ΤΟΥ ΜΑΡΙΟ ΒΑΡΓΚΑΣ ΛΙΟΣΑ*
Το Ισραήλ είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο στην οποία αισθάνομαι ακόμα αριστερός. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά σε αυτό το ταξίδι (είναι ήδη το πέμπτο, μετά το πρώτο που έκανα το 1974 ή το 1975). Αν κι εδώ αυτό που αξίζει το όνομα της Αριστεράς έχει ήδη περιοριστεί στην ελάχιστη έκφρασή του: λίγες εκατοντάδες «δικαίων», με την έννοια που έδινε σε αυτή τη λέξη ο Αλμπέρ Καμί. Μια χούφτα άνδρες και γυναίκες εξαιρετικής ακεραιότητας και θάρρους, που διεξάγουν μια σχεδόν δονκιχωτική πολιτική, διανοητική και δημοσιογραφική μάχη. Κυρίως μετά το 2000, όταν το μεγαλύτερο τμήμα της ισραηλινής κοινωνίας -μετά την αποτυχία του Καμπ Ντέιβιντ, την έναρξη της δεύτερης Ιντιφάντα και τη διάδοση των τρομοκρατικών επιθέσεων ενάντια στον άμαχο πληθυσμό- καθηλώθηκε σε έναν εθνικιστικό, σοβινιστικό και ξενόφοβο συντηρητισμό με ισχυρά θρησκευτικά γνωρίσματα.
Οι δίκαιοι δεν σκέφτονται όλοι με τον ίδιο τρόπο. Οι διαφορές είναι μεγάλες. Ολοι τους όμως εφαρμόζουν -σύμφωνα με την έκφραση του Μαξ Βέμπερ- την πολιτική της πεποίθησης πρώτα και έπειτα την πολιτική της ευθύνης. Και συγκλίνουν στο να ασκούν σκληρή κριτική στο ισραηλινό κράτος και την ισραηλινή κυβέρνηση, καταγγέλλοντας τις καταχρήσεις και τα εγκλήματα που διαπράττονται ενάντια στους Παλαιστίνιους και υπερασπίζοντας την ειρήνη. Μιαν ειρήνη που κατά την κρίση τους θα γίνει δυνατή μόνον αν το Ισραήλ απαρνηθεί την αποικιοκρατική κατοχή της Δυτικής Οχθης και αναγνωρίσει το δικαίωμα των Παλαιστινίων σε ένα δικό τους ανεξάρτητο κράτος, με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας για συγκυριαρχία της πόλης.
Αλλά η πιο σταθερή δέσμευση των δικαίων είναι ίσως η προσπάθειά τους να ανοίξουν τα μάτια των ομοεθνών τους. Σε ένα σύστημα που τείνει όλο και περισσότερο -περίπου όπως η λευκή μειοψηφία στη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ- να κλείνει τα μάτια μπροστά σε καταστάσεις όπως εκείνες στη Γάζα ή στη Δυτική Οχθη ή μπροστά στις συμπεριφορές των στρατιωτικών και της κυβέρνησης, αυτοί έχουν αναλάβει τον ρόλο εκείνου που «χαλάει τη γιορτή», που διαταράσσει την ηρεμία και την εφησυχασμένη συνείδηση της κομφορμιστικής πλειοψηφίας. Σιωνιστές και αντισιωνιστές, άθεοι και πιστοί, δημοσιογράφοι και επαγγελματίες, κινούνται γενικά στο περιθώριο των κομμάτων, ως ανεξάρτητοι ή μέσα σε μικρά ιδρύματα ή μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η μοναδική ανταμοιβή για τις προσπάθειές τους είναι η ηθική ικανοποίηση για το ότι είναι συνεπείς με τις ιδέες τους, η επίγνωση του ότι έχουν εκπληρώσει το χρέος τους.
Εκείνοι που γνώρισα είναι φωτεινά παραδείγματα του εξαιρετικού χαρακτήρα με τον οποίο είναι προικισμένοι οι εκπρόσωποι της ισραηλινής Αριστεράς. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την Αμίρα Χας, την Ισραηλινή δημοσιογράφο που εδώ και χρόνια ζει με τους Παλαιστίνιους που βρίσκονται στη Γάζα και στη Ραμάλα, «για να γνωρίζει τι σημαίνει να ζεις υπό αποικιοκρατική κατοχή». Τα άρθρα της, όπως κι εκείνα του συναδέλφου της Γεδεών Λέβι στη «Haaretz», λένε αυτό που κανείς πλέον δεν τολμά να πει και που η κοινή γνώμη δεν θέλει να γνωρίζει. Ετσι όπως δεν θα ξεχάσω και τον πρώην στρατιώτη Γεχούντα Σαούλ και τους νεαρούς συνεργάτες του, οι οποίοι προτρέπουν τους συστρατιώτες τους να «σπάσουν τη σιωπή και να ομολογήσουν τα φρικτά εγκλήματα που διαπράττονται αναπόφευκτα από έναν στρατό κατοχής». 'Η τον Μέιρ Μαργκαλίτ και τους φίλους του, που με κόπο και με επιμονή ανοικοδομούν πολλές φορές, ενάντια σε κάθε ελπίδα, τα σπίτια των Παλαιστινίων, που τα άρματα μάχης επιστρέφουν για να τα ξαναγκρεμίσουν.
Ο κατάλογος θα ήταν μακρύς και ατελής. Θα ήθελα να σταθώ εδώ στη μορφή του ιστορικού Ιλάν Πάπε, ίσως του πιο αντικομφορμιστή Ισραηλινού, ο οποίος διεξάγει μια ριζοσπαστική μάχη ενάντια στο πολιτικό και ακαδημαϊκό κατεστημένο του Ισραήλ. Γεννημένος στη Χάιφα το 1954, γιος Γερμανοεβραίων, σπούδασε Ιστορία στο εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ κι έπειτα στην Οξφόρδη, όπου έκανε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα τον πόλεμο του 1948, όταν το Ισραήλ έγινε ανεξάρτητο κράτος. Γι' αυτό το θέμα δημοσίευσε διάφορες μελέτες υποστηρίζοντας, σε αντίθεση με την επίσημη εκδοχή του σιωνισμού, ότι εκείνος ο πόλεμος υπήρξε ένα αυθεντικό εγχείρημα εθνοκάθαρσης, με την εκδίωξη της πλειονότητας του παλαιστινιακού πληθυσμού από τα κατεστραμμένα χωριά, για να κερδίσει εδάφη το κράτος του Ισραήλ. Με βάση αυτές τις έρευνες, ο Ιλάν Πάπε έφτασε στην πεποίθηση (που την αντιμάχονται σκληρά στη χώρα του) ότι το Ισραήλ οφείλει να αποδεχθεί την ευθύνη γι' αυτόν τον πληθυσμό, αναγνωρίζοντας το «δικαίωμα επιστροφής» των Παλαιστίνιων προσφύγων ως προϋπόθεση για την ειρήνη. Καθηγητής Μεσανατολικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα, έγινε πρόσφατα πρωταγωνιστής ενός σκανδάλου, επειδή υποστήριξε το μποϊκοτάζ του βρετανικού ακαδημαϊκού κόσμου ενάντια στα Πανεπιστήμια της Χάιφα και του Μπαρ-Ιλάν, εξαιτίας της κακομεταχείρισης και των διακρίσεων των δύο ιδρυμάτων σε βάρος του Τέντι Κατζ, συγγραφέα μιας διατριβής για τη σφαγή, το 1948, των κατοίκων του παλαιστινιακού χωριού Ταντούρα (χωριού που είναι κοντά στη Χάιφα). Αυτό ήταν αρκετό για να τροφοδοτήσει ισχυρές πιέσεις στο Ισραήλ για την αποπομπή του ίδιου του Πάπε από το Πανεπιστήμιο. Αλλά τον Πάπε τον υποστήριξαν τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά ακαδημαϊκά περιβάλλοντα, όπου το κύρος του έχει στέρεες βάσεις. (Σε όποιον επιθυμεί να γνωρίσει τη διανοητική του ποιότητα, συνιστώ το βιβλίο του «Μια ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης».)
Τον φανταζόμουν σαν ένα πρόσωπο γεμάτο ένταση και πάθος. Αντιθέτως, ο Ιλάν Πάπε είναι ένας άνθρωπος εγκάρδιος, γεμάτος ζωτικότητα και με αίσθηση του χιούμορ. Μου γνώρισε το αραβικό τμήμα της Χάιφα ή ό,τι απέμεινε από αυτό· τους τόπους όπου ήταν τα χωριά που καταστράφηκαν και, στο κέντρο της πόλης, τα σπίτια που απαλλοτριώθηκαν από τον Μπεν Γκουριόν στον καιρό του και που ανήκαν στους πιο εύπορους Αραβες, που σήμερα βρίσκονται στην εξορία.
Ο Ιλάν Πάπε και οι συνεργάτες του τα φωτογράφισαν, για να προσπαθήσουν να βρουν τους ιδιοκτήτες ή τους κληρονόμους τους και να αναπλάσουν μια κοινωνία και μιαν εποχή που η επίσημη ιστορία θέλει να εξαλείψει.
Ο Ιλάν Πάπε αγαπάει την πόλη του και τη γνωρίζει σπίτι προς σπίτι. Αλλά η φωνή του σπάει όταν θυμάται ότι, το 1948, μέσα σε λίγες μέρες, εκδιώχτηκαν 75 χιλιάδες Αραβες. Η κριτική του στον σιωνισμό είναι μετωπική: μια χώρα που εφαρμόζει την αρχή του εθνικού και θρησκευτικού αποκλεισμού δεν είναι αληθινά δημοκρατική. Ο Ιλάν Πάπε είναι ένας από τους πιο εύγλωττους υποστηρικτές ενός κράτους, στο οποίο Εβραίοι και Αραβες θα είναι πολίτες με ίσα δικαίωματα και υποχρεώσεις. Ο Ιλάν Πάπε κατοικεί σε απόσταση είκοσι λεπτών από τη Χάιφα, σε ένα προάστιο σκαρφαλωμένο πάνω στον λόφο. Βλέπουμε έναν πελώριο έναστρο ουρανό, σε αυτή τη ζεστή και ξάστερη νύχτα, που δεν θα μπορούσε να είναι πιο μεσογειακή. Εχει δύο μικρά παιδιά και μια γοητευτική σύζυγο. Η συνομιλία μαζί τους με συγκίνησε βαθιά. Ηταν μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις μου στο Ισραήλ, ύστερα από δύο σχιζοφρενικές εβδομάδες, στη διάρκεια των οποίων χρειάστηκε να παλέψω εναντίον των τρομερών εντυπώσεων που μου προκαλεί η κατάσταση αυτής της χώρας. Μιας χώρας που αναπτύχθηκε, πλούτισε, έγινε ισχυρή. Τόσο ισχυρή -εδώ θα ήμουν ευτυχής αν λαθεύω-, ώστε να μπορεί να προχωράει έτσι για πολλά χρόνια, χωρίς να αντιλαμβάνεται την επείγουσα ανάγκη να επιλύσει το παλαιστινιακό πρόβλημα. Ενα πράγμα είναι βέβαιο: όσο οδυνηρές και τρομερές μπορεί να είναι οι τρομοκρατικές επιθέσεις για τα θύματα και τις οικογένειές τους, είναι μόνο μικρές γρατζουνιές πάνω στο δέρμα αυτού του ελέφαντα που είναι σήμερα το Ισραήλ. Επεισόδια που δεν επηρεάζουν την ύπαρξή του, το υψηλό βιοτικό του επίπεδο ούτε καν τη συνείδησή του. Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο. Με μιαν ορισμένη έννοια και διαφορετικά από τους Παλαιστίνιους, για τους οποίους η σύγκρουση είναι ζήτημα επιβίωσης, ζωής και θανάτου, οι Ισραηλινοί τη ζουν ήδη σαν μια περιθωριακή πραγματικότητα, σαν μια ρουτίνα με την οποία ο ισχυρός στρατός τους εξασκείται, εκσυγχρονίζεται και ενισχύεται.
Παρ' όλα αυτά, ο πεσιμισμός μου μού φαίνεται λιγότερο δικαιολογημένος μετά τη συνάντηση με τον Ιλάν και τη σύζυγό του. Και οι δυο τους είναι βέβαιοι ότι, αργά ή γρήγορα, ο άνεμος θα αλλάξει κατεύθυνση. Η πεποίθησή τους είναι τόσο ειλικρινής ώστε μεταδόθηκε και σε μένα. Οι ιστορικές αδικίες καταλήγουν πάντα να αναγνωρίζονται, και μαζί με την καθολική καταδίκη θα έρθει και η οφειλόμενη επανόρθωση. Ποια καλύτερη απόδειξη υπάρχει γι' αυτό από την ίδια την ιστορία του εβραϊκού λαού; Οι τρομερές σφαγές, τα γκέτο, οι πολύχρονες διώξεις κατόρθωσαν μήπως να τον εξολοθρεύσουν; Η αλήθεια θα επιβληθεί και σε αυτή την περίπτωση. Στο Ισραήλ υπάρχουν ακόμα άνθρωποι όπως ο Ιλάν Πάπε. Μας βοηθούν να ελπίζουμε ότι τα πράγματα μπορούν να βαδίσουν προς το καλύτερο. Αλλά, αν αυτό συμβεί, θα είναι ο καρπός της εργασίας αυτών των ηρωικών μυρμηγκιών που είναι οι δίκαιοι του Ισραήλ.
* Το άρθρο αυτό του Περουβιανού συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα δημοσιεύτηκε στην «El Pais» και στη «Republica» στις 18-10-2005.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ-ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου