Του Νικου Χριστοδουλακη*
Μετά την κρίση του 2008, τα δημοσιονομικά ελλείμματα αυξήθηκαν σε πολλές χώρες είτε για τη διάσωση των τραπεζών είτε για να αποφύγουν κάπως την ανεργία με κρατικές παρεμβάσεις. Οσες ήταν όμως ήδη με υψηλό χρέος, ξέμειναν γρήγορα από ρευστότητα και βρέθηκαν αντιμέτωπες με το δίλημμα «χρεοκοπία ή συνεχής συρρίκνωση». Πολλοί ακαδημαϊκοί έσπευσαν τότε να τις καθησυχάσουν. Πρώτα οι Ρόγκοφ και Ράινχαρτ το 2009 και μετά διάφορες μελέτες του ΔΝΤ και της ΕΚΤ βρήκαν ότι ενώ σε μια χώρα με χαμηλό χρέος τα ελλείμματα μπορεί να βοηθήσουν την ανάκαμψη, γίνονται επιζήμια αν το χρέος ξεπεράσει το 90% του ΑΕΠ.
Επειδή κατά μαγική σύμπτωση το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ και το συνολικό της Ευρωζώνης βρισκόταν κοντά σε αυτό το όριο, το μήνυμα ήταν ότι οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να σκέφτονται περαιτέρω δημοσιονομική επέκταση για να μην πλήξουν την ανάπτυξη! Ετσι, όλη η Ευρώπη εγκλωβίστηκε σε μια μακρά ύφεση που τώρα χτυπά ακόμα και τις εύρωστες χώρες, ενώ μόνο οι ΗΠΑ ξέφυγαν λίγο μετά την εκλογή Ομπάμα, όχι όμως και οριστικά.
Για χώρες όπως η Ελλάδα όπου το χρέος ήταν σημαντικά μεγαλύτερο και η προσαρμογή απολύτως αναγκαία, η συνταγή ήταν ακόμα πιο επιτακτική: αντί το πρόγραμμα λιτότητας να είναι σταδιακό, έπρεπε να γίνει άμεσο και εκτεταμένο, γιατί έτσι με το παραπάνω μοντέλο θα ήταν αυτομάτως και αναπτυξιακό. Σύμφωνα με τον μικρό πολλαπλασιαστή του ΔΝΤ, η όποια ύφεση θα ήταν ελάχιστη, αλλά και αυτή ακόμα θα μπορούσε να ξεπεραστεί με ταχύρρυθμες μεταρρυθμίσεις που θα επιτάχυναν την έλευση του ανταγωνιστικού παραδείσου με πολλή ανάπτυξη και χωρίς χρέος αυτή τη φορά.
Τους ξέφυγε όμως μια μικρή λεπτομέρεια, που έκανε τους περίτεχνους υπολογισμούς να καταρρεύσουν: η ίδια η κρίση, και οι βαθιές αλλαγές που επιφέρει σε οικονομικά μοντέλα και κοινωνικές συμπεριφορές. Ο Κέινς -που συνήθως περιφρονείται από την κυρίαρχη σκέψη του ΔΝΤ- είχε προειδοποιήσει από το 1936 ότι σε συνθήκες μεγάλης μείωσης του εισοδήματος, τα νοικοκυριά ξοδεύουν αναλογικά πιο μεγάλο μερίδιο για να περισώσουν όσο μπορούν το επίπεδο διαβίωσής τους. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η υπερβολική λιτότητα οδηγεί σε θεαματικά μεγαλύτερη βύθιση την οικονομία από ό,τι θα συνέβαινε σε ήρεμη περίοδο.
Τα προγράμματα σχεδιάστηκαν όμως αγνοώντας την προειδοποίηση του Κέινς και έτσι οι εκτιμήσεις για την ύφεση έπεσαν έξω κατά δύο φορές γενικά και σχεδόν τέσσερις για την Ελλάδα. Οι λόγοι που ξέφυγε μια τόσο σοβαρή αστοχία είναι πάντως διαφορετικοί για κάθε πλευρά που αναμείχθηκε στο ελληνικό πρόγραμμα. Το μεν ΔΝΤ γιατί εφαρμόζει τυποποιημένες συνταγές για όλες τις χώρες χωρίς κανόνες έγκαιρης διόρθωσης, η δε Ευρωζώνη γιατί αδιαφόρησε και δεν θέλησε να δράσει ως ενιαίος οικονομικός χώρος απέναντι στο πρόβλημα μερικών μελών της. Ακολούθως, η ελληνική κυβέρνηση χωρίς προετοιμασία και εμπειρία δέχθηκε ανυποψίαστη το σχέδιο του ΔΝΤ, ενώ οι ξένοι σύμβουλοι εκείνης της περιόδου εκτιμούσαν ότι η Ελλάδα θα εγκατέλειπε το ευρώ και το πρόγραμμα θα περνούσε σε δεύτερη μοίρα.
Ετσι η Ευρώπη διαιρέθηκε σε «ενάρετες» και «άσωτες» χώρες, η τιμωρία των οποίων θα φρονημάτιζε τις υπόλοιπες, ενώ η Ελλάδα διχάστηκε ανάμεσα σε όσους πίστεψαν άκριτα το σχέδιο προσαρμογής και σε αυτούς που οχυρώθηκαν στην παταγώδη αποτυχία του για να υπερασπίσουν τα προνόμιά τους. Είναι βέβαιο ότι το επόμενο διάστημα θα διορθωθούν πολλά ακαδημαϊκά λάθη, καθόλου σίγουρο όμως ότι θα υπάρξει κάποια επανόρθωση στην ελληνική οικονομία που διανύει τον τέταρτο χρόνο βαθιάς συρρίκνωσης και ανεργίας.
Για να συμβεί αυτό, χρειάζεται νέα διαπραγμάτευση του Μνημονίου με λιγότερους φόρους και περικοπές, πιο ελαστικό ορίζοντα εφαρμογής και μια γενναία ευρωπαϊκή πρωτοβουλία ανάπτυξης ως διόρθωση του μοιραίου πολλαπλασιαστή. Εννοείται φυσικά πως τα κλιμάκια που το σχεδίασαν και το υλοποίησαν θα έχουν την ευαισθησία να παραιτηθούν, και στον ελεύθερο χρόνο τους να ξαναδιαβάσουν τον Κέινς.
* Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο και πρώην υπουργός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου