτού του χρέους απαιτεί καταβολή τόκων μόλις €2.5 εκατ ετησίως! Σύμφωνα μάλιστα με την απόφαση του Eurogroup, οι καταβολές των τόκων δανείων του EFSF αναστέλλονται επί μια δεκαετία. Μετά δε το πέρας της περιόδου αναστολής καταβολής τόκων θα βρούμε μπροστά μας νέο (συσσωρευμένο) χρέος λιγότερο από ενός έτους τόκους χωρίς την απόσυρση! Από την οπτική της διαχείρισης των δημοσιονομικών, η επαναγορά χρέους έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε και σε όποια έκταση θα ήταν δυνατή!

Η έκταση επαναγοράς καθορίζεται από τα εκτιμώμενα σημεία ισορροπίας τιμών: όσο μεγαλύτερο είναι το χρέος του οποίου επιχειρείται η επαναγορά, τόσο θα ανεβαίνει το κόστος. Υπάρχει και η επιθυμία να απομείνει ικανό μέγεθος χρέους υπό διαπραγμάτευση στις αγορές ώστε να καταγράφονται οι αποδόσεις ομολόγων και να διευκολυνθεί η μελλοντική έξοδος της χώρας για πρωτογενή δανεισμό. Είναι προφανές πως ο καλύτερος τρόπος επαναγοράς χρέους είναι να γίνεται σιγά-σιγά, μυστικά, από «φίλιες δυνάμεις» που θα λειτουργούν ως πονηρές χρηματιστηριακές εταιρείες. Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει, καλώς ή κακώς, υπό την αιγίδα της Ευρωζώνης – οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δεν είναι για να παίζονται παιγνίδια στα χρηματιστήρια.

Άλλο παράπλευρο όφελος της επαναγοράς χρέους είναι η αύξηση της ρευστότητας των Ταμείων κατά τουλάχιστον €700 εκατ (κατέχουν ομόλογα ονομαστικής αξίας περίπου €7 δισ και δεν συμμετέχουν στην επαναγορά).
Όσο και εάν ηχεί παράδοξο, η ενδεχόμενη απροθυμία συμμετοχής ξένων ομολογιούχων στο πρόγραμμα επαναγοράς χρέους, μόνον ως ψήφος εμπιστοσύνης για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μπορεί να εκληφθεί. Με την εξαίρεση κάποιων τζογαδόρων που στοιχηματίζουν σε σενάρια νέου PSI σε ένα με ενάμισι χρόνο, όλοι οι υπόλοιποι αναμένουν να αποκομίσουν περισσότερα από τη διακράτηση των ελληνικών ομολόγων. Το ίδιο ισχύει και για τις ελληνικές τράπεζες.

Επαναγορά, τράπεζες και ανακεφαλαιοποίηση

Έχει δίκιο ο ΓΒ όταν ισχυρίζεται πως η συμμετοχή στο πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων είναι (ακριβέστερα, ήταν με τους αρχικούς όρους) αντίθετη προς το συμφέρον των ελληνικών τραπεζών – όχι όμως για τον λόγο που αναφέρει ο ίδιος, δηλαδή για το φανταστικό κούρεμα των €14 δισ! Τα ομόλογα, για όποιον σκέφτεται να πάρει το στοίχημα Ελλάδα, είναι περιουσιακό στοιχείο μεγάλης αξίας. Όποιος πιστεύει πως στα επόμενα 5 έως 8 χρόνια η Ελλάδα θα καταφέρει να ξαναβγεί στις αγορές (άρα το χρέος της να  υπόκειται σε διαπραγμάτευση κοντά στις ονομαστικές αξίες) το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων ονομαστικής αξίας €15 δισ και «λογιστικής» αξίας €3.5 δισ, περιέχει μια δυνητική υπεραξία πάνω από €10 δισ. Αυτή η δυνητική υπεραξία ήταν ένα καρότο για τη συμμετοχή ιδιωτών στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών εν όψει ανακεφαλαιοποίησης. Η πλήρης συμμετοχή των τραπεζών στο πρόγραμμα επαναγοράς, απεμπολεί αυτή την δυνητική υπεραξία οπότε δεν συνέφερε τις τράπεζες. Όμως, για να διασφαλίσει την επιτυχία του προγράμματος επαναγοράς, αλλά και της ανακεφαλαιοποίησης, το ελληνικό δημόσιο (α) παρέσχε φορολογικό-λογιστικό κίνητρο (διευθέτηση «αναβαλλόμενου» φόρου) με το οποίο μειώνονται οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης κατά περίπου €4 δισ και (β) αύξησε την τιμή επαναγοράς (σε σχέση με την πρόβλεψη του Eurogroup). Με τις δύο αυτές κινήσεις, οι ελληνικές τράπεζες «κλειδώνουν» από τώρα περίπου το 60% της δυνητικής υπεραξίας και έχουν επαρκές κίνητρο συμμετοχής.

Ο ΓΒ επιλέγει μια απλουστευτική - και λανθασμένη - περιγραφή της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης, με τους φραγκοφονιάδες λογιστές του Σόιμπλε να κάνουν τους υπολογισμούς και επειδή δήθεν δεν τους βγαίνουν τα νούμερα να θέλουν κάποια βοήθεια από ιδιώτες.
Πρέπει επί τέλους να γίνει κατανοητό πως οι ιδιώτες με κίνητρο είναι απαραίτητοι ώστε να μπορέσει να γίνει με το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα η επανιδιωτικοποίηση των τραπεζών σε τρία με πέντε χρόνια, ώστε το μακροπρόθεσμο χρέος που επωμίζονται οι φορολογούμενοι να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο. Πολύ περισσότερο, είναι ανάγκη να προσφερθεί κίνητρο συμμετοχής στην ανακεφαλαιοποίηση, διαφορετικά η οικονομία κινδυνεύει να τιναχθεί στον αέρα. Η σύνοδος κορυφής της 27/10/2011 ρητώς αναφέρει την ανάγκη συνεργασίας κυβερνήσεων, κεντρικών τραπεζών και τραπεζών, ώστε να αποφευχθεί η ευρεία αναδιάρθρωση ενεργητικού με άντληση ρευστότητας από την οικονομία. Τι θα πει αυτό; Να μη χρειασθεί ελληνική τράπεζα να πωλήσει τη θυγατρική της στην Πολωνία (έγινε αυτό) ή στην Τουρκία (όχι ακόμη) ή στις βαλκανικές χώρες, να μη κουρέψει «υβριδικά προϊόντα» που είχαν πουληθεί ως συμπληρώματα σύνταξης (έγινε κι αυτό από κάποιες τράπεζες), να μην αφαιρεί ρευστότητα από την ήδη ασφυκτιώσα οικονομία. Αυτά και άλλα πολλά, που θα είχαν ήδη διαλύσει ό,τι έχει απομείνει από την οικονομία μας, ήθελε και θέλει να αποφύγει η Ευρωζώνη. Τους ιδιώτες τους χρειάζονται οι φορολογούμενοι και η οικονομία μας – όχι απλώς να τσοντάρουν το 10% που υποτίθεται πως τσιγκουνεύονται οι λογιστές του Σόιμπλε.

Αντ’ αυτού, ο ΓΒ επιμένει στο ξύλινο σχήμα των «υπό οποιεσδήποτε συνθήκες πεθαμένων τραπεζών» – αλλού είχε αναφέρει πως μπορούμε να προχωρήσουμε και χωρίς ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος! Αναμφίβολα η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και το πρόγραμμα επαναγοράς αλληλεπιδρούν (δείτε εδώ). Αντίθετα με τους ισχυρισμούς ΓΒ ότι οι τράπεζες σπρώχνονται στον γκρεμό με το αστήρικτο δήθεν κούρεμα των €14 δισ, το πρόγραμμα επαναγοράς βοηθά και στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.

Ο κ. Στουρνάρας και οι επιτελείς του σχεδίασαν και προσέφεραν στους ομολογιούχους ένα πρόγραμμα επαναγοράς χρέους το οποίο αναμφίβολα ωφελεί πολλαπλώς την Ελλάδα. Εάν η επιτυχία του, ώστε να ικανοποιηθούν και οι απαιτήσεις του ΔΝΤ, καταλήξει σε πλήρη συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών, αυτές θα έχουν απεμπολήσει μελλοντικό όφελος, όμως στο τραπέζι έχει βρεθεί σχεδόν από το πουθενά ένα πακέτο περίπου €6 δισ (υπεραξία και «αναβαλλόμενος» φόρος) πέραν των προβλέψεων της ανακεφαλαιοποίησης. Το στοίχημα και ο αγώνας δεν είναι ποιός θα φωνάξει πιο δυνατά τα αντικεφαλαιοκρατικά του συνθήματα, αλλά το πόσα ιδιωτικά κεφάλαια μπορεί αυτό το πακέτο να προσελκύσει και το πού θα χρησιμοποιηθούν: (α) ως πρόσθετη ρευστότητα για να κινηθούν τα ακούνητα, (β) για την μείωση των αναγκών ανακεφαλαιοποίησης, (γ) για την επαναγορά των τραπεζών από τους ιδιώτες μετόχους, (δ) κάτι ανάμεσα σ’ αυτα;

Υστερόγραφο
Τελικά η επαναγορά του χρέους μου φέρνει στο μυαλό τον ΓΑΠ: έψαχνε τόσα χρόνια να βρει μια win-win situation κι όταν βρέθηκε αυτή με το πρόγραμμα επαναγοράς αυτός δεν ήταν εδώ να τη χαρεί. Κρίμα που δεν τη βλέπει κι ο ΓΒ.