Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Αξιοπιστία, καιροσκοπισμός, αξιοπρέπεια

Του Χαριδημου Κ. Τσουκα*
Με τη Βόρεια Ευρώπη μάς χωρίζει χάσμα νοοτροπίας. Αυτά που γι’ αυτούς είναι σημαντικά, για εμάς δεν είναι, και αντιστρόφως. Ο δημόσιος βίος μας διαπερνάται από νοοτροπίες που κυρίως χαρακτηρίζουν μια τριτοκοσμική ή πρώην κομμουνιστική χώρα, όχι μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία. Τα παραδείγματα είναι πολλά: άμετρη πόλωση και άνευ ορίων καιροσκοπισμός των κομμάτων· εθνικός κουτσαβακισμός· συχνή αδυναμία επιβολής της νόμιμης κρατικής εξουσίας και, άρα, περιορισμένη κυβερνησιμότητα της χώρας· αναξιοπιστία. Δείτε, ενδεικτικά, το τελευταίο.
Στο εξωτερικό, η Ελλάδα κατέστη συνώνυμο της αναξιοπιστίας. Την περασμένη δεκαετία, κάναμε ένα άλμα: από γραφικοί Ζορμπάδες και πονηροί λαθρεπιβάτες αποκτήσαμε τη φήμη ξεδιάντροπου απατεώνα, μετά τη γελοία «απογραφή» Αλογοσκούφη, τις αθλιότητες με τα «Greek statistics», την απρόθυμη υλοποίηση του Μνημονίου και –η κορύφωση όλων– το φιάσκο του δημοψηφίσματος. Στα μάτια των εταίρων μας, η Ελλάδα δεν συνιστά μια περίπτωση χώρας με την οποία προβλέψιμα μπορείς να συναλλάσσεσαι, αλλά έναν καιροσκόπο που αδυνατείς να εμπιστευθείς.
Αν κυβερνάς ή φιλοδοξείς να κυβερνήσεις, αντιμετωπίζεις ένα καυτό πρόβλημα: την υψηλή αναξιοπιστία της χώρας. Αυτή η αναξιοπιστία ώθησε τους δανειστές μας να ζητούν έγγραφες δεσμεύσεις από τα κόμματα εξουσίας ότι θα εφαρμόσουν την οικονομική πολιτική που απορρέει από τις δανειακές συμβάσεις που έχουμε υπογράψει. Ο Σαμαράς μέχρι πρόσφατα ανθίστατο σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, με τον τρόπο που έχει μάθει εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια – τον εθνολαϊκιστικό λεονταρισμό. Είναι θέμα «εθνικής αξιοπρέπειας», έλεγε.
Προσέξτε πόσο ο εθνολαϊκισμός, σταθερή αξία του πολιτικού παιγνίου, εκτρέπει την ορθολογική αναζήτηση στρατηγικής για την επιβίωση της χώρας, σε ψευδο-πατριωτική προάσπιση της «αξιοπρέπειάς» της. Ο πραγματισμός υποχωρεί χάριν μιας, με εγχώρια υλικά, φαντασιακής κατασκευής. Ο ρόλος του θύματος, ο κυρίαρχος τρόπος αυτοκατανόησης που διαπερνά το νεοελληνικό φαντασιακό, μας είναι οικείος και βολικός. Λησμονείται ότι η εθνική αξιοπρέπεια δεν προκύπτει από μόνη της, αλλά κερδίζεται – υπάρχουν προαπαιτούμενα για την επίτευξή της.
Οι εθνολαϊκιστές, εν μέρει από ιδιοτέλεια, εν μέρει από ιδεοληψία, παραβλέπουν ότι οι «πατριωτικές» τους κορώνες είναι άσφαιρα πυρά. Οι υπεύθυνοι κυβερνήτες οφείλουν να ενεργούν με τρόπο που προάγεται η αξιοπιστία της χώρας, αφού η αξιοπιστία θα μας ενισχύσει διαπραγματευτικά και θα συμβάλει στην επίτευξη ευνοϊκών αποτελεσμάτων που, βαθμιαία, θα μας καταστήσουν διεθνώς υπολογίσιμους και σεβαστούς. Με άλλα λόγια, αν σε ενδιαφέρει πράγματι η αξιοπρέπεια, τότε εσύ πρώτος αναλαμβάνεις δεσμεύσεις, αυτο-περιορίζεσαι, διότι θέλεις να μεταβάλεις τις προσδοκίες των άλλων παικτών σχετικά με τις μελλοντικές κινήσεις σου. Αλλά, για να το κάνεις αυτό, πρέπει να διαθέτεις στρατηγική σκέψη, η οποία δεν αποκτάται με πλειοδοσία υποσχέσεων στο πόπολο, αλλά με το ακριβώς αντίθετό της: τη μονομερή στέρηση βαθμών ελευθερίας από τον εαυτό σου. Η οικειοθελής μείωση της καιροσκοπικής σου ικανότητας (αυτό είναι η δέσμευση) προσδίδει αξιοπιστία στις στρατηγικές κινήσεις σου: το κόστος που επωμίζεσαι με τη μονομερή μείωση των επιλογών σου, κάνει τους άλλους να πιστεύουν ότι εννοείς αυτά που λες.
Οτι ο Σαμαράς, ως μελλοντικός πιθανός πρωθυπουργός, δεσμεύτηκε με την επιστολή του μετά από πίεση των δανειστών, καθιστά την κίνησή του άνευ σημασίας στρατηγικά, αφού δεν είχε αυτός το πλεονέκτημα της πρώτης κίνησης, εντασσόμενη σε ένα σχέδιο να αλλάξει τις προσδοκίες των δανειστών. Διαπραγματευτικά ενισχύονται οι δανειστές (αφού επέβαλαν τους όρους τους) και, φυσικά, μειώνεται η αξιοπιστία του, αφού αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την «αντιμνημονιακή» στρατηγική του. Από το «δεν συναινώ σε λάθος συνταγή» προσχώρησε στην υιοθέτηση των όρων των δανειστών, προσποιούμενος ότι «οι σταθερές θέσεις του δικαιώνονται»(!), ακριβώς όπως ο Παπανδρέου, μετά την εξευτελιστική παραίτησή του, καμώνεται ότι όλα επράχθησαν καλώς!
Η απόκρυψη και η παραπλάνηση είναι συστημικά γνωρίσματα ενός πολιτικού παιγνίου, που επί δεκαετίες έχει θεμελιωθεί στην καιροσκοπική απόκτηση πλεονεκτήματος. Με αυτόν τον τρόπο, φυσικά, η γλώσσα συσκοτίζει την πραγματικότητα και η αναξιοπιστία–υποκρισία των πολιτικών εντείνεται. Ωστόσο, στη μετα-οθωμανική πολιτική κουλτούρα μας, ουδείς αμφισβητεί τους αρχηγούς για την αναξιοπιστία τους, ενώ όσοι ξεφεύγουν από το μαντρί (όπως ο Μόσσιαλος, διαφοροποιούμενος από τον Παπανδρέου) εγκαλούνται για «προδοσία» και «πατροκτονία»! Οι επιμεριστικές αναφορές (π.χ. στην υποχρέωση στον ευεργέτη) υπερισχύουν των καθολικών αντιλήψεων (τι είναι καλό για τη χώρα;).
Το περίφημο «conflict of loyalties» του σερ Τζεφρι Χάου, στην κλασική ομιλία παραίτησής του από τη θέση αναπληρωτή πρωθυπουργού της Βρετανίας, το 1990, στην Ελλάδα επιλύεται με τον γνωστό τρόπο: την υποταγή στον αρχηγό–πασά. Εχει ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον ότι αυτοί που κυρίως ρητορεύουν για αξιοπρέπεια δεν διστάζουν να εξευτελίζονται με τις παλινωδίες τους! Ο Βενιζέλος θα μπορούσε να κάνει κάποια διάλεξη και επ’ αυτού, έχοντας μάθει καλά την τέχνη – τόσο του καιροσκοπισμού όσο και της παραπλάνησης.
Ανθρωποι που το μόνο που έμαθαν στη ζωή τους είναι να προάγουν καιροσκοπικά τα συμφέροντά τους (κομματικά, φατριαστικά, προσωπικά) δεν μπορούν ξαφνικά να αποκτήσουν την ικανότητα του εθνικά σκεπτόμενου στρατηγικού παίκτη. Ο καιροσκόπος ναρκισσιστής δεν έχει μάθει να επιλέγει, ενοχλείται όταν δεσμεύεται, τα θέλει όλα δικά του. Αλλάζει θέσεις με την ίδια ευκολία που κάνει ρουσφέτια, πιστεύοντας, ο πονηρός, ότι δεν γίνεται αντιληπτός. Φυσικά, έχει λόγο που το κάνει – στη γραφική μας χώρα, υπάρχει πάντοτε μια κρίσιμη μάζα ιδιοτελών, αφελών και ιδεοληπτικών...
* Ο κ. Χ. Κ. Τσούκας (htsoukas@gmail.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

Δεν υπάρχουν σχόλια: