Του ΦΟΙΒΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ
Στις 5 Μαρτίου 1953 τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης σ' όλο τον κόσμο ανέφεραν ως πρώτη είδηση τον θάνατο του Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν που το πραγματικό του επίθετο ήταν Τζουγκασβίλι και καταγόταν από τη Γεωργία.
Η πολιτική δράση του Στάλιν συνδέθηκε άμεσα ή έμμεσα με τις ελληνικές πολιτικές εξελίξεις για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι τον θάνατό του.
Η Σοβιετική Ενωση στη διάρκεια του πολέμου, αλλά όπως φαίνεται και προπολεμικά, δεν έθετε στις άμεσες προτεραιότητές της την Ελλάδα αν και θα το επιθυμούσε. Αντιλαμβανόταν το μεγάλο βρετανικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα και αν θα έπρεπε να συνάψει μια πιθανή συμμαχία με την Αγγλία, για ν' αντιμετωπίσει άλλους σοβαρότερους κινδύνους, θα έπρεπε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να δείξει ότι σέβεται, τουλάχιστον προσωρινά, τα υπέρτατα βρετανικά συμφέροντα στην περιοχή της Μεσογείου. Αυτό βέβαια δεν θα γινόταν χωρίς ανταλλάγματα. Η Βρετανία με τη σειρά της θα έπρεπε ν' αναγνωρίσει και να σεβαστεί τα σοβιετικά ενδιαφέροντα.
Ενας επιφανής κομμουνιστής, ο Γιάννης Ιωαννίδης, έλεγε χαρακτηριστικά: «Θυμούμαι σύντροφοι κάτι που μου είπε από την άποψη αυτή ο σ. Μανουίλσκι αστειευόμενος: Τι να κάνει και ο σ. Ιωαννίδης στην Ελλάδα. Θα 'ρθει η Αγγλία και θα την πνίξει! Αυτό χαρακτηρίζει ώς ποιο σημείο φτάνει το ενδιαφέρον και η επέμβαση της Αγγλίας στα εσωτερικά της Ελλάδας».(1)
Τον Οκτώβριο του 1943, στη διάρκεια του Πολέμου, πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα η διάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών Αγγλίας, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ.
Με αυτή την ευκαιρία ο Βρετανός υπουργός Αντονι Ιντεν συναντήθηκε με τον Στάλιν και προσπάθησε να διευκρινίσει τις διαθέσεις του περί την Ελλάδα. Ο Στάλιν απάντησε σχετικά ότι «δεν ενδιαφέρεται για την Ελλάδα και ότι δεν έχει επαφές με το ΕΑΜ».(2)
Αντίθετα, το ΚΚΕ στη διάρκεια της Κατοχής επιζητεί διακαώς την αποκατάσταση των επαφών του -που έχουν διακοπεί- με τους ιδεολογικούς του φίλους στην ΕΣΣΔ χωρίς όμως να βρίσκει ανταπόκριση.
Οταν αποκαθίσταται η επαφή του ΚΚΕ με τον Τίτο ο επικεφαλής του κόμματος Γ. Σιάντος θα ζητήσει επίμονα ν' αποκατασταθεί «η ασύρματη επικοινωνία με τη Μόσχα», αλλά η σοβιετική πλευρά σιωπά.
Το ίδιο κάνει και ο απεσταλμένος του ΚΚΕ στο αρχηγείο του Τίτο, Α. Τζήμας, που αποστέλλει επιστολή προς τον Στάλιν ζητώντας την ενίσχυση του ΕΛΑΣ χωρίς να λάβει καμιά απάντηση.
Οπως ανέφερε στον γράφοντα ο αείμνηστος ιστορικός Αλέκος Παπαπαναγιώτου, «αμέσως μετά τη γερμανική εισβολή στην ΕΣΣΔ, η ίδια η Κομμουνιστική Διεθνής με το βουλγαρικό τμήμα της» θα στείλει προς τη Βουλγαρία επτά αποστολές με σοβιετικά αεροπλάνα και υποβρύχια. «Μάλιστα η μια αποστολή -κι αυτό αποδείχνει τις πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες για επαφή με την Ελλάδα, αν υπήρχε η διάθεση για αποκατάσταση των συνδέσεων- έπεσε με αλεξίπτωτα στη γερμανοκρατούμενη περιοχή της ελληνικής Μακεδονίας. Ανακύπτει το ερώτημα: γιατί δεν έγινε καμιά προσπάθεια για επαφές με την Ελλάδα;».(3)
Η αριστερή αντιπροσωπεία στην Αίγυπτο και τον Λίβανο δεν θα κατορθώσει να συναντήσει τον Σοβιετικό πρεσβευτή Ν. Νόβικοφ, παρ' όλες τις προσπάθειές της, αν και ο Ρώσος διπλωμάτης θα διαβιβάσει στην ελληνική Αριστερά, μέσω υφισταμένων του, την «προσωπική» του γνώμη.
Το μέλος της ηγεσίας του ΚΚΕ Πέτρος Ρούσος θα γράψει προς το Πολιτικό Γραφείο του κόμματός του τον Ιούλιο του 1944: «Σε προσωπική επαφή με τον πρεσβευτή της ΕΣΣΔ δεν κατορθώσαμε αν 'ρθούμε. Ζητήσαμε αν είναι δυνατόν να 'χουμε την άποψη της σοβιετικής κυβέρνησης πάνω στα ελληνικά ζητήματα... μια βδομάδα μετά... ο σύμβουλος (της πρεσβείας) με κάλεσε και μου έκανε την ακόλουθη ανακοίνωση: Η σοβιετική κυβέρνηση δεν απάντησε επί του θέματος. Ο πρεσβευτής όμως, σας διαβιβάζει την ακόλουθη προσωπική του γνώμη: Η συμφωνία του Λιβάνου ανταποκρίνεται προς τη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων». Η ελληνική Αριστερά θα έπρεπε να μπει στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας που αποφασίστηκε στη διάσκεψη του Λιβάνου με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου.(4)
Στα τέλη Ιουλίου 1944 έφτασε στα ελληνικά αντάρτικα βουνά μια ρωσική στρατιωτική αποστολή που διαπιστεύτηκε στον ΕΛΑΣ έχοντας επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Γκριγκόρι Ποπόφ.
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για κλιμάκιο των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών που διατύπωσε «γνώμες» και «συμβουλές» των ανωτέρων του.
Και όταν θα φτάσει η σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944 και θ' ανοίξει η άμεση ραδιοσύνδεση με τη Μόσχα, ο Στάλιν και πάλι θα εκφράσει τις «συμβουλές» του διαμέσου των Βούλγαρων κομμουνιστών Γκ. Δημητρόφ και Τ. Κόστοφ. Αυτό θα τον διευκολύνει ώστε ν' αποποιηθεί κάθε ευθύνη στη συνάντησή του με την ελληνική κομμουνιστική ηγεσία στο Κρεμλίνο, τον Ιανουάριο του 1950, σχετικά με τις εξελίξεις στην Ελλάδα.
Σ' εκείνη τη συνάντηση ο Ζαχαριάδης και ο Παρτσαλίδης θα υποστηρίξουν ότι υπογράφτηκε η συμφωνία της Βάρκιζας έπειτα από σχετικό μετριοπαθές τηλεγράφημα του Δημητρόφ από τη Μόσχα. Τότε ο Στάλιν θ' απαντήσει ότι «ο Δημητρόφ δεν είναι η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ». Ηταν απλά ένας Βούλγαρος που είχε εκφράσει την «προσωπική» του γνώμη ο επικεφαλής της Κομμουνιστικής Διεθνούς πριν από τη διάλυσή της;
Ο Στάλιν ποτέ δεν ενημέρωσε την ηγεσία του ΚΚΕ για τις επαφές του με τους Βρετανούς.
Ο Π. Ρούσος, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και βετεράνος του κόμματος μέχρι το τέλος της ζωής του, έγραψε σχετικά: «Πολλοί απ' τους μελετητές αναρωτήθηκαν αν κατά τους κρίσιμους μήνες του '44 ήταν ή δεν ήταν γνωστές στην ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ οι συνεννοήσεις Στάλιν και Τσόρτσιλ γύρω από το ελληνικό ζήτημα. Δυστυχώς δεν ήταν· "διά της τεθλασμένης των γεγονότων" κυρίως αντιλαμβανόμασταν».(5)
Και ο Παρτσαλίδης θα πει στον γράφοντα: «Στις διαπραγματεύσεις τους με τους Αγγλους οι Ρώσοι φαίνεται ότι δεν επιμείνανε για την Ελλάδα. Και δυστυχώς ενώ μπορούσαν να μας ενημερώνουν για τις δυσκολίες τους δεν μας είπαν ποτέ τίποτα για τις συζητήσεις τους με τους Αγγλους».(6)
Αφού η σοβιετική ηγεσία αποποιείτο κάθε ευθύνης, επικράτησε πλήρως η θεωρία της «εσωτερικής προδοσίας» του αγώνα. «Ο προβοκάτορας» Σιάντος και «ο κουρέας» (Ιωαννίδης) ήταν μεταξύ των εξιλαστηρίων θυμάτων για την ανατροπή των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα μετά την αγγλική επέμβαση.
Η θεωρία της «προδοσίας» θα μπορούσε να βολεύει ένα παγκόσμιο, ιδεολικό κέντρο που δεν πρέπει να κάνει λάθη για να διατηρεί το κύρος και την επιρροή του.
Υπήρχαν όμως και Σοβιετικοί που άρχισαν να κρίνουν ως υπερβολικά τα αυτομαστιγώματα της ηγεσίας του ΚΚΕ.
«Περισσότερες ευθύνες»
Στη δεκαετία του '50 ο καθηγητής της Ιστορίας του ΚΚΣΕ Στεπάνοφ πλησίασε έναν μαθητή, στέλεχος του ΚΚΕ, στην κομματική σχολή της Μόσχας, τον Αλέκο Ψηλορείτη, για να συνομιλήσουν περί το ελληνικό ζήτημα.
Ο Ψηλορείτης ανέπτυξε τα γνωστά αριστερά επιχειρήματα για τις «αδικαιολόγητες υποχωρήσεις» στο Λίβανο -κι άλλα επιχειρήματα που προβάλλονται μέχρι σήμερα -που έκανε η ηγεσία του ΚΚΕ. Ο Στεπάνοφ διέκοψε τον συνομιλητή του για να του πει ότι κατά τη γνώμη του οι Ελληνες κομμουνιστές αναλαμβάνουν «περισσότερες ευθύνες απ' ό,τι τους ανήκουν στο ζήτημα αυτό». Είπε επί λέξει ο Στεπάνοφ: «Σλίσκομ μνόγκο να σεμπιά μπεριότε».
Ο Στάλιν γνώριζε καλά τι είχε συμβεί. Ισως γι' αυτό έδειχνε μια σχετική ανοχή σε κάποιες κριτικές επισημάνσεις του Ζαχαριάδη για τις σοβιετικές αντιδράσεις περί το ελληνικό ζήτημα, αν και τον κρατούσε στο χέρι για κάθε ενδεχόμενο.
(1) Ομιλία Γ. Ιωαννίδη, στην 11η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ (Απρίλιος 1945)
(2) Οι Προστάτες, σελ. 21
(3) Στο ίδιο σ.σ. 29-30
(4) Εκθεση Π. Ρούσου προς το Π.Γ. του ΚΚΕ, Ιούλιος 1944
(5) «Μεγάλη Πενταετία», τόμος β' σελ. 180
(6) «Ελλάδα ανάμεσα σε δύο κόσμους», σελ. 419
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 05/03/2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου