Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2011

Βία και αταξία μάς συνοδεύουν εδώ και πολλά χρόνια

Η κρίση που περνάει η χώρα είναι πρόσφατη, αλλά δεν ισχύει το ίδιο με τη βία και την αταξία: αυτές μας συνοδεύουν εδώ και χρόνια. Η δεκαετία που κλείνει απλώς αναπαρήγαγε πρακτικές που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εθνικής κουλτούρας από τη μεταπολίτευση και μετά.

Λέγεται συχνά για τα Βαλκάνια, πως παράγουν περισσότερη ιστορία απ’ ό,τι μπορούν να καταναλώσουν. Η Ελλάδα παράγει τεράστιες ποσότητες πεζοδρομιακής βίας και δημόσιας αταξίας, σαφώς πολλαπλάσιες του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Τα βίαια επεισόδια στο κέντρο της πρωτεύουσας έχουν αποκτήσει χαρακτήρα ρουτίνας, ενώ όποιοι επιθυμούν να κλείσουν το κέντρο δεν χρειάζονται δεύτερη σκέψη. Οσοι διαθέτουν βαρέα οχήματα, αποκλείουν τις εθνικές οδούς και όσοι εργάζονται στις μαζικές μεταφορές τα αποσύρουν από την κυκλοφορία κατά βούληση. Οι καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημίων είναι τόσο συνηθισμένες που δεν αποτελούν πια νέο, ενώ οι οπαδοί των διαφόρων ομάδων δεν αρκούνται πια στην καταστροφή των γηπέδων. Διαδηλωτές επιχειρούν ξυλοδαρμούς, ενώ «αντιεξουσιαστές» καταστρέφουν την ιδιωτική και δημόσια περιουσία και καίνε ανθρώπους με την ανοχή ή και την προστασία των «ειρηνικών» διαδηλωτών.

Η κατάσταση αυτή παρουσιάζεται συνήθως ως αναπόφευκτη συνέπεια της κρίσης, ένα φαινόμενο που αποτελεί φυσιολογική, ενδεχομένως και θετική, αντίδραση της κοινωνίας. Η διαδεδομένη αυτή ερμηνεία είναι όμως άστοχη γιατί αγνοεί ή συγκαλύπτει τρία προφανή στοιχεία. Πρώτον, παρόμοια επίπεδα βίας και αταξίας δεν παρατηρούνται αλλού στην Ευρώπη, ακόμα και σε χώρες που βιώνουν κρίση αντίστοιχη με την δική μας (π.χ. Ιρλανδία), ή και βαθύτερη (π.χ. Λεττονία). Δεύτερον, η ένταση μπορεί να αυξομειώνεται, αλλά το φαινόμενο έχει διάρκεια που ξεπερνάει τις τρεις δεκαετίες, και καλύπτει εποχές μεγάλης ευημερίας. Δεν ήταν άλλωστε η 5η Μαΐου 2010 η πρώτη φορά που διαδηλωτές έκαψαν εργαζόμενους στο κέντρο της Αθήνας, ούτε υπήρξε ο ξυλοδαρμός του Κωστή Χατζηδάκη η πρώτη τέτοια περίπτωση. Τρίτον, τα φαινόμενα αυτά δεν παράγονται από ολόκληρη την κοινωνία αλλά από συγκεκριμένες μειοψηφίες, με επικεφαλής τις κρατικοδίαιτες ομάδες που βλέπουν τα προνόμιά τους να απειλούνται.

Τόσο η παρουσία όσο και η διάρκεια των φαινομένων αυτών οφείλονται στη συνενοχή πολιτικών κομμάτων και ευρέων κοινωνικών στρωμάτων. Από τη μία, το κράτος ανέχεται τη βία αυτή αφήνοντάς την ατιμώρητη. Σπάνια συλλαμβάνονται ποδοσφαιρικοί ή μη χούλιγκαν και ακόμα σπανιότερα επιβάλλονται ποινές. Ακόμα και ο Κωστής Χατζηδάκης ζήτησε να μη διωχθούν εκείνοι που επιχείρησαν να τον λιντσάρουν. Είναι, λοιπόν, εντελώς φυσιολογικό και δεν πρέπει να εκπλήσσει κανένα πώς η απουσία κυρώσεων πολλαπλασιάζει τη βία. Η ανοχή των πολιτικών ηγεσιών έχει τις ρίζες της στην πρόσφατη ελληνική ιστορία, ιδιαίτερα της μετεμφυλιακής περιόδου και της χούντας, που συνετέλεσε στην απαξίωση εννοιών όπως «δημόσια τάξη», «ποινή» ή «κύρωση». Αναπαράγεται όμως, από τις αμαρτωλές πρακτικές των κομμάτων τα οποία (όπως άλλωστε και οι ανώνυμες ποδοσφαιρικές εταιρείες) δεν επιθυμούν να συγκρουστούν ούτε με τους χούλιγκαν, που τα ίδια συντηρούν (ιδιαίτερα μέσα στα πανεπιστήμια), ούτε με την πελατεία τους.

Από την άλλη, ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας ανέχεται τη βία και την αταξία, ιδίως όταν θεωρεί πως στρέφονται εναντίον του κράτους. Και εδώ η ιστορία παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς η καχυποψία έναντι του κράτους έχει βαθιές ρίζες. Σ’ αυτήν θα πρέπει να προστεθεί το γεγονός πως η διαπαιδαγώγηση των νέων (αλλά και της κοινωνίας γενικότερα) βρίσκεται σε σημαντικό βαθμό στα χέρια ανθρώπων που διετέλεσαν οι ίδιοι στο παρελθόν κομματικοί χούλιγκαν και απλώς μεταλαμπαδεύουν τις αξίες τους. Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί πως το υπόστρωμα της ανοχής βρίσκεται στον γενικό εθισμό της κοινωνίας σε καθημερινές πρακτικές παραβατικότητας, από τη φοροδιαφυγή και την καταπάτηση ξένης ιδιοκτησίας ώς την έλλειψη σεβασμού στον δημόσιο χώρο και τους άλλους.

Οταν όμως η αταξία γίνεται κανόνας, τότε η τάξη αποτελεί παράβαση. Ανάπτυξη υπό τέτοιες συνθήκες δεν επιτυγχάνεται. Στο σημείο αυτό συναντούμε ως χώρα την αυγή της νέας δεκαετίας.

Στάθης Ν. Καλύβας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 1/1/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: