Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

Το τίμημα του ελάχιστου κοινού παρονομαστή

Tου Στεφανου Kασιματη
Eίτε πιστεύει κανείς ότι οι μεταρρυθμίσεις που μας υπαγορεύει το Μνημόνιο συνιστούν υποδούλωση της ωραιότερης χώρας του κόσμου (που ως γνωστόν κατοικείται από τον εξυπνότερο λαό του κόσμου κ.λπ.) στους Εβραιομασόνους και τους Νεφελίμ είτε πιστεύει ότι είναι αλλαγές που τις υπαγορεύει η απλή λογική και θα έπρεπε εδώ και καιρό να τις είχαμε κάνει μόνοι μας, όλοι συμφωνούμε ότι οι οριζόντιες περικοπές, όπως κάθε μορφής βίαια εξίσωση, κρύβουν τις μεγαλύτερες αδικίες.

Παραδείγματος χάριν, κούρεμα αποδοχών, κατά το ίδιο ποσοστό, στον συνταξιούχο των 800 ευρώ, ο οποίος δούλεψε σαράντα χρόνια στην πραγματική αγορά και στον κομματικό εφοριακό, που αμείβεται πολύ καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον δημόσιο υπάλληλο, είναι άδικο -και μάλιστα άδικο με μια χροιά γαϊδουριάς, που το κάνει ακόμη απεχθέστερο. (Αν ορισμένοι βρίσκετε την έννοια «κομματικός εφοριακός» ισοπεδωτική γενίκευση, ας αναρωτηθείτε πότε είχαμε Βουλή χωρίς συνδικαλιστές εφοριακούς στα έδρανα, εκλεγμένους και με τα δύο μεγάλα κόμματα, επίσης πότε είχαμε κυβέρνηση χωρίς συνδικαλιστή εφοριακό σε θέση υφυπουργού...)

Η αδικία των οριζοντίων περικοπών μπορεί να έχει συνέπειες οδυνηρά τραγικές σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως ανακάλυψαν κατάπληκτοι οι πάντες μετά τη δολοφονία των δύο ηρωικών νεαρών αστυνομικών. Εχει όμως και μακροπρόθεσμες, που ίσως είναι οι χειρότερες, καθώς επηρεάζουν τους περισσότερους. Οι οριζόντιες περικοπές αφαιρούν και το τελευταίο υπόλειμμα προσχήματος ηθικής ακεραιότητας του συστήματος. Φθείρουν το σύνολο των δεδομένων και συμφωνημένων κανόνων, που κρατούν την κοινωνία στοιχειωδώς ενωμένη ώστε να λειτουργεί. Αποκαρδιώνουν τον κόσμο και τον ωθούν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, όταν περισσότερο από ποτέ είναι αναγκαία η συμμετοχή όλων στην προσπάθεια – αν, βέβαια, θέλουμε να σωθούμε.

Τι είναι αυτό όμως που κάνει την κυβέρνηση να καταφεύγει στις οριζόντιες περικοπές; Νομίζω το ίδιο με αυτό που την κάνει, εδώ και τρεις εβδομάδες, να παραπαίει και να παράγει μία αντικειμενικώς αξιοσημείωτη αλληλουχία γκαφών. Είναι το ότι, όσο και αν οι οριζόντιες περικοπές προξενούν αντιδράσεις, πρόσκαιρα επιτρέπουν στην κυβέρνηση να κερδίζει λίγο χρόνο, ώστε να καθυστερεί εκείνο που φοβάται περισσότερο και προφανώς δεν το μπορεί κιόλας: τη μείωση του κράτους με κάθετες παρεμβάσεις, κάτι το οποίο όταν γίνει θα δώσει τη χαριστική βολή στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, διότι προϋποθέτει απολύσεις προσωπικού.

Βλέπετε, η αρχή επί της οποίας αναπτύχθηκε το ελληνικό Δημόσιο στην εποχή 1981-2009 όριζε τη διασπορά των λίγων στους πολλούς. Πολλές θέσεις εργασίας, δηλαδή, έστω και αν ο μισθός ήταν μικρός, υπό την άρρητη προϋπόθεση ότι ο υπάλληλος θα είχε ευκαιρίες να βελτιώσει την οικονομική θέση του μέσω της διαφθοράς – νοουμένης είτε με τον παραδοσιακό τρόπο (μπαξίσι, γρηγορόσημο κ.λπ.) είτε ως συνδιαλλαγή μεταξύ συνδικαλιστών και πολιτευτών για την παροχή σκανδαλωδών (μες στον σουρεαλισμό τους) επιδομάτων.

Βολικό από την οπτική γωνία πολιτευομένων που ψηφοθηρούν, έχει όμως ένα σοβαρό μειονέκτημα για όλους τους άλλους (των ευνοηθέντων συμπεριλαμβανομένων) και το οποίο αντιμετωπίζουμε σήμερα: Το κέντρο βάρους του συστήματος από την παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες μετακινείται στην ευημερία των ίδιων των λειτουργών του. Ετσι, το κράτος σταδιακά γίνεται αυτοσκοπός και κάποια στιγμή όλοι προσγειωνόμαστε στη φρικτή πραγματικότητα της γενίκευσης ότι δεν υπάρχει κράτος. Ουσιαστικά, δεν πρόκειται για κάτι διαφορετικό από το μοντέλο της «Ολυμπιακής», το οποίο εν τέλει εφαρμόσαμε στο σύνολο του Δημοσίου. (Και μάλλον δεν πρέπει να είναι τυχαίο αυτό, αφού τη χρυσή εποχή του ΠΑΣΟΚ το Greek dream ήταν ο διορισμός στην Ολυμπιακή υπό οιαδήποτε ιδιότητα...)

Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι ότι η κυβέρνηση έφθασε στο σημείο πέρα από το οποίο είναι αδύνατο να προχωρήσει χωρίς απώλειες· και το γεγονός το έχουν πάρει είδηση οι δανειστές μας. Αφότου η τύχη της ελληνικής οικονομίας έγινε διεθνώς πρώτο θέμα και δεσμεύθηκαν 110 δισ. για δανειακές ανάγκες που δεν ήταν δυνατόν να καλύψουμε από τις αγορές, οι δανειστές μας παρακολουθούν στενά την εξέλιξη των πραγμάτων στην Ελλάδα. Αρκεί να μιλήσει κανείς με τους εκπροσώπους τους εδώ, για να διαπιστώσει ότι την γνωρίζουν πλέον όσο καλά και εμείς. Αυτό το καταλαβαίνουν οι λίγοι σοβαροί της κυβέρνησης, αλλά οι περισσότεροι στον πολιτικό κόσμο αδυνατούν να το συλλάβουν, τους υπερβαίνει. Δεν είναι περίεργο, διότι, όσα και αν ξόδεψαν σε ταξίδια στο εξωτερικό οι Ελληνες τα χρόνια της δανεικής ευημερίας, οι ορίζοντες των περισσότερων πολιτικών σπανίως ξεπέρασαν εκείνους της εκλογικής περιφερείας τους. (Είναι αποδεδειγμένο, άλλωστε, ότι για τους περισσότερους Ελληνες ταξίδι στο εξωτερικό σημαίνει πρωτίστως ψώνια...)

Κανείς δεν πρόκειται να πεισθεί για τη σοβαρότητα της προσπάθειας που καταβάλει η Ελλάδα να επιζήσει της κρίσης, όσο η κυβέρνηση (αυτή ή όποια άλλη – άνευ σημασίας η διαφορά) δεν τολμά να προχωρήσει σε απολύσεις προκειμένου να μειώσει την έκταση του Δημοσίου. Οσο δεν αλλάζει η σχέση ποσότητας και ποιότητας στη λογική του Δημοσίου, η επαγγελματική μοίρα ενός κλητήρα, που η δουλειά του είναι να περνά πέντε-έξι ώρες στο καθησιό, θα εξακολουθεί να καθορίζει τη μοίρα ενός άλλου υπαλλήλου, ας πούμε ενός πιλότου της Πολεμικής Αεροπορίας, του οποίου η εκπαίδευση κόστισε στον φορολογούμενο εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ και στον οποίο η πολιτεία εμπιστεύθηκε τον χειρισμό ενός μηχανήματος αξίας 30 εκατομμυρίων δολαρίων.

Δεν είναι μόνον ότι εξισώσεις εις βάρος της αξίας είναι άδικες, αλλά έτσι, χωρίς στοχευμένες και εις βάθος περικοπές, ούτε οι αιτίες των ελλειμμάτων εξαλείφονται (και, άρα, η καταστροφή γίνεται αναπόφευκτη) ούτε έχουμε ελπίδα να φτιάξουμε σοβαρό κράτος –απλώς, κάνουμε φθηνότερο το ήδη υπάρχον και, πιθανώς, αθλιότερο. Οι απολύσεις είναι το σκληρό τίμημα της «δημοκρατικής» αρχής του ελάχιστου κοινού παρονομαστή.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-3-2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: